Περπατήσαμε µαζί του στα στενά της Ξάνθης, όπου συχνά ακούγονταν κουβέντες στα τουρκικά. Καθίσαμε σε ένα καφενείο. Και συζητήσαμε για την κοινότητα που εκπροσωπεί. Για τους 40.000 Πομάκους, που προσπαθούσαν και προσπαθούν να βρουν τη δική τους ταυτότητα σαν μειονότητα μέσα στη μειονότητα. Ο Ιμάμ Αχμέτ είναι πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Πομάκων και εκδότης της πομακικής εφημερίδας «Ζαγάλισα». Στη συζήτησή του με την «Κ» ξετυλίγονται οι διαχρονικές ελλείψεις του ελληνικού κράτους, που επέτρεψαν στην Τουρκία να διεισδύσει στην πομακική κοινότητα. Αλλά και οι εκλογικές ιδιαιτερότητες της Θράκης, που μόλις το τελευταίο διάστημα άρχισαν να απασχολούν πάλι την επικαιρότητα.
Η εκπαίδευση
«Η Τουρκία ισχυρίζεται πως υπάρχει μία μειονότητα, 130.000 πληθυσμού, και πως είναι τουρκική», λέει ο Ιμάμ Αχμέτ. «Εμένα που είμαι Πομάκος με υπολογίζει μαζί με τους αθίγγανους του Δροσερού, δηλαδή τους Ρομά. Η μειονότητα δεν αποτελείται μόνο από Πομάκους. Για την ελληνική και την τουρκική κυβέρνηση δεν υπάρχει η λέξη “Πομάκος”. Φοβούνται ακόμα και να την προφέρουν. Εγώ μέχρι σήμερα δεν άκουσα από κανένα νομάρχη, δήμαρχο, ή από κανένα υπουργό να αναφέρει τη λέξη “Πομάκος”, ενώ μερικές φορές αναφέρονται στα Πομακοχώρια αποφεύγοντας τη λέξη και λένε στην “ορεινή περιοχή”.
»Για μένα που είμαι Eλληνας πολίτης, είναι προσβλητικό όταν πηγαίνω στην Ευρώπη να με αποκαλούν μουσουλμάνο, γιατί υπάρχει ισλαμοφοβία και ξενοφοβία και αυτούς που ονομάζονται Χασάν, Χουσεΐν, Αχμέτ, Μεχμέτ τους αντιμετωπίζουν σαν να είναι Τούρκοι και δυνητικά επικίνδυνοι τρομοκράτες. Οπότε, δεν δέχομαι αυτό που λέει η ελληνική κυβέρνηση, για “μουσουλμανική μειονότητα”. Δεν υπάρχει “μουσουλμανική μειονότητα”. Είμαστε Eλληνες πολίτες, Πομάκοι στην καταγωγή, μουσουλμάνοι, αλλά δεν είμαστε το ίδιο με τους αθίγγανους οι οποίοι δεν είναι μουσουλμάνοι, όπως αντίστοιχα και με τους Πομάκους στα ορεινά της Δράμας και των Σερρών, με τους οποίους μιλάμε την ίδια γλώσσα αλλά είναι χριστιανοί. Οπότε δεν πρέπει να μας χωρίζουν και να λένε Έλληνες χριστιανοί και μη Eλληνες».
Όπως αναφέρει ο Ιμάμ, «οι Τούρκοι τα 500 χρόνια σκλαβιάς δεν κατάφεραν να μας κάνουν Τούρκους. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες προσπαθούν να μας κάνουν Τούρκους. Εχουν επενδύσει σε αυτόν τον τομέα, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν πομακικά χωριά και μας υπολογίζουν μαζί με τους τουρκογενείς από τον κάμπο της Ξάνθης, τους οποίους ονομάζω λοιπούς μουσουλμάνους.
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση εφαρμόζει την πολιτική της με τη λογική της “μουσουλμανικής μειονότητας”. Καθώς δεν υπάρχει μουσουλμανική γλώσσα αναγκάζουν το μουσουλμανόπαιδο, από την πρώτη μέρα στο σχολείο, να μαθαίνει ως μητρική γλώσσα την τουρκική και την ελληνική σαν κοινή γλώσσα, δηλαδή ως γλώσσα του χώρου στον οποίο ζει.
Εγώ έκανα 21 χρόνια δάσκαλος και το ελληνικό κράτος με υποχρέωνε να διδάξω τα τουρκικά και να μην τους διδάσκω τα πομακικά. Οι πολιτικοί ισχυρίζονται ότι η γλώσσα της μειονότητας πρέπει να είναι δίγλωσση, ελληνική και τουρκική. Εμείς όμως, οι Πομάκοι, μιλούμε τα πομακικά, η γλώσσα μας είναι τα πομακικά. Εξ ου και ο σύλλογος των Πομάκων ιδρύθηκε για να αναχαιτίσουμε την τουρκοποίηση, την αφομοίωση των Πομάκων από τους Τούρκους. Σε καμία περίπτωση δεν είμαστε Τούρκοι.
Δυστυχώς, οι 40.000 Πομάκοι και τα παιδιά τους που πηγαίνουν στο σχολείο και μαθαίνουν τα τουρκικά έχουν αρχίσει να νιώθουν Τούρκοι. Επίσης, επί δεκαετίες δεν υπήρχε ελληνική τηλεόραση στον ορεινό όγκο και έβλεπαν με δορυφορικά πιάτα μόνο τα τουρκικά κανάλια. Επιπλέον, το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής, η Τουρκία δηλαδή, έχει ανοίξει φροντιστήρια με την επωνυμία “Kuran Kursu”, δηλαδή φροντιστήρια εκμάθησης του Κορανίου, διότι στα μειονοτικά σχολεία δεν διδάσκεται το Κοράνιο. Επιπρόσθετα, το προξενείο έχει διορίσει στα πομακικά χωριά Τούρκους δασκάλους να κάνουν, δήθεν, φροντιστήρια και σε κάθε τζαμί που λειτουργεί έχουν ιερέα Τούρκο, δηλαδή άτομα που έχουν σπουδάσει στην Τουρκία. Ενα από τα λάθη της Ελλάδας είναι πως δεν ίδρυσε μουσουλμανικές ιερατικές σχολές όπως η Βουλγαρία και η Σερβία».
Η προπαγάνδα
«Υπάρχουν και άλλα φροντιστήρια, όπως πληροφορικής, κοπτικής-ραπτικής, καθώς και τουρκο-ισλαμικής κουλτούρας. Επίσης, υπάρχουν οι “Kanaat Türkçelerim”, οι λεγόμενοι “διαμορφωτές της κοινής γνώμης” που έχουν φοιτήσει ως ιεροκήρυκες σε τουρκικές σχολές και τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα πάνε στα τζαμιά και σε ειδικούς χώρους, στα βακούφια για διδασκαλία. Βέβαια, τις περισσότερες φορές για τις ανάγκες μεγαλύτερου ακροατηρίου πάνε στα τζαμιά. Αλλά όταν θέλουν να απευθυνθούν στον γυναικείο πληθυσμό της μειονότητας, τους φέρνουν σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, νοικιασμένους ή δωρεάν από το τουρκικό προξενείο. Το τουρκικό προξενείο έχει καταφέρει και ελέγχει γύρω στο 70%-80% της μειονότητας.
»Επίσης, στις πρόσφατες εκλογές της 21ης Μαΐου, αυτοί που ήρθαν να ψηφίσουν από την Τουρκία (Ελληνες με διπλή υπηκοότητα) σχημάτισαν ουρά 25 χιλιομέτρων στα σύνορα και ψήφισαν ειδικά στην Κομοτηνή (νομός Ροδόπης) και την ίδια μέρα έφυγαν, με αποτέλεσμα να αλλοιώσουν τη βούληση της τοπικής κοινωνίας. Αυτή τη φορά στη Θράκη το τουρκικό προξενείο προσπάθησε να βγάλει πέντε βουλευτές μουσουλμάνους. Βέβαια δεν τα κατάφερε, όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή ήταν υποψήφιοι που πρόσκεινται στον Φετουλάχ Γκιουλέν».
Το προξενείο και οι εκλογές
Το τελευταίο διάστημα η Νέα Δημοκρατία ήγειρε θέμα τουρκικού παρεμβατισμού στις εκλογές, επικαλούμενη τη στήριξη που είχαν οι υποψήφιοι του συριζα, Φερχάτ Οζγκιούρ στη Ροδόπη και Ζεϊμπέκ Χουσεΐν στην Ξάνθη για την ύπαρξη τουρκικής μειονότητας και πληθυσμού. Ο πρόεδρος των Πομάκων σχολιάζει ότι «η σύζυγος ενός υποψηφίου είναι υπάλληλος του τουρκικού προξενείου Κομοτηνής. Πληρώνεται σαν καθηγήτρια πληροφορικής. Ενας άλλος υποψήφιος βουλευτής, άλλου κόμματος, έχει διπλή υπηκοότητα, τουρκική και ελληνική. Δηλαδή άμα τον πεις Τούρκο δεν λες ψέματα, ενώ ο πατέρας του είναι Τούρκος πολίτης, δεν έχει αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια».
«Προωθεί το προξενείο υποψηφίους και πώς;», ρωτάμε. Ο Αχμέτ επικαλείται το παράδειγμα του βουλευτή Ιλχάν και την αντιμετώπιση που είχε δημοσίως. «Στο Ραμαζάνι, κάθε βράδυ, ο πρόξενος πήγαινε σε ένα χωριό για ιφτάρ (δείπνο). Εκεί, ο τοπικός άρχοντας με οδηγίες του προξενείου καλούσε τη μειονότητα, εκτός από αυτούς που δεν επιθυμούσε ο πρόξενος. Για παράδειγμα, στο χωριό Φωλιά Ροδόπης είχαν μια τέτοια βραδιά και πήγε ο Αχμέτ Ιλχάν (πρώην βουλευτής ΚΙΝΑΛ), τον γιουχάρανε, επειδή ο πρόξενος με τον πρώην δήμαρχο Ιάσμου, Οντέρ Μουμίν, ο οποίος αποπέμφθηκε, δεν τον ήθελαν. Αυτό εμμέσως πλην σαφώς δήλωνε πως “εγώ αυτόν τον υποψήφιο στηρίζω”.
Η παρουσία του προξένου στη δεξίωση του ιφτάρ, στο ίδιο τραπέζι με αυτούς, δήλωνε έμμεσα ποιους στηρίζει, και αν παρουσιαζόταν κάποιος ανεπιθύμητος του έλεγαν πως δεν έχει πρόσκληση. Το επιτελείο του προξένου είναι οι δάσκαλοι και οι ιερείς. Αυτοί αποτελούν τον μακρύ βραχίονα του προξενείου και δεν μπορείς να τους πολεμήσεις εύκολα γιατί βρίσκονται όλη την ημέρα μέσα στον κόσμο.
»Αν έρθει ένας Έλληνας πολιτικός θα μαζέψει 50 άτομα, αλλά άμα έρθει ο πρόξενος μαζεύονται 1.500. Αυτό συμβαίνει γιατί οι Ελληνες πολιτικοί θυμούνται την περιοχή μόνο προεκλογικά, ενώ δεν υπάρχει Τούρκος αρχηγός κόμματος ή υπουργός που να έχει έρθει στη Δυτική Θράκη και να μην πάει στα χωριά. Αντίθετα, οι δικοί μας δεν πηγαίνουν.
»Οι υπηρεσίες του προξενείου είναι τόσο έντονες, όπως για παράδειγμα έχουμε τη Ziraat Bank και σε μια σχολική εκδήλωση που πήγα στο χωριό Διάσπαρτο ήταν ένας που γυρνούσε και μοίραζε καρτελάκια. Ενα έδωσε σε μένα, κοιτάζω και ήταν ο διευθυντής της τράπεζας και λέει να περάσετε από το γραφείο μου να πιείτε ένα τσάι. Κανένας Ελληνας χριστιανός δεν πήγε σε ένα χωριό να πει ελάτε στην τράπεζα να σας προσφέρουμε τραπεζικές υπηρεσίες και να μη στοιβάζεστε 70-80 χρόνων άνθρωποι για να πληρωθείτε τις συντάξεις σας ή ακόμα και να σας τις φέρουν ταχυδρόμοι στα κεφαλοχώρια. Δεν υπάρχει αυτό.
»Ευτυχώς εδώ επάνω, και είναι προς τιμήν τους και τους ευχαριστώ, ο εκάστοτε διοικητής του Σώματος Στρατού μαζί με τους άνδρες του είναι οι μόνοι που ενδιαφέρονται για τους Πομάκους. Για παράδειγμα, χάλασε ο δρόμος, στέλνει ο στρατός τα μηχανήματα και τους διορθώνουν ή τους καθαρίζουν ύστερα από κάθε πλημμύρα, ενώ, ακόμα, έχουν ένα ιατρικό τμήμα που πηγαίνει στα χωριά και προσφέρει περίθαλψη. Υπάρχει ένας υγειονομικός σταθμός του ΕΣΥ στον Εχίνο που υπολειτουργεί, όπως και της Σταυρούπολης και έρχονται στην Ξάνθη, αλλά επειδή το νοσοκομείο είναι χάλια όλοι φεύγουν για την Αλεξανδρούπολη».
«Δεν είμαι αχάριστος»
Η συζήτηση με τον κ. Αχμέτ ολοκληρώνεται με τη σημασία της έννοιας της Ελλάδας για τον ίδιο. «Εμένα με σπούδασε και με έκανε δάσκαλο η Ελλάδα. Ο πατέρας μου δεν είχε τη δυνατότητα να με σπουδάσει. Με σπούδασε η Ελλάδα και δεν είμαι αχάριστος. Οι Πομάκοι έχουν χύσει το αίμα τους για αυτήν τη χώρα που λέγεται Ελλάδα. Ενας θείος μου πολέμησε στα αλβανικά βουνά, σκοτώθηκε και δεν ξέρουμε πού είναι θαμμένος. Ευτυχώς τώρα έβαλαν μια πινακίδα που λέει ότι και μουσουλμάνοι σκοτώθηκαν στα οχυρά Μεταξά. Θλίβομαι, γιατί αν χαθούν οι Πομάκοι ο τόπος θα είναι φτωχότερος γιατί είμαστε ένα λουλούδι στον κήπο της Ελλάδας. Οι Τούρκοι δεν χάνονται. Αμα χαθούν οι Πομάκοι, οι Τούρκοι θα μετοικήσουν στα χωριά μας. Οι Πομάκοι εδώ, είναι θεματοφύλακες και συνοριοφύλακες της περιοχής».
Η επιχείρηση τρομοκράτησης και η ιστορία της κοινότητας
Στα μέσα Ιανουαρίου ο Ιμάμ Αχμέτ δέχθηκε επίθεση από άτομα που αντιδρούν στο έργο προστασίας του πομακικού στοιχείου. Σύμφωνα με τον ίδιο, «υπάρχουν ομάδες “Γκρίζων Λύκων” στην περιοχή και τους συμπληρώνουν και άλλοι που έρχονται από το εξωτερικό. Εχω έναν εγγονό 6 χρόνων. Μια μέρα βρήκε στο μπαλκόνι μια σφαίρα. Είναι η μέθοδός τους. Σε προειδοποιούν με σφαίρα. Μπορεί να έρθουν να ρίξουν μια πιστολιά και την άλλη φορά μπορούν να σε χτυπήσουν ή και χειρότερα. Αν θυμάστε η Ακσενέρ πετούσε από το βήμα σφαίρες. Αποτελώ ζωντανό παράδειγμα της δράσης τους, ενώ υπάρχουν και άλλα θύματα που φοβούνται να μιλήσουν. Η MIT (Υπηρεσίες Πληροφοριών της Τουρκίας) είναι παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη».
Οπως εξιστορεί ο Ιμάμ, «οι Πομάκοι είναι γηγενής πληθυσμός της Θράκης, όχι μόνο της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής και της Βόρειας Θράκης, γύρω από την οροσειρά Ροδόπη. Εδώ και 3.000 χρόνια υπάρχουμε στην περιοχή ως θρακικό φύλο με την ονομασία “Αγριάνες”, ενώ εκ των υστέρων ονομαστήκαμε Πομάκοι (η ονομασία προέρχεται από τη βουλγαρική λέξη “Pomagan”, δηλαδή “βοηθός”).
Ακόμα και σήμερα υπάρχει αυτός όρος (Αγριάνες), αλλά χρησιμοποιείται περισσότερο στην Κομοτηνή. Σε εμάς επικράτησε ο όρος “Πομάκος”. Ιστορικά, ο Μέγας Αλέξανδρος κατά την εκστρατεία του μας είχε ως βοηθητικούς και ως προσωπική φρουρά του. Ακόμα και ο οθωμανικός στρατός μας έπαιρνε μαζί του για να φροντίζουμε τα άλογα, τα μουλάρια και γενικά τα ζώα, καθώς ο στρατός έπαιρνε μαζί του εκατομμύρια αιγοπρόβατα και γελάδια για να μπορούν να έχουν γάλα, κρέας και βούτυρο.
Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μοιράσθηκαν στα τέσσερα γειτονικά κράτη. Αυτή τη στιγμή οι Πομάκοι αριθμούν 40.000-45.000. Ζουν στους δύο νομούς της Ελληνικής Θράκης».