Ἡ πίστη τῶν κλεφταρματωλῶν γεννᾶ τοὺς ἐλευθερωτὲς τοῦ ἔθνους μας

Γρηγοριάδη Στυλιανοῦ

 

Ὁ Ἰωάννης Πετρώφ (19ος αἰώνας) ὑπῆρξε φιλέλληνας ἀπό τή Μόσχα, πού ἀσχολήθηκε εἰδικά μέ τή συλλογή πλούσιου ὑλικοῦ γιά τόν ἀγώνα τῶν Πανελλήνων κατά τούς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας, ἰδιαίτερα στή Μακεδονία. Μέσα ἀπό τίς μελέτες του γιά τούς κλεφταρματωλούς μᾶς μεταφέρει μέ πολύ ζωντανό τρόπο στή ζωή καί τήν πίστη τῶν ἀδούλωτων παλικαριῶν, πού ἀγωνίσθηκαν τόν καλόν καί ἱερόν ἀγώνα ὑπέρ τῆς Θρησκείας καί τῆς Πατρίδας.

Στήν ἀρχή ἦταν οἱ κλέφτες καί οἱ ἀρματωλοί, πάνω στά σκληρά καί ἄγρια βουνά τῆς πατρίδας μας. Αὐτοί κατά πολύ ἀποτέλεσαν τούς γυμναστές καί τά ἄριστα παραδείγματα πού γύμναζαν καί ἐμψύχωναν τά κατοπινά πρῶτα στελέχη τοῦ κυρίου τακτικοῦ στρατοῦ τῆς ἀναγεννημένης Ἑλλάδας. Αὐτοί πού τούς διαδέχτηκαν φάνηκαν πρωταθλητές τοῦ ἱεροῦ ἀγώνα, γιατί ἔμαθαν ἀπό τούς πολεμικούς δασκάλους τους ὄχι μόνο τήν τέχνη τοῦ τουφεκιοῦ, ἀλλά καί τήν εὐλάβεια καί προσήλωση στήν ἅγια Πίστη τῆς Πατρίδας τους.

Ἡ δημώδης μούσα, πού τραγούδησε τούς ἄθλους αὐτῶν τῶν παλικαριῶν, ἐκφράζοντας τήν ἀφοσίωσή τους στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, δέν παρέλειψε ποτέ νά βάλει στά χείλη τῶν ἀγωνιστῶν λόγους ὁμολογίας καί καθαρῆς πίστης στόν Χριστό, τούς Ἁγίους, τήν Ἐκκλησία. Παράδειγμα: ὁ περίφημος ἀρματωλός τῶν Γρεβενῶν Τόσκας, πού ἔδρασε στό β΄ μισό τοῦ 18ου αἰώνα, ἀκούγεται νά τραγουδᾶ καί νά προσεύχεται:

 «Βοήθ’ Ἁϊλιά τοῦ Μπουρμπουντσό κι ἀπό τήν Σαμαρίνα,

Τούς Τούρκους νά χαλάσωμε,

 τσ’ ἐχθροὺς τῆς πίστεώς μας,

 Πού τυραννᾶν τ’ ἀδέλφια μας,

 πού σφάζουν τά παιδιά μας. »

 Οἱ ἀοίδιμοι ἐκεῖνοι ἄνδρες προτίμησαν νά ζοῦν βίο πενέστατο καί σκληρότατο, γιατί στήν καρδιά τους βρῆκε πιστή ἐφαρμογή τό ρητό:

« Ἕλληνος ὁ τράχηλος ζυγό δέν ὑποφέρει ».

 Εἶχαν τήν πέτρα στρῶμα τους τό χιόνι πάπλωμά τους,

 ἀλλά φωτιά ἀκοίμητη τή φλογερή καρδιά τους!…

 Ἐπειδή οἱ κλεφταρματωλοί ζοῦσαν τόν περισσότερο χρόνο τοῦ βίου τους πάνω στά βουνά, πολλοί ἀπό μικρά παιδιά ἀκόμη, ἦταν ἄμοιροι κάθε παιδείας.

 Ὁ κύκλος τῶν γνώσεών τους ἦταν μικρός· τούς ἀρκοῦσε ὅμως νά μποροῦν νά διαβάζουν τό Εὐαγγέλιο καί δυὸ τρεῖς προσευχές.

 «Ναί! τότε φιλελεύθερα

 δέ διάβαζαν βιβλία,

 γιατί τούς ἔλεγ’ ἡ σκλαβιά

 τί εἶν’ ἐλευθερία·

 Ἕνα βιβλίο μοναχά

 δέν ἄφην’ἀπ’τό χέρι,

 ὁπόταν ξεκουράζονταν

στό ἔρημο λιμέρι,

τό ἅγιο Εὐαγγέλιο·

 κι ἐδιάβαζαν μέ πόνο

τά πάθη, τήν Ἀνάσταση

 -αὐτά τά δύο μόνο»

Δέ θά μπορούσαμε, βέβαια, νά μήν ἐπιμείνουμε σέ μιὰ παρατήρηση στόν πρῶτο στίχο τοῦ παραπάνω τραγουδιοῦ: ὅτι τά παλικάρια τῆς πατρίδας μας δέν εἶχαν γνώμη γιά τήν ἐλευθερία διαβάζοντας θεωρητικές συλλήψεις, πού γράφηκαν μέσα στά ἄνετα εὐρωπαϊκά σαλόνια τῶν διαφωτιστῶν, ἀλλά «ἔμαθον ἀφ’ ὧν ἔπαθον» τί θά πεῖ ἐλευθερία καί δημοκρατία κι ὅλες οἱ ἄλλες ἀξίες. Σήμερα μπορεῖ νά διαθέτουμε πολλούς διαβασμένους, πού ἀραδιάζουν ὁλόκληρα  κεφάλαια περί δημοκρατιῶν καί ἐλευθεριῶν καί ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, ἀλλά βλέπουμε πώς, ἄν καί τά κεφάλαια τά λένε μέ εὐκολία, ἀπό τό κεφάλι τους καί τήν καρδιά τους λείπει ἡ πίστη, λείπει τό Εὐαγγέλιο, λείπουν τά Πάθη κι  ἡ Ἀνάσταση. Ὅποτε βρισκόταν δάσκαλος τοῦ Γένους, πάνω σέ κεῖνα τά βουνά, στά ὀρεινά χωριά, κοντά στά ἐρημικά λημέρια, νά μιλήσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, θά μποροῦσε νά δεῖ ὁμάδες κλεφταρματωλῶν κατά καπετανάτα ἤ ἀρματολίκια νά τρέχουν σάν τά διψασμένα ἐλάφια ν’ἀκούσουν μέ ἱερή  εὐλάβεια καί προσοχή τόν λόγο τοῦ παπᾶ καί τοῦ καλόγηρου.

«Συχνά τή βλέπουν τ’ἄγρια

 παιδιά της νά μαζεύει

 τούς κλέφτας, τούς ἀρματωλούς

 καί νά τούς δασκαλεύει

 στή θεία πίστη τοῦ Χριστοῦ

κι ἄκουγαν στηριγμένα

στό καριοφίλι τά παιδιά

 μέ μάτια βουρκωμένα».

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα