Η Παναγία της Αγιάσου Λέσβου

Παναγία Αγιάσου Οσίου πρωτότυπη Αγάθωνος

 

Το ιστορικό της Εικόνος και του Προσκυνήματος

του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου του Γ’ – Φραντζή*

ΑΓΙΑΣΟΣ

Όσο είναι ξακουσμένη σ’ όλη την Ελλάδα για τις δροσιές, για την ευφορία της γης, για τις ομορφιές της η περιοχή του Πηλίου, άλλο τόσο είναι φημισμένη και η δροσόλουστη και φρουτοπαραγωγική Αγιάσος της Λέσβου στο κέντρο του νησιού

Όμως εκείνο πού δίνει ιδιαίτερη χάρη στην όμορφη και ιστορική κωμόπολη της Αγιάσου είναι Η Παναγία η Αγιασώτισσα. Αυτή έδωσε “προ αιώνων ” και το όνομα στον τόπο τούτο. Αυτή ανέδειξε την έρημη κάποτε αυτή περιοχή σε θρησκευτικό κέντρο του νησιού μας.

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ

Οι ιστορικές πληροφορίες πού έχουμε για την εικόνα αύτη μας φέρνουν χίλια εκατό περίπου χρόνια πίσω, στον ένατο αιώνα, στην εποχή της εικονομαχίας.

Τότε, ευσεβείς άνθρωποι και μάλιστα κληρικοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πόλεις πού κατοικούσαν, να αυτοεξορισθούν, για να σωθούν, αλλά και να σώσουν απ’ τη μανία της καταστροφής ιερές εικόνες Η ιερά λείψανα και ιερά αντικείμενα. Ένας τέτοιος αυτοεξόριστος ήτανε ο ιερεύς Αγάθων ο Έφέσιος.

Ο Αγάθων υπηρετούσε στα Ανάκτορα της Κωνσταντινουπόλεως επί αυτοκράτορας Λέοντος του Α’. του Ίσαύρου (775-780), ο όποιος υπήρξε εικονομάχος. Επειδή περιέπεσε στη δυσμένεια του Βασιλέως, λόγω των αντιθέτων φρονημάτων του, αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη και ήλθε στα μέρη της Παλαιστίνης, όπου το φρόνημα των Χριστιανών ήτο εικονόφιλο. Έμεινε εκεί δώδεκα χρόνια και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την εξέλιξη του κινήματος των εικονομάχων. Όταν πληροφορήθηκε ότι η Αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία, πού είχε αγωνισθεί για την επαναφορά των Αγίων εικόνων εξορίστηκε στη Λέσβο και ότι στο νησί αυτό επικρατούσε φρόνημα εικονόφιλο, αναχώρησε από τα Ιεροσόλυμα και ήλθε στη Λέσβο, έχοντας μαζί του μια αρχαία βυζαντινή εικόνα της Παναγίας, διαστάσεων 0,56X0,62 παριστάνουσα τη Θεοτόκο σε προτομή, να βαστάζει στους κόλπους της τον Ιησού Χριστόν. Η εικόνα είχε την επιγραφή “Μήτηρ Θεού Αγία Σιών».

Διάλεξε μια δασωμένη έρημη τότε τοποθεσία όπου σήμερα βρίσκεται το παρεκκλήσιο της Ζωοδόχου Πηγής, το γνωστό σαν αγίασμα που λεγόταν “Καρυές”, όνομα πού πήρε από τη μεγάλη καρυδιά, πού βρισκότανε εκεί.

Σ’ αυτό το δασωμένο τόπο ασκήτεψε ο Αγάθων και μέσα σε μια κρύπτη πού έφτιαξε εκεί, έκρυψε την ιερή εικόνα με μεγάλη προσοχή και ευλάβεια, όπως και τα αλλά Ιερά κειμήλια, πού έφερε με τόσους κόπους και κινδύνους.

Σιγά-σιγά τον πλησίασαν άνθρωποι από γειτονικά μικρά χωριουδάκια της περιοχής. Αρκετοί κάτοικοι των χωριών αυτών συνεπαρμένοι από την αγιότητα του Αγάθωνα, ήθελαν όχι μόνο να ακούσουν τα σοφά λόγια του Αγάθωνα, να εξομολογηθούν σ’ αυτόν, αλλά και να τον παρακαλέσουν να δεχθεί εμπιστευτικά και να τους αφήσει να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας και τα άλλα ιερά κειμήλια.

Δεν άργησαν πολλοί απ’ αυτούς τους ευσεβείς ανθρώπους, να έλθουν για πάντα κοντά στον Αγάθωνα και να ασκητέψουν μαζί του, χτίζοντας εκεί ένα μοναστηράκι.

Πότε ακριβώς ήρθε ο Αγάθων στη Λέσβο δεν είναι ίσως γνωστό, Ίσως το 803, είναι όμως γνωστό, ότι ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του την ήμερα της Υπαπαντής (2 Φεβρουαρίου) του έτους 830 μ.Χ. Σύμφωνα με την επιθυμία του, οι μοναχοί τον έθαψαν λίγο πιο πέρα από το Μοναστήρι τους, στον τόπο ακριβώς πού σήμερα βρίσκεται ο ναός της Παναγίας.

Αυτοί εξακολούθησαν να μένουν στο μοναστήρι και μετά το θάνατο του Αγάθωνος και να κρύβουν και να φυλάγουν την εικόνα της Παναγίας και τα αλλά Ιερά κειμήλια με μεγάλη προσοχή και μόνο σε έμπιστους και πολύ γνωστούς για τα εικονόφιλα αισθήματα τους Χριστιανούς να τα δείχνουν και να επιτρέπουν να τα ασπάζονται. Και αυτό γινότανε μέχρι το έτος 842 πού νίκησαν οι φίλοι των ιερών εικόνων και έγινε η λεγόμενη αναστήλωση τους, δηλαδή τότε πού ξαναμπήκανε οι εικόνες στους ναούς.

Μετά από την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο, τη νίκη των εικονόφιλων και την αναστήλωση των εικόνων, πού οι Χριστιανοί μπορούσαν ελεύθερα να τιμούν και να προσκυνούν τιμητικά τις ιερές εικόνες, φανέρωσαν οι μοναχοί του Αγάθωνα, την εικόνα της Παναγίας και τα αλλά ιερά κειμήλια.

Από όλα τα μέρη του νησιού άρχισαν οι Χριστιανοί με πόθο θερμό να ανεβαίνουν στο μοναστήρι του Αγάθωνα, για να προσκυνήσουν το Τίμιο ξύλο και την εικόνα της Παναγίας. Τόση ήταν η προσέλευση του κόσμου όχι μόνο από τη Μυτιλήνη, αλλά και από τα απέναντι Μικρασιατικά παράλια, ώστε γρήγορα αναγκάστηκαν να χτίσουν μεγάλο ναό, ώστε να εξυπηρετεί τις χιλιάδες των προσκυνητών, πού ερχότανε με πεζοπορία Η με τα ζώα τους στη Μεγαλόχαρη. Ερχότανε κάθε ένας με τον πόνο του, πολλές φορές φέρνοντας άρρωστους συγγενείς, με αφάνταστα μεγάλο κόπο.

Και όλοι ήθελαν, λαχταρούσαν να τους αξιώσει Η Χάρη της να πάνε στην Παναγία την “Αγία Σιών”. Έτσι ήταν γνωστή, γιατί έτσι έγραφε πάνω του το Ιερό εικόνισμα, αφού προερχόταν από τα Ιεροσόλυμα. Και λέγοντας πάμε στην Αγία Σιών σιγά-σιγά φτιάχτηκε το όνομα Αγιάσος. Τότε άρχισε να γίνεται και το χωριό γύρω από το Μοναστήρι, πού από το όνομα της εικόνας πήρε το όνομα Αγιάσος.

Η βαθιά πίστη, οι προσευχές των προσκυνητών καρποφορούσαν. Θαύματα πολλά και μεγάλα αναφέρονται στην ιστορία του Προσκυνήματος και πολλά απ’ αυτά έχουν σαν αιώνιους μάρτυρες τα αναθήματα (τα τάματα), πού βρίσκονται σήμερα στο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας και πού προέρχονται όχι μόνο από Χριστιανούς, αλλά και από Μωαμεθανούς, πού πάνω στον πόνο τους κατέφευγαν στην Παναγία.

Έτσι η ακτινοβολία του Ιερού Προσκυνήματος της Παναγίας γινόταν πανελλήνια όχι μόνο στο χώρο της σημερινής Ελλάδος, αλλά και σ’ όλον τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, από την οποία ερχότανε καράβια γεμάτα με προσκυνητές. Η μεγάλη προσέλευση των προσκυνητών συντελούσε να μεγαλώνει και να προοδεύει η Αγιάσος σαν χωριό.

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Το έτος 1170 θεμελιώθηκε ο ναός στη θέση πού είναι σήμερα, δηλαδή στον τόπο όπου ήταν θαμμένος ο Άγιος Αγάθων. Εκεί πάνω στο μνημείο του, είχαν γράψει: “Τύμβος μοναχο-πρεσβυτέρου Αγάθωνος Εφεσίου, κομιστού της Αγίας Εικόνος”.

Για το χτίσιμο του ναού έπρεπε να πάρουν άδεια από τον διοικητή της Λέσβου, πού τότε ήταν ο Κωνσταντίνος Βαλέριος. Έχουμε σαν ιστορικό ντοκουμέντο το έγγραφο της αδείας.

 

“Βαλέριος Κωνσταντῖνος Ἄρχων πάσης Λέσβου.

Ἐντεταλμένος του ἐν δόξῃ καί ἀρεταῖς περιβαλλόμενου καί ὑπεράνω παντός γηϊνοκόσμου μεγίστου αὐτοκράτορος ἁπαξαπάσης Βυζαντινῆς Ἐπικρατείας, Βαλέριος Κωνσταντῖνος, Ἄρχων πάσης Λέσβου, ἑδρεύων Μυτιλήνην.

Συνειδῶς Ἱκεσίας Χριστιανῶν οἰκούντων περίχωρα ὁρίοις καί τόπου καλούμενον “Καρυαί” ἔνθα ἐνθρονισμένη ἱερά σκήτη ἀπεικόνισις Ὕπεραγίάς Θεομήτορος προελθούσης ἐξ Ἁγίας Σιῶνος, πιστῶν καί ὑποτελῶν ἐνδοξότατη καί κοσμοκράτειρα αὐτοκρατορία.

Δίδωμι αὐτοῖς ἐλευθερίαν οἰκοδμησίας Οἰκοθέου ἐν τῷ ὀνόματι καί μνήμη Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ἐν θέσει, ἔνθα μιμνήσιον τύμβου + μοναχο-πρεσβυτέρου Ἀγάθωνος Ἔφεσίού κομιστοῦ τῆς Ἁγίας Εἰκόνος.

Ἐντέλλομαι δεκάρχην Εὐμένιον χειροπαραδώσειν παροῦσαν ἱκέταις”.

Βαλέριος Κωνσταντῖνος Ἄρχων πάσης Λέσβου Ἐκ Μεγάρου τοῦ ΙΒ’ αἰῶνι Θ΄ ἔχει 17 Αὐγούστου 1170

 

Μαζί με το ναό οι μοναχοί έχτισαν πολλά κελλιά όχι μόνο για τις δικές τους ανάγκες, αλλά και για τη φιλοξενία των προσκυνητών.

Από το 1173 πού τελείωσε και εγκαινιάστηκε ο ναός αυτός, διατηρήθηκε επί 633 χρόνια, δηλαδή μέχρι το έτος 1806, πού αναγκάστηκαν να τον κατεδαφίσουν, διότι έγινε επικίνδυνα ετοιμόρροπος, και να χτίσουν στην ίδια θέση νέο ναό, πολύ μεγαλύτερο από τον πρώτο, αν και οι τουρκικές αρχές απαγόρευαν να χτίζονται ναοί μεγαλύτεροι από αυτούς πού υπήρχαν σε κάθε τόπο.

Η ανέγερση του νέου ναού έγινε με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιερεμία του μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχου και των προεστών της Κοινότητος Αγιάσου, πού φρόντιζαν για το ναό, αφού πια από το 1783 είχε διαλυθεί το Μοναστήρι του Αγάθωνα και ο ναός είχε γίνει Ενοριακός για την Κοινότητα και Ενορία της Αγιάσου.

Ο ναός αυτός δεν ήταν θέλημα Θεού να διατηρηθεί και να εξυπηρετήσει τους Χριστιανούς. Άρχισε να χτίζεται το 1806 και ενώ υστέρα από 6 χρόνια ήταν σχεδόν έτοιμος – τότε έκαμαν τις τελευταίες διακοσμήσεις του ναού και τα ξυλόγλυπτα – τη νύχτα της 6ης Αυγούστου 1812 καταστράφηκε από πυρκαϊά, που έκαψε ένα μεγάλο τμήμα της Αγιάσου.

Ευτυχώς η εικόνα της Παναγίας και οι περισσότερες αγίες εικόνες σώθηκαν, αλλά ο ναός ολόκληρος, το καμάρι των Άγιασωτών, έπρεπε να ξαναχτιστεί.

Με ενέργειες του Μητροπολίτου Μυτιλήνης του μετέπειτα Πατριάρχου Αλεξανδρείας Καλλινίκου έγινε Έρανος σ’ όλο το νησί, αλλά και στη Μ. Ασία για την

ανοικοδόμηση του ναού. Έτσι στα 1815 ξαναχτίζεται ο τρίτος κατά σειρά ναός, αυτός πού υπάρχει σήμερα.

Για την ανέγερση του ναού έδωσε άδεια ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β’. Ο ναός είναι τρίκλιτη βασιλική με τρεις κόγχες Ιερού Βήματος και τρεις αγίες Τράπεζες και μεγάλο γυναικωνίτη.

Κατά το έτος 1963 με πρωτοβουλία του Ιερομόναχου Φωτίου Λαυριώτου συνέθεσε ο Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης Ιερή Ακολουθία, πού αναφέρεται στη μετακομιδή της Ιερής Εικόνος.

 

ΕΠΑΝΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΗΣ ΕΙΚΟΝΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΓΑΘΩΝΟΣ

Ξεκινώντας από τον Ιερομόναχο Αγάθωνα, πού έφερε την Ιερή εικόνα της Παναγίας, παρακολουθήσαμε στις προηγούμενες σελίδες πώς άρχισε να συγκεντρώνεται ο κόσμος γύρω στο ιερό προσκύνημα, πώς χρειάστηκε να χτιστεί ο πρώτος και έπειτα ο δεύτερος και τρίτος ναός και είδαμε πώς με τη χάρη της Παναγίας έγινε πανελλήνιο Προσκύνημα και πώς είχε τούτο σαν συνέπεια να αναπτυχθεί γύρω απ’ αυτό η κωμόπολη της Αγιάσου σαν θρησκευτικό κέντρο με πλούσια πνευματική ακτινοβολία, αλλά είναι τώρα καιρός να επανέλθουμε στην Ιστορία της Ιερής εικόνας της Παναγίας.

Επί αιώνες, όταν ερχότανε οι Χριστιανοί στο ναό της Παναγίας, έβλεπαν με κατάνυξη στο συνήθη τόπο, δίπλα στην ωραία Πύλη μια ωραία εικόνα της Παναγίας να κρατά στην αγκαλιά της το Χριστό. Όλη η εικόνα ήταν, όπως είναι και σήμερα, ντυμένη με πλάκα επίχρυση, με καλλιτεχνικά σχέδια και πολύτιμα πετράδια, πού λάμπουν στο φως των κανδηλιών.

Στη γιορτή της Παναγίας, στις 15 Αύγουστου κάθε χρόνο, γινόταν η λιτάνευση της εικόνος. Πολλοί πιστοί από ευλάβεια αυτοί πού ήθελαν να την κρατήσουν. Φαινότανε όμως πολύ βαριά, γιατί το πάχος της εικόνας ήταν περίπου μια σπιθαμή και όλο το πάχος αυτό της εικόνας, όπως και το πίσω μέρος αυτής, ήταν ντυμένο με βυσσινί βελούδο.

Όμως στην Αγιάσο υπήρχε Η παράδοση, αιώνες τώρα, ότι μέσα στο πάχος αυτής της εικόνας ήταν κρυμμένη Η παλαιά εικόνα του Αγάθωνα και πού ήταν και αυτή, κατά την παράδοση, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Κατά το έτος 1938 ο αείμνηστος Μητροπολίτης Ιάκωβος ο από Δυρραχίου αποφάσισε να ερευνήσει και να λύσει το πρόβλημα αυτό.

Η έρευνα έγινε στο γραφείο του ναού. Ήταν παρόντες ο Μητροπολίτης, ο τότε Πρωτοσύγκελος, μετέπειτα Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος ο από Σισανίου και Σιατίστης, ο Αρχιερατικός Επίτροπος Έμμ. Μυτιληναίος, ο Ρώσος τεχνίτης Βασίλειος Ραχτσέβσκυ, ειδικός συντηρητής εικόνων του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, πού για τον σκοπό αυτό κάλεσε στη Μυτιλήνη ο Μητροπολίτης.

Έβγαλαν τότε με προσοχή και Ιερή αγωνία το πρώτο βελούδινο κάλυμμα και στη συνέχεια το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο. Έτσι βγάζοντας ένα-ένα τα από αιώνων αλλεπάλληλα καλύμματα, βρήκαν ένα ξύλινο κιβώτιο και μέσα σ’ αυτό την εικόνα της Παναγίας, πού έφερε ο Αγάθων, τυλιγμένη προσεκτικά με ύφασμα βουτηγμένο, εμποτισμένο, σε κηρομαστίχα.

Η χαρά, η συγκίνηση ήταν αδύνατον να περιγραφεί για το μεγάλο, το θείο εύρημα. Με μεγάλη προσοχή ξετύλιξαν το ύφασμα. Όλοι με δάκρυα στα μάτια, με ρίγη συγκινήσεως ασπάσθηκαν την εικόνα, την θύμιασαν και έψαλαν τροπάρια στη θεομήτορα.

Η εικόνα ήταν σαν αύτη πού ήξεραν, δηλαδή αύτη πού έβλεπαν και προσκυνούσαν οι πιστοί στο τέμπλο της εκκλησίας, με την επίχρυση επένδυση. Απεδείχθη έτσι, πώς αυτή ήταν πιστό αντίγραφο της κρυμμένης παλαιάς εικόνας του Αγάθωνα.

Αλλά η εικόνα πού βρέθηκε ήταν φοβερά κατεστραμμένη. Πολλά κομμάτια από ξύλο της εικόνας είχαν αποσαθρωθεί, είχαν μαδύσει. Ό Ρώσος τεχνίτης κάθισε αρκετό καιρό στη Μυτιλήνη και δούλεψε μερόνυχτα πάνω στην εικόνα προσπαθώντας να την καθαρίσει, και όπου το ξύλο είχε μαδήσει, το αντικαθιστούσε με κομμάτια ειδικού φελλού, πού τον συναρμολογούσε σαν ειδικός συντηρητής εικόνων.

Από τότε αποφασίστηκε να γίνει ένα μαρμάρινο προσκυνητάρι, μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, πού βρίσκεται στο τέμπλο και πάνω σ’ αυτό να τοποθετηθεί μόνιμα και ασφαλισμένα μέσα σε ξύλινη θήκη με διπλό κρύσταλλο Η αρχαία πολύτιμη εικόνα. Εκεί την βλέπουμε και την προσκυνάμε σήμερα.

Είναι φανερό, ότι οι παλαιοί εκείνοι Χριστιανοί, όταν είδαν ότι η εικόνα της Παναγίας άρχισε να καταστρέφεται, ανέθεσαν σε καλό αγιογράφο να κάνει ένα πιστό αντίγραφο της εικόνος για να κρύψουν την παλαία. Η εικόνα – αντίγραφο είναι έργο εξαίρετο Βυζαντινής τέχνης. Οι ειδικοί λένε, ότι έγινε κατά τους χρόνους της αλώσεως, δηλαδή γύρω στο 1453. Έγινε στις διαστάσεις της παλαιάς.

 

Στο Εκκλησιαστικό Μουσείο του ναού, φυλάσσονται ακόμη:

– Ό σταυρός με το Τίμιο Ξύλο πού έφερε, ο Αγάθων,

– Δύο μεμβράνινα φύλλα Ευαγγελίου του Ε’ αιώνα, ίσως αυτού πού έφερε ο Αγάθων,

– Ιερά Ευαγγέλια,

– Δύο λειψανοθήκες με τμήματα ιερών λειψάνων των αγίων Διονυσίου, Στυλιανού, Τρύφωνα, Μιχαήλ Επισκόπου Συνάδων και άλλων αγίων.

– Δισκοπότηρα,

– Ποιμαντικές ράβδοι,

– Παλαιά κανδήλια,

– Χρυσοκέντητα άμφια και κυρίως ένα επιτραχήλιο του 16ου αιώνα με 55 χρυσοκέντητες εικόνες και άλλα ιερά κειμήλια μεγάλης αξίας.

 

Η χάρη της Παναγίας της Αγιασώτισσας να σκέπη και να περιφρουρεί το νησί της Λέσβου, όλο το Αιγαίο, την Ελλάδα και κάθε πιστό που με πίστη προστρέχει στην Χάρη Της.

 

*Αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Παναγία της Αγιάσου Λέσβου» του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ιακώβου του Γ’ – Φραντζή

Παναγία Αγιάσου πιστό αντίγραφο

 

Παναγία-Αγιάσου-αντίγραφο-με-πουκάμισο

 

Παναγία-Αγιάσου-στο-τεμπλο-το-αντίγραφο-με-ανοιχτό-πουκάμισο-κάτω-ακριβώς-η-πρωτότυπη-του-Οσίου-Αγάθωνος

 

Παναγία-Αγιάσου-Ο-ναός-με-την-εφέστια-εικόνα-της-Παναγίας