«Ἀπό ποῦ;», τήν ρώτησαν οἱ ἀδελφές της. «Ἀκοῦστε καί θά σᾶς πῶ. Βρέθηκα σέ σκοτάδι βαθύ καί ἤθελα νά προχωρήσω, νά φύγω ἀπό ἐκεῖ, νά δῶ φῶς. Μοῦ φάνηκε πώς κάποιος ἦταν κοντά μου καί ὅπως προχωροῦσα, μέ συνώδευε. Ἤξερε καί τ᾿ ὄνομά μου καί μοῦ εἶπε:
ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – ια΄. Ἀθηνᾶ Σγούρου