π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος: «Κανένας τόπος δὲν εἶναι βατικάνειος στὴν Ὀρθοδοξία»!

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στὰ πλαίσια τῶν μαθημάτων Ἁγιογραφίας τῶν Ἁγίων Εἰκόνων τῆς Ὀρθοδοξίας μας, ποὺ ἔγινε τὴν Παρασκευή, 11-11-2005.
 
Ἀνάλυση τῆς θεολογίας τῆς εἰκόνας τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
 
Συνεχίζουμε μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως ποὺ εἴχαμε ἀρχίσει τὴν προηγούμενη φορὰ καὶ δὲν εἶναι ἡ ἴδια ἀκριβῶς εἰκόνα. Ἡ σημερινὴ εἰκόνα ἔχει παραλλαγὲς καὶ στοιχεῖα ποὺ δὲν ἔχει ἡ προηγούμενη εἰκόνα. Ἁπλῶς ὑπενθυμίζω ὁρισμένα, σκιαγραφικῶς, πέρα ἀπὸ τὶς γενικὲς ἀρχὲς ποὺ σᾶς εἶχα δώσει. Μίλησα γιὰ τὸ σκοτάδι ποὺ ὑπάρχει μέσα στὴν εἰκόνα· μέσα σὲ αὐτὸν τὸ χῶρο ποὺ εἶναι τὸ σκότος καὶ ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου, ὅπως περιγράφει ὁ προφήτης Ἠσαΐας, δηλαδὴ στὸν κόσμο στὸν ὁποῖο γεννήθηκε ὁ Χριστός. Θυμίζω τὰ δύο ζῶα ποὺ ἐκφράζουν τοὺς ἐξ ἐθνῶν καὶ ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανούς, ὅπως περιγράφεται βιβλικὰ ἡ λέξη αὐτὴ ἀπὸ τὸν Ἀββακοὺμ καὶ ἀπὸ τὸν προφήτη Ἠσαΐα. Ὁ Χριστὸς ἁγιογραφεῖται πάντα… ἀνάμεσα σὲ δυὸ ζῶα ποὺ ἦταν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι· ἄλογοι [ἦταν] ἀκόμη καὶ οἱ Ἰουδαῖοι ποὺ ἐνῶ ἤξεραν ἕνα μέρος τῆς ἀλήθειας, ἀλόγως φέρθηκαν. Ἀκόμη καὶ οἱ ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοὶ καὶ αὐτοὶ ἀλόγως φέρθηκαν. Ἄρα ἐν μέσῳ δύο ζώων «γνωσθεὶς» ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι ἐδῶ στὴ μέση…. 
 
Ὁ Χριστὸς εἶναι τυλιγμένος μὲ κάποια σουδάρια νεκρικά. Ἐδῶ, δηλώνεται ὅτι ὁ Χριστὸς γεννήθηκε γιὰ νὰ πεθάνει γιὰ ἐμᾶς. Δὲν εἶναι ἁπλῶς ὁ θρίαμβος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἑτοιμάζει τὸ Πάσχα. Γι’ αὐτὸ ὁ Χριστὸς κεῖται, κοιμᾶται μέσα σὲ ἕναν τάφο. Δὲν κοιμᾶται στὸ ὁποιοδήποτε κρεβάτι· πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς συνδέσει ἀναγωγικὰ πρὸς τὸ χῶρο τῆς Ἀναστάσεως. Ἐδῶ, ἔχουμε τὴν Παρθένο, τὴν Παναγία. Ἡ Παρθένος ἔχει πάντοτε – σὲ ὅλες τὶς ἁγιογραφικὲς ἐκφράσεις – στὸ κεφάλι της καὶ τὶς δύο πλάτες, τρία ἀστεράκια. Ὀκτάκτινα ἀστεράκια. Τὰ τρία ἀστεράκια δηλώνουν ὅτι ἡ Παναγία ἦταν Παρθένος πρό, κατὰ καὶ μετὰ τὸν τόκο. Εἶναι ἀκριβῶς Παρθένος. Καὶ τὸ ὀκτάκτινο ἀστεράκι σημαίνει τὸ μυστήριο τῆς ὄγδοης ἡμέρας. Ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸν ἄνθρωπο σὲ ἑφτὰ ἡμέρες. Τὴν ἕβδομη ἡμέρα ὁ ἄνθρωπος ἀπέτυχε. Καὶ ὁ Θεὸς ἐγκαινίζει διὰ τοῦ ἔργου τῆς Θείας Οἰκονομίας καὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ συγκαταβάσεως, τὸ ἔργο τῆς ὀγδόης ἡμέρας τῆς Δημιουργίας- ποὺ εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Γι’ αὐτὸ ἡ Παναγία μετέχει στὸ ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Εἶναι διάκονος στὸ μυστήριο αὐτό. Καὶ γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔχει αὐτὰ τὰ ἀστεράκια…. 
 
Νὰ ὑπενθυμίσω ὅτι ἡ ἁγιογραφία ἐκφράζει μία θεολογία. Βλέπετε, ἔχουμε ὡς πηγὲς μελέτης τὴν Ἁγία Γραφή, ἔχουμε τοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας ποὺ εἶναι ἡ ὑμνολογικὴ ἀπόδοση τῆς θεολογίας, καὶ ἔχουμε τὶς εἰκόνες ποὺ εἶναι ἡ ζωγραφικὴ ἀπεικόνιση τῆς θεολογίας. Ἄρα ἐδῶ ὅ,τι κάνουμε εἶναι μιὰ θεολογία. Γι’ αὐτὸ πολλὲς φορὲς ἀπεικονίζουμε μὲ γραφικὲς ἐκφράσεις, ἀκόμη καὶ τροπάρια. Λέει τὸ τροπάριο τῶν Χριστουγέννων «Παρθένος καθέζεται τὰ Χερουβὶμ μιμουμένη». Κι ἐδῶ ἀκριβῶς στὴν εἰκόνα, ἡ Παναγία «καθέζεται τὰ Χερουβὶμ μιμουμένη» μὲ ἕναν τρόπο. Βλέπετε, τὰ χέρια της τὰ ἔχει χερουβικῶς-πώς, σὲ μιὰ στάση προσευχῆς καὶ καθέζεται. Τὸ καθεζόμενον δηλώνει πάντοτε στὴ θεολογία μας μία βεβαιότητα. Ὑπάρχει κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, νομίζω τοῦ προφήτου Ὠσηέ, ὁ ὁποῖος προφήτης Ὠσηὲ λέει ἀναφερόμενος στὸ Θεό : «Σύ, ὁ καθήμενος, ἡμεῖς δὲ ἀπολλύμεθα. Σὺ ὁ καθήμενος εἰς τοὺς αἰῶνας». Βλέπετε τὴ συγκριτική; Ὁ καθήμενος καὶ ὄχι ὁ ὄρθιος, ὁ ἀπολλύμενος. Δηλαδὴ ἡ θέση τῆς καθήσεως σημαίνει βεβαιότητα. Ὁ Θεὸς εἶναι καθήμενος. Γι’ αὐτὸ τοὺς ἁγίους δὲν τοὺς κάνουμε καθημένους. Εἶναι λανθασμένη καὶ ρομαντικὴ ἔκφραση νὰ κάνεις ἕναν ἅγιο ἔνθρονο. Ἔνθρονος εἶναι μονάχα ὁ Χριστὸς ἢ ἡ Παναγία. Δηλαδὴ ἀκρότατες μορφές. Ὁ καθήμενος σημαίνει μία ἀπόλυτη βεβαιότητα. Καὶ βλέπετε ἡ Παναγία, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ γεγονότος τῆς Θείας οἰκονομίας ποὺ θὰ λειτουργηθεῖ ἐπάνω της, γίνεται ἡ Παναγία μας. Δηλαδή, γίνεται ἡ ὁριστικὰ ἀμετάπτωτος πρὸς τὴν ἁμαρτία. Γι΄ αὐτὸ εἶναι καθεζόμενη ἡ Παναγία. 
 
Νὰ δοῦμε τώρα καὶ τὰ περιφερειακά, γύρω-γύρω, στοιχεῖα. Ἔχουμε τοὺς ἀγγέλους οἱ ὁποῖοι δοξολογοῦν. Ὑποχρεωτικά, ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἔχουν στὸ κεφάλι τους μία κορδέλα. Ἔχουν πάντοτε πλουσία κόμη καὶ πάντοτε – δογματικὸ στοιχεῖο εἶναι αὐτό, δὲν εἶναι στοιχεῖο δευτερεῦον – μία κορδέλα. Τί σημαίνει αὐτὴ ἡ κορδέλα; Οἱ οὐράνιες δυνάμεις, ὅπως καὶ τὰ ἐπίγεια λογικὰ ὄντα, δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι, εἶναι τὰ ἔλλογα ζῶα – ὄντα. Ζῶον θεούμενον εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Οἱ ἄγγελοι στρέφουν τὸ νοῦ τους στὸ Θεὸ καὶ ζοῦν ἐξ αὐτῆς τῆς τροφῆς. Ἀκόμη καὶ ἡ θεραπευτικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι πρὸς ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εἶναι ἀρρωστημένος. Καὶ κατερραγμένος καθὼς εἶναι νὰ στρέψει τὸ νοῦ του στὸ Θεό. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεραπεία. Ἡ στροφὴ πρὸς τὸ Θεὸ εἶναι ἡ θεραπεία. Οἱ ἄγγελοι λοιπόν, αὐτὸ τὸ ἔχουν ἀπόλυτα. Αὐτὴ τὴ στροφὴ πρὸς τὸ Θεό. Εἰδικά, μετὰ τὴν ἡμέρα ποὺ ἔπεσαν οἱ δαίμονες καὶ δὲν ἔπεσαν οἱ ἄγγελοι. Ἡ ἡμέρα ποὺ γιορτάζουμε στὶς 8 Νοεμβρίου εἶναι ἡ στάση τῶν ἀγγέλων· καὶ λέμε στὴ Θεία Λειτουργία «στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου», ὅπου οἱ ἄγγελοι δὲν ἔπεσαν ὅπως ὁ Ἑωσφόρος. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴ στάση, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς σὲ ἕνα πολὺ σπουδαῖο δογματικό του κείμενο -πολὺ σπουδαῖα δογματική, λιτὴ καὶ οὐσιαστική- ποὺ ὀνομάζεται «Ἔκθεσις ἀκριβὴς ὀρθοδόξου πίστεως»· λέει (καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ παράδοση δογματικὴ τῶν Πατέρων), πὼς οἱ ἄγγελοι μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς εἶναι ἀμετάπτωτοι πρὸς τὴν ἁμαρτία. Δὲν μποροῦν νὰ πέσουν ποτὲ πιὰ γιατί «ἔστησαν καλῶς». Πρᾶγμα τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ συνέβαινε στὸν ἄνθρωπο, ἂν δὲν ὑπέκυπτε στὸν πειρασμὸ τοῦ διαβόλου. Γι’ αὐτὸ αὐτὴ ἡ κορδέλα δηλώνει τὸ μάζεμα. Ἐπειδὴ τὸ νοῦ – τὸ ἐσωτερικὸ μέγεθος ἢ τὸ ἀφηρημένο μέγεθος τῆς λέξεως «νοῦς»· ὄχι ἁπλῶς «ἐγκέφαλος» – δὲν μπορῶ νὰ τὸ ζωγραφίσω, στὴν ἁγιογραφία προσπαθῶ μὲ ἐξωτερικὰ συμβολικὰ μεγέθη νὰ ἐκφράσω αὐτὰ τὰ ὁποῖα δὲν φαίνονται. Ἐμεῖς γιὰ παράδειγμα, ἁγιογραφοῦμε τὴν προσευχή. Ἐνῶ ἂν πεῖς σὲ ἕνα ζωγράφο «ζωγράφισε τὴν προσευχή», ἄλλος θὰ τὸ κάνει τελείως νατουραλιστικὰ· ἕνας ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται στὸ δάσος. Ἄλλος θὰ τὸ κάνει ἀφηρημένα· μὲ μιὰ πινελιὰ κόκκινη πάνω σὲ ἕναν ἄσπρο καμβᾶ. Δὲν γνωρίζω πῶς θὰ τὸ κάνει. Ἐμεῖς λοιπὸν οὔτε νατουραλιστικά, οὔτε ἀφηρημένα κινούμεθα. Ἀλλὰ ἐκφράζουμε μεγάλες ἔννοιες μὲ συμβολισμούς. Καὶ ἐπειδὴ οἱ ἄγγελοι συγκεντρώνουν τὸ νοῦ τους στὸ Θεό, βάζουμε πάνω στὴν πλουσία κόμη τους, ποὺ εἶναι τὰ πλούσια χαρίσματα ποὺ ἔχουν, αὐτὴν τὴν κορδέλα. Κι αὐτὸ τὸ στοιχεῖο εἶναι δογματικό. Δὲν ὑπάρχει ἄγγελος χωρὶς κορδέλα. Θὰ τὸ δοῦμε καὶ σὲ ἄλλες εἰκόνες αὐτό. Ἐπίσης, ἔχουμε τοὺς τρεῖς μάγους. Τὴ λέξη «μάγος» (μαγεία) μὴ τὴν συνδέσετε μὲ τὰ γεγονότα τῆς δαιμονιώδους πράξεως τῆς μαγείας· τῆς ἐπικλήσεως, δηλαδή, δαιμόνων γιὰ τὸ καλὸ ἢ τὸ κακό, δηλαδὴ τὴν ἐσφαλμένη, κατὰ κόσμον, διάκριση μαύρης καὶ λευκῆς μαγείας. Μάγοι σημαίνει σοφοὶ ἄνθρωποι. Οἱ σοφοὶ ἔτσι ἀποκαλοῦνταν τότε. Ἐπιστήμονες ἦταν καὶ φέρνουν -ἀπὸ ὅ,τι ξέρετε- τρία φορᾶ… χρυσό, λιβάνι καὶ σμύρνα. Αὐτὰ τὰ φορᾶ εἶναι δογματικὰ στοιχεῖα. Χρυσάφι φέρνουν στὸ Χριστὸ γιατί εἶναι βασιλιᾶς. Στὸ βασιλιᾶ πηγαίνανε χρυσάφι. Λιβάνι γιατί εἶναι Θεός. Καὶ σμύρνα· αὐτὸ τὸ ἄρωμα εἶναι σμύρνα, τὸ ὑλικὸ μὲ τὸ ὁποῖο ἤλειφαν τοὺς νεκροὺς· κατὰ τὴν παράδοση τὴν ἑβραϊκὴ μέν, ἀλλὰ καὶ σύμφωνα μὲ ἄλλες ἐξωτερικὲς τοῦ ἑβραϊκοῦ κόσμου παραδόσεις, ὑπάρχει ἡ μύρωση. Ἡ ἄλειψη, ἡ χρίση τῶν νεκρῶν γιὰ λόγους καθάρσεως, ὅπως κάνουμε κι ἐμεῖς. Πλένουμε τοὺς νεκρούς μας πρὶν τοὺς θάψουμε. Τὸν Χριστὸ τὸν ἤλειψαν μὲ σμύρνα καὶ ἀλόη. Ἄρα εἶναι Θεός, εἶναι Βασιλιᾶς καὶ εἶναι Αὐτὸς ὁ ὁποῖος θὰ πεθάνει γιὰ ἐμᾶς. Καὶ εἶναι ἡ σμύρνα, ὁ χρυσὸς καὶ τὸ λιβάνι -βλέπετε- συγκεκριμένα δογματικὰ στοιχεῖα. 
 
Ἐπίσης, ἔχουμε τὸν Ἰωσὴφ τὸν Μνήστορα. Ὁ Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ ὁ ὁποῖος πέρασε τὸν πειρασμὸ καὶ σκέφτεται νὰ δεχθεῖ τὴν Παναγία ἢ ὄχι. Ὁ Ἰωσὴφ εἶναι στὸ κάτω ἄκρο τῆς εἰκόνας ἁγιογραφημένος. Προσέξτε, ὅσοι εἶναι στὸ κέντρο μιᾶς πράξεως λειτουργικῆς εἶναι στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας. Ὅσοι ὑπηρετοῦν αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι στὸ ἄκρο τῆς εἰκόνας. Καὶ τὸ κεντρικὸ πρόσωπο εἶναι πάντοτε ὁ Χριστός, σὲ μιὰ τέτοια πολυποίκιλη εἰκόνα· ὄχι σὲ μία μονοπρόσωπη εἰκόνα τοῦ ἁγίου ὅπου ὁ ἅγιος εἶναι κεντρικὸ πρόσωπο. Ὁ Ἰωσήφ, ὅπως καὶ ἡ Παναγία, εἶναι λειτουργοὶ τοῦ μυστηρίου. Εἶναι λειτουργοὶ τοῦ μυστηρίου ἢ ὑπουργοί [σημ. «ὑπουργὸς» στὰ ἀρχαῖα εἶναι ὁ βοηθός, ὁ ὑπηρέτης] τοῦ μυστηρίου. Ἐδῶ καὶ ἡ Παναγία βλέπετε δὲν εἶναι ἀκριβῶς στὸ κέντρο. Λίγο πιὸ πλάϊ καὶ πιὸ κάτω εἶναι ὁ Ἰωσήφ. Εἶναι ὑπουργοὶ τοῦ μυστηρίου. Ὑπουργοὺν τὸ μυστήριο. Συνήθως οἱ ὑπουργοὶ τοῦ μυστηρίου γιορτάζουν τὴ δεύτερη ἡμέρα τῆς κυριωνύμου ἑορτῆς. Ἡ Παναγία ἑορτάζεται στὶς 26 Δεκεμβρίου. Μία μέρα μετὰ τὰ Χριστούγεννα γιορτάζουμε -προσέξτε- τὴ σύναξη τῆς Παναγίας. Εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς Παναγίας καὶ γιὰ νὰ μὴ συμπέσει ταυτόχρονα καὶ γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ ἡ γιορτὴ τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, μετατίθεται τὴν ἀμέσως ἑπόμενη Κυριακὴ ποὺ γιορτάζουμε τὸν Ἰωσὴφ τὸν Μνήστορα, μαζὶ μὲ ἄλλους δύο προφῆτες. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο γιορτάζουμε τοὺς ὑπουργοὺς τοῦ μυστηρίου. Βλέπετε, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἀπετμήθη στὶς 29 Αὐγούστου, ποὺ εἶναι τὸ μαρτύριό του, ἀλλὰ τὸν γιορτάζουμε κατ’ ἐξοχὴν τὴ δεύτερη ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, στὶς 7 Ἰανουαρίου, ἐπειδὴ ὑπούργησε, λειτούργησε δηλαδὴ τὸ Μυστήριο τῆς Βαπτίσεως. Εἶναι θεολογικὲς ἔννοιες πάρα πολὺ οὐσιαστικὲς καὶ εἶναι ὁ ἅγιος ὑπουργός. Ὑπουργὸς σημαίνει εἶναι «ὑπὸ τὸ ἔργον». 
 
Νὰ δίνετε σημασία στὴ διεισδυτικὴ ἔκφραση τῶν λεκτικῶν σχημάτων τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης. Εἶναι ὑπουργὸς τοῦ μυστηρίου. Ὑπουργεὶ τὸ μυστήριο πάντοτε καὶ διακονεῖ τὸ μυστήριο. Ἀλλὰ δὲν εἶναι πολλοὶ ἔκδηλοι ὑπουργοὶ τοῦ μυστηρίου. Εἶναι ὁ Ἰωσὴφ Μνήστωρ καί -προσέξτε- στὴν Ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ποτὲ δὲν ἁγιογραφοῦμε τὴ λεγομένη κατὰ τὰ μέτρα τῆς Δύσεως «ἁγία οἰκογένεια». Ἐμεῖς δὲν ἔχουμε κάποια ἁγία οἰκογένεια. Ἔχουμε τὴν Παναγία ποὺ εἶναι πάντοτε ἀειπάρθενος. Διατήρησε πάντα τὴν παρθενία της καὶ ὁ Ἰωσὴφ ὑπουργεὶ τὸ μυστήριο. Δὲν ἁγιογραφοῦμε ποτὲ «ἁγία οἰκογένεια», Χριστό, Παναγία καὶ Ἰωσήφ. Παρὰ μόνο σὲ μία περίπτωση. Εἶναι ἡ φυγὴ στὴν Αἴγυπτο. Ὅπου εἶναι πάνω σὲ ἕνα γαϊδουράκι ἡ Παναγία μὲ τὸ Χριστὸ καὶ πάλι ὑπουργεὶ ὁ Ἰωσήφ, κρατῶντας τὸ γαϊδουράκι κι ἀκολουθῶντας γιὰ νὰ βοηθήσει τὸ δρόμο τους. Δὲν εἶναι ἡ ἁγία οἰκογένεια. Εἶναι ἡ ἀπεικόνιση τῆς φυγῆς στὴν Αἴγυπτο μὲ θεολογικὲς προδιαγραφές, ὅπως ἔχει κάθε εἰκόνα. 
 
Ἔχουμε ἀκόμη τὸ λουτρὸ τοῦ θείου Βρέφους, μιὰ παράσταση πολὺ παρεξηγημένη. Ἡ παράσταση αὐτὴ μάλιστα, μετὰ ἀπὸ τὸν 17ο αἰῶνα ὅταν εἰσχώρησαν δογματικές, ρωμαιοκαθολικὲς θεολογικὲς ἀντιλήψεις στὸ χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας – ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ πέρασαν ἀκόμα καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος – ἡ παράσταση αὐτὴ ἦταν σοβαντισμένη σχεδὸν σὲ ὅλα τὰ καθολικὰ τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Τὴν παράσταση τοῦ λουτροῦ τὴν εἶχαν καλύψει γιατί θεώρησαν ἀπαράδεκτο νὰ παρουσιαστεῖ τὸ λουτρὸ τοῦ Θείου Βρέφους. Αὐτὸ ἦταν δογματικὸ λάθος. Τώρα ἔχουν καθαριστεῖ οἱ εἰκόνες ἀπὸ τὸν σοβᾶ. Βλέπετε καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος κανεὶς δὲν εἶναι ἐκφραστὴς μοναδικὸς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τὶς ἀλήθειές της ποὺ εἶναι γενικότητα τῆς ἀλήθειας καὶ ὄχι τί λέει μόνο ἕνας τόπος. Κανένας τόπος δὲν εἶναι βατικάνειος στὴν Ὀρθοδοξία. Θεωροῦσαν ἀπαράδεκτο νὰ εἶναι ὁ Χριστὸς γυμνὸς καὶ νὰ λούζεται. Μὰ γιατί τὸ βάζει ἐδῶ ὁ ἁγιογράφος; Τὸ βάζει ἐδῶ ἀκριβῶς ὁ ἁγιογράφος γιὰ νὰ δηλώσει τί γινόταν σὲ ὅλα τὰ μωρά. Ὅταν γεννιόντουσαν, τὰ ἔλουζαν. Τὴν ὀγδόη ἡμέρα – θυμᾶστε – γινόταν ἡ ἀπόλουση. Ἡ πλήρης ἀπόλουση. Ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος καὶ θὰ περάσει ἀπὸ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα. Παρ’ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἂν ὁ Χριστὸς δὲν ἐλούζετο ἐπειδὴ εἶναι Θεὸς καὶ δὲ χρειάζεται νὰ λουσθεῖ, δὲν θὰ ἦταν τέλειος ἄνθρωπος. Ὁπότε πέφτουμε σὲ δογματικὸ λάθος ἀφοῦ τότε [αὐτὸ θὰ σήμαινε ὅτι] ὁ Χριστὸς δὲ μᾶς σώζει. Γιατί ὡς τέλειος ἄνθρωπος ὁ Χριστός, σώζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν τελειώνει (σήμ.: τὸν κάνει τέλειο). Ἂν ἦταν κάτι παραπάνω ἀπὸ ἐμᾶς στὴν ἀνθρώπινή του φύση, δὲ θὰ χρειαζόταν νὰ κοιμηθεῖ, δὲ θὰ χρειαζόταν νὰ φάει -ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ τὰ κάνει ὁ Χριστός, εἶναι δεδομένα- ἀλλὰ τότε δὲν θὰ ἦταν τέλειος ἄνθρωπος. Θὰ ἦταν ἕνας ὑπεράνθρωπος ποὺ δὲν θὰ ἔσωζε τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ἡ φράση τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «τὸ ἀπρόσληπτον καὶ ἀθεράπευτον». Ὅ,τι δὲν προσλαμβάνεται δὲν θεραπεύεται. Καὶ ὁ Χριστὸς προσέλαβε τὰ πάντα τὰ δικά μας. Καὶ τὰ προσέλαβε ὁ Χριστὸς ὅλα. Προσέξτε, τὰ ἀδιάβλητα πάθη μας. Ὁ Χριστὸς εἶχε πάθη, ἀλλὰ ἀδιάβλητα πάθη. Τί εἶναι ἀδιάβλητα πάθη; Ἡ πεῖνα εἶναι πάθος ἀλλὰ δὲν εἶναι ἁμαρτωλό. Ἡ δίψα, ὁ ὕπνος εἶναι ἀδιάβλητα πάθη. Τὰ διαβλητὰ τὰ πάθη εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐκμαύλιση αὐτῶν τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν. Ἡ γαστριμαργία σὲ σχέση μὲ τὴν πεῖνα. Αὐτὰ τὰ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ ἄλλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. 
 
Καὶ φυσικὰ ἔχουμε τοὺς ποιμένες ποὺ βρίσκονται ἐδῶ μὲ ἕναν πολυποίκιλο τρόπο. Ἡ ἀνθρώπινη παρουσία, ἡ ἀνθρώπινη δοξολογικὴ παρουσία τὴν ὥρα ποὺ ἔρχεται ὁ Χριστός. Καὶ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατεβαίνει τὸ Θεῖο Φῶς, τὸ ἄκτιστο Φῶς, τὸ ὁποῖο καταυγάζει τὸ μυστήριο αὐτὸ τῆς Γεννήσεως. Σᾶς εἶπα τὴν προηγούμενη φορὰ πὼς ἁγιογραφοῦμε ὅ,τι φανερώθηκε, ὅ,τι εἴδαμε -ὅ,τι εἴδαμε ἐμεῖς. Προσέξτε, ἐμεῖς. Βλέπετε τὸ Χριστὸ τὸν εἴδαμε. Ἀλλὰ λέμε ἐμεῖς τὸν εἴδαμε. Μὴν πεῖτε ἐκεῖνοι. Τὸν Χριστὸ τὸν βλέπουμε ὅλοι μας ἐφόσον ζοῦμε στὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶμα. Αὐτὸ ποὺ εἶδε ἕνας, τὸ βλέπουν καὶ οἱ ἄλλοι. Ἡ ἐμπειρία τοῦ σώματος εἶναι μοναδική. Δηλαδὴ ἂν ἐγὼ θέλω νὰ πάρω τὴν αἴσθηση τοῦ κρύου ἢ τοῦ ζεστοῦ ἑνὸς μεταλλικοῦ σκεύους κι ἀκουμπήσω μόνο τὰ κύτταρα τῆς ἁφῆς μοῦ πάνω του, διὰ τῆς ἁφῆς αὐτῶν τῶν κυττάρων καὶ μόνο, ἀποκτᾶ ὅλο μου τὸ σῶμα τὴν ἐμπειρία τοῦ θερμοῦ. Δὲν χρειάζεται ὅλο μου τὸ σῶμα νὰ περιτυλιχτεῖ – τα ἑκατομμύρια κύτταρα ποὺ ἔχω πάνω στὸ σῶμα μου – σὲ αὐτὸ τὸ σκεῦος γιὰ νὰ ἀποκτήσουν ὅλα τὴν ἐγωιστικὴ ἐμπειρία αὐτοῦ ποὺ κι ἐγὼ κατάλαβα ὅτι εἶναι θερμό. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐγωιστική μας ἐμπειρία ποὺ λέμε: «μὰ ἐγὼ δὲν εἶδα τὸ Χριστό». Ἐφόσον ζοῦμε στὴν Ἐκκλησία, εἶναι ἡ δική μας ἐμπειρία. Ἐμεῖς λοιπὸν ἁγιογραφοῦμε ὅ,τι εἴδαμε. Τὸν Χριστὸ τὸν εἴδαμε· Τὸν ἁγιογραφοῦμε. Τὸ ἅγιο τὸ Πνεῦμα τὸ εἴδαμε, «ὠσεὶ περιστερὰ»· τὸ ἁγιογραφοῦμε. Τὸν Πατέρα ποτὲ δὲν Τὸν εἴδαμε. Ποτὲ δὲν Τὸν ἁγιογραφοῦμε. Τὸ τονίζω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Εἴμαστε πρακτικοί, ρεαλιστὲς καὶ βαθιὰ θεολογικοὶ ταυτόχρονα. Καὶ ὅ,τι δὲν εἴδαμε δὲν τὸ ἁγιογραφοῦμε. Εἴδαμε Χερουβὶμ· τὰ ἁγιογραφοῦμε. Εἴδαμε Σεραφὶμ· τὰ ἁγιογραφοῦμε. Εἴδαμε ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, τοὺς ἁγιογραφοῦμε. Δὲν εἴδαμε τί εἶναι οἱ θρόνοι, οἱ κυριότητες, οἱ ἀρχές, οἱ ἐξουσίες, οἱ δυνάμεις, ἄλλες οὐράνιες δυνάμεις στὸν οὐρανό. Δὲν τὶς ἁγιογραφοῦμε. 
 
Ἐρώτηση: Συγγνώμη ὑπάρχει μιὰ εἰκόνα ποὺ δείχνει τὸ Θεὸ νὰ ἁγιογραφεῖται ….. ….. ….. ….. 
 
Ἀπάντηση: Ἐμεῖς δὲ δεχόμαστε ποτὲ νὰ ἁγιογραφήσουμε τὸν Θεὸ Πατέρα. 
 
Ἐρώτηση: Τότε γιατί… … …. …. 
 
Ἀπάντηση: Τὸ κάνουν γιατί δὲν ξέρουν θεολογία τῆς εἰκόνας. Ἐμεῖς ποτὲ δὲν κάνουμε Ἁγία Τριάδα -Πατέρα, Υἱὸ καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἕνα γέροντα μὲ μαλλιά. Εἶναι λάθος. Ἀφοῦ δὲν φανερώθηκε ὁ Πατέρας. «Οὐ μὴ εἴδητε τὸ πρόσωπό μου καὶ ζήσετε», εἶπε ὁ Πατέρας. Δὲν βλέπει κανεὶς τὸν Πατέρα. Καὶ ὁ Χριστὸς ἐμφανίστηκε κατὰ τὰ μέτρα τῆς ἀνθρώπινης κατανοήσεως. Καὶ τὸ Ἅγιο τὸ Πνεῦμα «ὠσεὶ περιστερά». Ἄλλο ὁ Χριστὸς ποὺ ἦταν ἄνθρωπος καὶ σαρκώθηκε. Καὶ ἄλλο τὸ ἅγιο τὸ Πνεῦμα ποὺ δὲ σαρκώθηκε στὸ περιστέρι. Ἦταν «ὠσεί» – ποὺ σημαίνει «σάν». Εἶναι πολὺ μεγάλες διαφορές. Αὐτὴ ἦταν ἡ δογματικὴ προσέγγιση αὐτῆς τῆς εἰκόνας. Ἐδῶ κινούμαστε δογματικά. Καὶ κανεὶς δὲν ἀλλοιώνει διὰ δικῶν του ἰδιοτύπων ἀντιλήψεων τὴ θεολογία τῆς Εἰκόνας.