Στέφανου Κισσιώτη
θεολόγου
Ἡ Παράδοση
Ὅποιος προσπαθήσει νὰ περιγράψει τὴν ἔννοια τῆς Παράδοσης ἑνὸς λαοῦ, βρίσκεται σὲ δύσκολη θέση. Ὁ ὁρισμός του εἶναι σίγουρα περιγραφικός. Ἡ οὐσία τῆς Παράδοσης ὑπεκφεύγει· μένει μόνο ἡ περιγραφή, οἱ ἐκδηλώσεις, τὰ φαινόμενα… Ἡ προσπάθεια αὐτὴ μοιάζει μὲ ἐκείνη τῶν εἰδικῶν, ποὺ προσπαθοῦν νὰ ὁρίσουν τὴ ζωὴ καὶ πετυχαίνουν μόνο νὰ τὴν περιγράψουν… μέσῳ τῶν ἐκδηλώσεών της. Ἐμεῖς λοιπὸν θὰ λέγαμε πὼς Παράδοση ἑνὸς λαοῦ, καὶ στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τοῦ λαοῦ μας, εἶναι ὅ,τι ἐκφράζει μέσα στοὺς αἰῶνες τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, τὶς ἀξίες καὶ τὰ στοιχεῖα τοῦ πολιτισμοῦ του.
Ἡ Παράδοση τοῦ λαοῦ μας εἶναι χωρισμένη σὲ δύο μεγάλα κομμάτια. Τὸ ἕνα προέρχεται ἀπὸ τὴν πρὸ Χριστοῦ ἐποχὴ καὶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὴν μετὰ Χριστόν. Ἡ πρώτη εἶναι εἰδωλολατρικὴ καὶ ἡ δεύτερη χριστιανική. Στὰ δύο αὐτὰ κομμάτια κάποτε συμβαίνει ἀλληλοπεριχώρηση. Δηλαδὴ στοιχεῖα εἰδωλολατρικὰ ἔχουν παρεισφρήσει στὰ χριστιανικά. Εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἀπομονωθοῦν αὐτὰ τὰ στοιχεῖα. Μέσα στὸν χρόνο ἔγινε τὸ «πάντρεμα» ἀπὸ τὸν λαό, ποὺ καμμιὰ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχὴ δὲν μπόρεσε νὰ ξεχωρίσει. Μάλιστα, κάποιες περιόδους τὸ ἦθος τῶν χριστιανῶν δέχεται ἰσχυρότατη ἐπίδραση ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ – εἰδωλολατρικὰ ἔθιμα. Τέτοια περίοδος εἶναι αὐτὴ τοῦ Τριωδίου.
Ὅμως, κατὰ φυσικὴ συνέπεια τὰ στοιχεῖα ποὺ ὑπερτεροῦν εἶναι τὰ χριστιανικά, τὰ ὁποῖα μάλιστα εἶναι καὶ ζωντανά. Αὐτὰ ἐπηρεάζουν τὸν ἐτήσιο κύκλο ἑορτῶν, πανηγύρεων, ἐκδηλώσεων, ἀργιῶν, ἀκόμη καὶ τὴν κίνηση τῆς ἀγορᾶς, καὶ τελικὰ τὴν ἴδια τὴ ζωή μας. Ἔτσι ὁ λαὸς μας πορεύεται μέσα στὸν χρόνο, χαίρεται, διασκεδάζει, γιορτάζει, ἐνισχύεται πνευματικά, ἀναβαθμίζεται καὶ ἐνδυναμώνεται ἐθνικά, ξαναβρίσκει τὸν χαμένο ἑαυτό του, ἀποκαθιστᾶ τὶς σχέσεις του μὲ τοὺς συνανθρώπους του, μετανοεῖ, ἁγιάζεται… μέσα ἀπὸ ὅσα τοῦ ἑτοίμασαν οἱ αἰῶνες ὡς Παράδοση, μὲ ὅ,τι τοῦ παρέδωσαν μέχρι σήμερα οἱ αἰῶνες ζωντανά.
Οἱ εἰσαγόμενες ἰδεολογίες
Αὐτή μας τὴν Παράδοση, μὲ ὅλο τὸ πλούσιο περιεχόμενο ποὺ ἔχει, κάποιοι συνάνθρωποί μας τὴν ἀπορρίπτουν. Πρόκειται γιὰ μία ἱστορία ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὰ χρόνια της Γαλλικῆς Ἐπανάστασης περίπου, καὶ μέσα ἀπὸ διάφορες μεταμορφώσεις καὶ ἀνατροφοδοσίες, φτάνει μέχρι τὶς ἡμέρες μας.
Ὅπως κάποιοι εἶναι μουσουλμάνοι, κάποιοι βουδιστές, κάποιοι ἄλλοι Ἑβραῖοι στὸ θρήσκευμα, ἔτσι καὶ κάποιοι ἄλλοι εἶναι ἢ λένε πὼς εἶναι ἄθεοι. Πρόκειται γιὰ ἕνα φαινόμενο ἀπόλυτα σεβαστό. Ἡ κατηγορία αὐτὴ τῶν συνανθρώπων μας, πέρα ἀπὸ τὶς ἰδεολογίες ποὺ ἀποδέχεται ἢ τὰ αἴτια ποὺ τὴν ὁδήγησαν στὴν ἀθεΐα, εἶναι ξεκομμένη ἀπὸ τὴν παράδοση τοῦ λαοῦ μας.
Χωρὶς νὰ θέλουμε νὰ μποῦμε στὴν περιπέτεια μιᾶς ἀτέρμονης συζήτησης γιὰ τὸ θέμα τῆς ἀθεΐας, τὸ μόνο ποὺ ἐπισημαίνουμε, εἶναι πὼς στὴ δική μας πνευματικὴ παράδοση, δὲν ὑπάρχει ἱστορικὸ προηγούμενο. Ὁ ὀρθόδοξος χῶρος μέσα ἀπὸ τὴν ἀποφατικὴ θεολογία καὶ τὴν ἀφαίρεση στὴν Τέχνη καλύπτει πλήρως τὶς «ἀπαιτήσεις», ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφράσει ἕνας «ἄθεος» τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς. Ὅμως τὸ φαινόμενο τῆς σύγχρονης ἀθεΐας εἶναι καθαρὰ εἰσαγόμενο. Δὲν εἶναι αὐτοφυές. Δὲν γεννήθηκε στὴν πνευματική μας ἀτμόσφαιρα. Τέτοια φαινόμενα, ὅπως εἴπαμε, εἰσήχθησαν ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καὶ τὶς ἰδέες τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ πολλαπλασιάστηκαν τὴν περίοδο τοῦ «ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ», ὅπου ἔγινε συστηματικὴ- «ἐπιστημονικὴ» προσπάθεια νὰ καταργηθεῖ ἡ πίστη, ἰδιαίτερα ἡ χριστιανικὴ πίστη, μὲ πολλοὺς τρόπους… ὄχι καὶ τόσο δημοκρατικούς. Τότε ὁ ἱστορικὸς ὑλισμός… βρῆκε τὴ δικαίωσή του.
Ἡ ὀδύνη τῶν ἑορτῶν
Πέρα ὅμως, ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς συγκυρίες καὶ τὶς αἰτίες, στὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα τῶν Ἑλλήνων, ὅπου ὁ βίος εἶναι ἑόρτιος καὶ χαρούμενος καὶ ἡ καρδιὰ καὶ οἱ σχέσεις τῶν ἀνθρώπων θάλλουν, πῶς μπορεῖ νὰ ζεῖ κανεὶς στὴ μιζέρια μίας «ἄρνησης», δηλαδὴ στὴν ἄρνηση τῆς «ζωῆς» καὶ τοῦ «φωτός»;
Ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ζωὴ εἶναι ἕνα κάλεσμα σὲ πανηγύρι καὶ χαρά. Κυριολεκτικὰ ἡ ζωὴ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ τῆς ζωῆς, τοῦ φωτός, τῆς κοινωνικότητας καὶ τῆς ἀγάπης, γίνεται ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι καλοῦνται σὲ ὑπέρβαση τοῦ «ἐγώ» τους, δηλαδὴ σὲ κοινωνικότητα καὶ θεϊκὴ μέθεξη, γιὰ νὰ γίνουν μέτοχοι τῆς ζωῆς αὐτοῦ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἡ παράδοση τοῦ λαοῦ μας, ὅπως αὐτὴ διαμορφώθηκε καὶ ὑπάρχει ζῶσα μέχρι σήμερα, ξέρει νὰ σὲ ξεκουράζει, νὰ σοῦ γεμίζει τὶς «μπαταρίες» πνευματικά, νὰ σὲ κοινωνικοποιεῖ καὶ νὰ σοῦ δίνει χαρὰ καὶ κουράγιο.
Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη ποὺ διαμορφώνει τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, δὲν εἶναι ἡ ψευδαίσθηση κάποιων ὀνειροπόλων, ἀλλὰ γεγονὸς ζωῆς. Σὲ ἀντίθετη περίπτωση, ὅποιος ἀρνεῖται τὴν Παράδοση, νιώθει στὸ «πετσί» του τὴν «ἐκδίκησή» της. Δηλαδή, τὸ κενό, τὴ μοναξιά, τὴν ἀλλοτρίωση.
Ἴσως αὐτὸ νὰ εἶναι καὶ τὸ μεγαλύτερο δῶρο ποὺ μπορεῖ νὰ προσφέρει μὲ ἀγάπη σὲ ὅσους τὴν ἀρνοῦνται, γιὰ νὰ ἀρχίσουν, τελικά…. Μαζί της