Οδηγός επιβίωσης εν όψει της διαπραγμάτευσης με την Τουρκία

Γράφει ο Αϋφαντής Γιώργος, πρέσβης ε.τ.

Πανταχόθεν προμηνύεται, εάν δεν εξαγγέλλεται απερίφραστα, ότι μόλις ξεκαθαρίσουν τα πολιτικά πεδία σε Άγκυρα και Αθήνα, Τουρκία και Ελλάδα αφεύκτως θα κληθούν από τους επειγόμενους Αμερικανούς και Γερμανούς συμμάχους να “ρυθμίσουν” τις διαφορές τους. Και μάλιστα κατά τρόπον ώστε να επιτευχθεί το συντομότερο η επιθυμητή ΝΑΤΟϊκή συνοχή κατά της Ρωσίας.

Η επικείμενη διαπραγμάτευση επιβάλλει την ενίσχυση των εκατέρωθεν διαπραγματευτικών αφετηριών. Ως έχουν σήμερα τα πράγματα, η Ελλάδα θα κληθεί να αντιμετωπίσει σειρά αλληλένδετων τουρκικών απαιτήσεων: Πρώτον, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου βάσει χρονοδιαγράμματος. Δεύτερον, διευκρίνιση της κυριαρχίας ευαρίθμων νησιών (αυτών που η Άγκυρα δεν ανευρίσκει σε διεθνείς συνθήκες αλλά και εκείνων στα οποία, κατά την Άγκυρα, η ελληνική κυριαρχία έχει ακυρωθεί από την παραβίαση του όρου ουδετερότητας, υπό τον οποίο εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα). Τρίτον, την διευκρίνιση της ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο (υπό το φως αφ’ ενός των σχετικών μνημονίων οριοθέτησης μεταξύ Τουρκίας-Λιβύης και Ελλάδας-Αιγύπτου, αφ’ ετέρου των τουρκικών θέσεων ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ αλλά μόνον χωρικά ύδατα).

Στην διαπραγμάτευση αυτή η Ελλάδα θα προσέλθει με την θέση που διακηρύσσει το σύνολο σχεδόν του πολιτικού φάσματος: αφ’ ενός ότι τα ελληνικά νησιά έχουν πλήρες δικαίωμα σε ΑΟΖ, πέρα από τα χωρικά τους ύδατα (εύρους σήμερα έξι ναυτικών μιλίων) αφ’ ετέρου ότι συζητάμε μόνον για την παραπομπή της οριοθέτησης της ΑΟΖ σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα (Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης). Πέραν αυτών, ουδέν!

Επισημαίνω εν προκειμένω το προφανές: αφ’ ης στιγμής τα τρία μείζονα ελληνικά πολιτικά κόμματα έχουν εκ των προτέρων προκρίνει και δημόσια αποδεχθεί την συμμετοχή στην διαπραγμάτευση που οργανώνουν εντός ΝΑΤΟ οι σύμμαχοί μας, η ελληνική ημερήσια διάταξη έχει μηδενικές πιθανότητες να κατισχύσει ως αποκλειστική βάση της διαπραγμάτευσης αυτής.

Χωρικά ύδατα

Αντίθετα, η Τουρκία απειλώντας συστηματικά και εμπεριστατωμένα να προσφύγει σε στρατιωτική βία, έχει ήδη εκ των πραγμάτων επιβάλει την δική της θεματολογία στο διαπραγματευτικό τραπέζι. Άλλωστε, οι τουρκικές απαιτήσεις έχουν αποτελέσει αντικείμενα συζήτησης (και αντίκρουσης!) στις “διερευνητικές συνομιλίες” που μετρούν πλέον 64 γύρους. Πώς λοιπόν, εφ’ εξής, θα αρνηθούμε να διαπραγματευθούμε με τους Τούρκους επί όλων όσων διερευνητικώς συζητούσαμε την τελευταία 25ετία;

Δύο είναι οι συνιστώσες της λύσης στο ανωτέρω πρόβλημα. Η πρώτη έγκειται στην μη έκθυμη αποδοχή της διαπραγματευτικής διαδικασίας από την Ελλάδα. Υπενθυμίζω ότι η ανάγκη να διαπραγματευθούμε δεν μπορεί να συνιστά το άλλοθι για την αποδοχή των απαιτήσεων του αντιπάλου. Αυτό, τουλάχιστον όσο δεν έχει μεσολαβήσει ομολογημένη στρατιωτική ήττα. Αν δεν έχει μεσολαβήσει ούτε στο μυαλό του πολιτικού συστήματος, τότε η προβολή ελληνικών απαιτήσεων, προκειμένου να καθίσουμε στο διαπραγματευτικό τραπέζι, αποτελεί την πρώτη εξασφάλιση ότι θα συζητήσουμε μόνον επί όσων δεν συνιστούν εκχώρηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων!

Η άλλη συνιστώσα μιας επιτυχημένης για την Ελλάδα διαπραγμάτευσης έγκειται στην έγκαιρη ενίσχυση της διαπραγματευτικής μας θέσης. Κατά πρώτον ενίσχυσης στο διπλωματικό επίπεδο: επέκταση των χωρικών μας υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια από Αλεξανδρούπολη μέχρι Ταίναρο και πέριξ της Κρήτης, αφού κλείσουν με ευθείες γραμμές βάσης οι μείζονες τουλάχιστον κόλποι.

Αυτές οι δυο κινήσεις όχι μόνον δεν υπονομεύουν την επικείμενη διαπραγματευτική διαδικασία, αλλά την επανατάσσουν στην επιβεβλημένη της βάση: στην εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας (UNCLOS-1982) και όχι κανόνων του Διεθνούς Δικαίου που υπό προϋποθέσεις ίσχυαν αποκλειστικά πριν την Συνθήκη αυτή, όπως ο κανόνας της ευθυδικίας. Εν ολίγοις, επιλέγουμε το γήπεδο, στο οποίο θα διαπραγματευθούμε, αυτό του Δικαίου της Θάλασσας και μόνον!

Προκειμένου δε να αποκλείσουμε διαπραγμάτευση που θα στηρίζεται σε όρους στρατιωτικής ισχύος, δηλαδή στην διακηρυγμένη πρόθεση της Τουρκίας να πλήξει με στρατιωτικά μέσα τα νησιά (να πλήξει και όχι απαραίτητα να καταλάβει), θα πρέπει να πράξουμε σιωπηρά και ταχύτητα το αυτονόητο: να εξοπλίσουμε τα νησιά με μέσα όχι απλώς άμυνας αλλά αποτροπής της επαπειλούμενης επίθεσης! Αξιοποιώντας την πολλαπλότητα και εγγύτητα στην Μικρά Ασία θα πρέπει να καταστήσουμε τα νησιά ικανά –στην πράξη και όχι στα λόγια– να ανταποδώσουν εις βάθος και με όγκο πυρός το όποιο πλήγμα με το οποίο απειλούνται.

Μόνον αν πράξουμε τα ανωτέρω ελάχιστα, μόνον τότε η επικείμενη διαπραγμάτευση δεν θα καταλήξει σε τραγωδία υπέρτερη αυτής των Πρεσπών. Ας συνειδητοποιήσουμε ότι πέρα από τα ευπώλητα φληναφήματα περί win-win / kazan-kazan, οι διαπραγματεύσεις συνιστούν πεδίο αμείλικτης γεωπολιτικής αντιπαράθεσης. Αφορούν νικητές και ηττημένους! Και όπως εύστοχα έχει παρατηρήσει ο Henry Kissinger «there is no award for losing with moderation»! Τουτέστιν δεν προβλέπεται βραβείο για εκείνον που ηττάται μετριοπαθώς…

slpress