Ἰωάννου Νικολαΐδου
Ἐκπαιδευτικοῦ
Κάθε τόσο ἀκούγεται ἀπὸ τὰ μέσα ἐνημέρωσης ὅτι τόσοι Ἕλληνες πολῖτες ζοῦν κάτω ἀπὸ τὸ ὅριο τῆς φτώχειας καὶ κάθε τόσο τὸ ποσοστὸ αὐτὸ ἀνεβαίνει καὶ πολλοὶ σκέπτονται μὲ τρόμο ὅτι κάποια μέρα μπορεῖ νὰ εἶναι οἱ ἴδιοι μέσα σ’ αὐτὰ τὰ νούμερα. Ἀλλὰ τί εἶναι τελικὰ αὐτὴ ἡ ἐπάρατη φτώχεια ποὺ τόσο μᾶς φοβίζει;
Εἶναι ὄντως κατάρα; Καὶ γιατί; Τί στερεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει δυστυχισμένο; Μήπως ὑπάρχει κι ἄλλη ὀπτικὴ τοῦ πράγματος; Χωρὶς νὰ μποῦμε στὴ λογικὴ τῶν 14 κριτηρίων τοῦ ὁρίου τῆς φτώχειας ὅπου τὸ νὰ μὴν ἔχεις πρόσβαση στὸ διαδίκτυο πλέον θεωρεῖται κριτήριο φτώχειας, ἂς δοῦμε τί λένε οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης ἀναφέρει ὅτι ἕνας φτωχὸς καὶ ἄρρωστος ποὺ ὑποφέρει πολὺ ἀλλὰ δὲν ταπεινώνεται ὑποφέρει ἀνώφελα. Ὅποιος ταπεινωθεῖ, μένει ἱκανοποιημένος μὲ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες γιατί ὁ Κύριος εἶναι ὁ ΠΛΟΥΤΟΣ καὶ ἡ ΧΑΡΑ του καὶ οἱ ἄνθρωποι θαυμάζουν τὴν ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς του.
Ἄρα σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο ὄντως ἡ φτώχεια ἀπὸ μόνη της εἶναι μία θλίψη. Ὑποφέρει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὅταν ἔχει μέσα του τὸν Χριστὸ τότε ἔχει πλοῦτο καὶ χαρά, ἄρα τὸ ἔλασσον, ἡ φτώχεια, δὲν μᾶς στερεῖ ἀπὸ τὰ μείζονα, τὸν ΠΛΟΥΤΟ καὶ τὴν ΧΑΡΑ. Τοὐναντίον ἡ φτώχεια μεταβάλλεται σὲ πλοῦτο καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐσωτερικὰ ἐπαρκὴς καὶ αὐτάρκης καὶ μάλιστα γίνεται στοὺς ἄλλους ὠφέλιμος, ἀφοῦ ξεχειλίζει αὐτὴ ἡ χαρὰ τῆς ὀμορφιᾶς τῆς ψυχῆς του. Συνεχίζει ὁ ἅγιος: «Ἡ ψυχὴ τοῦ ταπεινοῦ μοιάζει μὲ πέλαγος… στὴν καρδιὰ τοῦ ταπεινοῦ καταβυθίζονται ὅλες οἱ θλίψεις…». Οὐσιαστικά, σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο, καὶ ἡ φτώχεια ποὺ παρέχει κάποια θλίψη στὴν ψυχὴ καταργεῖται, διότι καταβυθίζεται μέσα στὸ πέλαγος τῆς ταπεινῆς ψυχῆς καὶ τότε ἡ ψυχὴ ἔχει τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μέσα της καὶ «εἶναι εὐχαριστημένη ἔστω κι ἂν κάθεται σὰν τὸν Ἰὼβ πάνω στὴν κοπριὰ καὶ χαίρεται… ποὺ ἡ ἴδια εἶναι πιὸ ἀσήμαντη ἀπὸ τοὺς ἄλλους».
Καὶ καταλήγει ὁ ἅγιος, «ὑπάρχουν φτωχοί, ἀλλὰ πλούσιοι σὲ ἀγάπη, ποὺ ἂν τοὺς ἔλεγαν «τώρα πεθαίνεις» θὰ ἀπαντοῦσαν εἰρηνικά: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου. Ἂς εἶναι δοξασμένος ὁ Κύριος γιατί μὲ θυμήθηκε καὶ θέλει νὰ μὲ πάρει ἐκεῖ, ὅπου πρῶτος μπῆκε ὁ ληστής». Φτάνει δηλαδὴ ὁ φτωχὸς νὰ νικήσει τὴ θλίψη τῆς ζωῆς, ἔχοντας χαρά, νὰ νικήσει τὴν ἔνδεια τῆς φτώχειας, ἀφοῦ ἔχει πλοῦτο καὶ τέλος νὰ νικήσει ἀκόμα καὶ τὸν φοβερότερο θάνατο ποὺ τὸν βλέπει ὡς κλήση τοῦ ἠγαπημένου καὶ ἀγαποῦντος Κυρίου του, ὅταν Τὸν ἔχει μέσα στὴν καρδιά του καὶ παραδίδεται στὸ θέλημά Του. Γιατί ἅπαξ καὶ λείπουν τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ πλοῦτος πτωχευόντων γίνεται ὁ Κύριος ὁ ὁποῖος «ἐγένετο καταφυγὴ τῷ πένητι, βοηθὸς ἐν εὐκαιρίαις, ἐν θλίψεσι», ὁ ὁποῖος «οὐκ ἐπελάθετο τῆς κραυγῆς τῶν πενήτων. Καὶ ὁ πτωχὸς οὐκ ἐπιληφθήσεται εἰς τέλος, ἡ ὑπομονὴ τῶν πενήτων οὐκ ἀπολεῖται εἰς τέλος» (Ψαλμ. 9ος).
Ὁ Κύριος εἶναι ἡ καταφυγή, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀντίληψις τοῦ πτωχοῦ. Ὁ Κύριος τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ πτωχοῦ εἰσακούει καὶ «τῇ ἑτοιμασίᾳ τῆς καρδιᾶς αὐτοῦ προσέχει…» (Ψαλμ. 9ος). «Εἰς τὸν Κύριον ἐγκαταλείπεται
ὁ πτωχός». Καὶ «οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ
εἰς τὸν πένητα ἐπιβλέπουσι» (Ψαλμ.10ος). Ἀλλὰ ἄραγε σήμερα πόσοι ἀπὸ μᾶς εἴτε πτωχοὶ ὄντες εἶναι ζῶντας ἐνδεῶς καὶ κοντὰ στὴν φτώχεια ἔχουμε τοὺς ὀφθαλμούς μας στὸν Κύριο; Ἂν στρέψουμε ἐκεῖ τὸν νοῦ καὶ τὴν διάνοια καὶ τὴν ψυχὴ κατὰ τὴν πρώτη καὶ μέγιστη ἐντολὴ τῆς Κ.Δ. «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου», «τότε ἡ ψυχὴ θὰ γνωρίσει τὸν Κύριο καὶ θὰ ἐπιθυμεῖ μόνον Αὐτὸν καὶ δὲν θὰ λογαριάζει καθόλου τὰ πλούτη καὶ τὴν δόξατοῦ κόσμου». Καὶ τότε ἡ ζωὴ γίνεται εὔκολη καὶ εὐχάριστη καὶ μέσα στὶς θλίψεις καὶ ὅλα γίνονται ἀγαπητὰ στὴν καρδιά.
Ἔτσι καὶ ἡ φτώχεια παίρνει ἄλλη διάσταση στὴ ζωή μας καὶ γίνεται πηγὴ εὐλογίας καὶ ὄχι κατάρα, καὶ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸν Παράδεισο ἀπὸ ἐδῶ!