Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΠΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΛΗΘΑΡΓΟ*

Ἡρακλῆ Ρεράκη

 Καθηγητοῦ Παιδαγωγικῆς της Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.

 Βασικὲς σκέψεις ποὺ πρέπει νὰ κάνει κανείς, ὅταν μιλάει γιὰ τὸ ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στὸν ἀπεγκλωβισμὸ τῶν σύγχρονων νέων ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἀκινησία, εἶναι, ἀφενός νὰ λάβει ὑπ’ ὄψιν τὶς θέσεις καὶ τὶς προσδοκίες ποὺ ἔχουν οἱ σημερινοὶ νέοι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀφετέρου τὶς ἀντίρροπες δυνάμεις τῆς ἐκκοσμικεύσεως, τὰ ἡλικιακὰ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουν, τὴν πληροφόρηση καὶ ἐπίδραση ποὺ ὑφίστανται τόσο ἀπὸ τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ χῶρο τοῦ Διαδικτύου.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ χρειάζεται νὰ ἀναλογισθοῦν ὅλοι ὅσοι εὐθύνονται γιὰ τὴν ἀγωγὴ τῶν νέων, ἂν προσφέρουν τὴν ἀπαραίτητη ἀγωγή, πληροφόρηση, ἐπίδραση ποὺ ἀπαιτεῖται, προκειμένου οἱ μὴ ὥριμοι ἀκόμη νέοι νὰ ἐξοπλίζονται μὲ τὶς πνευματικὲς ἀντιστάσεις ποὺ θὰ τοὺς βοηθοῦν ὄχι μόνο νὰ ἀμύνονται, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀνακαινίζονται πνευματικά. …

Ἂν αὐτὸ ποὺ λέμε «Ἐκκλησία» δὲν εἶναι μόνον ἡ Διοίκησή της, ἀλλὰ ὅλα τὰ μέλη της, τότε στὸ ἔργο τῆς πνευματικῆς ἀνατροφοδότησης καὶ ἀνακαίνισης τῶν νέων σήμερα εἶναι ἀνάγκη νὰ συμμετέχουν ὅλα τὰ μέλη μὲ τὸ σωστὸ τρόπο, ἀφοῦ ἡ ἀγωγὴ τῶν νέων ἀφορᾶ τόσο στὴν προσωπική τους ὁλοκλήρωση ὅσο καὶ στὸ μέλλον τῆς κοινωνίας καὶ τῆς πατρίδας.

Ἡ χριστιανικὴ κοινότητα λειτουργεῖ ὡς κοινωνία ἀνθρώπων ἀσκουμένων στὶς πνευματικὲς καὶ εὐαγγελικὲς ἀρετές. Οἱ ἀρετὲς αὐτὲς ἀποτελοῦν τὸν τρόπο ζωῆς ποὺ διατηροῦν τὸν βαπτισμένο χριστιανὸ ζωντανὸ καὶ ὄχι τυπικὸ μέλος τοῦ πνευματικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ τρόπος ποὺ μαθαίνουν οἱ νέοι νὰ σέβονται τοὺς ἄλλους καὶ νὰ βιώνουν  τὶς χριστιανικὲς ἀρετὲς ἔχει μεγάλη σημασία. Εἶναι ἀνάγκη, ὅμως, νὰ μαθαίνουν, κυρίως μέσῳ προτύπων, ὅτι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν πραγματοποιεῖται, διότι ἔτσι ἐκφράζει κανεὶς τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν  Θεό. Οἱ κανόνες, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν πρέπει νὰ προσλαμβάνονται ἀπὸ τὰ παιδιὰ ὡς νομικὲς ἀρχὲς ποὺ ἐπιβάλλουν καὶ ὑποχρεώνουν τὴν τήρησή τους, ἀλλὰ ὡς ρυθμιστὲς  τῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ποὺ καθορίζουν τὸ ἦθος καὶ τὰ ὅρια τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας.

Ἡ μαθητεία, ἡ ἄσκηση  καὶ ἡ ὑπακοὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν καταστρατηγοῦν τὴν ἐλευθερία τῆς βούλησης, ἀλλὰ συμβάλλουν στὴν δυνατότητα ἐλέγχου τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ τοῦ ἐγωκεντρικοῦ φρονήματος. Ἔτσι τὰ παιδιὰ μαθαίνουν νὰ κατανοοῦν καὶ νὰ βιώνουν τὴν ὑπακοὴ στὶς θεῖες ἐντολές, ὡς μέσον ἰσχυροποίησης τῆς ἐλευθερίας τους, ἀφοῦ μὲ τὴν ἐλεύθερη τήρησή τους ὁ ἄνθρωπος ἀφενὸς καθαρίζεται ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ τὴ δεσμεύουν καὶ ἀφετέρου ἀρχίζει νὰ ἀνέρχεται πρὸς τὶς πνευματικὲς ἀναβάσεις ποὺ ὁδηγοῦν στὴ χαρισματικὴ μετοχὴ στὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλαδὴ στὸ θεῖο φωτισμὸ καὶ τὴ θέωση.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ὅσοι νέοι δὲν ἔμαθαν ἀπὸ τὴν παιδική τους ἡλικία, μέσῳ τῆς οἰκογένειας, τοῦ σχολείου καὶ τῆς ἐνορίας τους, νὰ ζοῦν καὶ νὰ ἀσκοῦν τὴ χριστιανική τους πίστη ἐν ἐλευθερίᾳ, ἀλλὰ μὲ μέσα πίεσης, ἐπιβολῆς καὶ αὐταρχισμοῦ, εἶναι πολὺ πιθανὸ νὰ ἀντιδροῦν ἀρνητικὰ ἀργότερα, στὴν περίοδο τῆς ἐφηβείας, κατὰ τὴν ὁποία περνοῦν μία φάση πνευματικῆς ἀμφισβήτησης, ἐπανεξέτασης καὶ ἐπανακαθορισμοὺ ὅλων σχεδὸν τῶν ἀρχῶν, τῶν κανόνων καὶ τῶν ἀξιῶν.

 Ὅταν τὰ παιδιὰ δὲν ἀνατραφοῦν στὸ πλαίσιο τῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς ἀντιδροῦν στὸ τελικὸ στάδιο τῆς διαμορφώσεως τῆς προσωπικότητάς τους, δηλαδὴ λίγο πρὶν νὰ φθάσουν στὴν ὡρίμανση. Τὸ  ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀντίδρασης μπορεῖ νὰ ἔχει προσωρινό, ἀλλὰ καὶ μόνιμο χαρακτήρα, ἀνάλογα, ἀφενὸς μὲ τὶς βάσεις καὶ τὶς ἐμπειρίες τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς ποὺ εἶχαν βιώσει στὴν παιδική τους ἡλικία καὶ ἀφετέρου τῆς τωρινῆς ἀντιμετώπισης τῆς κρίσεως ποὺ διέρχονται, ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν σημαντικῶν «ἄλλων» τῆς ζωῆς τους.

            Πολὺ σχετικὸ ἀλλὰ καὶ βασικὸ ἐρώτημα, ἐπίσης, ποὺ εἶναι ἀνάγκη νὰ τίθεται σὲ σχέση μὲ τὴ βοήθεια τῆς «Ἐκκλησίας» πρὸς τοὺς νέους ἀπὸ  εἶναι τὸ ἑξῆς:

Τί χριστιανικὰ πρότυπα δίνουν στοὺς νέους μας σήμερα οἱ μεγάλοι εἴτε ὡς γονεῖς εἴτε ὡς ἀνάδοχοι εἴτε ὡς διδάσκαλοι εἴτε ὡς ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, συνειδητοποιώντας ὅτι τὰ παιδιὰ εἶναι συνήθως ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός τους;

Γνωρίζουν ὅτι τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν συμπεριφορῶν μαθαίνεται ἀπὸ τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶν σημαντικῶν ἄλλων, ἀφοῦ ἡ ἐκμάθηση νέων συμπεριφορῶν καὶ τρόπων ζωῆς πραγματοποιεῖται στὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς εὔκολα, γρήγορα καὶ ὁλοκληρωμένα μὲ τὴν παρατήρηση προτύπων καὶ λιγότερο μὲ τὴ θεωρητικὴ καθοδήγηση;

Εἶναι ἀποδεδειγμένο ἄλλωστε ὅτι στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἠθικῆς, κοινωνικῆς καὶ κατ’ ἀναλογία θρησκευτικῆς συμπεριφορᾶς τῶν νέων, ἰδιαίτερη ἐπίδραση ἀσκοῦν οἱ ἄνθρωποι τοῦ περιβάλλοντός τους. Τὰ παιδιά, ποὺ ἔχουν βιώσει στὸ στενό τους περιβάλλον μία σταθερὴ συμπεριφορὰ συνεποῦς πνευματικῆς ζωῆς στὸ πλαίσιο τῆς λειτουργικῆς καὶ μυστηριακῆς ζωῆς ἀλλὰ καὶ τῆς κοινωνικῆς προσφορᾶς, συμπεριφέρονται καὶ αὐτὰ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο στὸ μέλλον.

Θεωρεῖται ἀναγκαῖο νὰ γνωρίζουν ἐπίσης οἱ μεγάλοι ποὺ ἐνδιαφέρονται ἔμπρακτα γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν νέων ὅτι οἱ ἔφηβοι ζητοῦν, γενικά, νὰ ταυτιστοῦν μὲ πρόσωπα, ποὺ διακρίθηκαν ἢ διακρίνονται γιὰ τὴν ἁγιότητα ἢ τὴν ἀγωνιστικότητα καὶ τὸν ἡρωισμό τους, ποὺ ἀγάπησαν καὶ ἀγαπήθηκαν, ποὺ πρόσφεραν μὲ ἀνιδιοτέλεια καὶ θυσία ὁλόκληρή τη ζωή τους στοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ βρίσκονται σὲ μία περίοδο ἐξιδανίκευσης τῶν πάντων. Μὲ τὴν κατάλληλη γιὰ τὴν ἡλικία τοὺς παρουσίαση, ἐπεξήγηση καὶ προβολὴ τέτοιων προσώπων ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους, δημιουργοῦνται οἱ κατάλληλες  καὶ γόνιμες συνθῆκες γιὰ τὴν πνευματικὴ κατάρτιση καὶ ἀνακαίνιση.

Στάσεις τῶν γονέων ἢ τῶν δασκάλων γιὰ θέματα καίρια καὶ πολὺ συχνὰ ἀδιαπραγμάτευτα, ὅπως εἶναι τὸ θρησκευτικό τους πιστεύω, οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ πεποιθήσεις τους γιὰ τὰ μεγάλα καὶ σπουδαῖα νοήματα τῆς ζωῆς, αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται ἀξιακὸ σύστημα, γίνονται ἀντικείμενο ἄμεσης ταύτισης ἀπὸ τὰ παιδιά.

Μὲ βάση τὰ παραπάνω εἶναι ἀναγκαῖο, πρὶν ἀπὸ κάθε κριτικὴ ποὺ ἀσκεῖται πρὸς τοὺς νέους, νὰ μποροῦν οἱ μεγάλοι νὰ κάνουν αὐτοέλεγχο, νὰ τολμοῦν νὰ κοιτάζουν τοὺς νέους στὰ μάτια καὶ νὰ τοὺς λένε αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Ἀπ. Παῦλος στοὺς μαθητές του: «Μιμηταί μου γίνεσθε»;

Σὲ κάθε περίπτωση οἱ νέοι εἶναι βαπτισμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ Ἐκκλησία, ἐφόσον ἔχει κεφαλὴ τὸν ἐσταυρωμένο καὶ ἀναστημένο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ στόχο τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων, δὲν μπορεῖ νὰ ἀμελεῖ γιὰ τὸν πνευματικό τους ἐπαναπατρισμό. Ἡ Ἐκκλησία ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς μία κοινότητα ριζωμένη καὶ οἰκοδομούμενη στὴ ζῶσα καὶ ἐνεργὸ πίστη πρὸς Αὐτὸν καὶ διατηρουμένη ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὡς ἕνα συλλογικὸ σῶμα ποὺ λαμβάνει τὴν πνευματική του συγκρότηση καὶ ἑνότητα ἄνωθεν. Ἡ ἀγάπη καὶ φροντίδα γιὰ τὴν κάλυψη ὅλων τῶν ἀναγκῶν καὶ κυρίως τῶν πνευματικῶν πρὸς ἀλλήλους θεωρεῖται ὡς ἕνα βασικὸ στοιχεῖο μαρτυρίας, φιλανθρωπίας καὶ βεβαιώσεως τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ κοινότητα αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ ἐν καὶ ἀδιαίρετο σῶμα τοῦ Χριστοῦ μὲ ζωοποιὸ δύναμη τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἐὰν ὁρισμένα νέα μέλη τῆς Ἐκκλησίας βρίσκονται ἀπομακρυσμένα ἀπὸ τὴ ζῶσα ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα καὶ στεροῦνται τῆς διὰ τῶν θείων μυστηρίων ζωοποιοῦ χάριτος καὶ ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διὰ τοῦ ὁποίου καὶ μόνον μπορεῖ τὸ κάθε μέλος νὰ ζωογονεῖται καὶ νὰ προκόβει «εἰς ἄνδρα τέλειον εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ», τότε εἶναι ἀνάγκη νὰ κοιτάξουν οἱ μεγάλοι τὸν ἑαυτὸ τοὺς πρῶτα, τὰ λάθη, τὶς ἀστοχίες, τὶς παραλείψεις, τὴ χριστιανική τους ἀσυνέπεια, τὰ πρότυπα ζωῆς ποὺ προσφέρουν. Ἡ εὐθύνη τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ πνευματικοῦ καταρτισμοῦ δὲν ἐπιτρέπει σὲ κανένα νὰ ἐφησυχάζει, ὅταν διαπιστώνεται καθημερινὰ πόσο ἀνάγκη ἔχουν οἱ νέοι ἀπὸ πνευματικὴ στήριξη, συμπαράσταση, κατανόηση καὶ ἐπίσκεψη γιὰ νὰ πάρουν δύναμη στὸν ἀγώνα ποὺ ἀπαιτεῖται νὰ ἐπανακαταρτισθοῦν, νὰ μετανοήσουν, νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μποῦν σὲ μία πορεία πνευματικῆς ἀναγεννήσεως καὶ ἀνατάσεως.

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Η΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΟΚΤ.-ΔΕΚ. 2011