Το αίτημά μας το καρδιακό και όχι των χειλέων! Ο θάνατος έρχεται μέσα σε ένα σύννεφο σκόνης και τέφρας, απέναντί σου, κάθε που στο τέλος της ευχής, εσύ ξεστομίζεις το παράσχου Κύριε. Αντιμέτωπος με εκείνον που γεμίζει αστραπιαία τα πάντα με σκοτάδι, μα και φιλοσοφία…
Γιατί εκείνη την ελάχιστη στιγμή, που ο παπάς μέσα από το Ιερό δέεται για όλους, εσύ αντιλαμβάνεσαι το ασθενέστερο της σκιάς, το απατηλότερο του ονείρου, το βραχύ και τόσο παροδικό της ζωής…Γίνεσαι άμορφος και άδοξος, όσο κρατά εκείνη η το τόσο επαναλαμβανόμενη ευχή. Θέλει Σταυρό και αγώνα όμως πριν φτάσει εκείνη η στιγμή, που θα αποκαλυφθεί αν το αίτημά σου έγινε εισακουστό στον θρόνο του δικαίου Θεού. Και τότε που θα κριθεί, δεν θα χρειάζονται επιχειρήματα και αποδεικτικά τεχνάσματα, μα μόνο μια ανασκόπηση πεπραγμένων και ένα αποδεικτικό μυστηριακής μετανοίας σφραγισμένο από το έλεος του Κυρίου…
Το σημαντικό δεν είναι μόνο το να φύγει κάποιος έχοντας πρόσφατα εξομολογηθεί και μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Δεν είναι μόνο αυτό αυτό που τον κάνει έτοιμο για το μεγάλο ταξίδι της αθάνατης ψυχής του. Έτοιμος είναι όποιος προετοιμάστηκε για το δικό του νυν απολύεις…
Με διαρκή μνήμη θανάτου και ζωή εν Χριστώ…Δεν είναι θέμα ποσότητας αλλά ειλικρινούς καρδίας! Έστω την ενδεκάτη ναι! Αλλά όχι σπαταλώντας όλους τους καιρούς, θαρρώντας πως κάποτε θα φτάσει η ώρα του ευγνώμονος ληστού και για μας…Γιατί πολλές φορές εκείνη η… ροπή του θανάτου δεν προειδοποιεί κανέναν….ιδίως τους ραθύμους.
Ο κυρ Αλέξανδρος προετοιμάστηκε πολύ πριν φτάσει στο ξημέρωμα της 3ης νέας μέρας του 1911. Γιατί στ΄ αλήθεια χρειάζεται καλή προετοιμασία, για να φτάσει κανείς εκείνη την ώρα, ατάραχος, ειρηνεμένος και σωφρονών, να ψάλει από στήθους το δοξαστικό της ενάτης ώρας στα πανέκλαμπρα προεόρτια των Θεοφανείων! Σαν να τον ακούμε τώρα δα με την ισχνή μα καθάρια φωνή του, να το ψέλνει αργά-αργά πάνω στην νεκρική του κλίνη…Μόνος μόνω Θεώ, σε ήχο πλάγιο του πρώτου:
«Την χείρα σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του δεσπότου μεθ’ ης και δακτύλω ημίν Αυτόν καθυπέδειξας, έπαρον υπέρ ημών προς αυτόν, Βαπτιστά, ως παρρησίαν έχων πολλήν’ και γαρ μείζων των προφητών απάντων υπ’ αυτού μεμαρτύρησαι. Τους οφθαλμούς σου πάλιν δε, τους το Πανάγιον Πνεύμα κατιδόντας ως εν είδει περιστεράς κατελθόν, αναπέτασον προς αυτόν Βαπτιστά, ίλεων ημίν απεργασάμενος. Και δεύρο στήθι μεθ’ ημών επισφραγίζων τον ύμνον και προεξάρχων της πανηγύρεως».
Και έπειτα εκείνη την ώρα του μεσόνυχτου, ώρα αγαπημένη κατά την οποία αμέτρητες φορές ξαγρυπνούσε ψέλνοντας πολυελαίους και κανόνες μεγάλων εορτών στον Άγιο Ελισσαίο, η ψυχή του πέταξε, να συναντήσει τον Χριστό του τον τόσο αγαπημένο. Το είχε πει εξάλλου, το είχε υποσχεθεί στον εαυτό του και σε όλους μας…
«Τὸ ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δεν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τάς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῷ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου…»
Και κράτησε την υπόσχεσή του ως την τελευταία του ανάσα. Για αυτήν τη στιγμή πάλεψε και ανηφόρισε σαν Άγιος Σταυροφόρος και τα κατάφερε να φύγει ακουμπώντας και εκείνος νοερώς πάνω στην ακήρατη κορυφή του Δεσπότη Χριστού. Τέλος Χριστιανικό, ανώδυνο, ανεπαίσχυντο, ειρηνικό και υποσχόμενο…Γιατί κάθε ελάχιστη λέξη από τα Χριστοφόρα διηγήματά του, δυναμώνει πιότερο το Φως του και το Φως μας…
Νώντας Σκοπετέας
Απόσπασμα από ομότιτλη εκπομπή
Άγιο Δωδεκαήμερο 2023