Με αφορμή την πολύ αρνητική τροπή που έχει πάρει ο ‘πόλεμος των πολιτισμών’ τον οποίο η παγκόσμια τζιχάντ έχει κηρύξει στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Γαλλία, θυμήθηκα τις έρμες τύχες του διδακτορικού μου πάνω στην πολυπολιτσμικότητα, που κατατέθηκε στο Πάντειο το 2017, γνώρισε σκληρές πολιτικές αντιδράσεις από την επιτροπή αξιολόγησης, και ‘πέρασε’ εν τέλει, με την υποβάθμιση του ‘λίαν καλώς’ (ενώ 98%+ των διδακτορικών που εγκρίνονται στην Ελλάδα, λαμβάνουν ‘άριστα’).
Η ιστορία έχει ως εξής: Το διδακτορικό, αποτέλεσε τον μετέπειτα κορμό του βιβλίου ‘σύγχρονες βαβέλ’. Στο πρώτο του μέρος, παρουσιάζει το ζήτημα της μετανάστευσης και της πολυπολιτισμικότητας από μια γενική, θεωρητική σκοπιά, που αναπόφευκτα θα αναλύσει και το ευρωπαϊκό μεταναστευτικό αδιέξοδο, καθώς και την παγίδα των πολιτισμικών συγκρούσεων στην οποία έπεσε η Ευρώπη. Ακολουθούσε στη συνέχεια, μια αποτίμηση του φαινομένου της μετανάστευσης στην Ελλάδα, με τις ιδιαιτερότητες που το χαρακτηρίζουν, και εν τέλει μια κοινωνική έρευνα στον Άγιο Παντελεήμονα της Αχαρνών, που παρακολουθούσε συνδυαστικά την εξέλιξη των διαπολιτισμικών σχέσεων στην περιοχή, την όξυνση των μεταναστευτικών ροών, και την άνοδο της Χρυσής Αυγής (με έμφαση σε όλους τους μηχανισμούς που χρησιμοποίησε η ναζιστική οργάνωση, εκμεταλλευόμενη την κατάσταση της περιοχής, ώστε να εγκαθιδρύσει εγκαθιδρύσει μια άτυπη ‘δυαδική εξουσία’.
Στην επιτροπή των αξιολογητών, υπήρχε υψηλός βαθμός εμπλοκής στους πολιτικούς μηχαινσμούς: Μεταξύ των υπολοίπων, υπήρχαν περιπτώσεις που είχαν θητεύσει ως σύμβουλοι του Γ. Παπανδρέου, άλλοι άνθρωποι που είχαν εμπλακεί στο Ποτάμι, τη Νέα Δημοκρατία και το… ΚΚΕ. Η παρουσίαση ήταν περιπετειώδης: Χωρίστηκαν σύντομα σε δυο ομάδες, οι ‘φιλικοί αλλά επιφυλακτικοί’ και οι ‘εχθρικοί αλλά επιφυλακτικοί’. Οι πρώτοι έκαναν τις συνήθεις παρατηρήσεις, κάπου ήθελε περισσότερη δουλειά, και κάπου αλλού φλυαρούσε. Μια περίπτωση αξιολογητή, όπου υπήρχε αλληλοεκτίμηση, και ήθελε να νουθετήσει από ενδιαφέρον, είπε «ωραία όλα αυτά, η γλώσσα στρωτή, η βιβλιογραφία πλούσια κ.λπ. αλλά ρε παιδάκι μου τι τον θέλεις τον πατριωτισμό, και τον εθνισμό ,τώρα, σε διδακτορικό στο πανεπιστήμιο;».
Το πρόβλημα του διδακτορικού ήταν ότι δεν συμβάδιζε με την κυρίαρχη αντίληψη που επικρατούσε τότε στο πανεπιστήμιο και επικρατεί ακόμα και σήμερα, ότι έννοιες όπως πολυπολιτισμικότητα ή ανοιχτά σύνορα, ακόμα πολιτικές που ενθαρρύνουν τη μετανάστευση, είναι ιερές και απαγορεύεται να τις αγγίζεις. Πόσο μάλλον για το φαινόμενο του έθνους, όπου το κείμενο δεν επέλεγε να ακολουθήσει τις συνήθεις θεωρίες της αποδόμησης, αλλά πατούσε πάνω στη δουλειά της κοινωνικής ανθρωπολογίας, χρησιμοποιώντας την πολύ δημιουργική (κατ’ εμέ) προσέγγιση του εθνικού φαινομένου ως «κοινωνική οργάνωση της πολιτισμικής διαφοράς».
Το κλίμα, επομένως, ήταν βαρύ. Υπήρχαν βέβαια και πιο άμεσοι λόγοι δυσφορίας: Το διδακτορικό αποκάλυπτε την αβελτηρία των κυβερνήσεων ΝΔ, και ΠΑΣΟΚ στη διαχείριση των τεκταινομένων του Αγ. Παντελεήμονα, και ιδίως η περίπτωση, που προέρχονταν από το πανεπιστήμιο Αιγαίου και είχε θητεύσει εκείνην ακριβώς την περίοδο στην κυβέρνηση – τραγωδία του ΓΑΠ, δεν μπορούσε να ανεχτεί τα γραφόμενα του διδακτορικού.
Ε, λοιπόν, εκεί έγινε το σώσε: Η παρέμβαση του εν λόγω, ήταν επί της ουσίας μια πολιτική επίθεση που έψαχνε ακαδημαϊκές προφάσεις. Με λίγα λόγια, είπε ότι η κριτική στην πολυπολιτισμικότητα, επίσης, στην αντίληψη ότι η εθνική ταυτότητα συνιστά ‘εφήμερη κατασκευή’ κ.ο.κ. είναι ‘αντιακαδημαϊκή’ (με την ίδια έννοια που οι ολοκληρωτισμοί του 20ου αιώνα απέρριπταν ό,τι δεν τους άρεσε ως …. ‘αντιπρολεταριακή’ ή ‘αντεθνική’ επιστήμη), και ότι το κατατεθειμένο κείμενο δεν είναι επί της ουσίας διδακτορικό. Σαν να μην έφτανε αυτό, όταν μου δόθηκε ο λόγος για το δεύτερο σκέλος της παρουσίασης ώστε να απαντήσω στις παρατηρήσεις του σώματος, με διέκοψε στα τρία λεπτά, και δεν με άφησε να πω τίποτα παραπάνω.
Ο επιβλέποντας καθηγητής, άνθρωπος των ισορροπιών, και γενικά μην θέλοντας για κανέναν λόγο να τραβάει επάνω του την προσοχή και βλέποντας ότι ο συνάδελφός του δεν ήταν διατεθειμένος να με αφήσει να συνεχίσω, δήλωσε τη λήξη της παρουσίασης, μου είπε να περάσω έξω, ώστε να γίνει η κρίση. Εν τέλει σε αυτήν, όπως ο ίδιος μου είπε μετά, οι αρχικοί ψήφοι ήταν 5 ‘άριστα’ – 4 ‘λίαν καλώς’ (δύο έλειπαν αν θυμάμαι καλά). Ωστόσο ο ίδιος υπαναχώρησε, μην θέλοντας να λάβει την ευθύνη μιας οριακής κρίσης, και έτσι το διδακτορικό κρίθηκε ομόφωνα ‘λίαν καλώς’. Πράγμα που έχει τη σημασία του βεβαίως βεβαίως, διότι αν το 98%+ των διδακτορικών έχουν βαθμό ‘άριστα’ τότε ένας τίτλος με λίαν καλώς είναι καταδικασμένος να υπολείπεται έναντι της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπολοίπων κάθε φορά που καταθέτω φάκελο υποψηφιότητας για κάποιο τμήμα. Έτσι, με αυτόν τον πλάγιο τρόπο, απετράπη μάλλον οριστικά οποιαδήποτε προοπτική διδασκαλίας στο πανεπιστήμιο. Το μήνυμα που ήθελε να δώσει η συγκεκριμένη κρίση ήταν σαφές: «Για το πανεπιστήμιο, και ιδίως για τις ανθρωπιστικές σχολές, υπάρχει χώρος μόνο για μια άποψη περί έθνους, μετανάστευσης, πολυπολιτισμικότητας και όλων αυτών, και αυτή είναι η κυρίαρχη».
Σκεπτόμενος όλα αυτά που συνέβησαν τότε, σήμερα, όπου το μεταναστευτικό αδιέξοδο έχει εκτραχυνθεί τόσο πολύ στην Ευρώπη και την Ελλάδα με το μεταναστευτικό, βλέποντας ότι η εκτίμηση πως η πολυπολιτισμικότητα θα πυροδοτήσει αποσχιστικές τάσεις στις κοινωνίες της Ευρώπης πλέον διατυπώνεται όχι από… τα underdogs μιας διδακτορικής υποψηφιότητας, αλλά μέχρι και από προέδρους κρατών όπως ο Μακρόν, σκέφτομαι πόσο ηλίθια είναι και λειτουργούν τα δογματικά ενδοπανεπιστημιακά τερτίπια σε σχέση με την πραγματικότητα και την πορεία της. Και πόσο ελάχιστη σημασία έχουν στην πραγματική ζωή και τις συλλογικές προκλήσεις που μας θέτει.
Εν τέλει, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που απλά πασχίζουν να διατηρήσουν με νύχια και με δόντια ένα ‘σύστημα’ αδιαφορώντας πλήρως για την αξιοπιστία του ίδιου του ακαδημαϊκού τους αντικειμένου, θα κριθούν όπως πραγματικά υπήρξαν: Αυτοαναιρούμενοι ως προς το λειτούργημα που ανέλαβαν, δόλιοι για τον καθεστωτισμό στον οποίον επιδόθηκαν, αλλά και χαζοί για τις βεβαιότητες που εξέφρασαν ως θεωρητικές αλήθειες: Σκεφτείτε μια γενιά πολιτικών μηχανικών όπου επιμένει να διδάσκει μια λάθος ‘μηχανική των θεμελίων’ στο πανεπιστήμιο, να αποβάλλει όποιον την αμφισβητεί, και μετά να εκτίθεται ανεπανόρθωτα καθώς οι κατασκευές της καταρρέουν μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου.
Μπορεί οι ανθρωπιστικές επιστήμες να είναι όντως λίγο πιο ‘φλου’ από τις εφαρμοσμένες θετικές, εντούτοις, είναι τέτοιος ο βαθμός της διάψευσης που δοκιμάζουν οι οπαδοί του εθνομηδενισμού σήμερα εντός και εκτός πανεπιστημίου, και γι’ αυτό επιδεικνύουν τόσο μεγάλη έφεση στο να αρνούνται πλέον την πραγματικότητα εντελώς.
Εν τω μεταξύ, βέβαια, και καθώς το μεταναστευτικό αδιέξοδο εντείνεται, οι κοινωνίες θα έχουν δοκιμαστεί σοβαρά, και θα πληρώσουν πολύ ακριβά τις ‘κοσμοαντιλήψεις’, τα ιδεολογικά θέσφατα, αλλά και τις πολιτικές που αυτή η στάση έχει διαμορφώσει.
Όσο για το διδακτορικό, «από εδώ παν κι άλλοι». Ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία περίπτωση τέτοιας αντιμετώπισης είναι. Έκτοτε δεν έχω πατήσει στο Πάντειο για να ορκιστώ, παρά τις ευγενικές υπενθυμίσεις της γραμματείας του τμήματος.
Εξ άλλου, όπως έλεγε και ο Νίκος Ψυρούκης, πρέπει να είμαστε «ελεύθεροι σκοπευτές της επαναστατικής τάσης». Ή έστω «ελεύθεροι σκοπευτές της κοινωνικής έρευνας και θεωρητικής ανησυχίας», θα συμπλήρωνα…
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Κατασκευή 4”) είναι έργο του Γιάννη Γαΐτη.