Ὁ Κύριος μας ἐξαφανίζεται ἀπό τό Ἅγιο Δισκοπότηρο

Σ΄ἕνα μικρό χωριουδάκι τῆς Λέρου, πρίν ἀπό 30 περίπου χρόνια ἔγινε τό ἑξῆς θαυμαστό, πού μᾶς διέσωσε ἀφηγηματικά ἕνας Ἅγιος συγχωρεμένος ἀπό τό 2010 ἱερέας, ὁ παπά-Χρῆστος. Διαβάστε διήγηση καί φρίξτε μέ τήν ἀπέραντη ἀγάπη πού μᾶς ἔχει ὁ Χριστός μας:

‘’Ἤτανε πρωί Σαββάτου. Ἔκανα θεία λειτουργία καί ἤμουνα ἕτοιμος νά καταλύσω τήν Θεία Κοινωνία ἀπό τό Ἅγιο Δισκοπότηρο. Ξαφνικά μπῆκε μέσα στό ἱερό ἕνας νεαρός, γειτονόπουλο ὁ Κωστάκης, λαχανιασμένος, ἱδρωμένος ὅλος ἀγωνία καί μοῦ εἶπε: «Παπᾶ-Χρῆστο μου σῶσε μας. Ὁ πατέρας μου νιώθει ὅτι πεθαίνει καί θέλει νά τόν ἐξομολογήσεις, νά τόν κοινωνήσεις».

Μέ ἔλουσε κρύος ἱδρώτας. Ὁ πατέρας τοῦ παλληκαριοῦ ἦταν ὁ πιό δύσκολος, στριφνός, παράξενος ἄνθρωπος στό χωριό. Μ΄ ὅλους μαλωμένος. Σ’ ἐκκλησιά δέν πάταγε, οὔτε σέ κηδεῖες ἤ γάμους ἤ βαφτίσεις. Ἔκανα τόν Σταυρό μου καί θεώρησα κλήση Θεοῦ νά πάω ἀμέσως κοντά του μέ τήν Θεία Κοινωνία. Τό σπίτι τοῦ ἤτανε 40 μέτρα, δίπλα στήν ἐκκλησία σχεδόν. Ὅταν μπήκαμε μέ τό παλληκάρι στό σπίτι τοῦ ἑτοιμοθανάτου –κυρ. Γιάννη τόν λέγανε-  τοποθέτησα τό Ἅγιο Δισκοπότηρο, πού εἶχε κανά πόντο Θεία Κοινωνία πάνω στό κομοδίνο, δίπλα στό κλινάρι τοῦ κύρ-Γιάννη. Τοῦ εἶπα ἀμέσως: ‘’Μπάρμπα-Γιάννη γιά νά σέ κοινωνήσω πρέπει πρῶτα νά σέ ἐξομολογήσω καί νά σοῦ διαβάσω συγχώριο (συγχωρητική εὐχή).

-Θέλεις;

-Θέλω!

‘’Βάζω πετραχήλι, μοῦ ‘πέ ὅ,τι τόν βάραινε, τοῦ διάβασα συγχώριο καί ἑτοιμάστηκα νά τόν κοινωνήσω. Πάω νά πιάσω τό Ἅγιο Δισκοπότηρο, τί νά δῶ; Παντελῶς ἄδειο, σταγόνα Θεία Κοινωνία. Μοῦ λύθηκαν τά γόνατα. Λέω στόν κύρ-Γιάννη: «πετάγομαι στό Ναό νά πάρω ἀπό τό Ἀρτοφόριο τῆς Ἁγίας Τράπεζας Θεία Κοινωνία γιατί τό Δισκοπότηρο δέν ξέρω πώς εἶναι ἄδειο».

 Ἀρχίζει νά κλαίει μέ λυγμούς ὁ κύρ-Γιάννης καί νά λέει: ‘’Γιά μένα τό κάνει ὁ Χριστός παπά μου. Ὅ,τι σου ξομολογήθηκα πρίν ἤσανε ὅλα ψέματα γιατί ντρεπόμουνα νά πῶ τά ἀληθινά μου ἁμαρτήματα πού’ ναί πολύ βαρύτερα. Ὅμως, ἄν θέλεις, κάτσε νά σοῦ κάνω πραγματική, εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση’’.

Ἔτσι κι ἔγινε. Τοῦ διάβασα δεύτερη συγχωρητική εὐχή καί τόν παρακάλεσα νά περιμένει νά πάω πίσω στό Ναό νά φέρω Θεία Κοινωνία. ‘’Πήγαινε’’, μοῦ ἀπαντᾶ ὁ κύρ-Γιάννης, ‘’σέ προσμένω’’. Πάω νά σηκώσω τό Ἅγιο Δισκοπότηρο καί, ἀκοῦστε θαῦμα. Ἕνας πόντος Θεία Κοινωνία μέσα. Ἔκαμα τόν Σταυρό μου. Κοινώνησα ἀμέσως τόν ἑτοιμοθάνατο. Ἔλαμψε, γαλήνεψε τό προσωπάκι του, πέθανε ἐκεῖ μπροστά μου, ὁλοφάνερα μετανοημένος. Δόξασα τόν Χριστό μας καί σκέφτηκα πόσο πάνσοφα, διακριτικά, ἀγαπητικά, συγχώρεσε καί οἰκονόμησε τή σωτηρία τοῦ κύρ-Γιάννη.

Θεός συγχωρέσει τόν. Αἰωνία του ἡ μνήμη. Νά μήν ἀπελπιζόμαστε γιά τήν σωτηρία μας κι ἅς εἴμαστε οἱ ἁμαρτωλότεροι ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. Καλή μετάνοια, καλό παράδεισο σέ ὅλους μας μέ εἰλικρινῆ καί ταπεινή ἐξομολόγηση. ΑΜΗΝ!.

Ἀπόσπασμα τοῦ βιβλίου “Ἡ ζωή διδάσκει τόν Χριστό” υπο μοναχοῦ Ι. Ἀθῆναι, 2017. 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα