Του αρχιμ. Ιακώβου Κανάκη
Μέσα από την Αγία Γραφή επικοινωνούμε με τον Θεό αφού στο ιερό της κείμενο «αποκαλύπτεται» ο Ίδιος. Έτσι, όποιος διψά να τον γνωρίσει ποτίζεται και δροσίζεται. Όποιος Τον αναζητά ανακαλύπτει μέσα της μεγάλες αλήθειες. Προσπαθούμε να μελετούμε συχνά τα ιερά αυτά κείμενα, άλλωστε τα «συναντάμε» και στην λατρεία της Εκκλησίας. Αυτό όμως που προκαλεί θαυμασμό είναι ότι όσες φορές διαβάζεις την Αγία Γραφή ποτέ δεν την « χορταίνεις». Το ίδιο κείμενο διαβάζεται όντως πολλές φορές και είναι πάντα επίκαιρο, « ζωντανό», πάντα προσδίδει την ίδια «φρεσκάδα», αλλά και μια άλλη διάσταση την οποία δεν είχαμε σκεφθεί. Αυτό αποδεικνύει μια αλήθεια την οποία συχνά διαπιστώνουμε και ομολογούμε, ότι πρόκειται για θεόπνευστο κείμενο.
Μέσα, λοιπόν, στο «ποταμό» αυτό την Θείας Χάριτος των Ιερών Κειμένων, διδασκόμαστε και για ένα θέμα πού δημιουργεί τριγμούς μεταξύ μας και αφορά στον τρόπο που προσεγγίζουμε τον αλλόφυλο, τον αλλοεθνή, τον αιρετικό, τον διαφορετικό από εμάς. Η περικοπή πού εστιάζουμε βρίσκεται στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και πιο συγκεκριμένα είναι το περιστατικό της συνάντησης του Χριστού με την Σαμαρείτιδα γυναίκα (Ιω.4,7-30). Ο Χριστός, κατά την διήγηση, πορεύεται κουρασμένος, και κοντά σε ένα πηγάδι (του Ιακώβ) συναντά μια γυναίκα από την οποία ζητά νερό. Πρόκειται για μια γυναίκα αλλοεθνή και ειδωλολάτρισσα, η οποία βλέπει με πολύ μεγάλο δισταγμό το αίτημα του οδοιπόρου Ιησού. Σχεδόν τον αποκρούει στην αρχή, διότι, όπως είπε, δεν συνομιλούν (οὐ συγχρῶνται) οι Ιουδαίοι και οι Σαμαρείτες. Κάνει εντύπωση όμως ότι ο Χριστός επιμένει να διαλέγεται μαζί της, έστω και αν βλέπει τον δισταγμό της.
Έχει αξία να δούμε όμως πώς την αντιμετωπίζει. Καταρχήν, δεν της κάνει καμία αναφορά για την λανθασμένη της πίστη, αλλά ταυτόχρονα, την εισάγει σιγά σιγά, με χειρισμούς χειρουργικούς, στην μία και αληθινή Πίστη, σε κοινωνία δηλαδή με το Πρόσωπό Του. Για να της αποδείξει την λανθασμένη εμμονή της «στις ιερές της παραδόσεις» περί των σχέσεων Ιουδαίων και Σαμαρειτών, και θέλοντας πραγματικά να την σώσει, την κερδίζει αποκαλύπτοντάς της, την εσωτερική της ζωή με το ερώτημα «πού είναι ο άνδρας σου;» και προσθέτοντας ότι «πέντε άνδρες είχες και αυτός πού έχεις δεν είναι άνδρας σου».
Μετά την αποκάλυψη αυτή η γυναίκα αρχίζει να αναγνωρίζει ότι αυτός που έχει μπροστά της δεν είναι κάποιος τυχαίος άνθρωπος ή έστω ένας προφήτης. Η μορφή του και ο λόγος του είναι κάτι διαφορετικό με ότι είχε δει και ακούσει μέχρι τότε. Ο Χριστός βλέποντας την διάθεση της για κάτι αληθινό, βρίσκει πρόσφορο το έδαφος του νου και της καρδιάς της για να της προσφέρει «ένα νερό», πού όποιος το πιει δεν θα διψάσει πάλι, δεν θα διψάσει ποτέ ξανά. Είναι πολύ σημαντική η στιγμή αυτή, είναι ιερή στιγμή. Αν κάποιος διαλέξει να πιει από αυτό το νερό, πού είναι το Άγιο Πνεύμα, η ψυχή του αλλάζει, γλυκαίνει, αλλοιώνεται θετικά. Είναι κορυφαία η στιγμή αυτή για τον κάθε άνθρωπο γιατί «μετανοεί», αλλάζει νου, κατεύθυνση, προσδιορίζεται διαφορετικά, ξαναζεί.
Όταν λάβει το Άγιο Πνεύμα, όταν ξεδιψάσει, τότε αυθόρμητα γίνεται ο ίδιος κήρυκας και τρέχει να διαδώσει αυτά πού άκουσε και κυρίως έζησε. Δεν μπορεί πλέον να περιοριστεί στον εαυτό του. Έτσι ερμηνεύεται το 4,14: «Εκείνος όμως, πού θα πιει από το νερό, πού θα δώσω εγώ, δεν θα διψάσει ποτέ, μάλιστα το νερό, πού θα του δώσω, θα γίνει μέσα του πηγή νερού, πού θ’ αναπηδά για να παρέχει ζωή αιώνια». Πηγαίνει λοιπόν η «ξεδιψασμένη» πλέον γυναίκα και λέει παντού όσα είδε. Προσκαλεί μάλιστα όλους ανεξαιρέτως, γνωστούς και αγνώστους, να προσέλθουν και να ψηλαφήσουν μόνοι τους τον πρώην « Άγνωστο» πού είναι τώρα ο πλέον γνωστός. Είναι Εκείνος πού ξέρει τα πάντα για εμάς και μας γνωρίζει πριν καν έρθουμε σε αυτήν την ζωή. Σημαντική λεπτομέρεια της περικοπής η φράση: «Ἀφῆκεν οὖν τήν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνή καί ἀπῆλθεν εἰς τήν πόλιν…», τέτοια ήταν ἡ χαρά της πού δεν έλαβε μαζί της ούτε την στάμνα!
Η ευαγγελική περικοπή «της Σαμαρείτιδος» λοιπόν μας δίνει, εκτός των άλλων, αυτό το σημαντικό. Τον τρόπο προσέγγισης του διαφορετικού. Τον ίδιο τρόπο χρησιμοποίησαν και οι άγιοι και ειδικά αυτοί των ημερών μας. Με απόλυτη διάκριση και σεβασμό σε κάθε πρόσωπο προσέγγιζαν την κάθε ψυχή και τα θαυμαστά πού λάμβαναν χώρα ήταν αμέτρητα. Έριχναν τον σπόρο, προσεύχονταν και ανέμεναν τους καρπούς. Και οι καρποί ήταν πολλοί. Οι άνθρωποι πάντοτε, αλλά ειδικά σήμερα, ανταποκρίνονται στο αληθινό. Δεν ακούν λόγους βαρύγδουπους και στομφώδεις που κουράζουν. Αναζητούν το λιτό, το γνήσιο, το απλό και αληθινό πού έχει την δύναμη να ξεκουράζει και να δυναμώνει.
Η Ορθόδοξη Πίστη μας είναι η Αλήθεια και είναι Μία. Όμως πόσοι άνθρωποι έχουν την ευλογία και το προνόμιο να ζουν στην Ελλάδα ή σε κάποια άλλη ορθόδοξη χώρα; Σε όλους τους αμέτρητους αυτούς ανθρώπους της οικουμένης έχουμε την « υποχρέωση» να μιλήσουμε για το « καλό μήνυμα» και κυρίως έχουμε ευθύνη να το κάνουμε αυτό με το παράδειγμά μας. Το έργο μας αυτό πού ονομάζεται «ιεραποστολή» είναι έργο του Χριστού στο οποίο μας κάνει την τιμή ο Ίδιος και μας καλεί ως συνεργάτες Του. Εκείνου είναι το έργο, εμείς καταθέτουμε απλώς την αγαθή και θυσιαστική μας διάθεση.
Τέλος, η περίπτωση της «Σαμαρείτιδος» μας δείχνει και κάτι άλλο σημαντικό. Μας φανερώνει πόσο αγαπά ο Θεός τον κάθε άνθρωπο και εμάς τους ίδιους. Μας φανερώνει την πρόνοιά Του για τον καθένα μας, αναζητώντας τρόπους για να μας καλέσει κοντά Του. Είναι πολλά πράγματα που γίνονται στον καθημερινό μας βίο, τα οποία δεν είναι τυχαία. Είναι «αποκαλύψεις» Του, σημάδια της Παρουσίας Του. Δίνει κουράγιο στον άνθρωπο η πραγματικότητα αυτή, ότι δηλαδή ο Θεός βρίσκεται «βοηθός και σκεπαστής» για τον καθένα μας που τον αναζητά. Νοιάζεται για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Δική μας μέριμνα είναι να έχουμε μάτια και καρδιές ανοιχτά για να λαμβάνουμε τις πολλές του προσκλήσεις και τα πολλά του μηνύματα.