‘’Ὅλα θά περάσουνε, ὅλα θά γίνουνε, ἀλλά στό τέλος θά κάνω κράτος ἐγώ καί τό βασίλειο μου’’. Αὐτά ὁ Χριστός μοῦ τά εἶπε στά Ἑλληνικά, μᾶς εἶπε ἡ κυρά-Στάσα. Θεός χωρέσ’τηνε.
Ὁ Αἰώνιος θριαμβευτής
‘’Ὅλα θά περάσουνε, ὅλα θά γίνουνε, ἀλλά στό τέλος θά κάνω κράτος ἐγώ καί τό βασίλειο μου’’. Αὐτά ὁ Χριστός μοῦ τά εἶπε στά Ἑλληνικά, μᾶς εἶπε ἡ κυρά-Στάσα. Θεός χωρέσ’τηνε.
Σ΄ἕνα μικρό χωριουδάκι τῆς Λέρου, πρίν ἀπό 30 περίπου χρόνια ἔγινε τό ἑξῆς θαυμαστό, πού μᾶς διέσωσε ἀφηγηματικά ἕνας Ἅγιος συγχωρεμένος ἀπό τό 2010 ἱερέας, ὁ παπά-Χρῆστος.
Τό 1995 ἕνας δικηγόρος, εὐλαβής, ὑγιέστατος, νέος, ὡραῖος καί μοιραῖος ἐπισκέφτηκε μέ χριστιανική ἀγάπη, μαζί μέ δυό ἀκόμη χριστιανούς ὀρθοδόξους ἕνα ἄσυλο ἀνιάτων κάπου στήν Ἀθήνα. Σέ ἕνα θάλαμο ἄνοιξε καλοπροαίρετο διάλογο παρηγοριᾶς …
Ἔχουνε καί ἕνα γιό δωδεκάχρονο, παράλυτό το παιδάκι, ἀνάπηρο στό καροτσάκι ἀπό πέντε χρονῶν νήπιο. Καημός μεγάλος, καρφί στήν καρδιά τοῦ ἀνδρογύνου!
Τό 1990 δυό καλοί ἄνθρωποι μαζέψανε κάποιον γεροντάκο ἄστεγο, λιγδιασμένο καί ἔρημο καί μέ ἀσθενοφόρο τόνε μεταφέρουνε σέ ἕνα ἐκκλησιαστικό γηροκομεῖο τῆς Λάρισας.
Στους εννιά μήνες, η κοπέλα μου γέννησε το παιδί μας, ένα υγιέστατο αγοράκι. Ούτε τόλμησε να το βαστάξει, για να μη το πονέσει και δεθεί μαζί του. Πανικόβλητη μου το έβαλε στην αγκαλιά μου και κλαίγοντας εξαφανίστηκε.
Το χωριουδάκι κοντά στους Μολάους, στη Μάνη. Κόσμος καλός, φτωχός, μεροκαματιάρης, πιστός, φιλόξενος.
Διάσημος αρχιτέκτονας και πολιτικός μηχανικός στην Αθήνα. Πολλά λεφτά, μεγάλες δουλειές. Κέρδιζε τους καλύτερους διαγωνισμούς για μεγάλα – δημόσια και ιδιωτικά – έργα.
Σε πιστεύω -άμανες υπάρχει ο διάβολος- υπάρχει και ο Χριστός και παράδεισος και κόλαση. Πήγαινε γρήγορα μόλις ξημερώσει και φέρε τον παπά, όποιον βρεις στην ενορία, να με ξομολογήσει και να με κοινωνήσει.
Ιταλό-Γερμανική κατοχή, 1943. Στο Χατζηκυριάκειο, στην παραλία, στον Σταυρό, κάποιος πατέρας, κάθε βράδυ ‘’λαδώνει’’ τον Ιταλό σκοπό και έχει μια ψαροταβερνούλα και πιάνει κάθε βράδυ, πλην μεγάλης φουρτούνας, 10-15 κιλά ψάρια.
Ήταν το 1946 μετά την κατοχή. Μανιάτης αυτός το πήρε βαριά προσβολή και πρότεινε στη Μάνα του, την χήρα, να χωρίσει την γυναίκα του. Η καλή του η μανούλα του είπε να δει με έλεος την γυναίκα του και να την συγχωρέσει σαν αδελφή του πεπλανημένη.
Η Βάνα γεννήθηκε γύρω στο 1960, κάπου στη Μαγνησία (Βόλος). Παντρεύτηκε δεκαοκτάχρονη ένα παλληκαράκι και ο Θεός της χάρισε τα τρία πρώτα χρόνια γάμου δυο αγοράκια. Ο άντρας της, ανώριμος ν’ αγαπήσει και να υπομείνει εγκατέλειψε μάνα και παιδάκια …