Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ξεκινούν στο Παρίσι και για την τελετή έναρξης η Γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι επιφυλάσσει ένα υπερθέαμα στις όχθες του Σηκουάνα… Πρόθεση των διοργανωτών είναι να προβληθεί πως η Γαλλία δεν είναι μια προβληματική χώρα, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί μια ισχυρή παγκόσμια δύναμη. Είναι λυπηρό το ότι ο χαρακτήρας των αγώνων έχει σχεδόν πλήρως αλλοιωθεί από το πνεύμα που ενεφύσησε ο Πιέρ Ντε Κουμπερτέν, Γάλλος ευγενής που ήταν ο κύριος συντελεστής της αναβίωσης των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Η έντονη ανάμιξη της πολιτικής και της προπαγάνδας στους Αγώνες, η εμπορευματοποίησή τους, η επαγγελματοποίηση των αθλητών και παικτών, η διείσδυση του γουοκισμού σε αυτούς, η ευκαιρία για τα ισχυρά κράτη προβολής των γεωπολιτικών τους σχεδίων, είναι τα κύρια στοιχεία αυτής της αλλοίωσης.
Αλλά πώς ξεκίνησε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγών; Ήταν μόνο μια διάθεση του Κουμπερτέν να διεθνοποιήσει την οργανωμένη άθληση που είδε στην Αγγλία; Ήταν μόνο μια δική του έμπνευση να αναβιώσουν οι Ολυμπιακοί αιώνες; Γιατί μετέφερε την έδρα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής από το Παρίσι στη Λοζάνη; Και γιατί έως τώρα οι Γάλλοι δεν τον έχουν τιμήσει; Οι Έλληνες παίξαμε κάποιο ρόλο στην αναβίωση των Αγώνων; Ήρθε πράγματι ο εθνικισμός μας σε αντίθεση προς τον διεθνιστή Κουμπερτέν; Αυτά είναι μερικά από «τα μυστήρια των Παρισίων», μυστήρια όχι κατά την έννοια του μυθιστορήματος του Ευγενίου Σύη, αλλά ως γεγονότα, στα οποία υπήρξαν διάφορες απόψεις και ερμηνείες και για ορισμένα δεν έχουν δοθεί σαφείς εξηγήσεις.
Η κατόπιν προσκλήσεως του Πιερ ντε Κουμπερτέν (1863-1937) συνάντηση προσωπικοτήτων από διάφορες χώρες στο Παρίσι, πριν από 130 ακριβώς χρόνια, το 1894, ήταν η αρχή των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Γιατί ο Κουμπερτέν επέλεξε την αναβίωσή τους και όχι τη δημιουργία ενός νέου θεσμού, με γαλλικό όνομα; Ήταν αρχαιολάτρης; Πιθανόν, περισσότερο ήταν φιλομαθής και παρακολουθούσε την παγκόσμια επικαιρότητα. Όσα λοιπόν έμαθε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες τον εντυπωσίασαν. Ειρηνική συμβίωση όλων των Ελλήνων, αλτρουισμός και έλλειψη αθέμιτου ανταγωνισμού ανάμεσα στους αθλουμένους, εκεχειρία κατά την διάρκεια τους, κανόνες του ευ αγωνίζεσθαι, στεφάνια από κλαδιά κοτίνου (αγριελαίας) τα έπαθλα, όλα ήσαν μέσα στη σκέψη για την ειρηνική συμβίωση των λαών δια μέσου του αθλητισμού. Ο εντυπωσιασμός του κατέληξε σε επιθυμία να βελτιώσει την μέσω του αθλητισμού αγωγή της νεολαίας παγκοσμίως. Παράλληλα η αγάπη του προς την Ολυμπία και την Ελλάδα αυξήθηκε σε τόσο βαθμό, που ζήτησε και η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε, η καρδιά του να μείνει μόνιμα στην Ολυμπία.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα είχαν αρχίσει ανασκαφές στον χώρο της αρχαίας Ολυμπίας, οι οποίες εντατικοποιήθηκαν από το 1875. Τότε Γερμανοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν το σύνολο σχεδόν της τοποθεσίας όπου διεξήγοντο οι Αγώνες και των χώρων, στους οποίους φιλοξενούνταν οι χιλιάδες των θεατών. Το 1893 και στον θησαυρό των Αθηναίων, στους Δελφούς, ανακαλύφθηκε μαρμάρινη επιγραφή με ύμνο προς τον Απόλλωνα. Αυτός μεταφράστηκε στα γαλλικά, μελοποιήθηκε από τον σημαντικό συνθέτη Γκαμπριέλ Φορέ και ερμηνεύτηκε από την τότε διάσημη σοπράνο Ζαν Ρεμάκλ στη συνεδρίαση του 1894 προκαλώντας συγκίνηση στους συνέδρους και βοηθώντας στο να παρθεί η ομόφωνη απόφαση για αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων, με πρώτη φιλοξενούσα πόλη, τιμής ένεκεν, την Αθήνα. Το θετικό για τον Ελληνισμό είναι ότι ΟΥΔΕΙΣ εκ των συνέδρων αμφισβήτησε τη συνέχεια του Ελληνισμού και τους Ολυμπιακούς Αγώνες ως πολύτιμη κληρονομιά των Νεοελλήνων.
Στην απόφαση έπαιξε ρόλο και ο εκπρόσωπος της Ελλάδος στις συνεδριάσεις της πρώτης 14μελούς Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, ο λόγιος ευπατρίδης Δημήτριος Βικέλας. Είχε άνεση στις ξένες γλώσσες (μιλούσε και έγραφε με άνεση γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά) και ήταν δεινός ρήτορας, αλλά δεν χρειάστηκε η ευγλωττία του για να πείσει τους ήδη θετικούς στην πρόταση Κουμπερτέν συνέδρους περί της διεξαγωγής των 1ων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Πάντως δημιούργησε καλή εικόνα για τους Έλληνες, και εκτιμήθηκε από τον Κουμπερτέν, ο οποίος στη συγκεκριμένη Συνέλευση του 1894, τον πρότεινε και παμψηφεί εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.
Ο Βικέλας δεν ήταν τόσο γνώστης του αθλητισμού και πήγε στο Παρίσι στη θέση του περίφημου γυμναστού Ιωαν. Φωκιανού. Αυτός είχε προσκληθεί ως πρόεδρος του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου, αλλά επέλεξε να πάει αντ’ αυτού ο κοσμογυρισμένος και λόγιος Βικέλας. Και η επιλογή του, προϊόν ταπεινοφροσύνης και αυτογνωσίας, ήταν πετυχημένη.
Ο Βικέλας δέκα χρόνια πριν (το 1884) είχε συγγράψει, το περιηγητικό βιβλίο «Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν». Κατά την επίσκεψή του στον χώρο των αγώνων περισσότερο φέρνει στη μνήμη του γεγονότα και προσωπικότητες: «Νομίζεις ότι αντηχούν εισέτι περί σε φωναί, αίτινες επευφήμησαν τον Θεμιστοκλή, νικητήν εν Σαλαμίνι και σωτήρα της Ελλάδος. Οι στέφανοι, τους οποίους ο Πίνδαρος απηθανάτισε, περιΐπτανται εκεί εις τον αέρα, ενώπιόν σου. Ενταύθα ο Θουκυδίδης, παις έτι, ηκροάζετο τας διηγήσεις του Ηροδότου, ενταύθα ο Πλάτων εθήρευσεν επαίνους, και ο Ισοκράτης επεθύμησε να αναγνώση τον Πανηγυρικόν του. Ενταύθα συνήρχοντο οι τεχνίται της Ελλάδος και εξέθετον τα αριστουργήματά των εις τον θαυμασμόν των θεατών, οίτινες απένεμον την αθανασίαν. Η αρχαία Ελλάς ολόκληρος συνοψίζεται, ούτως ειπείν, και συγκεφαλαιούται εντός της μικράς ταύτης κοιλάδος» (Δ. Βικέλα «Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν», Επανεκδ. «Εκάτη», Νέα Ερυθραία, 1991, σελ. 149 και 150).
Σημειώνεται ότι οι Έλληνες γυμνάζονταν πολύ πριν το συνέδριο του 1894. Ο Ρήγας ο Βελεστινλής, το 1797, μέσα από τη μετάφραση των «Ολυμπίων» του Μεταστάσιου θέλησε να συγκινήσει και να προωθήσει την ιδέα της αναβιώσεως των Ολυμπιακών Αγώνων, που θα έπρεπε να γίνονται στην Ολυμπία. Κατά την άποψη του αείμνηστου Σαράντου Καργάκου «Η αναβίωση των αγώνων θα συνιστούσε και αναβίωση της Ελλάδος. Τί είδους Ολυμπιακοί αγώνες θα ήσαν αυτοί, χωρίς ελεύθερη Ελλάδα και με τους Έλληνες να είναι ραγιάδες;» (Σαρ. Καργάκου «Ολυμπία και Ολυμπιακοί Αγώνες», Εκδ. Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2001, σελ. 77). Ο Ρήγας μας δίνει και άλλη πολύτιμη πληροφορία, όπως ότι ο δρόμος, η πάλη, το άλμα και το παγκράτιο «παίζονταν μέχρι της δικής του εποχής στη Θεσσαλία» (αυτ. σελ. 79).
Ο Σαρ. Καργάκος σημειώνει πως το 1837 στον Δήμο Λετρίνων (Πύργου Ηλείας) άρχισαν πειραματικά να γίνονται Ολυμπιακοί Αγώνες ανά τετραετία, την ημέρα της Εθνικής Επετείου, της 25ης Μαρτίου 1821. Την ιδέα της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων είχε και ο Ευάγγελος Ζάππας (1800 – 1865), ο οποίος προς τούτο χρηματοδότησε την κατασκευή του Ζαππείου Μεγάρου και την πραγματοποίηση αγώνων σε συνδυασμό με κοινωνικές εκδηλώσεις, που τις ονόμασε «Ολύμπια». Πραγματοποιήθηκαν επί των ημερών του μία, το 1859, και επί του κληρονόμου του εξαδέλφου Κωνσταντίνου Ζάππα τρεις, κατά τα έτη 1870, 1875 και 1889. Σημειώνεται ακόμη ότι πριν από τη Συνέλευση στο Παρίσι, του 1894, είχαν ιδρυθεί ελληνικοί αθλητικοί σύλλογοι: πρώτος, το 1890, ο Πανιώνιος Γ.Σ. στη Σμύρνη, ο Πανελλήνιος Γ.Σ. στην Αθήνα το 1891, και ο Εθνικός Γ.Σ., επίσης στην Αθήνα, το 1893.
Οι Έλληνες ήσαν έτοιμοι από καιρό να αναβιώσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, όμως χρήματα δεν είχε το μικρό και πτωχευμένο κράτος τους. Βοήθεια από το εξωτερικό δεν δόθηκε και θα έπρεπε να βρουν μόνοι τους τους πόρους και τα πρόσωπα, ώστε να διεξαχθεί κατά το δυνατόν πιο άρτια η 1η σύγχρονη Ολυμπιάδα. Το πέτυχαν κατά θαυμαστό τρόπο. Κυριολεκτικά ήταν ένας άθλος αυτό που κατάφεραν. Πρώτον δεν υπήρχε στάδιο. Το αρχαίο ήταν ερείπια. Κινητοποιήθηκαν οι πάντες προς εύρεση χρημάτων. Πρώτος ο Γεώργιος Αβέρωφ δέχθηκε να πληρώσει ένα εκατομμύριο δραχμές της εποχής εκείνης – μισθός περίπου 90 δρχ. – για να αναβιώσει με λευκό μάρμαρο Αττικής το αρχαίο στάδιο, ως στάδιο των αγώνων. Ο εμπνευσμένος αρχιτέκτονας Αναστάσιος Μεταξάς κατασκεύασε ένα υπέροχο στάδιο. Μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια το στάδιο ήταν έτοιμο να φιλοξενήσει τους αγώνες. Η εταιρεία σιδηροδρόμων πρόσφερε χρήματα για την κατασκευή του ποδηλατοδρομίου στο Φάληρο, το οποίο ήταν από τα λίγα που υπήρχαν τότε σε όλο τον κόσμο και φιλοξένησε επίσης την αντισφαίριση. Το σκοπευτήριο στην Καλλιθέα, ήταν από τα κομψότερα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα της εποχής. Το μέγαρο του Ζαππείου φιλοξένησε την ξιφασκία και το λιμάνι της Ζέας την κολύμβηση. Οι δαπάνες για την βελτίωση των οδών πρόσβασης προς τους αθλητικούς χώρους, για τον καλλωπισμό πλατειών και κεντρικών οδών, για φανοστάτες, δενδροφυτεύσεις, άμαξες περιήγησης, χώρους φιλοξενίας και εστίασης αθλητών και φιλάθλων στηρίχθηκαν κυρίως σε εισφορές ομογενών του εξωτερικού. Όλα ήσαν έτοιμα πριν από την έναρξη των αγώνων.
Το πνεύμα του αλτρουισμού και της δικαιοσύνης κυριάρχησε στους 1ους Ολυμπιακούς Αγώνες των Αθηνών. Ο Βασίλης Καρδάσης περιγράφει τέτοια συμβάντα: Ποδηλάτης περίμενε αντίπαλό του ποδηλάτη να διορθώσει τη σπασμένη ακτίνα στο ποδήλατό του, για να συνεχίσουν μαζί τον αγώνα και μαζί να μοιραστούν την πρώτη θέση. Και πατέρας του αλλοδαπού νικητή στο αγώνισμα της άρσης βαρών δήλωσε ότι οι κριτές ευνόησαν τον γιό του σε βάρος του Έλληνα αντιπάλου του…(Βλ. «Ημερολόγιο 2003 – Αθήνα 1896, Ο νέος Ολυμπισμός και η αναβίωση», Εκδ. «Έφεσος», Κεφ. «Οι Αγώνες»). Σημειώνεται ότι ο Κουμπερτέν καθόλη την περίοδο της προετοιμασίας της πρώτης σύγχρονης Ολυμπιάδας έμεινε στην Αθήνα και συνεργάσθηκε με την Οργανωτική Επιτροπή των αγώνων σε όλα τα σημεία.
Υπήρξε κάποια αντιδικία μεταξύ Κουμπερτέν και ελληνικής πλευράς, επειδή η δεύτερη φέρθηκε εθνικιστικά; Οι Έλληνες δια του Βασιλέως Γεωργίου Α΄ και του Βικέλα έθεσαν το ζήτημα ότι στην αρχαιότητα οι Ολυμπιακοί αγώνες ετελούντο σε ένα μέρος, στην Ολυμπία, και ότι καλόν θα ήταν να συμβεί το ίδιο και με τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες και να διεξάγονται μόνιμα στην Αθήνα. Ο Κουμπερτέν διαφώνησε, έμεινε στη θέση του ότι πρέπει να υπάρχει εναλλαγή της έδρας τους ανά τετραετία και εκεί το θέμα έληξε. Προφανώς οι Έλληνες δεν θέλησαν να προκαλέσουν πρόβλημα στη διεξαγωγή των αγώνων, και μάλιστα στην αρχή τους. Αλλά και να ήθελαν οι υποστηρίζοντες την αλλαγή της έδρας ήσαν όλοι οι υπόλοιποι και μεταξύ αυτών οι ισχυρές χώρες ΗΠΑ, Μεγ. Βρετανία, Γαλλία Ιταλία, κ.λ.π. Μετά τα όσα παρακμιακά συμβαίνουν στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επανήλθε στην πρόταση περί μόνιμης διεξαγωγής των Αγώνων στην Ελλάδα. Κατέθεσε πρόταση στην ΔΟΕ περί της διεξαγωγής τους στον χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας, χώρο που θα κηρυχθεί ειρηνικός και απαραβίαστος και στον οποίο οι αγώνες θα επανήρχοντο στο πνεύμα των αρχαίων αγώνων και του Κουμπερτέν. Η πρόταση ετέθη στο Αρχείο της ΔΟΕ. Τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών και των κρατών είναι πάντα πανίσχυρα.
Μυστήριο είναι και το γιατί ο Κουμπερτέν επέλεξε ως έδρα της ΔΟΕ τη Λοζάνη και όχι το Παρίσι, ως Γάλλος και όπου ο ίδιος συνεκάλεσε την πρώτη ιδρυτική της Συνεδρίαση; Λέγεται ότι ο Κουμπερτέν διαπίστωσε ότι
οι Γάλλοι ήσαν αδιάφοροι για τους αγώνες. Επί πλέον, ως ειρηνόφιλος, επέλεξε μία χώρα, την Ελβετία, που δεν συμμετέχει σε πολέμους, όπως η Γαλλία. Και τρίτον και ο ίδιος, ήθελε μιαν ειρηνική διαβίωση, γι’ αυτό και επέλεξε για διαμονή του τη Λοζάνη.
Η μεταφορά της έδρας στην Ελβετία και οι ειρηνόφιλες απόψεις του Κουμπερτέν προκάλεσαν την αντιπάθεια των συμπατριωτών του προς το πρόσωπό του. Όταν ο σημερινός πρόεδρος της ΔΟΕ Τόμας Μπαχ ρωτήθηκε για τα συναισθήματα των Γάλλων προς τον συμπατριώτη τους, που αναβίωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, απάντησε με το του Κυρίου: «Ουδείς προφήτης στην πατρίδα του» (Ματθ. ιγ΄57). Προσφάτως έγιναν οι πρώτες κινήσεις στη Γαλλία να αποκατασταθεί η μνήμη του. Η Ολυμπιακή φλόγα φέτος πέρασε μπροστά από το σπίτι του στο Παρίσι και το Γαλλικό Μουσείο κερίνων ομοιωμάτων Γκρεβέν, αντίστοιχο αυτού της Μαντάμ Τισό στο Λονδίνο, τοποθέτησε άγαλμα του Κουμπερτέν σε αίθουσά του. Πάντως ο Πρόεδρος Μακρόν έχει απορρίψει πρόταση να τοποθετηθούν τα οστά του στο Πάνθεον. Ο Κουμπερτέν κατηγορείται από τους γουοκιστές ως «μισογύνης, ρατσιστής και αντισημίτης». Όπως σε όλα και σε όλους δεν μένουν στην όλη προσφορά του, αλλά στα ήθη και στα έθιμα της εποχής, στην οποία έζησε ο Κουμπερτέν.
Το Έθνος μας από τότε που ελευθερώθηκε υπόκειται σε ζηλοφθονία. Δεν είναι ένα παράπονο, δεν είναι κάτι μεταφυσικό, ούτε κυνήγι μαγισσών. Αν ανοίξει ο αναγνώστης στο λήμμα της Βικιπαιδείας «Μισελληνισμός» ή «Ανθελληνισμός» θα το διαπιστώσει. Ο Μισελληνισμός εμφανίζεται πρώτα στους Πέρσες, περνά στη Ρωμαϊκή περίοδο, στους Φράγκους, στο Βατικανό, στους Τούρκους. Κατά την Επανάσταση του 1821 στους Αυστριακούς, στους Άγγλους, στους Γάλλους και στους Ρώσους, ιδεολογικά στους Μαρξ και Ένγκελς, και στους νεότερους χρόνους στους Ρουμάνους και στους Βουλγάρους.
Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό κείμενο, που δικαίως αμφισβητείται η αυθεντικότητά του. Στο βιβλίο του «Σκυλάνθρωποι» (Έκδ. 1976) ο Κυριάκος Διακογιάννης αναφέρεται σε «άγνωστη Ελβετίδα», η οποία εξηγεί γιατί οι Ευρωπαίοι και γενικότερα οι ξένοι «μισούν αφόρητα τους Έλληνες». Και αν είναι κείμενο του ιδίου του Διακογιάννη με τα όσα γράφει εκφράζει μιαν αντίληψη κοντά στην πραγματικότητα. Γράφει σε ένα σημείο τα λόγια της «άγνωστης Ελβετίδας»: «Όλοι οι Ευρωπαίοι, με αρχηγούς τους Λατίνους και το Βατικανό, λυσσάξαμε να εξαφανίσουμε τους Έλληνες από το πρόσωπο της Γης. Δεν θα βρεις και δεν θα φανταστείς συνδυασμό και συγκέρασμα εγκλήματος, πλεκτάνης και παγίδας που δεν το σκαρφιστήκαμε και δεν το πραγματοποιήσαμε για να τους εξολοθρεύσουμε!… Η ιστορία με το μίσος κατά των Ελλήνων δεν ξέφτισε…
Ο σύγχρονος πολιτισμένος άνθρωπος είναι ο ίδιος και χειρότερος…Δεν θα επιτρέψει ποτέ το Βατικανό να επιβιώσει ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία, η μόνη γνήσια χριστιανική πίστη… Είναι ο μόνος λαός που κατόρθωσε να συνταιριάξει αρμονικά τον αρχαίο του πολιτισμό, την υπεράνθρωπη πνευματικότητά του με όλα τα θετικά στοιχεία του Χριστιανισμού και να γεννήσει αυτός ο θεϊκός συνουσιασμός μια βαθιά πίστη, μια θεμελιωμένη θρησκεία, μια τρομερή ενωτική ισχύ».
Ο Κουμπερτέν και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή έδωσαν κάποια προνόμια στους Νεοέλληνες, ως συνεχιστές των προγόνων εκείνων που δημιούργησαν τον λεγόμενο Δυτικό πολιτισμό και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η αφή της Φλόγας που ανάβει σε όλη τη διάρκεια των Αγώνων ανάβει στην αρχαία Ολυμπία. Η Σημαία της Ελλάδος κυματίζει μαζί με αυτήν της ΔΟΕ και της διοργανώτριας χώρας. Επίσης ανακρούεται ο Εθνικός μας Ύμνος καθώς και ψάλλεται ο Ολυμπιακός Ύμνος, σε ποίηση Κωστή Παλαμά και μουσική Σπύρου Σαμάρα. Για πρώτη φορά εψάλη στην Α΄ Ολυμπιάδα των Αθηνών, στην Αθήνα. Τέλος η ολυμπιακή μας ομάδα εισέρχεται, τιμής ένεκεν, πρώτη στο Ολυμπιακό Στάδιο κατά την τελετή έναρξης. Αυτά ίσως σε κάποιους προκαλούν φθόνο, όμως το μείζον είναι εμείς, οι Έλληνες, να έχουμε επίγνωση αυτού του πολιτισμικού βάρους που φέρουμε ως κληρονόμοι εκείνων που δημιούργησαν τα αξεπέραστα επιτεύγματα του πολιτισμού. Αυτό θα μας βοηθήσει να παύσουμε να έχουμε το πάθος της μίμησης του τρόπου ζωής και των ιδεολογιών των μηδενιστών και των ηδονιστών της εποχής μας, να σταθούμε γερά στα πόδια μας και να αποδείξουμε, ότι είμαστε αντάξιοι απόγονοι εκείνων.