Η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου τον Δεκέμβριο 2023 και η υπογραφή της «Διακήρυξης των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας» προκάλεσε αναρίθμητες παρεμβάσεις, σχόλια και δηλώσεις διαφορετικών οπτικών που αποκρυστάλλωσαν τις εκατέρωθεν αλλά και ενδιάμεσες απόψεις για τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. Ανεξάρτητα συνηγορίας ή διαφωνίας για την πολιτική που υιοθετήθηκε, διευκρινίζεται εξαρχής ότι το σύντομο κείμενο που ακολουθεί δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις αλλά σε προσανατολισμούς της στρατηγικής κάθε βιώσιμου κράτους από την εκάστοτε πολιτική εξουσία. Μια αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική ενός αμυνόμενου κράτους κατά του οποίου εκτοξεύονται αναθεωρητικές απειλές για την εθνική ασφάλεια και την ακεραιότητα της Επικράτειας προϋποθέτουν πολιτικά και στρατηγικά ορθολογιστικές προσεγγίσεις.
Στην στρατηγική ανάλυση ορθολογιστικές προσεγγίσεις είναι εκείνες οι οποίες πάνω στην πλάστιγγα κόστους / οφέλους εναλλακτικών στρατηγικών σχεδίων υιοθετούνται αποφάσεις που προκαλούν όφελος. Επιπρόσθετα, αυτονόητα υπάρχουν κόκκινες γραμμές που αφορούν τις πρόνοιες των Συνθηκών που οριοθετούν τα σύνορα της Επικράτειας.
Είναι γενικά αποδεκτό, εδραιωμένο και ιστορικά επιβεβαιωμένο, επίσης, ότι εάν μεταξύ αποτροπής των απειλών και κατευνασμού του αναθεωρητικού κράτους υιοθετείται κατευνασμός έχουμε πόλεμο ή ήττα χωρίς πολεμική σύρραξη. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτονόητα και εξ αντικειμένου, κόκκινη γραμμή είναι και η αποκατάσταση της διεθνούς τάξης στην Μεγαλόνησο Κύπρο, όπου βρίσκεται το ένα δέκατο του Ελληνισμού. Εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών ανακατατάξεων η αποδοχή σχεδίων που αναπόδραστα θα προκαλέσουν Τουρκική επικυριαρχία στην Μεγαλόνησο σημαίνει ανακατανομή ρόλων και συμφερόντων βαθύτατων αρνητικών προεκτάσεων για την Ελλάδα.
Υπό το πιο πάνω αντικειμενικό και ρεαλιστικό πρίσμα -και όπως ισχύει για κάθε άλλο κράτος που αντιμετωπίζει τα ίδια ή παρόμοια προβλήματα- η υιοθέτηση στρατηγικών προσανατολισμών και αποφάσεων που διασφαλίζουν την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα στην Θράκη, το Αιγαίο και την Κύπρο είναι μονόδρομος. Αφορούν διαχρονικές τυπολογίες και διαχρονικά αξιώματα εντός κάθε κρατοκεντρικού συστήματος τα οποία εάν αγνοηθούν οι προσανατολισμοί και οι αποφάσεις είναι ανορθολογικοί και αναπόδραστα ζημιογόνοι.
Κατά πρώτον, κάθε έγκυρος αναλυτής της διεθνούς πολιτικής υπογραμμίζει ότι βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος το οποίο διαθέτει επαρκή ισχύ [και αξιόπιστη εθνική στρατηγική] για να εκπληρώσει τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου που αφορούν την Επικράτειά του (Hans Morgenthau). Εάν δεν διαθέτει επαρκή ισχύ απαιτείται ανεξαρτήτως κόστους να την αποκτήσει σε βαθμό και έκταση που δημιουργούνται προϋποθέσεις αξιόπιστης αποτρεπτικών στρατηγικών επιλογών.
Σε κάθε περίπτωση ποτέ και κανένα αξιόπιστο κράτος δεν εγκαταλείπει έστω και μια ίντσα της κρατικής Επικράτειας που προβλέπουν οι Συνθήκες και το Διεθνές Δίκαιο. Για παράδειγμα, υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος που δεν άσκησε αυτό το δικαίωμα, η Αιγιαλίτιδα ζώνη είναι μονομερές δικαίωμα. Μουρμουρητά και παραμιλητά για παραλείψεις και ευθύνες δεν μπορούν να τίθενται και το μόνο που μπορεί να συζητείται είναι η αδιαπραγμάτευτη επέκταση της Αιγιαλίτιδας ζώνης.
Δεύτερον, το τουρκικό casus belli αποτελεί ακραία παράνομη πράξη ιδιαίτερα επειδή αφορά την κυριαρχία της Ελληνικής Επικράτειας που προβλέπουν οι Συνθήκες. Λογικά και ορθολογιστικά κάθε κράτος που έτσι απειλείται:
- Καταγγέλλει το κράτος που παρανομεί σε όλους τους αρμόδιους θεσμούς, σε όλους τους οργανισμούς και συμμαχίες που συμμετέχει και σε όλα τις ενδιαφερόμενες δυνάμεις.
- Δηλώνει ότι το casus belli για το αμυνόμενο κράτος δεν ισχύει και αναγγέλλει την επικείμενη επέκταση της Αιγιαλίτιδας ζώνης προειδοποιώντας ότι θα υπεραμυνθεί τα σύνορα που προβλέπουν οι Συνθήκες.
- Δεν συνομιλεί παρά μόνο τυπικά και με «σφιγμένα δόντια» κατά όποιου κράτους έτσι απειλεί με πόλεμο.
- Αυτονόητα η κοινωνία και όλο το πολιτικό σύστημα ομόφωνα θεωρεί θέσφατο την προάσπιση των συνόρων που προβλέπει το διεθνές δίκαιο.
- Εάν δεν αποσυρθεί το ακραία παράνομο, ακραία αναθεωρητικό και ακραία απειλητικό casus belli εξ αντικειμένου είναι αλλόκοτο να υπογράφονται σύμφωνα φιλίας, πολύ περισσότερο να γίνονται θολές διατυπώσεις για ζητήματα που αφορούν την κρατική κυριαρχία και το διεθνές δίκαιο.
Τρίτον, για όλα τα άλλα ζητήματα που τίθενται αναθεωρητικές αξιώσεις ανακοινώνεται η ετοιμότητα προσφυγή στους αρμόδιους διεθνείς θεσμούς (και μόνο στους αρμόδιους χωρίς «προσύμφωνα» που θα προδικάζουν τις αποφάσεις).
Τέταρτον, στην Μεγαλόνησο Κύπρο πέραν του γεγονότος ότι κατοικεί το ένα δέκατο του Ελληνισμού
α) η Ελλάδα είναι εγγυήτρια δύναμη,
β) η Τουρκία παραβιάζει κατάφωρα την διεθνή τάξη,
γ) οι υποχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις με το πιστόλι των στρατευμάτων κατοχής στον κρόταφο δεν είναι δεσμευτικές (Πρέσβης Δούντας ορθά υπογράμμισε: Σε όλες τις διαπραγματεύσεις οι πολιτικές υποχωρήσεις αποσύρονται και οι νέες γίνονται από μηδενική βάση),
δ) ως προς το τελευταίο σημείο,. το Συμβούλιο Ασφαλείας με όρους αρμοδιοτήτων που ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ (άρθρο 2 Κεφάλαιο Ι) δεν έχει δικαίωμα να ορίζει την εσωτερική τάξη των κρατών-μελών. Η μόνη αρμοδιότητά του είναι η αποκατάσταση της διεθνούς τάξης που παραβιάστηκε και στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας οι μόνες αποφάσεις του ΣΑ που ισχύουν είναι αυτές του 1974, 1975 και 1983 όπου ρητά υιοθετείται η θέση ότι
1. τα τετελεσμένα είναι παράνομα καλούν να τερματιστούν,
2. τα τετελεσμένα δεν θα αποτελέσουν προϋπόθεση «λύσης» και το μόνο αναγνωρισμένο κράτος είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και
3. η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα όπως εξάλλου ορίζεται ρητά στην πράξη προσχώρησης της ΚΔ στην ΕΕ ισχύει για όλη την Επικράτειά της συμπεριλαμβανομένων των παράνομων κατεχομένων.
Πέμπτο, για να σταθούμε ακόμη περισσότερο στο κυπριακό, υπάρχουν και τα εξής αλληλένδετα ζητήματα μείζονος σημασίας:
α) η Τουρκία διατηρεί δεκάδες χιλιάδες παράνομα στρατεύματα στο έδαφος της ΚΔ,
β) πέραν των εγκλημάτων του 1974 έφερε χιλιάδες εποίκους οι οποίοι στην βάση της Συνθήκης της Γενεύης είναι επίσης έγκλημα πολέμου,
γ) δημιούργησε στρατιωτικές βάσεις και συνεχίζει να δημιουργεί νέες και
δ) ανήγγειλε ότι απαιτεί «2 κράτη» (όπως και η ΔΔΟ με πολιτική ισότητα είναι συγκυριαρχία με άλλα λόγια).
Νομικά, πολιτικά και στρατιωτικά η Ελλάδα όφειλε εδώ και δεκαετίες να λειτουργήσει με όρους νομιμότητας αλλά και εξ αντικειμένου νομιμοποιημένου στρατηγικού ορθολογισμού: Για την διασφάλιση της διεθνούς τάξης και της περιφερειακής σταθερότητας να αποστείλει τον ίδιο ακριβώς αριθμό στρατευμάτων στην Μεγαλόνησο, να δημιουργήσει στρατιωτικές βάσεις και να αναγγείλει ότι απορρίπτει ως εσαεί παράνομη τυχόν προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία.
Μια τέτοια νόμιμη και πολιτικά και στρατηγικά ορθολογιστική προσέγγιση αλλάζει συλλήβδην τους στρατηγικούς συσχετισμούς, οπότε λογικά η Άγκυρα θα σπεύσει αμέσως να δεχθεί την αποκατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλη την Επικράτειά της και την εφαρμογή της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.
Εάν η Τουρκία δεν το πράξει αφενός η Ελλάδα θα αυξήσει την ασφάλεια του ενός δέκατου του Ελληνισμού και αφετέρου θα διαθέτει στρατηγικό πλεονέκτημα. Ταυτόχρονα, όσο και εάν αυτό διαρκέσει, ευκαιρίας δοθείσης θα μπορούσε να απελευθερωθεί η Κυπριακή Δημοκρατία από ξένες δυνάμεις και να εφαρμόσει την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα.
Όσον δε αφορά τα προαναφερθέντα για ανακοινωθέντα φιλίας είναι κυριολεκτικά περίεργο να μην γίνεται αναφορά στην διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Εάν τα πιο πάνω στο πλαίσιο των συζητήσεων στην Ελλάδα και Κύπρο θεωρηθούν «επαναστατική προσέγγιση», εξ αντικειμένου νομικά, πολιτικά και στρατηγικά υποδηλώνεται ύπαρξη ακραίου ανορθολογισμού που οδηγεί τους σύγχρονους Έλληνες σε ακραία επικίνδυνους προσανατολισμούς.
Φωνασκίες και παραμιλητά του είδους «πόλεμο θέλετε» ή «είναι ελληναράδες» όποιοι μιλούν για αξιόπιστη εθνική στρατηγική δεν είναι συμβατά με την ανάγκη ένα κράτος να υιοθετεί ορθολογιστικούς προσανατολισμούς που διασφαλίζουν την Επικράτεια, τους πολίτες και τους ομοεθνείς.
Ως προς αυτό κάνουμε απολύτως σαφές ότι δεν γνωρίζουμε κανένα βιώσιμο κράτος του οποίου η κοινωνία και η πολιτική εξουσία δεν θα υιοθετούσε προσανατολισμούς όπως οι πιο πάνω και λήψη αποφάσεων που βελτιώνουν τις προϋποθέσεις εθνικής ασφάλειας, εθνικής ακεραιότητας και επιβίωσης του ενός δέκατου του έθνους (στην Κύπρο). Διόλου τυχαία, στην στρατηγική ανάλυση, αξιόπιστο κράτος θεωρείται εκείνο το οποίο υιοθετεί στρατηγικές αποφάσεις που διασφαλίζουν την Επικράτεια που ορίζεται από την διεθνή τάξη και που διασφαλίζει ακόμη και ένα πολίτη του ή ομοεθνή του.
α) δεν ξοδεύεται ούτε ένα ευρώ λιγότερο ή περισσότερο από ότι είναι αναγκαίο για ποιοτική και ποσοτική επάρκεια πολεμικών μέσων,
β) υπάρχει μέριμνα διαρκούς απόκτησης γνώσης τόσο από την πολιτική ηγεσία όσο και την στρατιωτική ηγεσία ως προϋπόθεση αξιόμαχων ΕΔ,
γ) εάν δεν υπάρχουν δημιουργούνται κρατικά επιτελεία τα οποία διαρκώς επεξεργάζονται και διαρκώς βελτιώνουν σχέδια και εναλλακτικές αποφάσεις που προκαλούν όφελος και όχι κόστος,
δ) υπάρχει μέριμνα για υποστηρικτική οικονομική υποδομή και ικανοποιητική αυτονομία για εξοπλιστικές δομές σε κρίσιμους τομείς,
στ) καλλιεργείται η γνώση και η επίγνωση για το ισχύει στο υπάρχουν διεθνές σύστημα και όχι κάποιο υποθετικό εάν όχι και φαντασιόπληκτα προσδιορισμένο,
ζ) όσον αφορά τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα υπάρχει μέριμνα για σταθερότητα στόχων και προσεγγίσεων ανεξάρτητα πολιτικών διακυμάνσεων,
η) υπάρχει μέριμνα για αποτελεσματική διαχρονική συνεργασία πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας,
θ) γίνεται σε όλους ξεκάθαρο ότι υπάρχει ετοιμότητα και αποφασιστικότητα της πολιτικής ηγεσίας και τη κοινωνίας για την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος,
ι) υπάρχει μέριμνα για μυστικές υπηρεσίες που διασφαλίζουν επαρκείς πληροφορίες επί ζητημάτων που αφορούν την εθνική ασφάλεια και την χάραξη επιτελικών σχεδίων και
Εξαιρετικά σημαντικό είναι επίσης, η καλλιέργεια αξιόπιστων συμμαχικών συγκλίσεων αλλά και μέριμνα για διαρκείς συναλλαγές με όλα τα κράτη και κυρίως με τις μεγάλες δυνάμεις εντός συμμαχιών ή διεθνών θεσμών*. Ως προς αυτό στις συνομιλίες με ηγέτες και αντιπροσώπους άλλων κρατών
α) ποτέ και καμιά υποχώρηση δεν γίνεται όσον αφορά την ακεραιότητα της Επικράτειας που προβλέπει το διεθνές δίκαιο και οι Συνθήκες
β) εντός και εκτός των θεσμών και συμμαχιών που συμμετέχει συναλλάσσεται ως ισότιμο και κυρίαρχο κράτος επιδιώκοντας ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις ενώ ποτέ δεν κάνει συναλλαγές επί ζητημάτων που αφορούν τα μείζονα εθνικά συμφέροντα και την ακεραιότητα της Επικράτειας που ορίζουν οι Συνθήκες και το διεθνές δίκαιο.
Τα πιο πάνω προσφέρονται ως τροφή για σκέψη επί ζητημάτων που αφορούν έσχατες λογικές για κάθε κράτος. Η συνηγορία ή η αντίκρουση οφείλει να γίνεται με τεκμηριωμένα επιχειρήματα και όχι με αφορισμούς, συνθήματα και επικοινωνιακά τεχνάσματα. Ασφαλώς είναι δεδομένο ότι κάθε τεκμηριωμένο αντίθετο επιχείρημα είναι καλοδεχούμενο. Η κοινωνία και οι πολιτικές εξουσίες έχουν τον λόγο και το δικαστήριο των εθνών είναι η ιστορία.