Εἶναι σημεῖο τῶν καιρῶν ποὺ ζοῦμε νὰ χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀρκετοὺς ἡ Ἐκκλησία ὡς «θεσμός». Καὶ μάλιστα νὰ ὑποστηρίζεται ὅτι διέρχεται κρίση μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους θεσμοὺς τῆς χώρας μας. Μία τέτοια διαπίστωση δυστυχῶς ἀγνοεῖ πὼς ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον πέτρες καὶ τοῖχοι, πρόσωπα καὶ κανόνες, ἀλλὰ πρωτίστως εἶναι Πίστη καὶ τρόπος ζωῆς. Ἔχει Κεφαλή της τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔρχεται ἀπὸ τὴν Ἀρχὴ τοῦ κόσμου τούτου καὶ νικηφόρα συνεχίζει ὣς τὸ τέλος τοῦ Αἰῶνος. Ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «Τίποτε δὲν εἶναι ἴσο μὲ τὴν Ἐκκλησία. Μὴ μοῦ λέγης τὰ τείχη καὶ τὰ ὅπλα, διότι τὰ τείχη μὲ τὸ χρόνο παλαιώνουν, ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν γερνᾶ. Τὰ τείχη οἱ βάρβαροι τὰ γκρεμίζουν, τὴν Ἐκκλησία ὅμως οὔτε οἱ δαίμονες δὲν τὴν νικοῦν. Καὶ ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ δὲν εἶναι μεγάλη καύχηση, τὸ μαρτυροῦν τὰ πράγματα. Πόσοι πολέμησαν τὴν Ἐκκλησία καὶ αὐτοὶ ποὺ τὴν πολέμησαν χάθηκαν; Αὐτὴ ὅμως ἀνέβηκε πάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανούς. Τέτοιο μεγαλεῖο ἔχει ἡ Ἐκκλησία. Ὅταν τὴν πολεμοῦν, νικάει· ὅταν τὴν ἐπιβουλεύωνται, θριαμβεύει· ὅταν τὴν βρίζουν, γίνεται λαμπρότερη· δέχεται τραύματα καὶ δὲν πέφτει ἀπὸ τὶς πληγές· κλυδωνίζεται, ἀλλὰ δὲν παθαίνει ναυάγιο· παλεύει, ἀλλὰ μένει ἀήττητη· ἀγωνίζεται, ἀλλὰ δὲν νικιέται.» Ἂς μὴν ἔχουμε λοιπὸν κανένα φόβο γιὰ τὴν Ἐκκλησία παρὰ μόνο βεβαιότητα ὅτι αὐτὴ θὰ στέκη πάντοτε, μὲ σιγουριὰ καὶ μὲ ἀσφάλεια. Ἂν εἶναι κάτι ποὺ θὰ πρέπη νὰ ἀγωνιοῦμε καὶ νὰ προσπαθοῦμε εἶναι γιὰ τὴν προσωπική μας στάση ἀπέναντί της. Καὶ τοῦτο γιατί σήμερα, ὅσο ποτὲ ἄλλοτε, πλήθυναν οἱ φωνὲς ποὺ πασχίζουν νὰ διαβάλλουν τὴν κρίση μας καὶ τὴν ὀπτική μας. «Ποῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία;» φωνάζουν. «Τὸ Ἱερατεῖο, οἱ παπάδες, νὰ δώσουν τὰ χρυσαφικὰ γιὰ νὰ σωθοῦμε», μυκτηρίζουν καὶ ἄλλα τέτοια θλιβερὰ ποὺ μᾶς κλονίζουν, θολώνουν τὸ μυαλὸ καὶ τὴ ματιά μας Τὸ τεῦχος τοῦ ‘Eρῶ ποὺ κρατᾶτε στὰ χέρια σας εἶναι ἀφιερωμένο στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔχει ὡς στόχο νὰ μᾶς φανερώση, ἔστω καὶ λίγο, τὸ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ τὴ σπουδαιότητα ποὺ αὐτὴ ἔχει γιὰ τὸ Γένος μας. Νὰ μᾶς δώση νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶναι ἡ Μάνα μας, αὐτὴ ποὺ μᾶς ἔδωσε ζωή, μᾶς ἐξέθρεψε καὶ μᾶς μεγάλωσε καὶ μᾶς ἀγαπᾶ, τὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς ξεχωριστὰ καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἁρμόζει. Συντρέχει στὶς δύσκολες στιγμές μας, ὑπομένει καρτερικὰ τὶς ἐφηβικές μας ἀντιδράσεις, χαίρεται καὶ συμπάσχει στοὺς προσωπικοὺς καὶ συλλογικοὺς ἀγῶνες μας, εὔχεται γιὰ ὅλους μας καὶ θέλει νὰ εἴμαστε ἀγαπημένοι μεταξύ μας γιατί εἴμαστε ἀδέλφια, εἴμαστε τὰ παιδιά της. Εἴθε νὰ τὸ καταλάβουμε καὶ νὰ τὸ βιώσουμε. Ἀμήν.