Oι ύποπτες χρηματοδοτήσεις των Ειδικών του ΟΗΕ στα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Αυτό το καλοκαίρι, το ECLJ παρουσίασε μια νέα αναφορά σχετικά με την αδιαφανή χρηματοδότηση των ειδικών του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, γνωστοί επίσης και ως Ειδικοί Εισηγητές. Από τότε η αναφορά αυτή έχει κυκλοφορήσει παγκοσμίως‧ έχει λάβει την υποστήριξη αρκετών ειδικών, αλλά επίσης έχει διεγείρει την οργή κάποιων άλλων.

Πρέπει να ειπωθεί πως το περιεχόμενο είναι, το λιγότερο, εκρηκτικό: το έγγραφο επισημαίνει το μη αμελητέο χρηματοοικονομικό βάρος που έχει αποκτηθεί από μερικά ιδιωτικά ιδρύματα σχετικά με το σύστημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Πιο συγκεκριμένα, το έγγραφο αποκαλύπτει πως τουλάχιστον 27 από τους 121 ειδικούς στην αρχηγεία, από το 2015 μέχρι το 2019 έλαβαν τουλάχιστον 11 εκ. δολάρια πέρα από κάθε έλεγχο  από τον ΟΗΕ, κυρίως από το ίδρυμα της Ford, της Ανοιχτής Κοινωνίας του George Soros και από ανώνυμους χορηγούς. Η αναφορά αποκαλύπτει ακόμη πως τα ιδρύματα και οι κυβερνήσεις ενεργούν με τα κονδύλια, την επιρροή ακόμη και με την «πρόσληψη» ειδικών. Αν και παραβιάζονταν οι κανόνες του ΟΗΕ και κάθε νομοθεσία καταπολέμησης της διαφθοράς, αυτές οι πρακτικές έχουν γίνει ανεκτές μέχρι τώρα, με τους ειδικούς να θεωρούνται άμεμπτοι, προστατευμένοι τόσο από την διπλωματική ασυλία όσο και από μιας μορφής ομερτά.[1]

Η αναφορά του ECLJ θεωρήθηκε ως κεραυνός σε αυτό το μικρό, ήσυχο περιβάλλον. Κρίνεται άξιο αναφοράς πως οι 28 ειδικοί συμφώνησαν να εκμυστηρευτούν κάτι στον Grégor Puppinck. Μερικοί από αυτούς έσπασαν την σιωπή τους, πιο συχνά εμπιστευτικά, εξηγώντας πως δουλεύει το σύστημα, μερικοί από αυτούς μίλησαν ακόμη και για «διαφθορά». Όλοι τους παραδέχτηκαν πως η χρηματοδότηση αυτή είναι προβληματική, εκτός από αυτούς οι οποίοι- προφανώς- έχουν όφελος από αυτή.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι ειδικοί που τους αφορούσαν αυτές οι πρακτικές- γρήγορα επιτέθηκαν, με βίαιο τρόπο, όχι στο περιεχόμενο αυτής της αναφοράς, αλλά στο ECLJ και στον διευθυντή του, Grégor Puppinck.

Αυτή ήταν, πιο συγκεκριμένα, επιχειρηματολογία των Ειδικών Εισηγητών Philip Alston κα Martin Scheinin, οι οποίοι δημοσίευσαν άρθρα ενάντια στο άτομο. Ο Martin Scheinin είχε προηγουμένως επιτεθεί στην αναφορά του Puppinck σχετικά με τις ΜΚΟ και τους δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ – ECHR). Ο Philip Alston, Ειδικός Εισηγητής για την έντονη ένδεια, είχε επίσης εναντιωθεί σε ένα θέμα με το ΕΔΔΑ πριν να συσταθεί η Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. (ΔΕΑΔ – IACHR). Τότε αποδείχθηκε πως είχε λάβει 600.000 δολάρια από την Ανοιχτή Κοινωνία μεταξύ των ετών 2018 – 2019 ενώ δήλωσε πως έλαβε μόνο 5.000 δολάρια. Η απόκριση ήταν εύκολη. Αυτές οι επιθέσεις προωθήθηκαν από άλλους ειδικούς, και συγκεκριμένα από τον Olivier de Frouville και από τον  Ahmed Shaheed, οι οποίοι έχουν από κοινού επικριθεί από το ECLJ σχετικά με τις θέσεις τους υπέρ του δικαιώματος στην άμβλωση, κατά του δικαιώματος στη ζωή για τον πρώτο (Olivier de Frouville) και υπέρ της νόμιμης αναγνώρισης της αντίληψης για την Ισλαμοφοβία, για τον τελευταίο (Ahmed Shaheed).

Αλλά ήταν μόλις 3 Σεπτεμβρίου όταν οι επιθέσεις για την αναφορά ολοκληρώθηκαν, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου Ειδικών Διαδικασιών των ΗΕ που εδρεύει στη Γενεύη. Οι ΜΚΟ είχαν την άδεια να επεμβαίνουν σε αυτή τη συνάντηση, δίνοντας τη δυνατότητα στον Gregor Puppinck να παρουσιάσει περιληπτικά την αναφορά. Η παρουσίαση της αναφοράς ακολουθήθηκε από μια ζωντανή δημόσια συζήτηση υπό την καθοδήγηση της Ειδικής Εισηγήτριας Fionnuala Ní Aoláin, η οποία αμέσως αποδοκίμασε την αναφορά ως μια «εξοργισμένη» επίθεση κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της «ακεραιότητας των Ειδικών Διαδικασιών». Η ίδια έλαβε την υποστήριξη και την προώθηση από τον Εισηγητή Clément Voule και από μερικές ΜΚΟ: Το Κέντρο για τα Δικαιώματα Αναπαραγωγής (ομάδα πίεσης υπέρ των αμβλώσεων), τη Διεθνής Ένωση Λεσβιών και Ομοφυλοφίλων (ILGA) και την Διεθνή Επιτροπή Νομικών (ICJ). Όλες οι ΜΚΟ που αναφέρθηκαν παραπάνω, έχουν από κοινού το γεγονός ότι είναι χρηματοδοτούμενες από την Ανοιχτή Κοινωνία του Σόρος. Η Fionnuala Ní Aoláin ήταν η ίδια, μια από τους κύριους επικεφαλείς της Ανοιχτής Κοινωνίας μεταξύ των ετών 2011-2018. Με αυτήν την ιδιότητα, το 2014 δώρισε 100.000 δολάρια σε μια ριζοσπαστική φεμινιστική οργάνωση [την CWGL – Center for Women’s Global Leadership- (Κέντρο Παγκόσμιας Ηγεσίας των Γυναικών)] με ξεκάθαρο σκοπό την «επιρροή» ενός άλλου Ειδικού Εισηγητή. Τον ίδιο χρόνο, η ίδια έγινε Ειδική Εισηγήτρια ενώ διατήρησε την θέση της στην Ανοιχτή Κοινωνία. Προσφάτως το 2017, το CWGL είχε αυτό καθαυτό προσλάβει έναν άλλο επίσημο ειδικό των Ηνωμένων Εθνών, την κ. Melissa Upreti, να ασκήσει πίεση στα Ηνωμένα Έθνη, ήτοι να επηρεάσει άλλους ειδικούς των Ηνωμένων Εθνών, αφού είχε προηγουμένως εργαστεί  στο Κέντρο για τα Αναπαραγωγικά Δικαιώματα.

Από την άλλη πλευρά, πολλές ΜΚΟ- που δεν χρηματοδοτήθηκαν από τον Σόρος- παρεμβαίνουν κατά τη διάρκεια της δημόσιας συζήτησης ώστε να υποστηρίξουν την αναφορά, ανακρίνοντας τα κίνητρα που βρίσκονται πίσω από την επίθεση εναντίον του ECLJ όταν η αναφορά εκτέθηκε με αντικειμενικά, επαληθεύσιμα στοιχεία και έγινε έκκληση για μεγαλύτερη χρηματοοικονομική διαφάνεια, η οποία θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρη σε όλους. Αυτή ήταν ιδιαίτερα η επιχειρηματολογία για την έρευνα για το Ίδρυμα της ΜΚΟ (μια ΜΚΟ υπέρ του Ισραήλ γνωστή ως σύστημα παρακολούθησης ΜΚΟ), το Κέντρο υγιούς επιστήμης και δικαίου και τον Καθολικό Οργανισμό C-Fam. Αυτό που ήταν πιο πειστικό διακόπηκε από τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο των ειδικών, τον Ειδικό Εισηγητή για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ, τον Victor Madrigal-Borloz. Συμπερασματικά ο τελευταίος προσπάθησε να δυσφημίσει την αναφορά προσπαθώντας να εξηγήσει πως οι ειδικοί «ελέγχουν τον εαυτό τους.»

Η ποιότητα και η  σύνδεση της αναφοράς αναγνωρίστηκε επίσης από αρκετούς ειδικούς οι οποίοι έστειλαν μηνύματα υποστήριξης στο ECLJ, το οποίο έλαβε επίσης ευχαριστήρια από πρεσβευτές των Ηνωμένων Εθνών. Είναι αρκετά πιθανό πως αυτή η αναφορά θα παραμείνει το αντικείμενο έντονων συζητήσεων την 14η Σεπτεμβρίου, κατά τη διάρκεια της επόμενης συνεδρίασης του Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών που εδρεύει στη Γενεύη, καθώς πολλές πολιτείες αγανακτισμένες από τον ιδεολογικό ακτιβισμό των λίγων ειδικών, επιθυμούν να βάλουν λίγη τάξη στο σύστημα. Κινώντας τον ενδιαφέρον τους με αυτή την αναφορά, ίσως να επιτύχουν να επιβάλλουν την άμβλωση σε αυστηρότερους ηθικούς και οικονομικούς κανονισμούς. Το ECLJ θα μεσολαβήσει επίσης σε αυτή τη δημόσια συζήτηση. Θα αντιμετωπίσουν σίγουρα σκληρή αντιπολίτευση από το φιλελεύθερο στρατόπεδο της παγκοσμιοποίησης, στο οποίο η Ford και το Ίδρυμα Ανοιχτή Κοινωνία είναι σημαντικές αφορμές επιρροής.

Στην πραγματικότητα, τα ιδρύματα της  Ford και της Ανοιχτής Κοινωνίας δεν είναι οι μοναδικοί μυστικοί χρηματοδότες των ειδικών των Ηνωμένων Εθνών. Όπως στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ – ECHR), αρκετοί επίσημοι της Ανοιχτής Κοινωνίας έχουν γίνει επίσης Ειδικοί Εισηγητές, όπως ο Messrs Pūras, ο  Baldo ή Garcia-Sayan πέραν της Ms Ní Aoláin. Και πολλοί άλλοι σημαντικοί ειδικοί προέρχονται από ΜΚΟ οι οποίες επίσης χρηματοδοτούνται από παρόμοια ιδρύματα.

Είναι απίθανο να προβλέψουμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα αυτής της αναφοράς, αλλά έχει ήδη τα θετικά χαρακτηριστικά να υπογραμμίσει ένα κεντρικό επιχείρημα για το σύστημα της δύναμης και της επιρροής που ασκείται στο μεγαλύτερο επίπεδο από το υφασμένο δίκτυο από την Ανοιχτή Κοινωνία και μερικά άλλα παρόμοια ιδρύματα τα οποία απαρτίζουν την αφρόκρεμα της τωρινής παγκόσμιας διακυβέρνησης.

[1] Ο όρος ομερτά (ιταλικά Omertà) είναι λατινικής προελεύσεως. Αποδίδεται με την έννοια της συνεργασίας εφόσον και αν προηγηθεί συνεννόηση με τις αρχές. Στην πραγματικότητα είναι ο Νόμος της σιωπής, που η παραβίασή του πρέπει να τιμωρηθεί με θάνατο. 

Πηγή