«Γέροντα, ποιος φταίει που φτάσαμε σε αυτήν την κατάσταση;»

Αγίου Παϊσίου, Λόγοι Β’, Πνευματική Αφύπνιση, εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή
 

Σήµερα µπήκε και σ’ εµάς το πνεύµα πού συναντάει κανείς στα κοµµουνιστικά κράτη. Στην Ρωσία, παρόλο πού φέτος είχαν σοδειά, ξέρετε τι πείνα θα έχουν; ∆εν θέρισαν το σιτάρι στον καιρό του, πήγαν το φθινόπωρο να θερίσουν. Θερίζουν το φθινόπωρο; Αν δεν είναι δικό τους, πώς να το πονέσουνκαι να πάνε να το θερίσουν; Ή ζωή τους είναι µία αγγαρεία.

∆εν έχουν τον ζήλο να δηµιουργήσουν κάτι, γιατί τόσα χρόνια δεν δηµιουργούσαν. Με αυτότο ρέµπελο πνεύµα πού µπήκε, µε αυτήν την αδιαφορία, πάει, βούλιαξε όλο το κράτος.

Βρέχει και είναι απλωµένο το σιτάρι; ∆εν τους νοιάζει. Ήρθε ή ώρα να φύγουν; Φεύγουν. Το παίρνει το σιτάρι ή βροχή. Την άλλη µέρα θα πάνε στην ώρα τους να µαζέψουν όσο έµεινε! Όταν όµως είναι δικό σου το σιτάρι και τοέχεις απλωµένο στο αλώνι, αν βρέξει, το αφήνεις να χαθεί; ∆εν θα κοιµηθείς, για να το σώσεις. Και νιώθεις χαρά, αγαλλίαση από την κούραση. Ή αδιαφορία για τον Θεό φέρνει την αδιαφορία και για όλα τα άλλα.

Ή πίστη στον Θεό είναι µεγάλη υπόθεση. Λατρεύει ο άνθρωπος τον Θεό και υστέρα αγαπάει και τους γονείς του, το σπίτι του, τους συγγενείς του, την δουλειά του, το χωριό του, τον νοµό του, το κράτος του, την πατρίδα του. Ένας πού δεν αγαπάει τον Θεό, την οικογένεια του, δεν αγαπάει τίποτε, και φυσικά δεν αγαπάει ούτε την πατρίδα του, γιατί και ή πατρίδα είναιµία µεγάλη οικογένεια.

Θέλω να πω, όλα από εκεί ξεκινάνε. ∆εν πιστεύει ο άνθρωπος στον Θεό, και µετά ούτε γονείς ούτε οικογένεια ούτε χωριό ούτε πατρίδα υπολογίζει. Και αυτά είναι πού πάνε τώρα να διαλύσουν, γι’ αυτό δηµιουργούν µία κατάσταση ρεµπελιό.

Μού έγραφε ένας αστυνοµικός: «∆ενµπόρεσα να έρθω, γιατί µού έπεσε πολλή δουλειά. Μείναµε δύο στην περιοχή,ενώ έπρεπε να είµαστε οκτώ». Ακούς πράγµατα; Αντί τώρα να προσθέσουν άλλους δύο, αφήνουν µόνο δύο! Ευτυχώς υπάρχουν και εξαιρέσεις.

Ήρθε µία φορά ένας πατέρας καιµού λέει: «Κάνε προσευχή για τον Αγγελο, γιατί θα τον σκοτώσουν». Τον ήξερα τον γιό του από µικρό παιδί. Τότε υπηρετούσε την θητεία του. «Γιατί, τού λέω, τι συµβαίνει;». «Πήγε µία φορά, µού λέει, και βρήκε τους άλλους να παίζουν χαρτιά, ενώ είχαν υπηρεσία. Τους έκανε παρατήρηση, δεν τον άκουσαν. Τους έκανε µετά αναφορά, και ένας από εκείνους τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει». «Κοίταξε, τού λέω, για να τον σκοτώσουν, δεν τον σκοτώνουν.

Εγώ θα κάνω προσευχή, για να µην περάσουν τον Άγγελο στρατοδικείο, πού δεν έπαιζε και αυτός χαρτιά…»!
Έµαθα και κάτι άλλο και είπα: «∆όξα τω Θεώ, υπάρχουν ακόµη Έλληνες πού πονούν για την πατρίδα.

Ένας αεροπόρος, επειδή είχαν παραβιάσει τα σύνορα τουρκικά αεροπλάνα, έκανε προσπάθεια να τα προσπέραση λίγο, για να βγάλει φωτογραφία και να αποδείξει ότι παραβίασαν τα σύνορα. «Παράτησε το», τού φώναζε ό άλλος από τον ασύρµατο, άλλα εκείνος επέµενε, προσπαθούσε… Ό Τούρκος εν τω µεταξύ είχε µεγαλύτερο αεροπλάνο και έτρεχε πιο πολύ και το πήγαινε πιο χαµηλά, µέχρι πού ό Έλληνας, ό καηµένος, βούλιαξε στην θάλασσα! Και είναι άλλοι πού µόνο βόλτες κάνουν µε το αεροπλάνο! Πόσο διαφέρει δηλαδή!

Χρειάζεται να µπει κανείς στο νόηµα, να αισθανθεί το καλό ως ανάγκη, αλλιώς είναι ένα ρέµπελο πράγµα. Άντε τώρα να βάλεις κάποιον αγγαρεία να πάει να πολεµήσει!

Θα κοιτάει να φύγει από ‘δώ, να γλυτώσει από ‘κει. Όταν καταλάβει όµως τι κακό θα κάνη ό εχθρός, πάει εθελοντής µετά

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα