Σε προηγούμενο άρθρο μας (εδώ) είχαμε αναπτύξει την σπουδαιότητα της γεωργίας και κτηνοτροφίας στην πατρίδα μας ώστε να καταστεί αυτάρκης. Με απλά λόγια –σε πρώτη φάση- η πατρίδα μας για να καταστεί υποστατικά και όχι ονομαστικά ελεύθερη θα πρέπει να εξασφαλίσει το ψωμί, το γάλα και κατ’ επέκταση το κρέας των παιδιών της και του πληθυσμού της.
Οι εισαγωγές -σε αγελαδινό γάλα- σε ποσοστό 40% της συνολικής κατανάλωσης στην Ελλάδα, χοιρινού κρέατος σε ποσοστό 62% και βόειου σε 70%! καθώς και πουλερικών –που την δεκαετία 1980-1990 είχαμε πλήρη αυτάρκεια- σε ποσοστό 18% (βλέπε πίνακα στην ανωτέρω ανάρτηση) δείχνουν τον βαθμό εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από την παραγωγή –κυρίως δυτικών χωρών. Μάλιστα χωρών που… τυγχάνουν να έχουν την ιδιότητα των δανειστών της Ελλάδας και επομένως των δημίων της (βλέπε Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία κ.α.).
Είναι ανεπίτρεπτο μια χώρα όπως η πατρίδα μας, πάμπλουτη σε πολλούς τομείς (βλέπε εδώ και εδώ) να μην μπορεί να εξασφαλίσει βασικά αγαθά για τον πληθυσμό της. Οι επιλογές των κυβερνώντων των τελευταίων δεκαετιών, ο πόλεμος των λίγων (εννοώ ολιγοπωλιακής δομής) πολυεθνικών [1] και των θυγατρικών [2] τους που ελέγχουν –με καθετοποιημένη παραγωγή- την παραγωγή τροφών και ζωοτροφών διαπερνώντας όλο το φάσμα της γεωργίας και κτηνοτροφίας (χρηματοδότηση, ενοικίαση εκτάσεων –συμβολαιακή γεωργία [3]– σπόρους, λιπάσματα, αγορές προϊόντων κλπ.) καθώς και ‘’πλέγματα’’ νόμων που αποθαρρύνουν έως απαγορεύουν την εθνική παραγωγή, επέφεραν στην πατρίδα μας την καταστροφή στον γεωργό-κτηνοτροφικό τομέα και όχι μόνον.
***
Πριν προχωρήσουμε στην μελέτη μας σχετικά με την μηδική αξίζει να καταγράψουμε την τοποθέτηση του Σωτήρη Σοφιανόπουλου [4] για να κατανοήσουμε την σπουδαιότητα του ζητήματος της γεωργίας, των ζωοτροφών και της ανάπτυξης της κτηνοτροφίας. Τα παρακάτω αποσπάσματα από το βιβλίο του Σ.Σ. ‘’Οι ‘’Άγνωστες’’ πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδας και η πολιτική τους σημασία’’ γράφτηκαν σταδιακά κατά την περίοδο 1970-2003 (περίπου) και είναι απολύτως επίκαιρα σήμερα. Σημειώνει ο Σ.Σ.:
‘’…Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι τι πρέπει να κάνουμε ως Έλληνες για την πατρίδα μας για να μην εκλείψουμε σιγά-σιγά ως έθνος. Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Διότι η μετανάστευση των Ελλήνων στο εξωτερικό συνεχίζεται. Αξιόλογοι επιστήμονες εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε χρόνο και η επαρχία διαρκώς ερημώνει και δη στις ακριτικές μας περιοχές, όπως όλοι ξέρετε. Κάτι πρέπει να γίνει και μάλιστα επειγόντως για να σταματήσει η πληθυσμιακή μας αφαίμαξη που οφείλεται καθαρά σε οικονομικούς λόγους…”
και σε άλλα σημεία συνεχίζει:
”…Οι έρευνες που έκανα επί σειρά ετών με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι Έλληνες δεν έχουν παρά να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες που τους δίνει η γεωγραφική θέση, το κλίμα και η βιοποικιλότητα αλλά και το υπέδαφος της χώρας όπου ζουν’’.
”…Η θέση μου λοιπόν είναι ότι το ελληνικό κράτος πρέπει επιτέλους να δώσει βάρος σε προϊόντα που είναι: 1) εύκολο να παραχθούν και 2) θα βασίζονται στο πλούτο της ελληνικής φύσης και του ελληνικού κλίματος και εδάφους-υπεδάφους, έτσι ώστε και να θέλουν τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη να μην μπορούν να μας ανταγωνισθούν’’.
‘’…Για να προϊδεάσω τον αναγνώστη, θα φέρω στο σημείο αυτό δύο παραδείγματα: Δύο από τα προϊόντα που θα αναλύσω παρακάτω είναι όπως τα λούπινα και ιδιαιτέρως η σόγια. Η σόγια και το λούπινο είναι τα μόνα φυτά γνωστά τουλάχιστον μέχρι σήμερα που παράγουν καρπό ο οποίος περιέχει πρωτεΐνες από 38-55%, δηλ. διπλάσιες πρωτεΐνες απ’ ό,τι περιέχουν οι άλλοι γνωστοί πρωτεϊνικοί καρποί, όπως το ρεβίθι, οι φακές, κλπ, τα οποία όμως δεν έχουν άνω του 20%…’’
”…Σίγουρα θα αναρωτηθούν πολλοί γιατί θεωρώ τόσο πολύτιμα τα ταπεινά γεωργικά προϊόντα όπως το λούπινο ή την σόγια. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε συνδέσει στο μυαλό μας τον πλούτο μιας ανεπτυγμένης χώρας με τα εντυπωσιακά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, π.χ. τα αυτοκίνητα Ferrari ή τους πυραύλους. Όμως θέλω να τονίσω αυτό που διαφεύγει σε πολλούς, δηλ. ότι η κτηνοτροφία και η παραγωγή ζωοτροφών είναι μία τεράστια, η σημαντικότερη του κόσμου, αλλά παραγνωρισμένη πηγή πλούτου.
Οι αριθμοί μιλούν μόνοι τους: η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα, για να διατηρήσει την κτηνοτροφία της, χρειάζεται 45 εκατ. τόνους σόγιας ετησίως τουλάχιστον. Οι ποσότητες αυτές σχεδόν όλες, είναι αμερικανικών συμφερόντων και χωρίς αυτές η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να διαθρέψει τα ζωντανά της, όπως χοιρινά, αγελάδες, μοσχάρια και κοτόπουλα. Το συνάλλαγμα που κερδίζει η Γαλλία από τις εξαγωγές των αυτοκινητοβιομηχανιών της Renault (Ρενώ), Peugeot (Πεζώ) και Citroen (Σιτροέν) της φτάνει για να καλύψει μόνο το 20% των αναγκών της σε σόγια, που εισάγει από τις Η.Π.Α. για να διατηρήσει την κτηνοτροφία της…”
***
Και βέβαια αυτά που θεωρούν κάποιοι ως ήσσονος σημασία ακόμη και… γραφικά γνωρίζουν και αξιοποιούν κάποιοι άλλοι…
Ο δημοσιογράφος Dan Morgan στο σπουδαίο βιβλίο του: ‘’Merchants of Grain’’ [5] σημειώνει πως δίπλα στις ”seven sisters” (επτά αδελφές) των πετρελαϊκών εταιρειών υπάρχουν οι ”the big five”, δηλαδή πέντε τεράστιες εταιρείες που σαν κύριο έργο είχαν από δεκαετίες και έχουν τον έλεγχο των καρπών (σιταριού, καλαμποκιού, κριθαριού, σόγιας κλπ) και επομένως πρωτογενώς και όλων των… ζωοτροφών. Οι εταιρείες είναι γνωστές σε όσους μελετούν το θέμα: Cargill Inc. of Minneapolis, the Continental Grain Company of New York City, Andre of Lausanne Switzerland, the Louis Dreyfus Company of Paris and the Bunge Corporation.
Κάποιος από τους αξιωματούχους των ανωτέρω εταιρειών είχε καυχηθεί -λόγω της μυστικοπάθειας που έχουν στην λειτουργία και στην δημοσίευση των πεπραγμένων τους-: ”some of our best customers have never heard of us” (κάποιοι από τους καλύτερούς μας πελάτες δεν έχουν ακούσει ποτέ γι’ εμάς).
***
Στην παρουσίαση της μελέτης μας σχετικά με την μηδική θα αξιοποιήσουμε το προαναφερόμενο πόνημα του Σ.Σ. ενώ μετά το κείμενό του παραθέτουμε σημειώσεις για την καλύτερη δυνατή κατανόηση του θέματος. Στις σημειώσεις αυτές καταγράφονται τιμές και ποσότητες που ίσχυαν την τότε χρονική περίοδο στην οποία καταγράφηκαν. Επομένως ο αναγνώστης θα πρέπει να αναζητήσει μόνος του την τρέχουσα προσαρμοσμένη τιμή και ποσότητα. Η μελέτη μας θα αναπτυχθεί σε τρείς συνέχειες.
Το πλαίσιο εντός του οποίου παρουσιάζουμε τη μηδική και τις ποικιλίες της είναι αυτό της αναβάθμισης και επέκτασης του γεωργικού προϊόντος στην Ελλάδα ώστε η χώρα μας να καλύπτει πλήρως τις ανάγκες διατροφής του πληθυσμού της, των ζωοτροφών για το ζωϊκό κεφάλαιό της και εν συνεχεία να γίνει μια -όπως θα έπρεπε ήδη να είναι λόγω των πολλών στρατηγικών πλεονεκτημάτων της (κλίμα, γεωγραφική θέση, εδαφολογία κλπ.) – μεγάλη εξαγωγός χώρα.
***
Γράφει λοιπόν ο Σ.Σ.:
“Μονοετής-Πολυετής-Δενδρώδης Μηδική
Ο ελληνικός λαός και ιδιαιτέρως οι γεωργοί γνωρίζουν ότι υπάρχουν δυο ειδών τριφύλλι ή μηδική, όπως λέγεται επιστημονικώς, και τα οποία καλλιεργούνται και σήμερα. Υπάρχει το μονοετές τριφύλλι και το πολυετές, το οποίο συνήθως διαρκεί από 5 έως 7 χρόνια. Η πατρίδα μας έχει μεγάλη παραγωγή τριφυλλιού, η οποία ανέρχεται σε περίπου 2,5 εκατομμύρια τόνους. (1) Είναι ένα φυτό που τρώγεται από όλων των ειδών τα ζώα, μονογαστρικά και μηρυκαστικά, αλλά συνήθως χρησιμοποιείται για τα μηρυκαστικά. (2) Ο λόγος για τους οποίους το τριφύλλι είναι μια καλή τροφή είναι η περιεκτικότητα της σε πρωτεΐνες, από 17-23%.
Το τριφύλλι αρχίζει να ανθίζει την άνοιξη και φτάνει μέχρι τον μήνα Οκτώβριο-Νοέμβριο. Όταν το ύψος του φτάσει τους 20-30 πόντους, ο γεωργός το κόβει με ένα κοπτικό μηχάνημα που προσαρμόζεται σε ένα τρακτέρ. Αφού κοπεί, ανάλογα πάλι με τις καιρικές συνθήκες, η θερμότητα του ηλίου το ξεραίνει. Όταν ξεραθεί καλά, δηλ. η υγρασία του είναι κάτω του 12% (ο γεωργός αυτό το καταλαβαίνει εμπειρικά) με ένα άλλο μηχάνημα προσαρμοσμένο σε τρακτέρ το μαζεύει σε σειρές. Εν συνεχεία, το τρακτέρ με το μπαλλιαστικό από πίσω του μπαλλιάζει το τριφύλλι. Μετά ένα φορτηγό φορτώνει τις μπάλλες, τις μεταφέρει σε αποθήκη. Οι μπάλλες είτε χρησιμοποιούνται για τροφή των ζώων ή πωλούνται σε εμπόρους ζωοτροφών. Οι μπάλλες κυμαίνονται από 25-30 έως και 40 κιλά. Επειδή η Ελλάς έχει μεγάλη ηλιοφάνεια και αυτό επαναλαμβάνεται κάθε φορά που το τριφύλλι θα μεγαλώσει περί τους 30 πόντους, έχουμε περίπου μέχρι και τον Οκτώβριο μήνα 5-7 κοπές. (3) Το σύνηθες είναι όμως να υπάρχουν, και έτσι υπολογίζονται επιστημονικώς 5 κοπές το χρόνο. Όταν το κόψουμε το τριφύλλι και τύχει να βρέξει, όπως είναι πλαγιασμένο επί της γης, θα «ανάψει» ή θα μουχλιάσει. Ακόμη χειρότερα είναι όταν βραχεί όντας μπαλλιασμένο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επειδή δεν έχει δυνατότητες στα βόρεια κλίματα να ξεραίνει εύκολα το τριφύλλι στον ήλιο έκανε μία τεχνολογική διαφοροποίηση, δηλ. αφού κόψουν το τριφύλλι το μεταφέρουν υγρό στις βιομηχανίες. Εκεί αλέθεται, μπαίνει σε ένα περιστροφικό ξηραντήριο και ξεραίνεται όπως ο πυρήνας της ελιάς και εν συνεχεία, ξερό πλέον, περνά από μία κοκκοποιητική (pelletizer) μηχανή και κοκκοποιείται. Να ληφθεί υπ’ όψιν ότι το τριφύλλι πρέπει να ποτίζεται τους καλοκαιρινούς μήνες, πράγμα το οποίο γίνεται συνήθως τώρα πλέον με καρούλια.
Επειδή γενικώς δεν υπάρχει κανένας προγραμματισμός ουσιαστικός, όλη αυτή η διαδικασία με τα διάφορα μηχανήματα για να καταλήξει το τριφύλλι σε κάποια αποθήκη για να το φάνε τα ζώα, θα μπορούσε να αποφευχθεί. Θα έπρεπε να γίνει δηλ. συνδυασμός γεωργίας και κτηνοτροφίας στον αγρό, με τα ζώα να βόσκουν μέσα στον αγρό, να τον λιπαίνουν με τα περιττώματα τους (οργανικό λίπασμα) και με τον τρόπο αυτό να γίνεται μεγάλη οικονομία σε μηχανήματα και σε σύρματα που απαιτούνται για το μπάλλιασμα. Επειδή όμως τον χειμώνα το τριφύλλι δεν μεγαλώνει και οπωσδήποτε πρέπει να υπάρχουν και ποσότητες για τους χειμερινούς μήνες, ιδιαιτέρως σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως βλέπετε και ακούτε κάθε τόσο στα ΜΜΕ, πρέπει να κάνουμε και την πρώτη διαδικασία, το μπάλλιασμα ή την κοκκοποίηση, αλλά όχι όπως γίνεται σήμερα. Π.χ. είναι ανεπίτρεπτο με τόσα νερά που έχει η Κρήτη και τόσο καταπληκτικό κλίμα για την καλλιέργεια του τριφυλλιού να εισάγουν τριφύλλι από την Μακεδονία. (4)”
Παράρτημα (με σημειώσεις)
Σημείωση 1: Η σημασία της μηδικής (τριφυλλιού) για την Ελλάδα και την ελληνική οικονομία είναι τεράστια. Αυτό διότι η ανάπτυξη και η βελτίωση του κτηνοτροφικού προϊόντος βασίζεται στην παραγωγή ντόπιων ζωοτροφών, πλούσιων σε θρεπτικά στοιχεία και βιταμίνες αλλά ταυτόχρονα χαμηλού κόστους.
Κάποια στοιχεία για τη σπουδαιότητα της μηδικής
Η μηδική αποτελεί από τα σπουδαιότερα κτηνοτροφικά φυτά για την παραγωγή σανού. Διαθέτει άφθονες πρωτεϊνούχες ουσίες και σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Α και Δ. Μεγάλη είναι η σημασία της μηδικής και για το έδαφος που το εμπλουτίζει σε άζωτο και το προστατεύει από τη διάβρωση.
Στη χώρα μας αναφέρεται ότι υπάρχουν 22 είδη μηδικής. Η χώρα μας λόγω ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών, ιδιαίτερα θερμοκρασίας και ηλιοφάνειας, πλεονεκτεί έναντι άλλων χωρών στην καλλιέργεια κτηνοτροφικών φυτών -και της μηδικής- τόσο στις ποτιστικές εκτάσεις όσο και στις ξερικές που διατηρούν σχετική φυσική υγρασία. Στην Ελλάδα, πράγματι, επιτυγχάνονται υψηλές αποδόσεις παραγωγής μηδικής και παρασκευής ζωοτροφών αρίστης ποιότητας, που δεν μπορούν να παραχθούν σε πολλές άλλες χώρες.
Με τη λειτουργία μεγάλων αρδευτικών δικτύων [6] και με την εφαρμογή ομαδικών καλλιεργειών μπορεί να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό αυτό στοιχείο της γεωργίας της πατρίδας μας [7].
Σημείωση 2: Θρεπτική αξία της μηδικής [8]
Η μηδική, που δικαίως ονομάζεται «βασίλισσα των κτηνοτροφικών ψυχανθών», είναι μία ζωοτροφή πλούσια σε πρωτεΐνες, άλατα, βιταμίνες και σε μερικές άγνωστες ακόμα ουσίες, οι οποίες διεγείρουν την όρεξη και υποβοηθούν το χώνεμα των άλλων τροφών, πράγμα πού έχει σαν αποτέλεσμα τη γρηγορότερη ανάπτυξη των ζώων. Για το λόγο αυτό η επιδιωκόμενη ταχύρρυθμος ανάπτυξης της κτηνοτροφίας θα πρέπει να βασισθεί στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων σανού μηδικής.
Ειδικότερα ο σανός της μηδικής – περιέχει τις εξής θρεπτικές ουσίες, σέ 100 χιλιόγραμμα τροφής:
ΠΙΝΑΞ 4
Σύνθεσις σανοϋ μηδικής κανονικής άναπτύξεως άνά 100 χιλιόγραμμα τροφής
Πρωτεΐνες 6-20 χιλιόγραμμα
Λίπη 1,8-2 χιλιόγραμμα
Μή άζωτοΰχσι έκχυλιστικαί ούσίαι 37 χιλιόγραμμα
Άμυλαξία 22,4 χιλιόγραμμα
ΠΙΝΑΞ 5
Θρεπτική άξία τοΰ χόρτου μηδικής σέ σύγκρισι μέ άλλες ζωοτροφές
Είδος ζωοτροφής – Μονάδες άμυλαξίας άνά χιλ. χιλ/μο – Πεπτά λευκώματα γρ./χιλ.
1. Χόρτον μηδικής 300 120
2. Καρπός αραβοσίτου 800 80
3. Καρπός κριθής 700 90
4. Καρπός σίτου 740 100
Έκ του πίνακος 5 προκύπτει ότι το χόρτο της μηδικής υπερτερεί σαφώς όλων των άλλων ζωοτροφών σε πεπτά (άφομοιώσιμα) λευκώματα. Από πειράματα προκύπτει ότι ο σανός της μηδικής αποτελεί τη θρεπτικότερη ζωοτροφή για τις γαλακτοπαραγωγικές αγελάδες, τούς παχυνομένους μόσχους, τα πρόβατα, τα πουλερικά, τους χοίρους κ.λ.π.
Η περιεκτικότης του σανού στη βιταμίνη «καροτίνη» και σε λοιπές βιταμίνες, συντελεί μεγάλως στην ανάπτυξη υγιών μοσχαριών.
Επίσης, λόγω της μεγάλης θρεπτικότητος και της νοστιμάδας του, ο σανός της μηδικής αυξάνει τον μυρικασμό τών παχυνομένων μόσχων με αποτέλεσμα τη γρήγορη αύξησή του βάρους των.
Σχετικά πειράματα τα όποια έγιναν στη Νεβάδα των Ηνωμένων Πολιτειών τής Αμερικής, απέδειξαν ότι οι μόσχοι στους οποίους δόθηκε αποκλειστικά σανός μηδικής, αύξησαν το βάρος τους κατά 1 χιλιόγραμμον και 132 γραμμάρια ήμερησίως, πράγμα το οποίο δεν επιτυγχάνεται με καμμιά άλλη τροφή.
Η μηδική είναι η καλύτερη τροφή για όλα τα ζώα και τα προϊόντα που παράγονται, γι’ αυτό τό λόγο είναι αρίστης ποιότητος.
***
Σημείωση 3: Οικονομική σημασία της μηδικής [9]
Η συμμετοχή της μηδικής στή διαμόρφωση τοϋ Εθνικού ακαθαρίστου εισοδήματος είναι σημαντική. Υπολογίζεται ότι ή ετήσια ακαθάριστος άξία, ή οποία προέρχεται άπ’ τήν καλλιέργεια της μηδικής, ανέρχεται σε τρία δισεκατομμύρια δραχμές περίπου [10].
Έξ άλλου, η καλλιέργεια της αρδευομένης μηδικής σε σύγκριση με μερικές άλλες βασικές καλλιέργειες, όπως ό σϊτος, ό αρδευόμενος βάμβαξ καί ο αρδευόμενος άραβόσιτος (υβρίδια), δίνει τό μεγαλύτερο επιχειρηματικό κέρδος, όπως αυτό προκύπτει άπ’ τά στοιχεία τού κατωτέρω πίνακος:
ΠΙΝΑΞ 3
Έπιχειρηματικόν κέρδος μηδικής σέ σύγκρισι μέ άλλες καλλιέργειες
Είδος καλλιέργειας – Μέση άπόδοσι χιλ/στρ.- Μέσο κόστος- Κέρδος δρχ./στρ.
Μηδική (ποτιστική) 1.200 1,10 430
Σίτος 210 2,40 63
Βάμβαξ (ποτιστικός) 250 7,80 70
***
Οικονομικά (σύγχρονα) στοιχεία για τη μηδική (2011) [11]
Όσον αφορά την τιμή παραγωγού, για τη βιολογική μηδική, φτάνει κατά μέσο όρο τα 0,2 ευρώ το κιλό, αυξημένη κατά 20% περίπου σε σχέση με την αντίστοιχη μέση τιμή για τη συμβατική μηδική (0,17 ευρώ το κιλό). Η ελάχιστη τιμή που παρατηρήθηκε για τη βιολογική μηδική είναι 0,13 ευρώ ανά κιλό, ενώ η μέγιστη 0,26 ευρώ το κιλό. Η ελάχιστη τιμή για τη συμβατική μηδική είναι 0,12 ευρώ ανά κιλό και η μέγιστη 0,23 ευρώ το κιλό.
Κόστος παραγωγής συμβατικής και βιολογικής μηδικής:
Το μέσο κόστος παραγωγής της βιολογικής μηδικής φτάνει τα 206,5 ευρώ ανά στρέμμα.
Προκύπτει λοιπόν ότι το κόστος παραγωγής ανά κιλό συμβατικής και βιολογικής μηδικής είναι 0,15 ευρώ και 0,17 ευρώ αντίστοιχα. Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι το κόστος αγοράς της μηδικής και ιδιαίτερα της βιολογικής, είναι σημαντικά μεγαλύτερο (20%). Κρίνεται επομένως συμφέρουσα, για τις εκμεταλλεύσεις βιολογικής κτηνοτροφίας, η ιδιοπαραγωγή βιολογικής μηδικής, αφού με τον τρόπο αυτό μειώνεται το κόστος διατροφής των ζώων.
Ακαθάριστη πρόσοδος – καθαρό κέρδος βιολογικής και συμβατικής μηδικής:
Η μέση ακαθάριστη πρόσοδος ανά στρέμμα βιολογικής μηδικής ανέρχεται στα 317,8 ευρώ αυξημένη κατά 28,87% σε σχέση με αυτή της συμβατικής (246,18 ευρώ). Η ελάχιστη και η μέγιστη ακαθάριστη πρόσοδος στην περίπτωση της βιολογικής μηδικής είναι 84,82 ευρώ ανά στρέμμα και 643,61 ευρώ ανά στρέμμα αντίστοιχα. Οι αντίστοιχες τιμές για τη συμβατική μηδική είναι 73,02 ευρώ ανά στρέμμα και 457,49 ευρώ ανά στρέμμα.
Η μέγιστη τιμή του καθαρού κέρδους είναι 437,01 ευρώ και 248,71 ευρώ για τη βιολογική και συμβατική μηδική αντίστοιχα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συμβατική μηδική παρουσιάζει πιθανότητα αρνητικού κέρδους (ζημία) 28,34%. Η ζημία αυτή μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 135,76 ευρώ ανά στρέμμα.
Η μέγιστη ζημία στην περίπτωση της βιολογικής παραγωγής είναι 121,72 ευρώ ανά στρέμμα όμως η πιθανότητα εμφάνισης ζημίας στη βιολογική μηδική είναι πολύ μικρή (6,68%).
***
Σημείωση 4: Η καλλιεργούμενη έκταση μηδικής στη χώρα μας το 2006 ανήλθε σε 1.220.000 στρέμματα ενώ η βιολογική μηδική ανήλθε το 2004 σε 58.032 στρέμματα [12].
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης η καλλιεργούμενη έκταση μηδικής (τριφυλλιού), για ζωοτροφή, στην πατρίδα μας το 2013 ανήλθε σε 28.302,67 εκτάρια ήτοι 283.026,7 στρέμματα [13].
Στις δυο συνέχειες του θέματος της μηδικής [14] θα μελετήσουμε: α. πως οι κυβερνώντες και η Ευρωπαϊκή Ένωση υπονόμευσαν την τεράστια παραγωγή τριφυλλιού (τόσο σημαντική για την ελληνική οικονομία) στην Ελλάδα β. την δενδρώδη μηδική, η οποία ήταν ιερό φυτό για τους αρχαίους προγόνους μας και σήμερα είναι σχεδόν άγνωστη στον ελληνικό λαό.
Για την Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Αντώνης Κ. Καλόγηρος
Εκπαιδευτικός-οικονομολόγος
[1] Βλέπε σχετικό άρθρο στην Εφημερίδα των Συντακτών εδώ
[2] Βλέπε μεταφρασμένο άρθρο της οργάνωσης Grain εδώ
[3] Βλέπε σχετικό άρθρο του Λ. Βατικιώτη εδώ
[4] Βλέπε σχετική σημείωση 1 εδώ
[5] Δείτε άποψη του βιβλίου (για ενημερωτικό και όχι διαφημιστικό σκοπό) εδώ
[6] Βλέπε σχετικά με την αξιοποίηση των υδάτων της Ελλάδας εδώ, εδώ και εδώ
[7] Βλέπε εδώ και το πόνημα: Η καλλιέργεια της μηδικής-Γεώργιος Δασκαλάκης-Αθήναι 1973
[8] Βλέπε υποσημείωση 6 του παρόντος
[9] Βλέπε υποσημείωση 6 του παρόντος
[10] ‘’Η καλλιέργεια της μηδικής’’-Γεώργιος Δασκαλάκης-Αθήναι 1973
[11] Τα κατωτέρω στοιχεία προέρχονται από σχετικό άρθρο της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας ‘’Έθνος’’ εδώ
[12] Τα στοιχεία από σχετικό άρθρο εδώ
[13] Βλέπε σχετικά στοιχεία του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης εδώ
[14] Για τα πιο πρόσφατα, συνοπτικά, ποσοτικά στοιχεία για την μηδική βλέπε στο site της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εδώ, εδώ και εδώ