Καί εἶπαν οἱ ἄθρησκοι πού ἐβάλαμεν εἰς τόν σβέρκο μας νά μή μανθάνουν τά παιδιά μᾶς Χριστόν καί Παναγίαν, διότι θά μᾶς παρεξηγήσουν οἱ ἰσχυροί.
Καί βγῆκαν ἀκόμη νά ‘ποτάξουν τήν Ἐκκλησίαν, διότι ἔχει πολλήν δύναμη και την φοβοῦνται. Καί εἶπαν λόγια ἄπρεπα διά τούς παπάδες. Ἐμεῖς, μέ σκιάν μας τόν Τίμιον Σταυρόν, ἐπολεμήσαμεν ὁλοῦθε, σέ κάστρα, σέ ντερβένια, σέ μπογάζια καί σέ ταμπούργια. Καί αὐτός ὁ Σταυρός μᾶς ἔσωσε.
Μᾶς ἔδωσε τήν νίκη καί …..
ἔχασε (ὁδήγησε σέ ἥττα) τόν ἄπιστον Τοῦρκον. Τόση μικρότητα στόν Σταυρό, τόν σωτήρα μας!
Καί βρίζουν οἱ πουλημένοι εἰς τούς ξένους καί τούς παπάδες μας, τούς ζυγίζουν ἀναντρους καί ἀπόλεμους. Ἐμεῖς τούς παπάδες τούς εἴχαμε μαζί εἰς κάθε μετερίζι, εἰς κάθε πόνον καί δυστυχίαν. Ὄχι μόνον διά νά βλογᾶνε τά ὄπλα τά ἱερά, ἀλλά καί αὐτοί μέ ντουφέκι καί γιαταγάνι, πολεμώντας σάν λεοντάρια.
Ντροπή Ἕλληνες!
Ιωάννης Μακρυγιάννης, Στρατηγός