Ἕνα τέτοιο ἀπολωλὸς εἶναι καὶ ὁ δαιμονισμένος Γαδαρηνὸς τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος εἶχε πιαστῆ στὰ δίχτυα τοῦ πονηροῦ «ἐκ χρόνων ἱκανῶν» καὶ ἔκτοτε «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν.» (Λουκ., η’ 27) Ἔτσι, γυμνὸ καὶ ἄοικο καταντάει τὸν ἄνθρωπο τὸ δαιμόνιο…
Δαιμονῶντες ἢ σωφρονοῦντες;