Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΜΕΡΟΣ 1ο)

Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου (Στάρο Ναγκοριτσίνο, Σερβία).

 

Σύμφωνα μέ τήν πίστη, τήν λατρεία καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅταν ὁ Σωτήρας μας εὐδόκησε νά παραλάβη κοντά Του τήν Παναγία Μητέρα Του, τῆς ἀνήγγειλε μέ Ἄγγε- λο ὅτι σέ τρεῖς ἡμέρες θά μεταβῆ ἀπό τήν πρόσκαιρη ζωή  στήν αἰώνια. Ἡ Θεοτόκος τότε ἀνέβηκε στό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου συνήθιζε νά προσεύχεται, καί ἀφοῦ εὐχαρίστησε τόν Θεό, ἐπέστρεψε στήν οἰκία της καί ἑτοίμασε τά ἀπαραίτητα γιά τόν ἐνταφιασμό της.  

Τήν τρίτη ἡμέρα κατέφθασαν «αἰθέριοι ὑπό νεφελῶν αἰρόμενοι» οἱ Ἀπόστολοι, καί ἡ Παναγία ἀφοῦ μητρικῶς τούς παρηγόρησε, προσευχήθηκε μέ ὑψωμένα τά χέρια της στόν οὐρανό, καί παρεκάλεσε γιά τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου. Κατόπιν εὐλόγησε τούς Ἀποστόλους, ἀνέπεσε στήν κλίνη της καί σχημάτισε τό σῶμα της ὅπως ἤθελε, καί παρέδωσε τήν παναγία ψυχή της στά χέρια τοῦ Υἱοῦ καί Θεοῦ της. Ἡ Θεομήτωρ, κατά τόν Ἱππόλυτο Θηβαῖο, ἔζησε 59 ἔτη[1]. Καί ὅπως γέννησε χωρίς νά τήν πιάσουν πόνοι, ἔτσι καί ἡ κοίμησή της ἔγινε χωρίς πόνους: «Ἐκτός ὀδύνων ἡ αὐτῆς ἀποβίωσις (γέγονε)»[2].

Ἡ Θεοτόκος ἀκολούθησε τόν νόμο τῆς φύσεως, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρω- ποι, καί ἀπέθανε, ὅπως καί ὁ ἀναμάρτητος Υἱός της. Ἐπειδή ἔφερε καί αὐτή ἡ ἄσπιλη Παρθένος τήν ἀδαμιαία περιβολή, τόν δερμάτινο χιτῶνα τοῦ Ἀδάμ, γι᾿ αὐτό «ἡ θυγατέρα τοῦ Ἀδάμ καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἐξ αἰτίας τοῦ Ἀδάμ στέλνει τό σῶμα της στήν γῆ, καί ἐξ αἰτίας τοῦ Υἱοῦ της ἀνυψώνει τήν ψυχή της στόν οὐρανό»[3]. Κατά τόν ἐγκωμιαστή τῆς ἑορτῆς, ἅγιον Ἀνδρέα Κρήτης «προκαλοῦσε δέος τό θέαμα· αὐτή πού ἔφερε μέσα της τήν ζωή, ἦταν  νεκρή· αὐτή πού συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό, κεῖται ἄφωνη· αὐτή πού δέχθηκε σάν κιβωτός τήν ζωή (Χριστό) στήν μήτρα της, βρίσκεται νεκρή καί ἄπνους πάνω στήν κλίνη»[4].

Ὁ Υἱός καί Θεός της ὑποδέχεται τήν ἁγία ψυχή της. «Ὁ ἴδιος ὁ Υἱός αὐτῆς τῆς Ἀειπάρθενης εἶναι ἀοράτως παρών καί ἀποδίδει στήν Μητέρα τήν ἐξόδιο τιμή. Στά χέρια Αὐτοῦ ἐναπέθεσε τό θεοφόρο πνεῦ- μα της»[5]. Κατά τόν ἅγιο Δαμασκηνό ἡ Παναγία παρακάλεσε τόν Υἱό της: «Στά χέρια σου, τέκνο μου, παραθέτω τό Πνεῦμα μου, δέξου τήν ψυχή μου πού ἀγαπᾶς, τήν ὁποία φύλαξες ἀναμάρτητη. Σέ σένα τό σῶμα μου παραδίδω καί ὄχι στήν γῆ. Φύλαξε σῶο αὐτό πού εὐδόκησες νά κατοικήσης καί ἀφοῦ γεννήθηκες τό διετήρησες παρθένο (τό δικό μου σῶμα)»[6]. Οἱ Ἀπόστολοι σηκώνουν στά χέρια τους μέ εὐλάβεια καί πολλή λαμπαδοφορία τό θεοδόχο σῶμα της, ψάλλουν ἐπιτάφιους ὕμ- νους καί τό φέρνουν στήν Γεθσημανῆ[7], «ἐνῶ ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλέων τό σκεπάζει μέ τήν αἴγλη τῆς ἀόρατης Θεότητος, καί ὅλη ἡ σύναξη  τῶν Ἁγίων τρέχουν μπροστά καί ἀφήνουν ἱερές φωνές καί προσφέρουν θυσία δοξολογίας, ὥσπου τό ἀπέθεσαν μέσα στόν τάφο σάν νά ἦταν θάλαμος νυφικός, καί μέσῳ αὐτοῦ στήν τρυφή τῆς Ἐδέμ καί στίς οὐράνιες σκηνές»[8].

  1. 1. Βλ. Ἐπιφανίου μοναχοῦ καί πρεσβυτέρου, Λόγ. Περί τοῦ βίου τῆς ὑπερα- γίας Θεοτόκου, PG 120, 212.
  2. 2. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 9, σ. 280.
  3. 3. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Γ΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 9, σ. 329.
  4. 4. Ἁγ. Ἀνδρέου Κρήτης, Λόγ. Α΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 97, 1069C.
  5. 5. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμ. ΛΖ΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου…, PG 151, 464D–465A.
  6. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 9, σ. 292.
  7. 7. Βλ. Ὡρολόγιο 15ης Αὐγούστου καί Συναξάριον Μηναίου τῇ 15η Αὐγού- στου.
  8. 8. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 9, σ. 299.

*   (Ἀπό τό ὑπό ἔκδοση βιβλίο Η ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, σελ. 212).