Χαμένα-παγωμένα χαμόγελα και γέλια στην απάνθρωπη δυστοπία του κορωνοϊού

Γράφει ο Κωνσταντίνος Βαθιώτης, Αναπλ. Καθηγητής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή ΔΠΘ

  

–Σκέψεις με αφορμή την νέα εικόνα στην συσκευασία της σοκολάτας Kinder

  

«Δεν θ’ απολαμβάναμε το κωμικό αν νιώθαμε απομονωμένοι. Φαίνεται ότι το γέλιο έχει ανάγκη από αντίλαλο. […] Το γέλιο μας είναι πάντοτε το γέλιο μιας ομάδας».

Henri Bergson, Το γέλιο, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1998, σελ. 12/13.

Ο Αλέξανδρος Λουπασάκης στην μονογραφία του με τίτλο “Γέλιο, η καλύτερη θεραπεία” (εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2002, σελ. 164-165) γράφει τα εξής:

«Έχουμε συνηθίσει σε μια “σοβαρή”, “συνοφρυωμένη” επιστήμη, ιδιαίτερα όταν αυτή η επιστήμη αφορά σε θέματα της υγείας μας. Ξεχνάμε ότι ο σκοπός κάθε επιστήμης είναι η έρευνα και η διερεύνηση της γνώσης, με σκοπό την ευημερία και την καλυτέρευση της ποιότητας ζωής. Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, οι έρευνες, αλλά και η πρακτική της ιατρικής, θα όφειλαν να είναι πιο κοντά στον άνθρωπο και στο χαμόγελο».

«Τα τελευταία χρόνια, τα πράγματα στο χώρο της υγείας έχουν αρχίσει να αλλάζουν. Οι επιστημονικές έρευνες στον τομέα του γέλιου έχουν ανοίξει διαδρόμους ανάμεσα στα παγόβουνα της σοβαροφάνειας».

«Όλοι παραδέχονται ότι γέλιο, χαρά και υγεία βρίσκονται στην ίδια ευθεία».

Οι ανωτέρω διαπιστώσεις ίσχυαν στην προκορωνοϊκή εποχή. Σήμερα, αντιθέτως, αν αποφασισθεί η εισαγωγή στο νοσοκομείο ανθρώπου μολυσμένου με κορωνοϊό, το πιθανότερο είναι ότι θα αντικρίσει νοσηλευτικό ή “ιατρικό μαστίγιο” και όχι χαμόγελα. Επιπλέον κινδυνεύει να μην ξαναδεί το χαμόγελο των δικών του ανθρώπων και να πεθάνει σαν το σκυλί στ’ αμπέλι, απομονωμένος σε κάποια ΜΕΘ, ακολούθως δε τον περιμένει κηδεία και ταφή παραπέμπουσα σε μεταθανάτια αντιμετώπιση λεπρού.

Στο εξαιρετικό βιβλίο του Ντέσμοντ Μόρρις με τίτλο “Ο γυμνός πίθηκος, Μελέτη για το ζώο-άνθρωπος” (μτφ.: Σ. Κωνσταντίνου / Ν. Σταματίου, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1970, σελ. 172) τονίζεται ότι το χαμόγελο και το γέλιο αποτελούν θεμελιώδη συστατικά στοιχεία της ιδιότητας του ανθρώπου και ταυτοχρόνως μοναδικά και εξειδικευμένα για το είδος μας σήματα (Μόρρις, ό.π., σελ. 172). Αυτό, βεβαίως, είχε αναδειχθεί ήδη από τον Αριστοτέλη στο “Περί ζώων μορίων” (673a, 8-9): «τοῦ δὲ γαργαλίζεσθαι μόνον ἄνθρωπον αἴτιον ἥ τε λεπτότης τοῦ δέρματος καὶ τὸ μόνον γελᾶν τῶν ζῴων ἄνθρωπον».

Περαιτέρω, ο Μόρρις (ό.π., σελ. 187) αναλύει τον βαρύνοντα ρόλο που διαδραματίζει για το βρέφος το χαμόγελο και το γέλιο: το μεν χαμόγελο (το οποίο διαμορφώνεται οριστικά την πέμπτη εβδομάδα μετά την γέννησή μας) αποτελεί ένα δισυπόστατο σήμα ανάμεσα στο βρέφος και την μητέρα του που συσφίγγει τον δεσμό τους, το δε γέλιο (το οποίο εμφανίζεται κατά τον τρίτο ή τέταρτο μήνα του βρέφους) μεταφράζεται ως μια έμπρακτη αναγνώριση εκ μέρους του παιδιού ότι χάρη στην παρουσία της προστάτιδος μητέρας του δεν χρειάζεται να φοβάται ότι κινδυνεύει».

Ο ίδιος συγγραφέας στο λεύκωμά του με τίτλο “Ανθρωποπαρατήρηση” (μτφ.: Μ. Λώμη, εκδ. Αρσενίδη, Αθήνα, 1998, σελ. 258) προσθέτει: «Τα σήματα προσώπου του αναπτυσσόμενου παιδιού πληροφορούν τους γονείς [ότι] πετυχαίνει να εξισορροπεί τις αντιφατικές διαθέσεις του. Αν το γονεϊκό παιχνίδι γίνει υπερβολικά έντονο ή τρομαχτικό, το παιδί αντιδρά βάζοντας τα κλάματα. Αν οι δράσεις είναι λιγότερο ανησυχητικές, το παιδί κάνει ένα σήμα που βρίσκεται ανάμεσα στην κραυγή του πανικού και το γουργούρισμα της ευχαρίστησης – το γέλιο».

Συνεπώς, το μικρό παιδί που λόγω της μάσκας στερείται των δύο αυτών πολύτιμων εκφραστικών του μέσων, του χαμόγελου και του γέλιου, είναι αναμενόμενο να δυσκολευθεί να διαχειρισθεί έναν διττό φόβο του: Πρώτον, εκείνον που προέρχεται από την πρώτη επαφή του με το νέο περιβάλλον του νηπιαγωγείου και, δεύτερον, εκείνον που προέρχεται από το μεγάλωμά του στο ευρύτερο νοσηρό περιβάλλον της κορωνοϊκής πανδημίας.

Ο καταλυτικός ρόλος που διαδραματίζει η μη λεκτική επικοινωνία (“non-verbal communication”) υπογραμμίζεται και από τον Μάικλ Άρτζυλ (Michael Argyle),  διάσημο Βρετανό ερευνητή κοινωνικής ψυχολογίας, στο βιβλίο του “Η ψυχολογία της συμπεριφοράς” (μτφ.: Μπ. Δερμιτζάκης, εκδ. Θυμάρι, Αθήνα 1981, σελ. 46 επ.). Ειδικότερα, ο συγγραφέας αναφέρεται στο “πείραμα του Izard” (1975), ο οποίος «έκοψε τους μυς του προσώπου σε μερικά πιθηκάκια και στη μητέρα τους και διαπίστωσε ότι η πιθηκίνα και τα παιδιά της δεν κατόρθωσαν να καλλιεργήσουν οποιαδήποτε σχέση μεταξύ τους».

Ο Άρτζυλ συμπληρώνει ότι «μία από τις βασικές λειτουργίες των εκφράσεων του προσώπου είναι να μεταδίδει συγκινησιακές καταστάσεις και στάσεις, όπως είναι η συμπάθεια και η αντιπάθεια», αναφέροντας ότι υπάρχουν επτά κύριες εκφράσεις προσώπου που εκδηλώνουν συγκίνηση: «η ευτυχία, η έκπληξη, ο φόβος, η λύπη, ο θυμός, η αηδία (περιφρόνηση) και το ενδιαφέρον». «Κάθε μια απ’ αυτές επιφέρει αλλαγή σ’ ολόκληρο το πρόσωπο, παρά το γεγονός ότι το στόμα και τα φρύδια φέρουν το μεγαλύτερο ποσοστό πληροφοριών» (ό.π., σελ. 49).

Επίσης, για να καταδείξει ο Άρτζυλ (ό.π., σελ. 50) την σημαντική λειτουργία που επιτελούν τα σήματα του προσώπου, επικαλείται το παράδειγμα του Kendon (1975), ο οποίος μελέτησε ένα ζευγαράκι που φιλιόταν στο παγκάκι ενός πάρκου: «Μια λεπτομερειακή ανάλυση της πορείας των γεγονότων έδειξε ότι το κορίτσι χρησιμοποιούσε δ ύ ο διαφορετικά χαμόγελα: το ένα από αυτά οδηγούσε στο φιλί, ενώ το άλλο οδηγούσε στην υποχώρηση. Γενικά, είναι παραδεκτό πως τα μη λεκτικά σήματα σχηματίζουν ολόκληρα συστήματα, και κάθε σήμα αποκτάει νόημα μόλις σχετιστεί με τα άλλα που το συνοδεύουν. Οι άνθρωποι αναγνωρίζονται από τα πρόσωπά τους, και οι εντυπώσεις για την προσωπικότητα σχηματίζονται, κατά ένα μέρος, πάλι από το πρόσωπο».

Μόλις που χρειάζεται να αναφερθεί ότι στην κορωνοϊκή-παρανοϊκή εποχή στην οποία (φυτο)ζωούμε, το προαναφερθέν παράδειγμα του Kendon έχει πλέον ιστορική και μόνο αξία, αφού δύο άνθρωποι που διακατέχονται από την επιθυμία να αναπτύξουν μη λεκτική επικοινωνία σε ένα παγκάκι δεν μπορούν και δεν επιτρέπεται να την υλοποιήσουν: πρώτον, επειδή όντας σε εξωτερικό χώρο –ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ψυχή ζώσα γύρω τους– πρέπει αμφότεροι να φορούν μάσκα και, δεύτερον, επειδή η παραμονή σε παγκάκι –έστω για μοναχική απόλαυση– θεωρείται σήμερα αντικοινωνική και παράνομη συμπεριφορά που δίδει δικαίωμα στο όργανο της τάξεως να έρθει να απομακρύνει τον “εγκληματία του παγκακίου” (για την απαγόρευση παραμονής των πολιτών σε χώρους εξωτερικής άθλησης, οργανωμένες μαρίνες, πάρκα και άλση βλ. ΚΥΑ, Τεύχ. Β΄ 30/08.01.2021, αριθμ. 20)!

Τέλος, ο Άρτζυλ διαπιστώνει ότι αυτό που ισχύει για τα ζώα, τα οποία «ρυθμίζουν ολόκληρη την κοινωνική τους ζωή με την μη λεκτική επικοινωνία, δηλ. κάνουν φίλους, βρίσκουν συντρόφους, ανατρέφουν μικρά, καθιερώνουν ιεραρχία κυριαρχίας και συνεργάζονται ομαδικά», χρησιμοποιώντας ως μέσο «τις εκφράσεις του προσώπου, τις στάσεις του σώματος, τις χειρονομίες, το γρύλισμα, τις διάφορες φωνές κ.λπ.», ισχύει και για τους ανθρώπους (ό.π., σελ. 61). Εφόσον, όμως, ο σημερινός Έλλην πολίτης υποχρεώθηκε να φορά “μάσκα παντού”, έχασε τις εκφράσεις του προσώπου του και άρα ετέθη σε δυσμενέστερη μοίρα εν συγκρίσει προς τα ζώα· μάλιστα, η μάσκα όχι μόνο στερεί τα εκφραστικά μέσα του προσώπου, αλλά επιπλέον φαλκιδεύει ένα ακόμη θείο δώρο του: την φωνή του!

Ως εκ τούτου, η μάσκα πάνω στο ανθρώπινο πρόσωπο είναι ό,τι η σουρντίνα που μπαίνει στο πιάνο και στα άλλα μουσικά όργανα για να πνίγει τον ήχο και να μεταβάλλει τον τόνο του. Κι όπως κανένας πιανίστας δεν μπορεί να ερμηνεύσει με συναίσθημα το μουσικό κομμάτι, διότι η σουρντίνα λειτουργεί εν είδει φίλτρου-σιγαστήρα, έτσι και η μάσκα είναι ο κόφτης των συναισθημάτων που ο μασκοφορεμένος δεν δύναται να εκφράσει, αφού δεν διαθέτει πλέον: χαμόγελο, γέλιο και ηχόχρωμα!

Περαιτέρω, σύμφωνα με τον Κ.Σ. Λιούις, στο εκπληκτικό βιβλιαράκι του με τίτλο “Τακτική του διαβόλου” (*), μεταφρασμένο εκ της 24ης αγγλικής εκδόσεως από τον Α. Θηβαίο (εκδ. Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1974/1993, σελ. 57), το γέλιο αποτελεί «προσβολή της αυστηρότητας της Κολάσεως». Ειδικότερα, ο Τυλιχτής λέει στον Άψινθο:

«Διαιρώ τις αφορμές του ανθρώπινου γέλοιου σε τέσσαρες κατηγορίες. Της χαράς, της διασκεδάσεως, του χιούμορ και του χλευασμού. Την πρώτη κατηγορία θα την ιδής μεταξύ των φίλων και αγαπημένων την παραμονή μιας εορτής. Μεταξύ εφήβων μια μικρή αφορμή μπορεί να φέρη το γέλοιο, αλλά η ευκολία με την οποία οι μικρότερες ευφυολογίες το παράγουν φανερώνουν ότι δεν έχει πραγματική αιτία. Δεν μπορούμε να μάθωμε ποια είναι η πραγματική αιτία της ευθυμίας αυτής. Αυτή η φτερωτή αίσθησις εκφράζεται επίσης με την απαίσια τέχνη, που οι άνθρωποι την ονομάζουν Μουσική, και κάτι τέτοιο φαίνεται συμβαίνει στον Παράδεισο, μια επιτάχυνση χωρίς νόημα πάνω στο ρυθμό της πείρας του Ουρανού, που είναι εντελώς θαμπή για μας. Το γέλοιο των παιδιών αυτών δεν μας κάνει καλό και πρέπει πάντοτε να το αποθαρρύνωμε. Άλλως τε το φαινόμενο του γέλοιου είναι καθ’ εαυτό αηδές, και μια κατ’ ευθείαν προσβολή του ρεαλισμού και της αξιοπρεπείας και της αυστηρότητος της Κολάσεως» (ό.π., σελ. 56/57).

Αλλά και στο περίφημο μυθιστόρημα  του Ουμπέρτο Έκο “Το όνομα του ρόδου” (μτφ.: Έ. Καλλιφατίδη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σελ. 468), με αφορμή μια διατριβή για το γέλιο, το μοναδικό («εγκαταλελειμμένο στη μοναξιά μιας παλιάς βιβλιοθήκης») αντίγραφο του Δεύτερου Τόμου της Ποιητικής του Αριστοτέλους, «αυτόν που όλοι πιστεύουν ότι έχει χαθεί ή ότι δεν γράφτηκε ποτέ» (ό.π., σελ. 460), σημειώνονται τα ακόλουθα:

«Το γέλιο ελευθερώνει τον αγροίκο από τον φόβο του διαβόλου, γιατί μες στη γιορτή των τρελών και ο διάβολος φαίνεται φτωχός και ηλίθιος, κι επομένως ελέγξιμος. Αυτό το βιβλίο όμως μπορεί να διδάξει ότι η απελευθέρωση από τον φόβο του διαβόλου είναι σοφία. Όταν ο αγροίκος γελά, με το κρασί που κελαρύζει στο λαρύγγι του, νιώθει αφέντης, γιατί έχει αντιστρέψει τις σχέσεις της εξουσίας: το βιβλίο αυτό όμως μπορεί να διδάξει στους μορφωμένους τα έξυπνα, και από τη στιγμή εκείνη ένδοξα, τεχνάσματα με τα οποία θα νομιμοποιήσουν αυτή την αντιστροφή. Τότε αυτό που στην ενστικτώδη κίνηση του αγροίκου παραμένει ακόμη, κι ευτυχώς, λειτουργία της κοιλιάς θα μεταμορφωθεί σε λειτουργία της διανοίας. Το ότι το γέλιο είναι ίδιον του ανθρώπου είναι σημείο των ορίων μας ως αμαρτωλών. Όμως από αυτό το βιβλίο πόσες διάνοιες διαβρωμένες σαν τη δική σου δεν θα αντλήσουν τον έσχατο συλλογισμό ότι το γέλιο είναι ο σκοπός του ανθρώπου! Το γέλιο αποσπά για μερικές στιγμές τον αγροίκο από τον φόβο. […] Κάποιος Έλληνας φιλόσοφος (που αποσπάσματά του παραθέτει εδώ ο Αριστοτέλης σου, συνένοχη και ρυπαρή auctoritas) είπε ότι η σοβαρότητα των αντιπάλων θα πρέπει να διασκεδάζεται με το γέλιο, και το γέλιο να αντιπαρατίθεται στη σοβαρότητα. Η σωφροσύνη των πατέρων μας έχει κάνει την επιλογή της: αν το γέλιο είναι η τέρψη του όχλου, η ακολασία του όχλου αναχαιτίζεται, ταπεινώνεται και πειθαναγκάζεται με τη σοβαρότητα» (ό.π., σελ. 468).

Πολύ σημαντικές είναι και οι ακόλουθες επισημάνσεις του Λουπασάκη (ό.π., σελ. 113 επ.) στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται “Γέλιο και Κοινωνία”:

«Το γέλιο είναι μεταδοτικό. Έτσι, η ικανότητά μας να γελάμε μπορεί να μας φέρνει κοντύτερα στους συνανθρώπους μας. Η δυνατότητα και το ταλέντο μας να μιλήσουμε τη γλώσσα του γέλιου μπορούν να βοηθήσουν στην ομαλή ένταξή μας στο κοινωνικό σύνολο. Οι ανθρωπολόγοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι όπου υπάρχει ανθρώπινη κοινότητα, υπάρχει και γέλιο».

Περαιτέρω, ο ίδιος συγγραφέας υπογραμμίζει τις τρεις ιδιότητες του ανθρώπου: εκτός από homo sapiens, δηλ. έλλογος άνθρωπος, και homo faber, δηλ. κατασκευαστής, είναι και homo ludens, δηλ. άνθρωπος με παιγνιώδη διάθεση. «Μάλιστα, δεν αποκλείεται να είναι πρώτα ludens και μετά όλα τ’ άλλα, αφού το παιχνίδι προηγείται του πολιτισμού!». Το παιχνίδι, λοιπόν, «είναι πηγή χαράς και η χαρά πηγή γέλιου. Χαρά, με την έννοια της ικανοποίησης που συνεπάγεται η συμμετοχή και η προσπάθεια, και γέλιο με την έννοια της νίκης. Η πραγματικότητα, μέσα στην οποία μας βάζει το παιχνίδι, λειτουργεί θεραπευτικά για την ύπαρξή μας. Τα παιδιά, παίζοντας μαθαίνουν το εύρος των συναισθημάτων τους, αλλά και τον τρόπο να τα εκφράζουν ή να τα εκτονώνουν. Παίζοντας, μαθαίνουν να συνεργάζονται, να διαπραγματεύονται και να συμβιβάζονται. Αναπτύσσουν ικανότητες και καλλιεργούν το δημιουργικό πνεύμα».

Και συνεχίζει: «Η πραγματικότητα του παιχνιδιού διέπεται από επιθυμία. Μπορεί αυτή η επιθυμία να εκφράζεται ατομικά ή ομαδικά. Να εκφράζεται συνεχώς, κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, ή στο τέλος του. Με ποιον τρόπο; Με το γέλιο, φυσικά. Ενώ το παιχνίδι δεν ταυτίζεται με το γέλιο, είναι άμεσα συνδεδεμένο με αυτό. Μπορεί το γέλιο αυτό να είναι θριαμβευτικό ή συγκαταβατικό, είναι όμως μια νίκη. Αναλόγως με το παιχνίδι που παίζουμε, το γέλιο που συνδέεται με αυτήν τη νίκη δηλώνει: α) ότι το διασκεδάσαμε· β) ότι εκτονώσαμε κάποια ένταση· γ) ότι κάτι παραπάνω μάθαμε· δ) ότι γίναμε καλύτεροι ή επιβεβαιώσαμε αυτό που ήδη γνωρίζαμε· και ε) ότι καταφέραμε να συντονιστούμε με τους συμπαίχτες μας».

Για τις θεραπευτικές ιδιότητες του γέλιου μιλά και ο Norman Cousins, εκδότης και δημοσιογράφος του εντύπου Saturday Review, ο οποίος έπασχε από μια σοβαρή νόσο του κολλαγόνου. Στο βιβλίο του “Anatomy of an Illness” περιγράφει «όσα κατάφερε με εργαλεία του το γέλιο, το χαμόγελο, το χιούμορ και τη βιταμίνη C. Αφού διάβασε το βιβλίο του Hans Soyle “The Stress of Life”, σκέφτηκε ότι, αφού το στρες και τα αρνητικά συναισθήματα επιδρούν με τρόπο επιβαρυντικό στις λειτουργίες του οργανισμού, θα έπρεπε τα θετικά συναισθήματα να επενεργούν ευεργετικά. Αφού το γέλιο φέρνει στην επιφάνεια θετικά συναισθήματα (πίστη, ελπίδα, χαρά και εμπιστοσύνη), υπήρχε περίπτωση να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες στον οργανισμό του που θα διευκολύνουν την ανάρρωσή του. Έτσι, διά της “εις άτοπον απαγωγής”, οδηγήθηκε σε καθημερινή “αγωγή γέλιου”, στο πλαίσιο της αυτοθεραπείας του. Διάβαζε οτιδήποτε (ανέκδοτα, ευχάριστα βιβλία) και έβλεπε κωμωδίες. […] Μετά την ανάρρωσή του, πέρασε τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του ως επίκουρος καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του UCLA. Εκεί δημιούργησε την “Ομάδα Δύναμης του Χιούμορ” που συντόνιζε και υποστήριζε τις κλινικές έρευνες για το γέλιο» (Λουπασάκης, ό.π., σελ. 151-152).

Αλλά και επί τη βάσει ερευνών της ψυχονευροανοσολογίας, «το γέλιο προσφέρει εξαιρετικές υπηρεσίες στα καθημερινά, και όχι μόνο, προβλήματα των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα είναι η διατήρηση της καλής μας υγείας. Γελώντας, νιώθουμε χαλάρωση, ηρεμία και συναισθηματική ευεξία. Όμως, τα αισθήματα αυτά έχουν άμεση σχέση με τη “βιοχημική επανάσταση” που συντελείται στον οργανισμό μας, όταν γελάμε. Οι ουσίες που εκκρίνονται και ενεργοποιούν τα συναισθήματα της ευεξίας και της ηρεμίας, μεταφράζονται σε αισιοδοξία» (Λουπασάκης, ό.π., σελ. 153).

Πάντως, καίτοι οι επιστημονικές αναφορές για το γέλιο υπάρχουν πάνω από μισόν αιώνα, σημειώνεται ότι μόνο τα τελευταία χρόνια «οι έρευνες και οι μελέτες για τις επιπτώσεις του γέλιου στην υγεία έχουν συστηματοποιηθεί, τεκμηριώνοντας επιστημονικά ότι: “Καρδία ευφραινομένη ευεκτείν ποιεί [Όταν η καρδία ευφραίνεται, όλος ο άνθρωπος αισθάνεται ευεξία.] (Παροιμίαι, ιζ΄, 22)”» (Λουπασάκης, ό.π., σελ. 152).

Τέλος, όπως έχει καταδειχθεί από τους Garnder (1981) και Svebak (1982), «το αριστερό ημισφαίριο καταλαβαίνει τα λόγια ενός αστείου, ενώ το δεξί είναι ο “κριτής” της ταχύτητας του χρόνου κατά τον οποίο το αστείο της υπόθεσης θα πρέπει να γίνει κατανοητό. Γι’ αυτό οι άνθρωποι με βλάβες στο δεξί ημισφαίριο ή δεν καταλαβαίνουν ένα αστείο ή το χρησιμοποιούν σε εντελώς ακατάλληλο χρόνο. Η διαδικασία λοιπόν του γέλιου βοηθά τον ανθρώπινο εγκέφαλο να “δουλέψει” ολιστικά» (Λουπασάκης, ό.π., σελ. 164).

Έχοντας προ οφθαλμών πάντα τα ανωτέρω, δεν χωρεί πλέον καμία αμφιβολία ότι η απόφαση της τυραννικής και μισάνθρωπης ελληνικής κυβέρνησης να επιβάλει, κατ’ απόκλισιν προς ό,τι ισχύει στις περισσότερες χώρες του πλανήτη (και μάλιστα με χειρότερη επιδημιολογική εικόνα από την δική μας) το σύνθημα “μάσκα παντού”, το οποίο αμαυρώνει το ανθρώπινο πρόσωπο, κρύβοντας το χαμόγελο και το γέλιο, στοχεύει στα ακόλουθα:

– να αλλοιώσει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του ανθρώπου που τον διακρίνουν από τα ζώα και τον καθιστούν πρόσωπο, πλασμένο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Δημιουργού,

– να αποξενώσει τους ανθρώπους διευκολύνοντας την αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού

– να στερήσει από τον άνθρωπο την χαρά του παιχνιδιού

– να επιτείνει τα συναισθήματα του φόβου και της ανασφάλειας

– να αποσυντονίσει την λειτουργία του εγκεφάλου και εν τέλει

– να προσφέρει καλές υπηρεσίες στον διάβολο, ο οποίος απεχθάνεται τον άνθρωπο και τα θεία δώρα του, ένα εκ των οποίων είναι το γέλιο του.

Μετά ταύτα, επαληθεύεται για μία ακόμη φορά η ανάποδη όψη του “θαυμαστού καινούργιου κόσμου” στον οποίο εκλήθημεν ξαφνικά να προσαρμοστούμε από τον Μάρτιο του 2020: Ενώ η παρούσα κυβέρνηση και τα αργυρώνητα ΜΜΕ διατυμπανίζουν ότι τα σκληρά υγειονομικά μέτρα που έχουν επιβληθεί στους Έλληνες είναι “για το καλό της υγείας τους”, η υλοποίηση του συνθήματος “μάσκα παντού”, όπως φυσικά και τα περίφημα “lockdown”, είναι πλέον ή πρόδηλο ότι διαταράσσουν την ψυχική και, συνακόλουθα, την σωματική υγεία του ανθρώπου, οδηγώντας ταυτοχρόνως σε κοινωνική (αλλά και οικονομική) κατάρρευση.

Είναι εντυπωσιακό και, ταυτοχρόνως, αξιοσημείωτο ότι τον Μάιο του 2019, η σοκολατοβιομηχανία Ferrero κυκλοφόρησε στην αγορά ένα από τα δημοφιλέστερα προϊόντα της, την σοκολάτα Kinder με τροποποιημένη συσκευασία: Εγκαταλείποντας μια σταθερή παράδοση περίπου μισού αιώνος, το χαμόγελο του παιδιού που εικονιζόταν στην συσκευασία έχει πλέον κρυφτεί. Σημειωτέον ότι το χαμογελαστό πρόσωπο στην συσκευασία της εν λόγω σοκολάτας ήταν εικόνα-έμβλημα για την διαφήμισή της. Μάλιστα, το 2005 αποκαλύφθηκε σε ποιον ανήκε το χαμογελαστό πρόσωπο που από το 1973 κοσμούσε την συσκευασία της σοκολάτας. Δημοσιεύοντας το βιβλίο του “Το παιδί της σοκολάτας” (“Das Kind der Schokolade”), ο συγγραφέας του “ανέλαβε την ευθύνη” του χαμόγελου· το όνομα αυτού Günter Euringer. Στις αρνητικές αναφορές που έκανε ο συγγραφέας, καταγράφοντας μεταξύ άλλων τα δυσάρεστα συναισθήματά του, όταν αντίκριζε τις μεγάλες βλεφαρίδες, τα μπλε μάτια και το κουκλίστικο πρόσωπό του, η σοκολατοβιομηχανία Ferrero αντέδρασε γρήγορα, αντικαθιστώντας το χαμογελαστό πρόσωπο του Günter με εκείνο του Kevin.

Σήμερα, όμως, το χαμόγελο του παιδιού, που επί δεκαετίες υπήρξε σήμα κατατεθέν της συγκεκριμένης σοκολάτας, ο καταναλωτής μπορεί μόνο να το μαντέψει, κοιτώντας το παιδί στα μάτια – το στόμα του, που παίζει καταλυτικό ρόλο για τον σχηματισμό του χαμόγελου, έχει εξαφανιστεί. Η δήλωση που έγινε από τον κατασκευαστή για τον νέο σχεδιασμό του προϊόντος δεν εξηγεί την απόφαση για την διαφημιστική αλλαγή: «Τα σημερινά παιδιά, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε για τα παιδιά των προγενέστερων γενεών, είναι έξυπνα, θαρραλέα και ζωηρά. Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά θέλαμε να αποτυπώσουμε στο νέο πρόσωπο της συσκευασίας».

Η δήλωση αυτή γεννά το εξής εύλογο ερώτημα: Έπαψε άραγε το χαμόγελο να αποτελεί για τα σημερινά παιδιά το θεμελιωδέστερο γνώρισμα του παιδικού προσώπου που συμβολίζει την ανεμελιά και την αθωότητά του; Ή μήπως η συγκεκριμένη σοκολατοβιομηχανία είχε στις τάξεις της κάποιον σχεδιαστή με προφητικό χάρισμα, ο οποίος προέβλεψε την ανάγκη “προληπτικής τροποποίησης” της συσκευασίας, ώστε να εναρμονίζεται με την νέα εικόνα που θα εμφάνιζαν στην εποχή του κορωνοϊού τα παιδικά πρόσωπα, το χαμόγελο των οποίων κρύφτηκε από την υποχρεωτική χρήση της μάσκας; Φυσικά, αντί να φανταζόμαστε προφήτες, είναι μάλλον ευκολότερο να μιλάμε για προγνώστες της εικόνας του μελλοντικού κόσμου.   

Η τελευταία διαπίστωση δεν αποκλείεται να απαξιωθεί και πάλι από τα γρανάζια, τους βραχίονες και τα πλοκάμια του καθεστώτος ως τάχα “συνωμοσιολογική”. Η μομφή αυτή, όμως, δεν μπορεί ούτε κατ’ ελάχιστον να πλήξει την πεμπτουσία του συνόλου των λοιπών αναφορών: Ο κρατικός πειθαναγκασμός του πολίτη να κυκλοφορεί σε κλειστούς και ανοικτούς χώρους με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του (κατ’ εφαρμογήν του εωσφορικού συνθήματος “μάσκα παντού”), αποτελώντας έτσι “πρότυπο νομιμότητας” (ευρισκόμενο, όμως, σε πλήρη αντίθεση με το “πρότυπο παρανομίας” που προωθείτο από τους επικίνδυνους κουκουλοφόρους της προκορωνοϊκής εποχής) συνιστά μια πρωτόγνωρη άσκηση βιοεξουσίας που πλήττει βάναυσα την αξία του ανθρώπου, ο οποίος κατά τούτο υποβάλλεται καθημερινά σε μια μορφή βασανιστηρίου.

Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι ο Φουκώ, στο βιβλίο του “Η γέννηση της βιοπολιτικής. Παραδόσεις στο Κολλέγιο (1978-1979)” (μτφ.: Β. Πατσογιάννης, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2012/2020, σελ. 60), ασχολούμενος με το ποινικό σύστημα του 17ου-18ου αιώνος εξηγούσε ότι «όταν ο κυρίαρχος τιμωρούσε –κι αυτός ήταν ο αληθινός λόγος του βασανιστηρίου και της εκτέλεσης–, παρενέβαινε ο ίδιος ατομικά κατά κάποιον τρόπο ή, τέλος πάντων, ως κυρίαρχος, όμως παρενέβαινε σωματικά στο ίδιο το σώμα του ατόμου, και αυτό το γεγονός του έδινε το δικαίωμα του βασανιστηρίου και της εκτέλεσης, και μάλιστα δημόσια: ο ίδιος ο κυρίαρχος εκδηλωνόταν πάνω σε κάποιον που είχε διαπράξει ένα έγκλημα και ο οποίος διαπράττοντας το έγκλημα είχε προσβάλει κάποιους ανθρώπους, αλλά είχε θίξει και τον κυρίαρχο στο ίδιο το σώμα της ισχύος του. Και ήταν εκεί ο τόπος διαμόρφωσης, δικαιολόγησης, το ίδιο το θεμέλιο, του βασανιστηρίου και της εκτέλεσης». Την σήμερον ημέρα, το κράτος επεμβαίνει στο σώμα μας προληπτικά, εξαναγκάζοντάς μας να φοράμε “μάσκα παντού”, επειδή όλοι αντιμετωπιζόμαστε ως εν δυνάμει φορείς κορωνοϊού – άρα εγκληματούμε οσάκις τολμάμε να περπατάμε με ακάλυπτο το πρόσωπό μας!  

Όποιος σκεφτεί να προβάλει την ένσταση ότι το χαμόγελο και το γέλιο του ανθρώπου είναι παραπλανητική υπερβολή να παρουσιάζονται ως χαμένα χαρίσματα του ανθρώπου, εφόσον η απώλειά τους είναι προσωρινή, δηλ. μόνο για όσες περιπτώσεις ο πολίτης υπάρχει περίπτωση να έλθει σε επαφή με αόριστο αριθμό ατόμων που ενδέχεται να βρεθούν μαζί του σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο, ενώ κατά τα λοιπά δεν είναι υποχρεωμένος (τουλάχιστον ακόμη) να ζει φορώντας μάσκα, η απάντηση είναι η εξής:

Με την καθημερινή αδιάλειπτη τρομοκρατία που ασκεί το κράτος μέσω των εκάστοτε δηλώσεων των πολιτικών αλλά και διά της συστηματικής προπαγάνδας και πλύσης εγκεφάλου των αργυρώνητων ΜΜΕ, κι ενώ διατηρείται εδώ και δύο μήνες το απάνθρωπο καθεστώς ομηρείας των πολιτών που δεν μπορούν να χαλαρώσουν ούτε μία στιγμή, χωρίς να δύναται ούτε κατά προσέγγιση να προσδιοριστεί η στιγμή της ανάκτησης των θεμελιωδών ελευθεριών τους, το χαμόγελο και το γέλιο έχουν παγώσει και εκφυλισθεί σε μια θεωρητική και μόνο δυνατότητα.

Ολοκληρώνω με λίγη ακόμη τροφή για “συνωμοσιολογική” σκέψη: Ω του θαύματος, όπως ο κατασκευαστής της συσκευασίας της σοκολάτας Kinder εξαφάνισε ωσάν προφήτης το χαμόγελο από το εικονιζόμενο πρόσωπο, μια αντίστοιχη προφητική (ή μήπως προγνωστική;) κίνηση έκαναν οι συντάκτες του νέου Ποινικού Κώδικα, που ετέθη εν ισχύι από 1ης Ιουλίου 2019: Κατήργησαν εκείνη την μορφή διακεκριμένης αντίστασης (άρ. 167 παρ. 2, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρ. 5 Ν. 410/1976), σύμφωνα με την οποία τιμωρείτο αυστηρότερα ο δράστης, όταν κατά την τέλεση της πράξης είχε καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του.

Για φανταστείτε, λοιπόν, τι αλλόκοτο φαινόμενο θα προκαλείτο, αν στην εποχή του κορωνοϊού τιμωρείτο βαρύτερα όχι μόνο ο διαπράττων το έγκλημα της αντίστασης με καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, αλλά και ο μασκοφορεμένος ληστής τραπεζικών ή εμπορικών καταστημάτων, όπως προβλεπόταν στο έγκλημα της ληστείας μετά την τρoποποίηση που είχε επέλθει με το άρ. 25 παρ. 4 Ν. 3772/2009 (για την καινοτομία αυτή, που κατελάμβανε και άλλες εγκληματικές πράξεις, βλ. Βαθιώτη, Πολίτες – Εχθροί – Κουκουλοφόροι, Ποινική Δικαιοσύνη 2009, σελ. 615 επ.)! 

(*) Στο έργο του Λιούις παρουσιάζεται «ο Σατανάς σε διαρκή καταστροφική δράση. Με μια ασυνήθιστη δροσερότητα, ο συγγραφέας πλέκει το δράμα του ανθρώπου που είναι φυλακισμένος στον υλικό κόσμο και προσπαθεί να βρει τον “Αιώνιο”. Περιγράφει με πείρα ασκητού, που πέρασε τη ζωή του παλεύοντας με τον Σατανά, την περιπλάνηση ενός νεαρού Άγγλου τζέντλεμαν, ανάμεσα στην κοινωνία, στην εκτέλεση του καθήκοντος, στους δαιμονικούς πειρασμούς και την Πίστη. Ο έμπειρος Γενικός Διευθυντής της Κολάσεως Τυλιχτής δίνει μαθήματα δι’ αλληλογραφίας στον άπειρο ανεψιό του δαίμονα Άψινθο, πώς να παρασύρει τον νεαρό τζέντλεμαν στον κακό δρόμο. Κύριος σκοπός του Τυλιχτή είναι να εμποδίσει την ανάπτυξη της πίστεως και των αρετών».