Μὲ ἀφορμὴ τήν συμπλήρωση δύο ἐτῶν ἀπό την τὴν ἁγιοκατάταξη τῶν Ἁγίων Ἁγιορειτῶν Γερόντων, θυμόμαστε καὶ παραθέτουμε σημεῖα ἀπὸ μαρτυρίες, διδαχὲς καὶ νουθεσίες τους, τὰ ὁποία παραμένουν διαχρονικὰ καὶ διδακτικὰ καὶ στὶς μέρες μας. Ἂς ἀκούσουμε τὶς προτροπὲς τῶν Ἁγίων καὶ ἂς μιμηθοῦμε τῆς ζωή τους καὶ τὸ παράδειγμά τους!
Μαρτυρία τοῦ νεαροῦ τότε καθηγητή τῆς Θεολογικῆς σχολῆς κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη ἀπὸ ἐρώτησή του στὸ Γέροντα Ἐφραὶμ τὸν Κατουνακιώτη γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ
Κάποτε, λοιπόν, νεαρός τότε καθηγητής στή Θεολογική, μιλᾶμε τώρα πρίν ἀπό τριάντα χρόνια, τοῦ εἶπα τό ἑξῆς. Ἐπειδή καί στή Θεολογική Σχολή, ἰδιαίτερα τῆς Θεσσαλονίκης, τό κλῖμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀνθεῖ, εἶχα κάποια ἔντονα προβλήματα καί ἐρωτήματα, ἐπειδή ἔβλεπα νά ἐκπροσωπεῖται ἀπό σεβαστούς, κατά τά ἄλλα, καθηγητές. Φυσικά, τόσο ἡ συνείδησή μου ὅσο καί οἱ γνώσεις μου ἀντιδροῦσαν μέν, ἤθελα…ὅμως, πέρα ἀπό τήν ἐπιστημονική μου θέση, νά ἔχω καί τήν χαρισματική ἀπάντηση, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἔκανα καί σέ πάρα πολλά ἄλλα θέματα.
Τόν ρώτησα, λοιπόν, ἐπί τοῦ συγκεκριμένου, μήπως μπορεῖ νά μοῦ πεῖ τί πρᾶγμα εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Μοῦ ἀπήντησε ἀπερίφραστα καί χωρίς καμμία δυσκολία: «Αὐτήν τήν ἐρώτηση, παιδί μου, μοῦ τήν ἔχει κάνει κι ἕνας ἀκόμη νωρίτερα ἀπό σένα. Ἐγώ, ἐδῶ πέρα ἐπάνω, βρίσκομαι σαράντα χρόνια στά βράχια. Ἔχω ξεχάσει καί τά ἑλληνικά μου»- σημειωτέον τελείωσε σχολαρχεῖο – «ἀλλά μ’ αὐτό τό θέμα δέν ἔχω ἀσχοληθεῖ. Γι’ αὐτό, ἐπειδή ἔπρεπε νά τό ἀπαντήσω, ἀφοῦ δέχτηκα ἐρώτημα καί δέν εἶχα καμμία γνώμη πάνω στό θέμα, πῆγα στό κελλί μου καί προσευχήθηκα καί ρώτησα τόν Χριστό νά μέ πληροφορήσει τί εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Πῆρα τήν ἀπάντησή του, ἡ ὁποία εἶναι, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός ἔχει πνεῦμα πονηρίας καί κυριαρχεῖται ἀπό ἀκάθαρτα πνεύματα». Καί τόν ρώτησα, πῶς ἀκριβῶς πιστοποιήθηκε αὐτό. Μοῦ ἀπάντησε, πώς «μετά τήν προσευχή γέμισε τό κελλί μου ἀπό ἀφόρητη δυσωδία, ἡ ὁποία μοῦ ἔφερνε ἀσφυξία στήν ψυχή, δέν μποροῦσα νά ἀναπνεύσω πνευματικά». Τόν ρώτησα, ἄν αὐτό ἦταν ἕνα ἔκτακτο γεγονός γι’ αὐτόν ἤ ἄν ἔτσι τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Χριστός σέ ἀνάλογες περιπτώσεις, καί μέ βεβαίωσε, ὅτι «σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, πού εἶναι μπλεγμένες μέ μάγια, μέ ἀκάθαρτα πνεύματα, αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση, στήν ὁποία μέ εἰσάγει. Μερικές φορές ὑπάρχει καί λεκτική ἀπάντηση, ἀλλά στήν προκειμένη περίπτωση, αὐτή ἦταν ἡ ἀπάντηση καί ἔχω ἀπόλυτη τή βεβαιότητα, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός δέν ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἀκάθαρτο».
Τόν ρώτησα, λοιπόν, ἐπί τοῦ συγκεκριμένου, μήπως μπορεῖ νά μοῦ πεῖ τί πρᾶγμα εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Μοῦ ἀπήντησε ἀπερίφραστα καί χωρίς καμμία δυσκολία: «Αὐτήν τήν ἐρώτηση, παιδί μου, μοῦ τήν ἔχει κάνει κι ἕνας ἀκόμη νωρίτερα ἀπό σένα. Ἐγώ, ἐδῶ πέρα ἐπάνω, βρίσκομαι σαράντα χρόνια στά βράχια. Ἔχω ξεχάσει καί τά ἑλληνικά μου»- σημειωτέον τελείωσε σχολαρχεῖο – «ἀλλά μ’ αὐτό τό θέμα δέν ἔχω ἀσχοληθεῖ. Γι’ αὐτό, ἐπειδή ἔπρεπε νά τό ἀπαντήσω, ἀφοῦ δέχτηκα ἐρώτημα καί δέν εἶχα καμμία γνώμη πάνω στό θέμα, πῆγα στό κελλί μου καί προσευχήθηκα καί ρώτησα τόν Χριστό νά μέ πληροφορήσει τί εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Πῆρα τήν ἀπάντησή του, ἡ ὁποία εἶναι, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός ἔχει πνεῦμα πονηρίας καί κυριαρχεῖται ἀπό ἀκάθαρτα πνεύματα». Καί τόν ρώτησα, πῶς ἀκριβῶς πιστοποιήθηκε αὐτό. Μοῦ ἀπάντησε, πώς «μετά τήν προσευχή γέμισε τό κελλί μου ἀπό ἀφόρητη δυσωδία, ἡ ὁποία μοῦ ἔφερνε ἀσφυξία στήν ψυχή, δέν μποροῦσα νά ἀναπνεύσω πνευματικά». Τόν ρώτησα, ἄν αὐτό ἦταν ἕνα ἔκτακτο γεγονός γι’ αὐτόν ἤ ἄν ἔτσι τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Χριστός σέ ἀνάλογες περιπτώσεις, καί μέ βεβαίωσε, ὅτι «σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, πού εἶναι μπλεγμένες μέ μάγια, μέ ἀκάθαρτα πνεύματα, αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση, στήν ὁποία μέ εἰσάγει. Μερικές φορές ὑπάρχει καί λεκτική ἀπάντηση, ἀλλά στήν προκειμένη περίπτωση, αὐτή ἦταν ἡ ἀπάντηση καί ἔχω ἀπόλυτη τή βεβαιότητα, ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός δέν ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἀκάθαρτο».
Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς γιὰ τὴ νοερὰ προσευχὴ
Ἡ πράξη τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι νὰ βιάσεις τὸν ἑαυτόν σου νὰ λέγεις συνεχῶς τὴν εὐχὴ μὲ τὸ στόμα ἀδιαλείπτως.
Στὴν ἀρχὴ γρήγορα, νὰ μὴν προφθάνει ὁ νοῦς νὰ σχηματίζει λογισμὸ μετεωρισμοῦ. Να προσέχεις μόνο στὰ λόγια: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ».
Ὅταν αὐτὸ πολυχρονίσει, τὸ συνηθίζει ὁ νοῦς καὶ τὸ λέγει καὶ γλυκαίνεσαι ὡσὰν νὰ ἔχεις μέλι στὸ στόμα σου καὶ θέλεις νὰ τὸ λέγεις.
Ἂν τὸ ἀφήσεις στενοχωρεῖσαι πολύ.
Ὅταν τὸ συνηθίσει ὁ νοῦς καὶ χορτάσει -τὸ μάθει καλὰ- τότε τὸ στέλνει στὴν καρδιά.
Ἐπειδὴ ὁ νοῦς εἶναι ὁ τροφοδότης τῆς ψυχῆς καὶ μεταφέρει στὴν καρδιὰ ὁτιδήποτε φαντασθεῖ.
Ὁ Γέροντας Δανιὴλ Κατουνακιώτης γιὰ τὰ νέα ρεύματα σκέψεως καὶ πνευματικότητος
Ἡ φωνὴ τῆς θεολογίας τοῦ «ποιήσαντος καὶ διδάξαντος» Γέροντος Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἀντιμετώπισε τὰ νέα ρεύματα σκέψεως καὶ πνευματικότητος ἤδη ἀπὸ τὴν ἐμφάνισή τους στὰ τέλη τοῦ 19ου καὶ ἀρχὲς 20ου αἰῶνος, ἔχει ἰδιαίτερη ἀπήχηση σήμερα καὶ κατευθύνει πρὸς τὴν πάντοτε ἀσφαλῆ συμπόρευση «σὺν πάσι τοῖς Ἁγίοις».
Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπισήμανση καὶ προειδοποίηση τοῦ Γέροντος Δανιήλ, αὐτονόητη γιὰ ὅσους Ὀρθοδόξους γνωρίζουν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ἀλλὰ πολὺ χρήσιμη στὸν εὐρύτερο ἐκκλησιαστικὸ χῶρο: «Πρέπει ὁ Χριστιανὸς νὰ μὴ δίδη τὴν ἐλαχίστην ἀκρόασιν εἰς ἐκείνους τοὺς λυμεώνας {=καταστροφείς}, καν Ἱερεῖς καὶ Ἀρχιερεῖς ὦσι, καν διδάσκαλοι καὶ πνευματικοί, οἵτινες παρενείρουσι {=εἰσάγουν πλαγίως} καὶ διδάσκουσι διὰ τῶν φαινομένων σοφιστειῶν τὰ ἐναντία τῶν Ὀρθοδόξων νοημάτων καὶ ἱερῶν παραδόσεων, ἀλλὰ νὰ ἐμμένη στερρᾶ εἰς ὅσα παρέλαβε παρὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» [9].
Τὸ αὐθεντικὸ κείμενο τῆς ἐπιστολῆς ἕπεται τῆς ἀμέσως ἀκολουθούσης μεταφράσεως, καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ βιβλίο-συλλογὴ τοῦ Γέροντος Δανιὴλ «Πατρικαὶ Διδαχαὶ» [10]. Ἀπευθύνεται στὸν ἱεροσπουδαστὴ Γεώργιο Παπαγεωργιάδη (1881-1958), φοιτητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης, ἀργότερα διακεκριμένο Ἱεροκήρυκα καὶ συγγραφέα καὶ Μητροπολίτη Νευροκοπίου (1942-1945) [11]. Ὁ Γέρων Δανιὴλ τονίζει στὸν νέο θεολόγο φοιτητὴ τὸ ὕψος τοῦ λειτουργήματος τῆς Θεολογίας, τὴν ἀνάγκη ὑψηλῆς πνευματικῆς βιοτῆς καὶ ἐμμονῆς στὶς ἱερὲς Παραδόσεις, ἀλλὰ καὶ τὴν δέουσα περιφρόνηση πρὸς τὶς ἀντιδράσεις τῶν νεωτεριστῶν μὲ τὴν βοήθεια τῆς εἰς Χριστὸν Πίστεως.