Στην Τοπική Κοινότητα Παλιουρής του Δήμου Ζίστας και προς τη βόρεια πλευρά του λόφου βρίσκεται το μοναστήρι της Παλιουρής, αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου.
Η Μονή βρίσκετε στο 30ο χλμ. της εθνικής οδού Ιωαννίνων – Ηγουμενίτσας. Η πρόσβαση στο μοναστήρι είναι εύκολη, αφού ο δρόμος που οδηγεί σε αυτό είναι ασφαλτοστρωμένος σε όλο το μήκος του (400 μ).
Γιορτή
Η μονή πανηγυρίζει στις 8 Σεπτεμβρίου ημέρα που τιμάται το Γενέσιον της Θεοτόκου.
Περιγραφή
Ο ναός του μοναστηριού είναι ρυθμού βασιλικής τρίκλιτης με προεξέχοντα -της στέγης- τρούλο. Η θολωτή στέγη του ναού αποτελείται από 12 ισομεγέθεις θόλους διαταγμένους σε τρεις παράλληλες σειρές, στηρίζονται σε δυο κιονοστοιχίες από τρεις η κάθε μία κίονες
Εσωτερικά ο ναός κοσμείται με τοιχογραφίες του 1833, έργο των Ιωαννιτών ζωγράφων Θεοδοσίου και του γιού του Κωνσταντίνου. Η δυτική πλευρά του καθολικού δεν έχει τοιχογραφίες, διότι μετά την κατάρρευσή της (γύρω στο 1816) ανοικοδομήθηκε με αποτέλεσμα να περιοριστεί το μήκος της σε βάρος του νάρθηκα, ενώ η τοιχογραφία του Χριστού στη βόρεια πλευρά είναι έργο του Ζωγράφου Διονυσίου Ζούκη από τους Καλαρρύτες. Στο ναό σώζονται εικόνες του 1678 (έργο του Εμμανουήλ Τζάνε) και του 18ου αι., καθώς επίσης και αντίγραφο χαλκογραφίας της Παναγίας της Κυπριακής Μονής Κύκκου.
Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και περίτεχνο.
Ιστορία
Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε το 1373 από το Σέρβο ηγεμόνα των Ιωαννίνων Θωμά Πρελιούμποβιτς και επανιδρύθηκε το 1688-90 από τον Παπαναστάση Αλεξίου από τη Ζίτσα. Σύμφωνα με επιγραφή, το καθολικό καταστράφηκε από Αλβανούς το 1782, και ανοικοδομήθηκε το 1786 από τον προεστό Ζαγορίου Ιωαννούτσο Καραμεσίνη και τον Δημήτριο Αθανασίου.
Το 1796 το μοναστήρι πιθανόν ανακαινίσθηκε στη σημερινή του μορφή και μάλιστα με τη συνδρομή του Αλή Πασά των Ιωαννίνων.
Το 1820 το μοναστήρι χάλασε (εξαιτίας των πολεμικών γεγονότων) και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς που διέμεναν ως τότε. Το 1825 το μοναστήρι ανασυστήθηκε με ειδικό διάταγμα από τον Μεχμέτ Ρεσίτ Πασά, τον Κιουταχή, Διοικητή των Ιωαννίνων. Τέλος το 1907 άρχισαν οι πρώτες μυήσεις μελών της Ηπειρωτικής Εταιρείας (Κομιτάτου).
Περιουσία
Το μοναστήρι διέθετε μεγάλη περιουσία που προερχόταν τόσο από δωρεές και αγορές όσο και από χωράφια ποτιστικά και ξερικά καθώς και από αμπέλια, λειβάδια και ζώα μικρά και μεγάλα που κατείχε. Το μεγαλύτερο μέρος της κτηματικής περιουσίας της μονής απαλλοτριώθηκε το 1923 με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.