Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Το 2023 είναι ένα έτος που συνδέει τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό με τον Τσάκωνα σημαντικό ποιητή Γεώργιο Σαραντάρη. Φέτος συμπληρώθηκαν διακόσια χρόνια από το γράψιμο του Εθνικού μας Ύμνου και ενενήντα χρόνια από την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του Σαραντάρη στην Ελλάδα «Οι αγάπες του χρόνου».
Και οι δύο μεγάλωσαν και εκπαιδεύθηκαν στην Ιταλία, αλλά είχαν αγάπη στην Ελλάδα, στην οποία ήρθαν και προσέφεραν το ταλέντο τους και ο Σαραντάρης και τη ζωή του. Και οι δύο είχαν πλούσιο το ταλέντο της ποίησης και οι δύο είχαν την ικανότητα της φιλοσοφικής σκέψης.
Και οι δύο αγάπησαν τη γλώσσα του λαού και έγραψαν σε αυτήν. Και οι δύο ήσαν ιδιοφυείς και ενώ εκπαιδεύτηκαν σε ιταλικά σχολεία και πανεπιστήμια όχι μόνο έμαθαν τα ελληνικά, αλλά έγραψαν υψηλού επιπέδου ποίηση και πεζά κείμενα. Και οι δύο ήσαν ρομαντικοί και με ευαισθησίες προς τις γυναίκες, αλλά και οι δύο δεν παντρεύτηκαν. Και οι
δύο ήσαν πιστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, με πίστη βαθιά και ακλόνητη.
Ο Σολωμός γεννήθηκε το 1798 στη Ζάκυνθο. Ο πατέρας του Νικόλαος πλούσιος έμπορος και ιταλικής κουλτούρας, η μητέρα του Αγγελική λαϊκής καταγωγής μιλούσε την κοινή ελληνική γλώσσα. Το 1808, δεκαετής ο Διονύσιος, πήγε στην Ιταλία, όπου τέλειωσε δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο και το 1815 εισήχθη στη Νομική σχολή του ιστορικού Πανεπιστημίου της Παβίας (κοντά στο Μιλάνο). Στο διάστημα των σπουδών του γνώρισε αξιόλογους λογοτέχνες . Για άγνωστο λόγο στα είκοσι του χρόνια, το 1818, εγκατέλειψε τις σπουδές του στο τρίτο έτος και επέστρεψε στη Ζάκυνθο. Απεβίωσε στην Κέρκυρα το 1857.
Ο Γιώργος Σαραντάρης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1908, επειδή η μητέρα του Ματθίλδη, από το Πραστιώτικο γένος Σωτήρου ήθελε να γεννήσει κοντά στη μητέρα της, κατά το έθιμο. Σε ηλικία περίπου ενός έτους με την μητέρα του πήγαν στην Μπολόνια, όπου είχε εμπορική επιχείρηση ο πατέρας του, Δημήτριος Σαραντάρης. Στο σπίτι μιλούσαν συνήθως ελληνικά και όλοι οι άρρενες αισθάνονταν το χρέος να υπηρετήσουν ως στρατιώτες την Ελλάδα. Ο Γιώργος Σαραντάρης, όπως και η αδελφή του Λέλα, τέλειωσαν δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο στην Μπολόνια. Ο Γιώργος συνέχισε τις σπουδές του και εισήχθη στη Νομική σχολή του ιστορικού πανεπιστημίου της.
Λόγω οικονομικών δυσχερειών η οικογένειά του αργότερα μετακινήθηκε σε μέγαρο που διέθετε στην κωμόπολη Μονταπόνε, κοντά στην Ανκόνα. Κοντά στο Μονταπόνε είναι και η πόλη Ματσεράτα, που έχει πανεπιστήμιο και Νομική Σχολή. Εκεί τέλειωσε ο Γιώργος το Πανεπιστήμιο. Η διπλωματική διατριβή του, – αμετάφραστη ακόμη στα ελληνικά -, έχει τίτλο « Η τελεολογική αρχή στο δίκαιο –Καντ και Γέρινγκ».
Ο Σαραντάρης σε ηλικία 23 ετών, το 1931, ήρθε στην Ελλάδα να υπηρετήσει τη θητεία του, όπως όλοι οι συγγενείς του. Στην Ελλάδα έζησε το υπόλοιπο της σύντομης ζωής του. Απεβίωσε στις 25 Φεβρουαρίου 1941, πριν συμπληρώσει τα 33 του χρόνια. Για την παρόμοια ζωή και την προσφορά των Σολωμού και Σαραντάρη έγραψε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος:
« Είναι παράξενο να το συλλογίζεται κανένας, αλλά όπως γύρισε τον περασμένο αιώνα ο Σολωμός από την Ιταλία (1818) να διδάξει τους γραμματιζούμενους Έλληνες τη γλώσσα τους, έτσι και στον αιώνα μας ο Σαραντάρης γύρισε – πάλι από την Ιταλία (1931) – να διδάξει στους γραμματιζούμενους Έλληνες την πίστη τους, δηλαδή την πνευματική παράδοσή τους». (Ζήσιμου Λορεντζάτου «Διόσκουροι – Γιώργος Σαραντάρης και Δημήτριος Καπετανάκης», Εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1997,
σελ. 212).
Ο πολυγραφότατος και με σημαντική προσφορά στη συνέχεια της Παράδοσής μας καθηγητής της λαογραφίας και της ιστορίας της λογοτεχνίας Μ.Γ. Μερακλής στο βιβλίο του «Γιώργος Σαραντάρης – Γιατί τον είχαμε λησμονήσει…», (Εκδ. Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός, Αθήνα 2002, σελ. 11) έγραψε για τις ομοιότητες του Σαραντάρη με τον Σολωμό:
«Πρώτα πρώτα ο κοινός αγώνας τους για την κατάκτηση της λησμονημένης μητρικής τους γλώσσας, ύστερα από πολύχρονη αποδημία….Ακόμη ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος άσκησαν κάποιο επάγγελμα, παρά μονάχα ασχολήθηκαν με την ποίηση και την φιλοσοφία. Και οι δύο ήσαν φύσεις ευαίσθητες, δειλές, μοναχικές». Ο Μερακλής προχωρεί και σε μια τολμηρή εκτίμηση:
« Ο Σαραντάρης ήταν ο ποιητής που είχε την ακριβή τύχη, αυτός μόνος, να φτάσει τον Σολωμό και, σε μερικές στιγμές, να τον ξεπεράσει. Ο Σαραντάρης είναι ο μόνος, που, μετά το Σολωμό, έδωσε κατά τρόπο καλλιτεχνικά ακέραιο και στερεό, την εξαλλαγή του ανθρώπινου πόνου σε μεταφυσική δίψα. Ο Σολωμός μένει πάντα ο μάγος της μουσικής μέσα στην ποίηση, σ’ αυτό δεν τον ξεπέρασε κανείς. Ο Σαραντάρης όμως μας δίνει πολλές φορές το ποιητικό μήνυμα πιο πνευματικά, πιο βαθιά, πιο σύγχρονα..» (Βλ. και Γ.Ν. Παπαθανασόπουλου « Γιώργος Σαραντάρης: Ο άνθρωπος, ο ποιητής, ο διανοούμενος», Εκδ. Έκπληξη, Αθήνα, 2011, σελ. 187).
Ο ίδιος ο Γιώργος Σαραντάρης αγαπούσε και θαύμαζε τον Σολωμό και εκτιμούσε ιδιαίτερα το ήθος και τη σκέψη του. Σε ιδιόγραφο σημείωμα που έχει στα χέρια της η οικογένεια του αείμνηστου Παναγιώτη Σαραντάρη γράφει: «Ο Σολωμός είναι ο μεγαλύτερος νεοέλληνας ποιητής, αλλά αυτό δεν φτάνει. Νομίζω πως είμεθα ώριμοι για να εξετάσουμε κριτικά τη μορφή του Σολωμού από άλλη σκοπιά, πως στον πολιτισμό μας συμφέρει, σαν κατανόησε την αθανασία του ποιητή, αλλιώς να αγκαλιάσει το αντικείμενο του θαυμασμού του. Αυτό σημαίνει να ακολουθήσουμε το Σολωμό στα ζωντανά του στοιχεία, όπου να βρούμε πως το πνεύμα του κάνει ένα με το λεγόμενο ελληνικό πνεύμα και πως το τελευταίο δεν είναι χίμαιρα, εφόσον δεν είναι χίμαιρα η αισθητική αξία της σολωμικής ποίησης». (Αυτ. σελ. 182).
Ο Σαραντάρης προχωρεί ακόμη περισσότερο και συγκρίνει τον λυρισμό του Σολωμού με αυτόν σημαντικών ευρωπαίων ποιητών:
«…Δεν θα απαντήσεις ποτέ στον λυρισμό του Σολωμού τη λαγνεία ενός Μποντλαίρ ή ενός Βερλαίν, ή την πεισιθάνατη πνοή ενός Λεοπάρντι, μήτε η χαρά του μέσα στη Φύση έχει τον τόνο της μοναχικής μέσα στη Φύση χαράς ενός Κητς. …Η απιστία στον Κητς, στο Σέλλεϋ δεν τους επιτρέπει να χαρούν την ευτυχία του Σολωμού, κι αν ο Κητς την πλησιάζει πιότερο, τούτο συμβαίνει γιατί είναι περισσότερο αθώος. Αλλά για μένα κ΄ η ευτυχία του Κητς στάζει στο βάθος την πίκρα εκείνη, που είναι δεμένη με την αυταπάτη του, όσο κι αν θέλουμε να τον συγχωρήσουμε γι’ αυτήν, σα στοχαστούμε πόσο νέος πέθανε, ο πιο νέος νεκρός από τους μεγάλους ευρωπαίους λυρικούς» (Αυτ. σελ. 183).
Ο Σαραντάρης συμπίπτει με τον Σολωμό και στην φιλοπατρία. Είπαμε πως και οι δύο αν και έζησαν στην Ιταλία, επέστρεψαν στην Ελλάδα και αφιέρωσαν τη ζωή και το έργο τους σε αυτήν. Ο Σαραντάρης απεβίωσε το 1941, σε ηλικία 33 ετών, πολεμώντας την φασιστική Ιταλία στα βουνά της Πίνδου. Η φιλοπατρία του τον κάνει να κατανοήσει αυτήν του Σολωμού και να γράψει: « Δε μπορείς να νιώσεις την πνοή της σολωμικής ποίησης αν δεν νιώσεις ταυτόχρονα τι σημαίνει για τον Έλληνα το Μεσολόγγι».
Ο Σολωμός βίωσε την Επανάσταση των Ελλήνων κατά της τυραννίας. Γράφει ο Νικόλαος Τωμαδάκης: « Είκοσι τριών ετών μόλις ο Σολωμός κατά την έναρξιν του Ιερού Αγώνος, αντελήφθη αμέσως την σημασίαν την οποίαν είχεν η αφύπνισις των ηθικών και ηρωικών δυνάμεων του Έθνους και έταξε τον εαυτόν του εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος, κατά την δύναμιν της δωρεάς του Κυρίου, με το τραγούδι εις το στόμα και την νουθεσίαν εις τα χείλη. Έγραψε τον Μάΐον του 1823 τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν. Αυτό δεν ήτο απλώς ένα τραγούδι, ήτομία πράξις, μία παρουσία ηθικής δυνάμεως εις τον τιτάνειον Αγώνα… Η Ελευθερία ήτο η ιδία η Ελλάς, είχε βγει από τα ιερά κόκκαλα των αρχαίων Ελλήνων. Οι πολεμισταί ήσαν βέβαια γενναίοι Μοραΐτες, Ρουμελιώτες, Σουλιώτες κ.α. Νεοέλληνες, αλλά τα έργα των η συμπεριφορά των τα κατορθώματά των τον έκαμαν να φωνάξη: Ω τριακόσιοι! Σηκωθήτε και ξανάλθετε σε μας, τα παιδιά σας θέλει ιδήτε πόσο μοιάζουνε με Σας. Αυτή η απάντησις περνά πέραν από την ποίησιν και εγγίζει την αλήθειαν της Ιστορίας,. Επικυρώνει την συνέχειαν του Ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι της Επαναστάσεως…». (Νικ. Τωμαδάκη «Σολωμού Άπαντα», Εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, 1969, σελ. 14).
Η φιλοπατρία του Σαραντάρη καλλιεργήθηκε και με την ανάγνωση των βιβλίων του ιδιοφυούς ιστοριοδίφη Σπυρίδωνος Ζαμπελίου. Κατά την επίσκεψή μας στο Μέγαρο των Σαραντάρη στο Μονταπόνε της Ιταλίας, μαζί με τον αείμνηστο Παναγιώτη Σαραντάρη και την θυγατέρα του Βάνα (Ιωάννα) Σαραντάρη βρήκαμε στη βιβλιοθήκη του ποιητή το βιβλίο του Ζαμπέλιου «Κρητικοί Γάμοι», το οποίο είχε εκτυπωθεί στο Τορίνο το 1871. Κατά τον Ζήσιμο Λορεντζάτο ο Σαραντάρης διαλέγει για οδηγό του στην αναζήτηση της πνευματικής του παράδοσης τον Ζαμπέλιο, οποίος, κατά τον Σολδάτο, « είναι ο
πρώτος νεοέλληνας ιστορικός που συλλαμβάνει και εκφράζει με δύναμη την έννοια της συνέχειας του Ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι της εποχής του» (Χρ. Σπ. Σολδάτου «Σπ. Ζαμπέλιος (1815-1881)», Αθήνα 2003, Τόμος Α΄, σελ. 295).
Επηρεασμένος από τον Ζαμπέλιο και τον Σολωμό ο Σαραντάρης γράφει στο πρώτο του φιλοσοφικό δοκίμιο «Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης» : «Νομίζω πως η σημερινή Ελλάδα μπορεί να κρίνει το λεγόμενο δυτικό πολιτισμό. Μπορεί και πρέπει να κρίνει τον τέτοιο πολιτισμό, αν θελήσει να σωθεί από την επιρροή που η ίδια η Ευρώπη εξάσκησε πάνω μας έναν ολάκερο αιώνα, κ’ επιθυμήσει να βρει την καθαρότητα μιας παρθενικής θέας και το αυτούσιο κάλλος της δικής μας χώρας και των ανθρώπων της…».
Περατώνοντας τη σύντομη αυτή ομιλία μου για τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό και τον συμπατριώτη μας σημαντικό ποιητή και στοχαστή Γιώργο Σαραντάρη θα απαγγείλω κάτι από το ποιητικό έργο τους. Από τον Διονύσιο Σολωμό τις τελευταίες στροφές (151-158) από τον Εθνικό μας Ύμνο, μια και είναι η επέτειος των 200 χρόνων από την σύνθεσή του. Να τονίσω πως αφιερώνει τον Ύμνο στην Ελευθερία, που Ελευθερία είναι η ίδια η Ελλάδα μας, γιατί οι Έλληνες δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς ελευθερία…. Στους τελευταίους στίχους απευθύνεται ως Ελληνας και μαζί με όλους τους Έλληνες στους ξένους ισχυρούς της Γης.
Αν ζούσε στην εποχή μας περίπου τα ίδια θα έγραφε και σήμερα για την Ελλάδα και την Κύπρο μας…
Ω ακουσμένοι εις την ανδρεία!
καταστήστε ένα σταυρό
και φωνάξετε με μία
Βασιλείς κοιτάξτ’ εδώ
Το σημείο που προσκυνάτε
είναι τούτο και γι’ αυτό
ματωμένους μας κοιτάτε
στον αγώνα τον σκληρό.
Ακατάπαυστα το βρίζουν
τα σκυλιά, και το πατούν
και τα τέκνα του αφανίζουν,
και την πίστι αναγελούν.
Εξ αιτίας του εσπάρθη, εχάθη
αίμα αθώο χριστιανικό,
που φωνάζει από τα βάθη
της νυκτός, να ΄κδικηθώ.
Δεν ακούτε, εσείς εικόνες,
του Θεού τέτοια φωνή;
τώρα επέρασαν αιώνες,
και δεν έπαψε στιγμή.
Δεν ακούτε; Εις κάθε μέρος
σαν του Άβελ καταβοά,
δεν είν΄ φύσημα του αέρος
που σφυρίζει εις τα μαλλιά.
Τι θα κάμετε; Θ’ αφίστε
να αποκτήσωμεν εμείς
ελευθερίαν, ή θα την λύστε
εξ αιτίας πολιτικής;
Τούτο αν ίσως μελετάτε
ιδού εμπρός σας τον Σταυρό,
βασιλείς, ελάτε, ελάτε,
και κτυπήσετε κ’ εδώ.
Από τον Σαραντάρη θα πω επίσης ένα ποίημα πατριωτικό. Πρέπει
να τονίσω για μιαν ακόμη φορά πως η πίστη του στον Θεό ήταν βαθιά
και η αγάπη στην Ελλάδα μέχρι θυσίας της ζωής του. Έχει γράψει σε
δύο παραλλαγές το ποίημά του «Εμείς οι Έλληνες». Θα απαγγείλω την
πλουσιότερη παραλλαγή, που παραμένει επίκαιρη και στις ημέρες μας,
όπως του Σολωμού:
Εμείς οι Έλληνες
Που σε χαρούμενα νησιά έχουμε τόπο
Σε άμοιρη στεγνή γη
Που την υγραίνει ευλάβεια στον αιώνα
Η πλούσια ανάμνηση
Ο άφθονος ήλιος
Εμείς ίσαμε τώρα δουλοπάροικοι
Ξένων ξεμωραμένων εξουσιών
Που γέρασαν σα δέντρα
Μελαγχολικά αγνάντια στον τάφο
Και με παράξενο με αλλόφρονα εγωισμό
Ακόμα μας κρατάν στην αγκαλιά τους
Πουλιά που κρυώνουμε
Και δε νοιαζόμαστε να στήσουμε
Σε πιο πράσινο χώρο
Τη φωλιά μας
Εμείς πότε θα διαβάσουμε
Στην τύχη μας μια ώρα που δε σβύνει
Στα χέρια μας στα νιάτα μας
Μια χούφτα δύναμη και θάρρος
Που τήνε χρειάζεται και χαιρετάει
Ο ζωντανός κόσμος…
Η Δύση πού θα βρει καινούριο δρόμο
Για τις ανθρώπινες ψυχές;.
Και ένα ακόμη σύντομο ποίημα του Σαραντάρη, με το οποίο και κλείνω την ομιλία μου. Αφορά στη γενέτειρα του καθενός μας και των προγόνων μας. Με το ιστορικό της οικογενείας του και με τη δική του προσφορά και θυσία για την Πατρίδα, μπορούμε να πούμε ότι αναφέρεται ευρύτερα μεν στην Ελλάδα, στενότερα δε στο Λεωνίδιο.
Έχουμε ανάγκη από λέξεις καινούργιες νωπές
βγαλμένες τώρα από το χώμα.
Σίγουρα θα φύγουμε δυσαρεστημένοι αν δεν
αποκαλύψουμε τις ρίζες της ζωής μας
Αν δεν εργαστούμε μ’ ευσυνειδησία γύρω
Από τη γενέτειρα γη.-
Σας ευχαριστώ.
Τα βιβλία που χρησιμοποίησα για την παρούσα εργασία είναι:
– Ν.Β. Τωμαδάκη «Σολωμού Άπαντα», Εκδ. Γρηγόρη.
– Γιώργου Σαραντάρη «Έργα», 2 Τόμοι σε εισαγωγή και επιμέλεια της αείμνηστης Σοφίας Σκοπετέα, Εκδ. Βικελαίας Βιβλιοθήκης, Ηράκλειο 2001,
– Ολυμπίας Καράγιωργα «Γιώργος Σαραντάρης Ο ΜΕΛΛΟΥΜΕΝΟΣ», Εκδ, Δίαυλος, Αθήνα, 1995.
– Γερασίμου Ζώρα «ΘΥΒΡΙΣ, Σύλλαβος Μελετημάτων Ελληνο–ιταλικού θεματολογίου», Εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1999
– Γερασίμου Ζώρα «Ιταλικοί αντικατοπτρισμοί – Η Ιταλία σε κείμενα Νεοελλήνων λογοτεχνών», Εκδόσεις Δόμος, 1994
– Ζήσιμου Λορεντζάτου «Διόσκουροι: Γιώργος Σαραντάρης – Δημήτριος Καπετανάκης», Εκδ. Δόμος, Αθήνα, 1997,
– «Γιώργος Σαραντάρης – Γιατί τον είχαμε λησμονήσει…» Επιμέλεια Μ.Γ.Μερακλή, Εκδ. Τυπωθήτω, Αθήνα, 2002.
– Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου «Γιώργος Σαραντάρης: ο άνθρωπος, ο ποιητής, ο διανοούμενος», Εκδ. Έκπληξη, Αθήνα, 2011.