Γεωργίου Ι. Βιλλιώτη
φιλολόγου-θεολόγου
Ἔχετε πιθανὸν ἀκούσει ἢ διαβάσει ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα γιὰ μιὰ ψῆφο δὲν ἔγινε ἡ γλῶσσα τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Ἀμερικῆς. Σύμφωνα μὲ τοὺς ἐπινοητὲς αὐτοῦ τοῦ μύθου στὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 18ου αἰῶνα διεξήχθη ψηφοφορία στὶς Η.Π.Α. μὲ σκοπὸ νὰ ἀποφασίσουν οἱ πολῖτες τοῦ ἀρτιγέννητου τότε κράτους ποιὰ θὰ εἶναι ἡ ἐπίσημη γλῶσσα του. Προκρίθηκαν ἀπὸ τοὺς ψηφοφόρους δύο γλῶσσες· ἡ Ἑλληνικὴ καὶ ἡ Ἀγγλική. Ἐπιλέχθηκε ἡ τελευταία μὲ διαφορὰ μιᾶς ψήφου. Μάλιστα γιὰ νὰ γίνη ἀληθοφανὴς ὁ μῦθος κάποιοι κατονομάζουν καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἡ ψῆφος του ἔκρινε τὸ ἀποτέλεσμα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι δὲν ἔγινε καμμία ψηφοφορία, διότι κατὰ πρῶτον οἱ γλῶσσες δὲν ἐπιβάλλονται μὲ ψηφοφορίες. Ἐπίσημη γλῶσσα ἑνὸς κράτους γίνεται ἡ «πλειοψηφοῦσα» γλῶσσα, ἤτοι ἡ γλῶσσα ποὺ μιλᾶ ἡ πλειονότητα τῶν κατοίκων καὶ αὐτὴ ἦταν ἡ Ἀγγλική. Τὴν Ἑλληνικὴ μιλοῦσε ἡ ἰσχνὴ μειοψηφία τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν. Ἄν ὐποθέσουμε ὅτι ἡ ἐλίτ, οἱ ἡγέτες τοῦ κράτους ἤθελαν νὰ ἐπιβάλλουν τὴν Ἑλληνικὴ λόγῳ τοῦ κύρους της ὡς τὴ γλῶσσα τοῦ νέου κράτους, εἶναι βέβαιο ὅτι δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ κάνουν, διότι τὴν ἀγνοοῦσαν οἱ κάτοικοι τοῦ νέου κράτους. Σίγουρα ὅμως δὲν εἶχαν τέτοιες εὐαισθησίες!
Ἐπειδὴ πίσω ἀπὸ κάθε μῦθο ὑπάρχει συνήθως ἕνας κόκκος ἀληθείας, ἔτσι καὶ στὸ μῦθο ποὺ ἐξετάζουμε ὑπάρχει μιὰ ψηφοφορία τῆς ὁποίας τὸ ἀποτέλεσμα κρίθηκε στὴ μία ψῆφο, ἀλλὰ δὲν ἀφορᾶ τὴν Ἑλληνική. Τὸ 1794 στὴ Βιρτζίνια, τὴ γνωστὴ Πολιτεία τῶν Η.Π.Α. ὑπῆρχαν πολλοὶ γερμανόφωνοι, πολλοὶ δὲ ἐξ αὐτῶν δὲν γνώριζαν πολὺ καλὰ τὰ ἀγγλικά. Ζήτησαν ἀπὸ τὸ Κογκρέσο οἱ νόμοι νὰ μεταφράζωνται στὰ γερμανικά. Γιὰ μία ὅμως ψῆφο (42 κατά, 41 ὑπερ) ἡ πρόταση δὲν ἔγινε δεκτή.