Οἱ εὐλογοῦντες αὐτόν κληρονομήσουσι γῆν, οἱ δέ καταρώμενοι αὐτόν ἐξολοθρευθήσονται» (Ψαλμ.36, 22).
Στήν πανέμορφη χώρα μας, παρακολουθοῦμε ὡς ἀδιάφοροι θεατές τήν πραγματοποίηση τοῦ ἀνωτέρω ψαλμικοῦ στίχου, διότι, ἀντί νά εὐωδιάζουν οἱ οὐρανοί μέ εὐχαριστήριες καί δοξολογικές ὑμνωδίες, ἀντηχοῦν καί ἐξαπλώνονται οἱ κάθε εἴδους δυσῶδεις βλασφημίες πρός τόν πανάγαθο, παντοδύναμο, παντελεήμων καί μακρόθυμο Τριαδικό Θεό μας. Τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ μιά ἀπό τίς βασικές αἰτίες γιά τή σημερινή κατάντια μας καί καθιστᾶ τήν Πατρίδα μας κάτοχο μιᾶς θλιβερῆς πρωτιᾶς: εἶναι πρώτη στή βλασφημία! Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὑβρίζουν τόν Χριστό, τήν Παναγία, τόν Σταυρό καί τούς Ἁγίους! Εἶναι πράγματι μεγάλη ντροπή μας· καί αὐτῶν πού βλασφημοῦν, ἀλλά καί αὐτῶν πού ἀκοῦνε τίς βλασφημίες καί δέν διαμαρτύρονται.
Στό βιβλίο «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία»[1], ἡ γραφίδα τοῦ μοναχοῦ Ἀγαπίου τοῦ Κρητός, ἐπισημαίνει: «Τό πρῶτον καί βαρύτερον πάντων καί συγχαμερώτερον εἶναι ἡ κατηραμένη Βλασφημία τήν ὁποίαν ἄλλος τινάς δέν τήν ἐφανέρωσεν εἰς τόν Κόσμον, πάρεξ ὁ εὑρετής τῆς κακίας Διάβολος, ἠξεύρωντας, πῶς εἶναι χειρότερον ἀνόμημα, παρά πορνείας, καί φονικά, καί πάσαν ἄλλην ἀσωτίαν καί βόρβορον, καί πῶς τοῦτο μόνον φθάνει εἰς τόν ἄνθρωπον νά κολασθῇ ἀνελεημόνητα. Ὁ βλάσφημος καθολικά λέγεται ἐχθρός τοῦ Κυρίου· διατί ἐάν ἦτον αὐτῷ βολετόν νά εἶχεν αὐτήν τήν ὥραν, ὁποῦ θυμώνεται, τόν Θεόν εἰς τάς χεῖρας του, ἤ τόν Ἅγιον ἐκεῖνον, ὁποῦ βλασφημᾷ ὁ ἀνόητος, φαίνεταί σου, πῶς τόν ἐφόνευε, κινούμενος ἀπό τό πνεῦμα, ὁποῦ ἐρεθίζει εἰς τήν καρδίαν αὐτοῦ ὁ Διάβολος· διά τοῦτο λέγει ὁ Αὐγουστῖνος, ὅτι περισσότερον ἁμαρτάνουσιν ὅσοι ὑβρίζουσι τόν Χριστόν τώρα, ὁποῦ βασιλεύει εἰς τόν Οὐρανόν, παρά ἐκείνους, ὁποῦ τόν ἐσταύρωσαν, ὅταν ἦτον σωματικῶς εἰς τήν γῆν. Τοῦτο εἶναι τοσοῦτον βαρύ ἀνόμημα, καί τόσον τό βδελύσσεται ὁ πανάγαθος, ὁποῦ οὐ μόνον μετά θάνατον κολάζει τόν βλάσφημον ἀτελεύτητα, ἀλλά καί εἰς τήν ζωήν ταύτην τόν παιδεύει βαρύτατα…».
Γιά τόν ἅγιο Νεκτάριο, ἡ βλασφημία «εἶναι ἀποτέλεσμα βρώμικης καρδιᾶς καὶ χαρακτηρίζει πονηρὴ ψυχή… προκαλεῖται ἀπὸ ἄνθρωπο ποὺ εἶναι αἰχμάλωτος στοὺς δαίμονες καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα…», ἐνῶ ὁ βλάσφημος «εἶναι ἀποστάτης καὶ ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ. Ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπ᾿ αὐτόν… πῆγε μὲ τὴν παράταξη τοῦ διαβόλου, γιατὶ αὐτοῦ τὰ ἔργα ἀγάπησε καὶ στρατιώτης αὐτοῦ ἔγινε… ἀγωνίζεται μὲ τὴ βοήθεια τῶν δαιμόνων ἐναντίον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ… ἀρνεῖται τὸ βάπτισμά του, ἀρνεῖται τὸν ἴδιο τὸν Χριστό… εἶναι στερημένος κάθε ἀρετῆς καὶ εἶναι αἰχμάλωτος κάθε πάθους…»[2]. Ὁ ἴδιος θαυματουργός ἅγιος προειδοποιεῖ: «κάποια στιγμὴ θὰ ξεσπάσει πάνω του ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Φύγετε μακριὰ ἀπὸ τοὺς βλάσφημους.»!
«Δέν ὑπάρχει τίποτε χειρότερο ἀπό τή βλασφημία!», τονίζει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ κάποια ὁμιλία του. «Καμιά ἁμαρτία δέν συγκρίνεται μαζί της. Οὔτε τίποτε ἄλλο παροργίζει τόσο τό Θεό, ὅσο τό νά βλασφημεῖται τ’ ὄνομά Του. Γι’ αὐτό δέν πρέπει κανείς οὔτε ν’ ἀμελήσει καί νά παρασυρθεῖ ὁ ἴδιος, ἀλλ’ οὔτε καί ν’ ἀδιαφορήσει ἄν ἀκούσει τό φίλο του ἤ τόν ἐχθρό του νά βλαστημάει. Αὐτή ἡ ἁμαρτία αὐξάνει ὅλα τά κακά, ταράζει καί συγχύζει ὅλη μας τή ζωή καί στό τέλος μᾶς ἑτοιμάζει ἀτέλειωτη κόλαση καί ἀφόρητη τιμωρία.»[3]
Πράγματι, σκληρές τιμωρίες δέχονται οἱ βλάσφημοι, πέραν τῆς ἄλλης, καί σέ τούτη τή ζωή. Ἀπό τό πλήθος τῶν γεγονότων, θά ἀναφέρουμε ἕνα περιστατικό πού ἔγραψε ὁ, ὁσιακῆς μνήμης, πατέρας Φιλόθεος Ζερβάκος, στό βιβλίο του «Πόλεμος κατά τῆς βλασφημίας»: «Γύρω στά 1921 μετέβαινα ἀτμοπλοϊκῶς στόν Βόλο, πρός ἐπίσκεψη πνευματικῶν μου ἀδελφῶν. Μεταξύ τῶν ἐπιβατών ἦταν καί δυό ὀμογενεῖς ἀπό τήν Ἀμερική πού γύριζαν στήν πατρίδα τους. Ὁ νεώτερος ἦταν Κεφαλλονίτης καί ὁ μεγαλύτερος καταγόταν ἀπό κάποιο χωριό τοῦ Πηλίου.
Τό βράδυ, στό σαλόνι τοῦ πλοίου πιάσαμε συζήτηση μαζί μέ ἄλλους ἐπιβάτες καί τούς μίλησα ἀνάμεσα στά ἄλλα καί γιά τήν μεγάλη ἁμαρτία τῆς βλασφημίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, καί τῶν Ἁγίων. Οἱ περισσότεροι ἄκουγαν μέ εὐλάβεια καί ἐνδιαφέρον αὐτά πού τούς ἔλεγα. Δυό – τρεῖς ὅμως ἀπό τούς ἀκροατές δυσανασχέτησαν καί ἄρχισαν νά λένε, ὅτι ὅσα τούς λέω εἶναι γιά νά τούς φοβίσω γιά νά μή βλαστημᾶνε, καί καλά βέβαια κάνω πού τά λέω αὐτά, ἀλλά εἶμαι ὑπερβολικός καί δέν λέω ἀλήθεια.
Τότε σηκώθηκε ὄρθιος ὁ νεαρός Κεφαλλονίτης καί μέ θάρρος τούς εἶπε:
‘‘Θά σᾶς διηγηθῶ ἕνα περιστατικό πού τό εἶδα μέ τά μάτια μου, καί ἄν θέλετε πιστέψτε το. Ἐδῶ καί τρεῖς μῆνες πού ἦμουν στήν Ἀμερική, παραμονή τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, βρισκόμουν μέ ἄλλους ὀμογενεῖς καί παίζαμε χαρτιά γιά τό καλό τοῦ χρόνου πού λέμε, σ’ ἕνα ἑλληνικό καφενεῖο.
Ἕνας συμπατριώτης μου καί πολύ γνωστός μου, κι αὐτός ἀπό τήν Κεφαλλονιά, ἐπειδή συνεχῶς ἔχανε στά χαρτιά, ἄρχισε νά βλαστημάει τόν Θεό, τήν Παναγία, τά καντήλια, τόν Χριστό, τούς Ἁγίους, κλπ. Δέν εἶχε ἀφήσει τίποτα ὄρθιο …
Στίς παρατηρήσεις πού τού κάναμε, καί ἐγώ καί ἄλλοι συμπαίκτες του, αὐτός βλαστημοῦσε περισσότερο. Τελευταία, ἀφοῦ ἔχασε ὅλα τά λεφτά του, σηκώθηκε ἀπό τό τραπέζι καί ἄρχισε νά βλαστημάει τόν Ἅγιο Γεράσιμο. Τρεῖς ὧρες βλαστημοῦσε τά θεία, στό τέλος βλαστημοῦσε καί τόν Ἅγιο Γεράσιμο καί μάλιστα μούντζωνε καί τόν οὐρανό, σάν νά τόν ἔβλεπε, μέ χυδαῖες ἐκφράσεις …
Τήν στιγμή ὅμως κατά τήν ὁποία ὕψωσε πάλι τά χέρια του μουντζώνοντας πρός τά πάνω, τά χέρια του παρέλυσαν πέφτοντας ἄψυχα κάτω, καί τά μάτια του σάν κάποιος νά τά ἔβγαλε τινάχτηκαν καί κύλησαν πάνω στό τραπέζι πού χαρτοπαίζαμε!
Φόβος καί τρόμος μᾶς κατέλαβε μέσα στό καφενεῖο …
Ὁ βλάσφημος κλαίγοντας καί θρηνώντας γιά τό ἐλεεινό πιά κατάντημά του, ἄρχισε νά παρακαλεῖ τόν Χριστό, τήν Παναγία, καί τόν Ἅγιο Γεράσιμο, νά τόν συγχωρήσουν καί νά τοῦ δώσουν τό φώς του.
Δυστυχῶς, συμπλήρωσε ὁ νεαρός Κεφαλλονίτης, μέχρι τήν ἡμέρα πού ἔφυγα ἀπό τήν Ἀμερική, γύριζε τυφλός καί κουλός, ζητιανεύοντας ἀπό τούς ἄλλους ὀμογενεῖς γιά νά ζήσει …’’»[4]
Τέτοια περιστατικά, ὑπάρχουν πάμπολλα, ὄχι μόνο παλαιότερα, ἀλλά καί σύγχρονα (εξακριβωμένα), τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν τά ἁγιοπατερικά ρηθέντα πού ἀναφέρθηκαν πιό πάνω· ὅτι δηλαδή, κάποια στιγμή ξεσπᾶ πάνω στόν βλάσφημο ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ἐνόσω βρίσκεται σέ τούτη τήν ζωή, καί τόν παιδεύει βαρύτατα! Βέβαια, ὁ σκοπός μας δέν εἶναι ἡ ἀποτροπή τῆς βλασφημίας μέ φοβέρες, ἀλλά ἡ συνειδητοποίηση τῆς φρικτῆς αὐτῆς πράξεως, ἡ συναίσθηση τῆς θανάσιμης ἁμαρτίας καί ἡ ποθητή μετάνοια! Ἀπό τό στόμα τῶν χριστιανῶν, ὅπως ἐλέχθη, μόνο ὕμνοι καί δοξολογίες θά ἔπρεπε νά ἀναπέμπονται πρός τόν Πανάγαθο Θεό, γιά τίς ἄπειρες εὐεργεσίες Του, τίς ὁποῖες, πολλοί ἀπό ἑμᾶς, θεωροῦμε αὐτονόητες!
Εὐτυχῶς ὅμως, ὁ καλός Θεός δέ μᾶς ἄφησε ἀβοήθητους! Ἔτσι κάθε πάθος, ὅπως καί κάθε ἀρρώστια, ἔχει καί «θεραπείας πνευματικάς καί ὠφέλιμα βότανα», ὅπως γράφει ὁ μοναχός Ἀγάπιος, γιά να ἰαθεῖ. Αὐτά, ἐν συντομία[5], εἶναι «τά θεῖα Μυστήρια τῆς Ἐξομολογήσεως, καί Ἱερᾶς Κοινωνίας», ἡ ἀποφυγή τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀκηδίας καί τῆς ὀκνηρίας, ἡ λεπτομερῆς βραδινή αὐτοεξέταση καί ἡ μετά δακρύων μετάνοια γιά τίς ἁμαρτίες πού διεπράχθησαν, τό μῖσος γιά τό κοσμικό φρόνημα, ἡ ὑμνολογία, ἡ δοξολογία πρός τόν Κύριο καί ἡ συνειδητοποίηση τῆς, πρός Αὐτόν, ἀχαριστίας, ἀκόμη καί ἡ ἐνθύμηση τῶν φοβερῶν τιμωριῶν «μέ τάς ὁποίας ἐπαίδευσεν ὁ Θεός ὀφθαλμοφανῶς εἰς τοῦτον τόν κόσμον ἐκείνους ὁποῦ τόν ἐβλασφήμησαν».
Σημαντικός, κατά τόν Ἅγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, εἶναι καί ὁ ἔλεγχος τῶν βλασφημούντων· «…Ἔγραψε ἕνας κάτι βλάσφημα γιὰ τὴν Παναγία καὶ κανεὶς δὲν μίλησε. Λέω σὲ κάποιον: ‘‘Δὲν εἶδες τί γράφει ἐκεῖνος;’’. ‘‘Ἔ, τί νὰ τοὺς κάνης, μοῦ λέει. Θὰ λερωθῆς, ἂν ἀσχοληθῆς μαζί τους’’. Φοβοῦνται νὰ μιλήσουν.
– Τί εἶχε νὰ φοβηθῆ, Γέροντα;
– Νὰ μὴ γράψουν τίποτε γι᾿ αὐτὸν καὶ ἐκτεθῆ, καὶ ἀνέχεται νὰ βλασφημῆται ἡ Παναγία! Νὰ μὴ θέλουμε νὰ βγάλη ὁ ἄλλος τὸ φίδι ἀπὸ τὴν τρύπα, γιὰ νὰ ἔχουμε ἐμεῖς τὴν ἡσυχία μας. Αὐτὸ εἶναι ἔλλειψη ἀγάπης. Ὕστερα ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος νὰ κινῆται ἀπὸ συμφέρον. Γιʹ αὐτὸ βλέπεις ἕνα πνεῦμα σήμερα: ‘‘Μὲ τὸν τάδε νὰ ἔχουμε σχέσεις, γιὰ νὰ μᾶς λέη καλὰ λόγια. Μὲ τὸν ἄλλο νὰ τὰ ἔχουμε καλά, γιὰ νὰ μὴ μᾶς διασύρη κ.λπ. Νὰ μὴ μᾶς πάρουν γιὰ κορόιδα, νὰ μὴ γίνουμε θύματα’’. Ἄλλος ἀδιαφορεῖ καὶ δὲν μιλάει. ‘‘Νὰ μὴ μιλήσω, λέει, γιὰ νὰ μὴ μὲ γράψουν οἱ ἐφημερίδες’’. Οἱ περισσότεροι δηλαδὴ εἶναι τελείως ἀδιάφοροι…»[6]. Κάπου ἀλλοῦ λέγει: «Βλέπεις νὰ βρίζουν τὰ ἅγια καὶ ὁ ἄλλος δὲν λέει τίποτε. Σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἡ πραότητα εἶναι δαιμονική.»[7]
Κλείνοντας, μέ τήν εὐχή νά πάψει πλέον αὐτή ἡ μάστιγα, νά σταματήσει αὐτή ἡ κατάρα καί νά στείλει, ὁ Θεός μας, τίς εὐλογίες Του στή γλυκιά μας Πατρίδα, ἀναφέρουμε ἕνα περιστατικό πού συνέβη στόν πόλεμο τοῦ 1940. Στό Τεπελένι λοιπόν, «στις 27 Δεκεμβρίου 1940, μερικοί στρατιῶτες, πού μετέφεραν πυρομαχικά στήν πρώτη γραμμή, συνάντησαν κάποιον τραυματία. Ἦταν πληγωμένος στήν κνήμη.
– Κουράγιο! τοῦ λένε. Θά γυρίσουμε νά σέ πάρουμε…
Ἐκεῖνος τότε βλαστήμησε τήν Παναγία. Ἔφριξαν οἱ φαντάροι.
– Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ, μή βλαστημᾶς! Πές, ‘‘Παναγία βοήθα’’!
Αὐτός ὅμως, μέσα στούς πόνους του, συνέχισε νά βλαστημάει. Ὅταν ἐπέστρεψαν, τόν βρῆκαν νεκρό. Λυπήθηκαν, πού ἡ ψυχή του ἔφυγε μέ τέτοιο τρόπο. Ἔσκαψαν πρόχειρα καί τόν ἔθαψαν.
Δέν εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ οὔτε εἴκοσι μέτρα, ὅταν μιά ὀβίδα ἔπεσε πάνω στόν θαμένο νεκρό, τόν ξέθαψε καί τόν πέταξε μακριά. Οἱ φαντάροι ἔπεσαν στη γῆ γιά νά φυλαχθοῦν, ἀλλά δέν ἦρθε δεύτερη ὀβίδα. Κατάλαβαν τότε πώς ἦταν σταλμένη γιά τόν βλάσφημο… Τόν ἔθαψαν στόν ἴδιο λάκκο καί κίνησαν νά φύγουν.
Μόλις προχώρησαν πάλι καμιά εἰκοσαριά μέτρα, ἦρθε καί ἄλλη ὀβίδα. Ξέθαψε τόν νεκρό καί τόν πέταξε μακριά, ὅπως καί πρίν. Τώρα οἱ φαντάροι συνειδητοποίησαν ὅτι τόν βλάσφημο δέν τόν δεχόταν οὔτε ἡ γῆ. Τόν ἄφησαν λοιπόν ἄταφο καί ἔφυγαν. Φόβος καί τρόμος κυρίεψε τούς μαχητές, ὅταν τό ἔμαθαν.»[8]
[1] Κεφάλαιο Γ: «Περί τῶν μεγάλων ἁμαρτιῶν μερικῶς», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, σελ. 23-24.
[2] http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/agios–nektarios/peri_blasfhmias.htm
[3] Φωνή τῶν Πατέρων, Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Η ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ, Ι.Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, 2009.
[4] Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου «Πόλεμος κατά τῆς βλασφημίας», Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη
[5] Γιά περισσότερα, στό βιβλίο «ΑΜΑΡΤΩΛΩΝ ΣΩΤΗΡΙΑ», καί στό κεφάλαιο Ε’: «Θεραπεῖαι καί ἰατρικά κοινῶς κατά πάσης ἁμαρτίας λίαν ὠφέλιμα», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, σελ. 29-39.
[6] ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β΄ «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ» ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1999, σελ. 35-36.
[7] ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β΄ «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ»… σελ. 56.
[8] Φωνή τῶν Πατέρων, Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Η ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ, Ι.Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, 2009.