ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Το αγιασμένο νησί της Ζακύνθου έχει την ευλογία να κατέχει ως πολύτιμους θησαυρούς, ως «λίθων πολυτίμων πολυτιμότερα», δύο άφθαρτα ιερά σκηνώματα, του αγίου Διονυσίου και προστάτη του νησιού και του αγίου Ιωσήφ του Ηγιασμένου του Σαμάκου του Κρητός. Το ιερό σκήνωμα του αγίου Ιωσήφ φυλάσσεται εδώ και πεντακόσια χρόνια στον Ιερό Ναό Παντοκράτορος Γαϊτανίου Ζακύνθου, το οποίο θαυματουργεί και αγιάζει τους ευλαβώς προσερχόμενους προσκυνητές.
Ο άγιος Ιωσήφ, ο επονομαζόμενος Σαμάκος, καταγόταν από την Κρήτη. Γεννήθηκε στο χωριό των Κεράμων της Σητείας στα 1440, στο σημερινό χωριό Αζωκέραμο, από ευσεβείς γονείς και πλούσιους, οι οποίοι τον μεγάλωσαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Από μικρό παιδί είχε δείξει σημάδια ευσέβειας και αρετής, διακρινόμενος από όλα τα άλλα παιδιά του χωριού. Ο αγαπημένος του τόπος ήταν η εκκλησία του χωριού, όπου σύχναζε και βοηθούσε τον ιερέα. Ζητούσε από τους γονείς του να τον γνωρίσουν με σοφούς πνευματικούς δασκάλους για να μάθει την χριστιανική πίστη.
Όταν έγινε έφηβος τον παρέδωσαν στη μικρή Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, του Δερματάνου, όπως πολλοί το ήξεραν. Αυτό βρισκόταν κοντά στη θάλασσα, στον Χάνδακα (Ηράκλειο), όπου ζούσε ένας ενάρετος και σοφός μοναχός. Αυτός τον μύησε στην ορθόδοξη πνευματικότητα και του έμαθε τα πρώτα γράμματα. Κοντά σ’ αυτόν του γεννήθηκε η επιθυμία να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή και να αφιερωθεί στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Εκεί ασκήθηκε στην καλλιγραφία, αποκτώντας το χάρισμα και την ικανότητα να αντιγράφει και να καλλιτεχνεί εκκλησιαστικά και πατερικά βιβλία, σε μια εποχή που ήταν ακόμη άγνωστη η τυπογραφία.
Ύστερα από λίγο καιρό κοιμήθηκαν οι γονείς του. Χωρίς υποχρεώσεις και δεσμεύσεις ήταν ελεύθερος να πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Μοίρασε την μεγάλη πατρική του περιουσία στους φτωχούς και σε μοναστήρια της περιοχής και αποφάσισε να γίνει μοναχός. Πήγε στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, στον αγαπημένο του δάσκαλο και του ζήτησε να τον δεχθεί στην αδελφότητα.
Ο πνευματικός του βλέποντας την πνευματική του πρόοδο τον χειροθέτησε μοναχό δίνοντάς του το όνομα Ιωσήφ. Επιδόθηκε σε σκληρούς αγώνες, προκειμένου να απαλλαχτεί από τα πάθη του και να ζήσει την κατά Χριστόν ζωή με ακρίβεια. Στη συνέχεια χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, διακρινόμενος για την ευλάβειά του και την ταπεινοφροσύνη του.
Μετά το θάνατο του γέροντος πνευματικού του ανέλαβε ηγούμενος της Μονής του. Μάλιστα επέδειξε μεγάλη ικανότητα, ζήλο και διάκριση, ώστε έγινε αγαπητός από την αδελφότητα και η φήμη του διαδόθηκε σερ όλη την περιοχή.
Αργότερα ικανοποίησε παιδική του επιθυμία να επισκεφτεί τα θεοβάδιστα ιερά προσκυνήματα των Αγίων Τόπων, όπου έμεινε για αρκετό καιρό στα θεοβάδιστα μέρη, όπου βάδισε και έζησε ο Κύριος. Εκεί γνώρισε αγίους και ενάρετους ανθρώπους, από τους οποίους έλαβε ευλογία, δύναμη και σοφία. Η διαμονή του στους Αγίους Τόπους έντεινε τον πνευματικό του αγώνα και καλλιέργησε στην ψυχή του την χριστιανική υποχρέωση της φιλανθρωπίας.
Όταν γύρισε στη Μονή του, άρχισε ένα μεγάλο έργο φιλανθρωπίας, διότι είχε τη βεβαιότητα ότι στα πρόσωπα των ενδεών ανθρώπων ευεργετούσε το Χριστό. Μοίραζε αδιάκοπα ό, τι υπήρχε στο μοναστήρι, ώστε πολλές φορές έμεινε ο ίδιος νηστικός προκειμένου να θρέψει τους ενδεείς της περιοχής. Επισκεπτόταν ασθενείς, στους οποίους προσεύχονταν με θέρμη για την αποκατάσταση της υγείας τους, φυλακισμένους, τους οποίους εμψύχωνε και στήριζε και κάθε πονεμένη ψυχή, παρηγορούσε. Σε πολλές περιπτώσεις θαυματουργούσε, όπως λ. χ. προμηθεύονταν θαυματουργικώς πρόσφορα για τη Θεία Λειτουργία.
Η αδιάκοπη άσκηση, η νηστεία, οι αγρυπνίες και η κόπωση έφθειραν το αγιασμένο σώμα του. Στις 22 Ιανουαρίου του 1511, σε ηλικία 70 ετών κοιμήθηκε ειρηνικά και ενταφιάστηκε στην αγαπημένη του Μονή. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε ανακομιδή των λειψάνων του βρέθηκε το σώμα του άφθορο και αναλλοίωτο, κάνοντας άπειρα θαύματα. Η συνεχής θεραπεία πλήθους ασθενών, τυφλών και δαιμονισμένων και μετά την κοίμησή του, καθιέρωσε ευρύτατα την φήμη του ως θαυματουργού. Στα 1669 οι Αγαρηνοί κατέλαβαν την Κρήτη. Για να μην το καταστρέψουν, ο ευλαβής κληρικός Αντώνιος Αρμάκης το μετέφερε, στις 29 Αυγούστου του ιδίου έτους, στη Ζάκυνθο, όπου το τοποθέτησε στην Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Μαντινειού στα Ξηροβούνια Γαϊτανίου, όπου έμεινε ως το 1915. Κατόπιν μεταφέρθηκε στον Ενοριακό Ιερό Ναό του παντοκράτορος Γαϊτανίου και παραμένει ως τα σήμερα θαυματουργώντας. Η μνήμη του εορτάζεται στις 22 Ιανουαρίου.
Ο άγιος Ιωσήφ Σαμάκος κλήθηκε ηγιασμένος, διότι πράγματι ολόκληρη η ζωή του ήταν ένας συνεχής αγώνας αγιασμού από τις άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος. Υπήρξε πολύτιμο σκεύος της θείας χάριτος. Φανερή εικόνα της αγιότητάς του ήταν η παροιμιώδης φιλανθρωπία του. Έκανε πράξη την υποχρέωσή να είναι φιλάνθρωπος. Ο Αδελφόθεος Ιάκωβος μας βεβαιώνει πως όλα τα αγαθά μας τα στέλνει ο Ουράνιος Πατέρας μας. Είναι δώρα από Εκείνον για μας, για να μπορούμε να ζούμε και να απολαμβάνουμε τις δωρεές Του, όλοι μας χωρίς την παραμικρή διάκριση. Κατά συνέπεια: δεν είμαστε ιδιοκτήτες τους, αλλά διαχειριστές τους. Ο Μέγας Βασίλειος έγραψε πως ό, τι μας περισσεύει και το κρύβουμε στις αποθήκες μας είναι σαν να το κλέβουμε από εκείνους που το στερούνται. Το περίσσευμά μας είναι το υστέρημα του άλλου και ως εκ τούτου, αν θέλουμε να θεωρούμε τον εαυτό μας καλό χριστιανό, θα πρέπει να το αποδώσουμε σε εκείνον που ανήκει! Αυτό έκανε σε όλη του τη ζωή ο άγιος Ιωσήφ Σαμάκος. Όχι μόνον δεν κατακρατούσε τα περισσεύματα στις αποθήκες της Μονής, αλλά έδινε και από τα απαραίτητα που είχε ανάγκη ο ίδιος. Προτιμούσε όπως προαναφέραμε, να μένει νηστικός και ρακένδυτος ο ίδιος και να χορτάσει και να ντύσει τους ενδεείς.
Σήμερα ζούμε δυστυχώς όλοι μας μια δύσκολη περίσταση, όπου η ανέχεια έχει χτυπήσει την πόρτα πολλών συνανθρώπων μας. Η αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία των αδελφών μας κάνουν το χριστιανικό μας καθήκον και βοηθούν τους φτωχούς και πεινασμένους. Αλλά υπάρχουν και πολλοί που περιχαρακώνονται στην αυτάρκειά τους και αδιαφορούν για την πείνα και την ανέχεια των αδελφών μας. Αν ζούσε στις μέρες μας ο άγιος Ιωσήφ θα έμπαινε πρώτος στη σειρά για αν δώσει το καλό παράδειγμα σε όσους αδιαφορούν για την αρετή και την υποχρέωση της φιλανθρωπίας.