Σε μια αποκάλυψη που προκαλεί τριγμούς όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη προχώρησε η εφημερίδα Die Welt. Σε εκτεταμένο άρθρο στο φύλλο της προηγούμενης Κυριακής, η εφημερίδα αποκαλύπτει πώς το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών με εισηγήσεις κατά παραγγελία και πολιτικές σκοπιμότητες κατάφερε να δικαιολογήσει τη χρονική επέκταση του πρώτου lockdown.
Oυσιαστικά, το υπουργείο Εσωτερικών της Γερμανίας «προσέλαβε» επιστήμονες του παγκοσμίου φήμης Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ, καθώς και άλλων πανεπιστημίων, για να συντάξουν μια έκθεση που θα προκαλούσε τρόμο και σοκ στους πολίτες, δημιουργώντας έτσι το έδαφος για περισσότερα «προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα».
Μπορεί να ακούγεται συνηθισμένο: οι περισσότερες χώρες βάσισαν τις προβλέψεις τους για το πρώτο lockdown στο «χειρότερο δυνατό σενάριο». Ωστόσο, η διαφορά εδώ – όπως αναφέρει η εφημερίδα – είναι ότι οι επιστήμονες δεν κινήθηκαν αυτόνομα, όπως διαφήμιζε η κυβέρνηση. Αντίθετα, υπηρετούσαν εν γνώσει τους μια πολιτική σκοπιμότητα.
Η Die Welt, μάλιστα, έχει ως απόδειξη πάνω από 200 σελίδες αλληλογραφίας μεταξύ του Ινστιτούτου και του υπουργείου που χρονολογούνται τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2020, στις οποίες απέκτησε πρόσβαση έπειτα από πολύμηνη νομική διαμάχη με το Ρόμπερτ Κοχ.
Τι αποκαλύπτουν αυτές οι σελίδες;
Αν και η εικόνα της Γερμανίας ήταν αρκετά καλή στα μέσα Μαρτίου του 2020, ο ιολόγος Κρίστιαν Ντρόστεν και ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ, Λόταρ Βίλερ, επισκέφθηκαν τον υπουργό Εσωτερικών, Χορστ Ζέεχοφερ, στο σπίτι του, για να τον προειδοποιήσουν για τον κίνδυνο που υπήρχε «αν η χώρα γύριζε γρήγορα στην καθημερινότητα»
Όπως ήταν φυσικό, ο Ζέεχοφερ θορυβήθηκε: με βάση τα λόγια των επιστημόνων, η χαλάρωση θα γινόταν πολύ γρήγορα. «Ο Ζέεχοφερ ανησυχούσε ότι, βάσει προγράμματος, το lockdown τελείωνε το Πάσχα. Ο υπουργός ήταν απόλυτα αντίθετος σε αυτό», γράφει η Die Welt.
Έδωσε λοιπόν εντολή στον γενικό γραμματέα του, Μάρκους Κέρμπερ, να παρουσιάσει ένα σχέδιο για την υποστήριξη αυστηρότερων μέτρων.
Το «χειρότερο σενάριο»
Ο Κέρμπερ έστειλε ένα email σε αρκετούς επιστήμονες, πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα παραγγέλνοντας ουσιαστικά, μεταξύ άλλων, ένα χειρότερο σενάριο για να βρει μια «διανοητική και συστηματική» βάση για να προωθήσει την κατάσταση.
Έτσι ανέθεσε στους ερευνητές του Ινστιτούτου Robert Koch (RKI) και άλλων ιδρυμάτων να δημιουργήσουν ένα μοντέλο υπολογισμού βάσει του οποίου το Υπουργείο Εσωτερικών θα δικαιολογούσε τα αυστηρά μέτρα.
Το απόρρητο αυτό κείμενο εργασίας των επιστημόνων συντάχθηκε μόλις σε τέσσερις μέρες. Αργότερα, τον Απρίλιο αναρτήθηκε στο επίσημο ιστότοπο του υπουργείο Εσωτερικών της Γερμανίας.
Το σοβαρό είναι ότι οι επιστήμονες «διαπραγματεύτηκαν» μεταξύ τους για τον πιθανό αριθμό θνησιμότητας που πρέπει να αναφερθεί.
Το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ και το RIVM πρότειναν να προωθηθεί η εκτίμησή τους για το 0,56% των μολυσμένων ατόμων, αλλά ένας υπάλληλος του RWI, ενός σημαντικού ινστιτούτου οικονομικής έρευνας, υποστήριξε το ποσοστό θανάτου στο 1,2%. Έγραψε ότι έπρεπε να παρουσιάσουν τους αριθμούς «προτιμότερα χειρότερους παρά καλούς».
Και τα δύο ποσοστά θνησιμότητας περιλαμβάνονται στο τελικό έγγραφο στρατηγικής του Υπουργείου. Υπολογίστηκε ένα «χειρότερο σενάριο» σύμφωνα με το οποίο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι στη Γερμανία θα μπορούσαν να πεθάνουν από τον κοροναϊό, εάν η κοινωνική ζωή συνεχιζόταν όπως ήταν πριν από την πανδημία.
Εάν η κυβέρνηση δεν ενεργήσει, το 70% του πληθυσμού θα μπορούσε να μολυνθεί και ο αριθμός των θανάτων να φτάσει σε εκατομμύρια, προειδοποίησε ο Ζεεχόφερ αρκετές φορές εκείνη τη στιγμή.
Χειραγώγηση των Γερμανών μέσω του τρόμου
Βασισμένο στο «χειρότερο σενάριο», το κείμενο αυτό ήταν φυσικά δυστοπικό. Ακόμα, όμως πιο δυστοπική φαίνεται πως ήταν η νοοτροπία και η διαδικασία σύνταξής του.
Στα έγγραφα που δημοσιοποιεί η Welt, αναφέρεται ότι πρέπει να προκληθεί «σοκ» και «φόβος» στη γερμανική κοινή γνώμη έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η «υπακοή» της στα μέτρα περιορισμού.
Για παράδειγμα, επισημαίνεται, οι καμπάνιες στα ΜΜΕ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν εικόνες ανθρώπων που πεθαίνουν από δύσπνοια επειδή δεν υπάρχουν διαθέσιμα κρεβάτια εντατικής.
Όπως αναφέρει το slpress.gr, είναι ενδεικτικά τα όσα αναφέρει το κείμενο των Γερμανών επιστημόνων (σελ. 13 του εγγράφου) όπου γίνονται συστάσεις για το πώς να σχεδιαστεί η επικοινωνία προς την κοινή γνώμη: «Για να επιτευχθεί η επιθυμητή αίσθηση σοκ, πρέπει να εξηγηθούν συγκεκριμένα οι επιπτώσεις της μόλυνσης στην ανθρώπινη κοινωνία: (1) Πολλοί σοβαρά νοσούντες νοσηλεύονται από τους αγαπημένους τους και πεθαίνουν αγωνιωδώς στο σπίτι, αγκομαχώντας για μια ανάσα. Η έλλειψη αέρα και η ασφυξία είναι πρωταρχικός φόβος για όλους. Το ίδιο ισχύει και σε περιπτώσεις που δεν μπορεί κανείς να κάνει τίποτα για βοηθήσει τους δικούς του ανθρώπους που διατρέχουν θανάσιμο κίνδυνο […].
«”Τα παιδιά είναι απίθανο να υποφέρουν από την επιδημία”. Λάθος. Τα παιδιά μολύνονται εύκολα ακόμα και υπό περιορισμό, για παράδειγμα από τα παιδιά των γειτόνων. Αν μετά μολύνουν τους γονείς τους και μετά ένας εξ αυτών πεθάνει στο σπίτι, και αυτά νιώθουν υπεύθυνα για αυτό, επειδή για παράδειγμα ξέχασαν να πλύνουν τα χέρια τους μετά το παιχνίδι, είναι το πιο τρομακτικό πράγμα που μπορεί να βιώσει ένα παιδί».
Απαντήσεις ζητά η γερμανική αντιπολίτευση
Αυτά τα emails απελευθερώθηκαν μετά από μήνες δίκης από μια ομάδα δικηγόρων του Βερολίνου, οι οποίοι τα έστειλαν στη Die Welt. Πολλά σημεία τους είναι «μαυρισμένα», με ονόματα να λείπουν.
Όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα, τα emails δείχνουν ότι ο Ζεεχόφερ είχε την πρόθεση να ζητήσει τη «βοήθεια» αυτών των επιστημόνων μόνο για πολιτική σκοπιμότητα – και αυτοί με τη σειρά τους την προσέφεραν πρόθυμα. Οι ειδικοί δεν δούλευαν αυτόνομα, αλλά δούλευαν για ένα προκαθορισμένο αποτέλεσμα που είχε προαποφασιστεί από τους πολιτικούς.
Ο Κέρμπερ, απαντώντας στο άρθρο της γερμανικής εφημερίδας, είπε ότι τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν πρέπει να θεωρούνται ως «μια θεωρητική πραγματεία» και προσθέτει ότι «αντιμετώπισαν το καθήκον να αποτρέψουν ένα χειρότερο σενάριο».
Η αντιπολίτευση απαιτεί διευκρινίσεις από τον Ζεεχόφερ. Δεν μπορεί η πολιτική να παίρνει «απόψεις on demand» από την επιστήμη, λέει ο πρόεδρος του κόμματος Die Linke Ντίτμαρ Μπαρτς. Σύμφωνα με τον ίδιο, η πολιτική και η επιστήμη κάνουν μεταξύ τους ζημιά, επειδή η εμπιστοσύνη στην επιστήμη καταστρέφεται.