ΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

IERAPOSTOLES

Μον. Νικολάου Γρηγοριάτη

 

Μία περιοδεία στὰ χωριὰ ποὺ βρίσκονται μέσα στὰ δάση τῆς  Ἀφρικῆς ἀποτελεῖ  γιὰ ἕνα φιλοξενούμενο ὑπόθεση μεγάλης χαρᾶς καὶ ἀναψυχῆς. Καὶ τοῦτο, διότι  σοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία, ἔστω καὶ λίγο, νὰ βρεθεῖς ἢ μᾶλλον νὰ χαθεῖς κυριολεκτικὰ μέσα σ’ἕνα ἀπέραντο  φυσικὸ περιβάλλον ποὺ διατηρεῖται ἀνέπαφο ἀπὸ βέβηλα χέρια, καυσαέρια, θόρυβο ἢ ἀπὸ ἄλλα στοιχεῖα ποὺ εἶναι ἐνδείξεις τοῦ σύγχρονου «πολιτισμοῦ μας» καὶ ποὺ σοῦ δημιουργοῦν τὸ αἴσθημα τῆς φυγῆς μακριὰ ἀπ’αὐτά. Ἂν ὄχι ὅλοι, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς θὰ ἔχουμε φθάσει κάποτε σὲ ὁριακὲς στιγμὲς ποὺ ἐπιθυμοῦμε -ἂν ἦταν δυνατόν- νὰ ἐγκαταλείψουμε αὐτοστιγμεὶ  τὸν  σύγχρονο τρόπο διαβιώσεώς μας  μὲ τὶς ἀνέσεις τοῦ πολιτισμοῦ μας καὶ νὰ βρεθοῦμε μόνοι, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, σὲ κάποιο ἀπ΄αὐτὰ τὰ δάση.

Γι’αὐτό, λοιπόν, ὅταν στὶς 18-8-2000 ὁ ἀρχιμ π. Μελέτιος*, ἐπικεφαλῆς τοῦ Ὀρθόδοξου Ἱεραποστολικοῦ Κλιμακίου στὸ Κολουέζι τοῦ Κογκό, πρότεινε νὰ πᾶμε στὸ χωριὸ Λουφούπα, ποὺ βρίσκεται δυὸ ὧρες μακριὰ ἀπὸ τὸ Κολουέζι, χαμένο μέσα στὸ δάσος, τὸ δεχτήκαμε εὐχαρίστως. Ἰδίως δὲ διότι  ἡ ἐξόρμηση αὐτὴ θὰ πραγματοποιοῦνταν, γιὰ νὰ γίνει Ἁγιασμὸς καὶ νὰ τοποθετηθεῖ  ὁ θεμέλιος λίθος  στὸν ὑπὸ  ἀνέγερση Ἱ. Ναὸ τῶν Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καὶ Εἰρήνης. Ἴσως εἶναι ὁ πρῶτος  ναὸς  ποὺ κτίζεται πρὸς τιμὴν τῶν νεοφανῶν αὐτῶν Μαρτύρων  στὴν Ἀφρική. Ἡ χάρη τῶν ἁγίων λειψάνων τους καὶ τὰ πολλὰ θαύματά τους τοὺς κάνουν πλέον  γνωστοὺς καὶ ἐκτὸς τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, μέσα σ’αὐτὰ τὰ ταπεινὰ χωριὰ τῶν ἀφρικανικῶν δασῶν μὲ τὰ πλίθινα σπίτια καὶ τὶς χορταρένιες στέγες τους, στὰ χωριὰ ποὺ μέχρι πρότινος (ἀλλὰ καὶ σήμερα ἐν πολλοῖς) βασίλευε ἡ δεισιδαιμονία, ἡ εἰδολολατρία καὶ τὸ πνευματικὸ σκοτάδι. Ἡ ἀνέγερση, λοιπόν, τοῦ προαναφερόμενου ἱ. ναοῦ ἀποτελεῖ μία ἐλπίδα καὶ μία πρόσκληση, τρόπον τινά, στοὺς Ἁγίους Μεγαλομάρτυρες, ὥστε μὲ τὴ χάρη τους νὰ ἁγιάσουν καὶ ἐδῶ τὸν τόπο καὶ νὰ διώξουν μακριὰ τὸ πνεῦμα τοῦ πονηροῦ, ποὺ μὲ τοὺς μάγους καὶ τὰ μάγια ἔχει ὑποδουλώσει ἐπὶ αἰῶνες  τὸν ἁπλὸ ἀφρικανικὸ λαό.

Ξεκινήσαμε τὸ πρωὶ τῆς Παρασκευῆς καὶ φθάσαμε στὸ χωριὸ κατὰ τὸ μεσημέρι. Ἡ διαδρομὴ ὄντως εἶναι μαγευτική. Τὸ ταξίδι δὲν εἶναι μονότονο, διότι ὑπάρχουν συνεχεῖς ἐναλλαγὲς στὸ περιβάλλον ἀπ’ὅπου διέρχεσαι. Τὴν περισσότερη ὥρα βρίσκεσαι μέσα σὲ δάσος ἀπὸ ψηλὰ δένδρα καὶ θαμνώδη βλάστηση. Κατόπιν εἰσέρχεσαι σὲ μία ἀπέραντη ἐπίπεδη ἔκταση μὲ ποώδη βλάστηση (κάτι σὰν στέππα), τὴν ὀνομαζόμενη σαβάνα, ποὺ λόγῳ τῆς ἐλλείψεως ὑψηλῆς βλαστήσεως, ἡ ὅραση φθάνει ὣς τὴν ἄκρη τοῦ ὁρίζοντα, ἀτενίζοντας στὸ βάθος ὅπου τελειώνει ἡ σαβάνα μία ἀχανῆ ἔκταση γεμάτη ἀπὸ δάση. Ἢ παρατηρεῖς μὲ κάποια περιέργεια καὶ ἔκπληξη τὶς τεράστιες φωλιὲς τῶν τερμιτῶν- ὕψους 4μ. περίπου ποὺ κατακλύζουν ὁρισμένες περιοχές. Διαβαίνεις ποτάμια, ξαναεισέρχεσαι σὲ πυκνὰ δάση, συναντᾶς συνοικισμούς, μικρὰ ἢ μεγαλύτερα χωριὰ καὶ θέλγεσαι βλέποντας ξέγνοιαστους ἀνθρώπους νὰ ἀσχολοῦνται μὲ ταπεινὲς δουλειές, γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὸν ἐπιούσιο χωρὶς τὸ ἄγχος τοῦ κέρδους καὶ τοῦ πλούτου. Ἐπίσης πλῆθος χαριτωμένα παιδάκια ἔξω ἀπὸ τὶς καλύβες σκονισμένα καὶ ξυπόλυτα παίζουν μὲ τὰ χρώματα καὶ μὲ φυσικὰ παιχνίδια, γιατί σὲ αὐτὰ εἶναι ἄγνωστη ἡ ψυχαγωγία μὲ ἠλεκτρονικὰ ἢ μὲ τὴν παρακολούθηση τηλεοπτικῶν προγραμμάτων. Καὶ πράγματι , τὰ μακαρίζεις ποὺ δὲν ἀξιώθηκαν  νὰ γνωρίσουν ὅτι «ἀπολαμβάνουν» τὰ δικά μας παιδιὰ στὶς «πολιτισμένες»  χῶρες μας. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἐξάλλου μπορεῖς νὰ διακρίνεις μία ξεγνοιασιὰ καὶ εὐτυχία στὰ σκονισμένα πρόσωπά τους  καὶ ὄχι μελαγχολία ἢ κάποιο ἴχνος ἀπὸ ψυχολογικὰ προβλήματα. Μόλις φθάσαμε στὸ χωριό, κατευθυνθήκαμε καὶ σταματήσαμε μπροστὰ στὸν χῶρο ποὺ θὰ κτιστεῖ ὁ ναός. Τὰ παιδάκια κατέφθασαν  πρῶτα νὰ μᾶς προϋπαντήσουν καὶ παρέμειναν ἀκούραστα μέχρις ὅτου ἀναχωρήσαμε. Ὅπως παρατηρήσαμε, οἱ ἐργασίες βρίσκονται στὸ στάδιο τῆς διανοίξεως τῶν θεμελίων τοῦ ἱ. ναοῦ. Σὲ αὐτὲς βοηθοῦν φιλότιμα οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ, ἐνῷ ὅλα τὰ ὑλικὰ καὶ ὅτι ἄλλο ἀπαιτεῖται τὰ χορηγεῖ τὸ ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο. Γρήγορα μᾶς ἔφεραν ἕνα τραπέζι , στὸ ὁποῖο ἀφοῦ βάλαμε ἕνα ἱερατικὸ κάλυμμα, τοποθετήσαμε τὰ ἱερὰ σκεύη καὶ ἀρχίσαμε τὸν Ἁγιασμό: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε…». Οἱ ψάλτες- φοιτητὲς ποὺ διαμένουν στὸ οἰκοτροφεῖο τῆς ἱεραποστολῆς στὸ Κολουέζι καὶ ποὺ τοὺς πήραμε μαζί μας πολὺ ὄμορφα, γιατί ἐδῶ οἱ περισσότεροι εἶναι καλλίφωνοι. Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ ἁγνὸ καὶ φυσικὸ περιβάλλον, εὑρισκόμενοι στὸ κέντρο τοῦ ὑπὸ θεμελίωση ναοῦ, μὲ πλῆθος παιδάκια γύρω-γύρω καὶ μὲ μεγαλύτερους, γύρω στὰ 150 ἄτομα συνολικά, κάτω ἀπὸ τὸ μεσημβρινὸ ἀφρικανικὸ ἥλιο καὶ τὸ νωχελικὸ πέταγμα τῶν πουλῖων ἀπὸ πάνω μας, ἀπολαμβάναμε πνευματικὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ. Δὲν καταλαβαίναμε, βέβαια, καὶ πολλά, γιατί ὅλα σχεδὸν ψάλλονταν στὴν τοπικὴ διάλεκτο σουαχίλι (τὴν μετάφραση τὴν ἔχει κάνει ὁ π. Δαμασκηνὸς Γρηγοριάτης ὁ ὁποῖος ἔχει ἐργαστεῖ φιλότιμα πολὺ στὸ θέμα αὐτό).

Ἡ ἀκολουθία προχωρεῖ ἤρεμα καὶ χωρὶς βιασύνη. Ὁ κόσμος δὲν ἔχει ἄγχος νὰ τελειώσει γρήγορα, γιὰ νὰ πάει μετὰ στὶς δουλειές του. Ὁ Ἁγιασμὸς ἔχει τὴν προτεραιότητα ἔναντι ὅλων τῶν ἐργασιῶν τους, ὅπως καὶ ὅλες οἱ ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες. Γι’ αὐτὸ κάθονται μέχρι τέλους, παρακολουθοῦν καὶ συμμετέχουν σιγοψάλλοντας. Σὲ λίγο ἀκούστηκε κατανυχτικὰ ἡ φωνὴ τοῦ π. Μελετίου ποὺ ἔψαλλε δυνατὰ στὰ ἑλληνικά: «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν Σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου».

Εἶναι ὄντως συγκινητικὸ νὰ ἀκοῦς τὸ τροπάριο αὐτό, τὸ ἔμβλημα τῆς Ὀρθοδοξίας, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα σου μέσα στὰ δάση τῆς Ἀφρικῆς. Σοῦ δημιουργεῖ δὲ τὴν αἴσθηση τῆς ἑνότητας μὲ τὸ λοιπὸ ἐκκλησίασμα, ποὺ ἔχει διαφορετικὰ ἀπὸ ἐμᾶς ἐξωτερικὰ γνωρίσματα καὶ ποὺ μέχρι πρὶν ἀπὸ λίγο σοῦ ἦταν ἄγνωστο. Εἶναι ὅμως καὶ αὐτὸς λαὸς καὶ κληρονομιὰ τοῦ Θεοῦ, μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καὶ ἐμεῖς.

«Ναί, Κύριε, ἐπαναλαμβάνουμε νοερά, σῶσον καὶ αὐτὸν ἐδῶ τὸν λαό Σου. Φύτευσε τὴν ὀρθὴ πίστη καὶ τὸ θεῖο πόθο Σου στὶς καρδιές τους. Κράτησε τὴ μακαρία αὐτὴ ἁπλότητά τους, διότι ἐμεῖς ἔχουμε δεῖ στὴν πράξη πόσο στοιχίζει ἡ ἀπουσία τῆς» .

Βλέποντάς τους ἔτσι ἁπλούς, σκονισμένους, ξυπόλητους μὲ τρύπια ἐνδύματα διερωτᾶσαι: Ποιὸς εἶναι σὲ πιὸ πλεονεκτικὴ θέση; Ἐμεῖς ποὺ ἀπολαμβάνουμε ὅλα τὰ ἀγαθὰ τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ ποὺ δημιουργήσαμε καὶ τὸν εὐδαιμονισμό του, ἢ αὐτοὶ ποὺ τὰ στεροῦνται αὐτά, δὲν γνωρίζουν ὅμως τί θὰ πεῖ ἄγχος καὶ πλεονεξία; Μήπως ἡ εἰσοδός τους στὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἡ ἄρνηση τῆς εἰδωλολατρίας εἶναι ἕνα δίδαγμα γιὰ μᾶς; Γιὰ τὸν κίνδυνο, δηλαδή, ποὺ διατρέχουμε νὰ ἐπανέλθουμε ἐμεῖς σήμερα σὲ μία σύγχρονη ἐξευγενισμένης μορφῆς εἰδωλολατρία , ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ πίστη στὸ χρῆμα καὶ ἡ ἐξάρτηση ἀπὸ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν μας, ἀπὸ τὰ ἐπιτεύγματα, δηλαδή, τοῦ πολιτισμοῦ μας. Τὶς σκέψεις αὐτὲς τὶς διακόπτει ἡ δυνατὴ φωνὴ τοῦ π. Μελετίου: «Τῶν Σῶν δωρεῶν ἀξιώσον ἡμᾶς, Παναγία Παρθένε», ἐνῷ ταυτόχρονα αἰσθανόμαστε τὶς σταγόνες τοῦ Ἁγιασμοῦ ἀπὸ τὸ βρεγμένο βασιλικὸ νὰ δροσίζουν τὸ ζεστὸ ἀπὸ τὸν ἥλιο μέτωπό μας καὶ νὰ ἀποδιώκουν τοὺς μελαγχολικοὺς αὐτοὺς λογισμούς. Ἐν συνέχειᾳ περάσαμε ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι, πρῶτα οἱ ἄνδρες μετὰ οἱ γυναῖκες, ἀρκετὲς μὲ ἕνα βρέφος δεμένο στὴν πλάτη, καὶ τέλος τὰ παιδάκια ποὺ ἔκαναν σὰν μελίσσι ἀπὸ τὴ χαρά, προσκυνήσαμε τὸν τίμιο Σταυρὸ καὶ φωτιστήκαμε. Εὐχηθήκαμε δὲ ταυτόχρονα εὐόδωση τῶν ἐργασιῶν καὶ καλὴ ἀποπεράτωση τοῦ ναοῦ.

Κατόπιν, ἀφοῦ ὁ π. Μελέτιος ἔδωσε καὶ τὶς τελευταῖες ἐντολὲς σχετικὰ μὲ τὰ σχέδια καὶ τὸ κτίσιμο, ἀναχωρήσαμε ἔχοντας τὴν τιμητικὴ κατευόδωση τῶν παιδιῶν, ποὺ ἔτρεχαν πίσω ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητο ἀψηφώντας τὴ σκόνη, ἀποχαιρετώντας μας καὶ φωνάζοντας χαρούμενα μὲ τὶς ὑψηλὲς φωνές τους. Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ τελευταία εἰκόνα, ποὺ ἔμεινε στὴ μνήμη μας, ἀπὸ τὴν εὐχάριστη καὶ εὐλογημένη αὐτὴ ἀποστολή. Εὐχόμαστε ἡ χάρη τῶν Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καὶ Εἰρήνης νὰ σκεπάζει τοὺς κατοίκους τῆς Λουφούπα. Τὸ ἱεραποστολικὸ κλιμάκιο ὑπὸ τὸν π. Μελέτιο, καθὼς καὶ ὅλες τὶς ὀρθόδοξες ἱεραποστολές, στὸν μεγάλο ἀγώνα τῆς μαρτυρίας καὶ τοῦ μαρτυρίου ποὺ καθημερινὰ βιώνουν.                         

            Ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός. 

 

* καὶ νῦν Ἐπίσκοπος Μελέτιος

 

 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Η΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΟΚΤ.-ΔΕΚ. 2011