«…άνθρωπος γαρ εστιν, ουχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστί λογικός μόνον, άλλ’ όστις ευσεβείαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί»
άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Είναι γνωστό πως τρία σχολικά μαθήματα αποτελούν «σκόλοπα τη σαρκί» των ποικιλώνυμων εθνομάχων και νεοφανών Γραικύλων: η Ιστορία, η Γλώσσα και τα Θρησκευτικά. Στην Ιστορία τις είδαμε τις «προκοπές» τους μέσω του ρεπούσειου άγους. Η πολύπαθη «Γλώσσα», διά των νυν βιβλίων-περιοδικών ποικίλης ύλης, συνεχίζει να ταλαιπωρεί δασκάλους και να δηλητηριάζει μαθητές• για το δε μάθημα των Θρησκευτικών, θέτουν απροκάλυπτα το (ψευτο)δίλημμα: ή καταργείται ή μετατρέπεται σε «θρησκειολογικό χυλό». Έχω διαβάσει το «πρόγραμμα σπουδών στα Θρησκευτικά» για το Νέο Σχολείο, που ευαγγελιζόταν η κ. Διαμαντοπούλου -ο πιο σκληρός πυρήνας της Νέας Τάξης εν Ελλάδι. Εν πρώτοις η γλώσσα και οι λέξεις που χρησιμοποιούν οι συντάκτες του. Σε πολλά σημεία διαβάζουμε λέξεις και φράσεις όπως: αυτοδιαμόρφωση της συνείδησής τους, αυτοβελτίωση (των μαθητών), αυτοσυνειδησία και αυτοπραγμάτωση, αυτοπροσδιορισμός της προσωπικής τους ταυτότητας, αυτοστοχαστικός τρόπος γνώσης, αυτογνωσία. Πανταχού παρόν το «εγώ», ο εαυτός, πουθενά το ευλογημένο “εμείς” του Μακρυγιάννη.
(Στο έξοχο βιβλίο του «Αυτοείδωλον εγενόμην», ο Γρ. Ζιάκας τονίζει ότι η «ολοκλήρωση του προγράμματος της Νεωτερικότητας» καταλήγει στον κενά εγωτικό ατομάνθρωπο. Ο Άλλος δεν είναι Πλησίον, αλλά, όπως μας το κατέδειξε η ενόραση του Σαρτρ, η κόλαση. Άρα τον ποδοπατάς για να αναρριχηθείς και να πετύχεις. Ο καθένας για τον εαυτό του κι ο Θεός για κανένα. Στην καθ’ ημάς Ορθόδοξη παράδοση, κόλαση είναι η αδυναμία αλληλοπεριχώρησης των προσώπων. Στην Κόλαση δεν βλέπει ο ένας το πρόσωπο του άλλου, βεβαιώνει το Γεροντικό, ενώ είναι πολύ κοντά: πλάτη με πλάτη. “Εκεί συν δύο δεν κάθονται συν δύο δεν κουβεντιάζουν”, επιμαρτυρεί και η δημοτική μούσα).
Πέραν αυτού στο κείμενο συναντάς τους συνήθεις ασαφείς νεολογισμούς, κακομεταφρασμένα δάνεια όπως «θρησκευτικός γραμματισμός» «χειραφετικό ενδιαφέρον», η «πολυπολιτισμικότητα-λείπει ο Μάρτης απ’ τη Σαρακοστή- «ενσυναίσθηση», που παραπέμπουν στην ορολογία νεοεποχίτικων σεκτών.
Όλα αυτά είναι κελύφη κάτω από τα οποία κρύβεται επιμελώς, ο ανομολόγητος στόχος των ομάδων αυτών-μεταπατερικοί, νεοπατερικοί και λοιποί «καιρο»-σκοπούντες- να μετατρέψουν το μάθημα σε θρησκειολογία. Περαίνοντας αυτές τις εισαγωγικές σκέψεις και με αφορμή την γιορτή των Τριών Ιεραρχών, λίγα λόγια για το μάθημα στο Δημοτικό Σχολείο. (Θα κλείσω με οσμήν ευωδίας πνευματική, τα λόγια των αξεπέραστων αγίων Πατέρων για το μάθημα).
Κατ’ αρχάς μην λησμονούμε ότι στις δύο πρώτες και πολύ σημαντικές τάξεις του Δημοτικού σχολείου δεν υπάρχει μάθημα αυτοτελές Θρησκευτικών ούτε εγχειρίδιο. Άρα εναπόκειται στον δάσκαλο ή την δασκάλα το τι θα διδάξει. (Ο άγιος Γέροντας Παϊσιος συμβούλευε δασκάλους, με αναφορά στην Πίστη και την Πατρίδα, “να παίρνουν Πρώτη Δημοτικού”, την πιο κρίσιμη τάξη, γιατί τότε εντυπώνονται ανεξίτηλα, διά βίου, οι γνώσεις). Κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου βρίσκουμε γι’ αυτές τις τάξεις στα βιβλία Γλώσσας. Κι εδώ είναι το μεγάλο πρόβλημα. Έτσι, για παράδειγμα, μαθαίνει ο μαθητής ότι δεν υπάρχουν άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά «ο άγιος της φιλίας, ο Φιλάγιος». (Ανθολόγιο, σελ. 1Ο7). Διαβάζει μια νερόβραστη “προσευχή” της Θέτιδος Χορτιάτη και όχι το «Πάτερ ημών», που το μαθαίνουμε απ’ την ώρα που ανοίγουμε τα μάτια μας στον κόσμο. Για τον Αη-Βασίλη, ο οποίος φέρνει μια γάτα δώρο στην οικογένεια του Ιβάν, που «εγκατέλειψε τον τόπο της εξαιτίας μιας χιονοστιβάδας». (σελ. 113). Ένα χαζοχαρούμενο ψευτοποίημα με τίτλο το «λαγουδάκι της Λαμπρής». Ειδικά για το κοσμοσωτήριο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου το πρωτάκι θα διαβάσει τρία ποιήματα. Στο Ανθολόγιο το «Ήρθε η Πασχαλιά» με στίχους όπως: «-Ήρθε η πασχαλιά / και τσουγκρίζει αυγά / το μικρό παιδάκι». (σελ. 116). Ενώ στο βιβλίο Γλώσσας, ένα με τίτλο «Πασχαλινό» όπου συναντά στίχους όπως: «και μοσχοβολούν οι φούρνοι / τα τραπέζια κοκκινίζουν / απ’ τα κόκκινα αυγά» και το άλλο με τίτλο «Πασχαλινά κουλούρια» με στίχους «Το Πάσχα οι άνθρωποι έφτιαχναν κουλούρια / να μοιάζουν με πουλιά, ψάρια, ανθρωπάκια / τους έβαζαν για μάτια και στόμα γαρίφαλα ή ξυλάκια». (σελ. 56). Ούτε ένα «Χριστός Ανέστη»!
Ούτε λίγο ούτε πολύ το σχολείο γκρεμίζει και διαστρέφει ό,τι προσέλαβε το παιδί, μέσω της οικογενειακής του εμπειρίας, για τα μεγάλα πανηγύρια της Ορθοδοξίας. Και ας μην ξεχνάμε το σχολικό βιβλίο έχει κύρος και ή μορφώνει ή ακυρώνει… Το μόνο που διασώζει την κατάσταση είναι ότι πολλοί δάσκαλοι, άλλοι εξαρχής και άλλοι στην πορεία, αντιλήφθηκαν την κακεργεσία και διδάσκουν «τα παλιά δικά μας πλούτη» (Παλαμάς). Για τους αδιάφορους ή τους εκκλησιομάχους «των συνιστωσών» (και λοιπά… κοράκια) συμβουλεύω τους γονείς να πιέζουν και… να τραβούν αυτιά. Αρκετά ανεχτήκαμε τόσα χρόνια τις μαγαρισιές τους. (Δεν έλεγε ο Πλαστήρας «την Ελλάδα από το αυτί θα την αρπάξουμε και θα τη σώσουμε, θέλει δεν θέλει;»).
Στις μέρες μας φορτώσαμε τα παιδιά με πληθώρα γνωστικών αντικειμένων, στραφήκαμε στον εγκέφαλό του και εγκαταλείψαμε την ψυχή του. Αλλά «Παιδεία ου την υδρίαν πληρώσαι, αλλά ανάψαι αυτήν», είναι άναμμα ψυχής η Παιδεία και όχι γέμισμα άδειου δοχείου με σκόρπιες και άχρηστες πληροφορίες, κατά τον Πλάτωνα.
Και όλη η γνώση είναι άχρηστη, εάν δεν υπάρχει η γνώση του Θεού και του νόμου του, κατά τον Μέγα Βασίλειο.
Γι’ αυτό το μάθημα των θρησκευτικών κατέχει εξέχουσα θέση στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των Τριών Ιεραρχών. Σκοπός του μαθήματος αυτού, κατά την γνώμη τους, δεν είναι η απόκτηση γνώσεων, αλλά η διά της γνώσεως και εφαρμογής του νόμου του Θεού, πνευματική και ηθική ανύψωση του παιδιού. Σ’ αυτόν, τον νόμο του Θεού, προτρέπουν οι Τρεις Ιεράρχες τους δασκάλους, να ωθούν τα παιδιά να παρακύπτουν, για να αντλούν “τον εκ των διττών Διαθηκών πλούτον μέγαν»(1).
Επειδή θεωρούν το μάθημα αυτό βασικό για την μόρφωση, την πνευματική και ηθική του παιδιού, συνιστούν να διδάσκεται από τα πρώτα έτη της φοιτήσεώς του στο σχολείο.
Μ’ αυτόν τον τρόπο στην απαλή ψυχή του παιδιού αποτυπώνεται ακόπως ο νόμος του Θεού. Γι’ αυτό και ο Χρυσόστομος λέει: «δώμεν αυτοίς υπόδειγμα εκ πρώτης ηλικίας τη των Γραφών αναγνώσει ποιούντες αυτούς σχολάζειν»(2). Ιδιαίτερη προτίμηση δεικνύει ο Μέγας Βασίλειος στους Ψαλμούς, την διδασκαλία των οποίων θεωρεί ως την πλέον καταλληλότερη και “τερπνοτέραν” για τους αρχάριους μαθητές, εκτός της διδακτικής τους αξίας την οποία ομοίως αναγνωρίζει.
Και είναι πράγματι μεγάλη η αξία των Ψαλμών για την καλλιλογική τους ωραιότητα και την διδακτική τους δύναμη.
Περιέχουν πλούτο διδαγμάτων, τα οποία δύναται να τεθούν νομοθετήματα στον βίο. “Η δε των ψαλμών βίβλος το εκ πάντων ωφέλιμον περιείλειφε”, λέγει ο Μ. Βασίλειος “… ιστορίας υπομιμνήσκει• νομοθετεί τω βίω υποτίθεται τα πρακτέα• και απαξαπλώς κοινόν ταμείον έστιν αγαθών διδαγμάτων”(3).
Με την μελέτη των Ψαλμών εναποτίθεται στις απαλές ψυχές των παιδιών, οι οποίες μοιάζουν με “εύπλαστον κηρόν”, σφραγίδα ανεξίτηλος ο νόμος του Θεού.
Εκτός του Ψαλτηρίου συνιστούν ως κατάλληλο προς διδασκαλία κείμενο και τις Παροιμίες(4). Και πολύ σοφά, διότι οι Παροιμίες με την μεγάλη και βαθιά πείρα της ζωής, προσφέρουν στον αναγνώστη ένα σύστημα ορθού και συνετού βίου. Του ομιλούν με ένα τρόπο πολύ προσιτό και ευχάριστο, για τις σχέσεις του με τους δικούς του, τους φίλους του, την κοινωνία, τον Θεό.
Διάφορες ιστορίες και από τ’ άλλα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, όπως η ιστορία του Κάϊν και του Άβελ, ή του Ησαύ και Ιακώβ και άλλες, συνιστώνται από τους Πατέρες για διδασκαλία. Και από την Καινή Διαθήκη προτρέπει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος να λαμβάνεται ύλη για διδασκαλία και μόρφωση των μαθητών.
Αυτά μας κανοναρχούν οι άγιοι. Εμείς όμως αφήνουμε τους παντοειδείς θρησκειολόγους και τιποτολόγους να ετοιμάζουν ένα μάθημα “Θρησκευτικών” με πολλή θρησκεία, αλλά καθόλου Χριστό.
(1) Γρηγόριος ο Θεολόγος, Migne, P.G. 37, 1589.
(2) Migne P.G. 62, 151.
(3) Migne P.G. 29, 212. A.
(4) Mέγας Βασίλειος, Migne, P.G. 31, 953.