Μετά φόβου Θεοῦ ἀλλά καί μέ θερμή παράκληση πρός τόν Θεό νά μέ φωτίσει νά ἐκφράσω σωστά τό πιό σημαντικό βίωμά μου· τή μεταστροφή μου στήν Ὀρθοδοξία.
Ὁ παπποῦς μου, Ἰταλός στήν καταγωγή, ἀπό τήν Σικελία καί ἀρχιτέκτονας στό ἐπάγγελμα βρέθηκε στήν Κωνσταντινούπολη. Στά τέλη τοῦ 19ου αἰώνα ὁ Σουλτάνος τόν ἔστειλε στή Θεσσαλονίκη γιά νά κτίσει δημόσια κτήρια. Στή Θεσσαλονίκη, ἡ ὁποία ἀνῆκε τότε στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, ἔζησε ἕως τό τέλος τῆς ζωῆς του. Ἕνα ἀπό τά ὀκτώ παιδιά του ἦταν ὁ πατέρας μου. Κι ἐγώ γεννήθηκα στή Θεσσαλονίκη, ὅπου σπούδασα καί δημιούργησα οἰκογένεια. Ἀπό παιδί προσπαθοῦσα νά ἀνταποκρίνομαι στά θρησκευτικά μου καθήκοντα.
Καθώς φοιτοῦσα στό γαλλικό σχολεῖο Δελασάλ, ἡ κατήχηση ἦταν ἀπαραίτητη, διότι τήν ἐπιμέλεια τοῦ σχολείου τήν εἶχαν μοναχοί καθολικοί. Κάποια ἡμέρα κατέφθασε ἕνας καθολικός ἱερέας καί ἔκανε συζήτηση μέ ἔφηβους καθολικούς. Κάλεσαν κι ἐμένα. Κατά τή συζήτηση μέ ρώτησε ἄν θέλω νά γίνω ἱερέας. Ἀπάντησα ἀρνητικά. Παρόλο πού μέ συγκίνησε ἡ πρόταση, ἀρνήθηκα.
Σπούδασα ἰατρική στό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης καί νυμφεύτηκα Ἑλληνίδα ὀρθόδοξη. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι δέν εἴχαμε προστριβές ἐξαιτίας τῆς διαφορετικότητάς μας στό δόγμα.
Μετά τόν γάμο βρεθήκαμε στήν Ἑλβετία, ὅπου ἄνοιξα ἱατρεῖο. Ἐκεῖ ἀποκτήσαμε δύο κόρες οἱ ὁποῖες βαπτίστηκαν καθολικές. Συνολικά ζήσαμε στήν Ἑλβετία ἕνδεκα χρόνια.
Ἀποτέλεσμα τῆς διαμονῆς μας στήν Ἑλβετία ἦταν νά χαλαρώσουμε κάπως στά θρησκευτικά μας καθήκοντα. Ὁ φιλεύσπλαχνος Θεός ὅμως μᾶς λυπήθηκε, μᾶς κάλεσε κοντά Του, καί μᾶς ὑπενθύμισε ὅτι δίχως ἀγώνα θά μείνουμε ἐκτός νυμφῶνος. Ἀλλά πῶς μᾶς κάλεσε, ἄς μέ φωτίσει ὁ Πανάγαθος, νά σᾶς τό μεταφέρω σωστά στή συνέχεια.
Ἔπειτα ἀπό ἕνδεκα χρόνια ξενιτειᾶς ἐπιστρέψαμε στήν πατρίδα. Κατοικία καί ἰατρεῖο στή Θεσσαλονίκη. Παρόλο πού ὅλα πήγαιναν πολύ καλά, μετά ἀπό τέσσερα χρόνια ἀποφασίσαμε νά ἐγκατασταθοῦμε στά Ν. Μουδανιά Χαλκιδικῆς. Αὐτό ἔγινε, διότι μᾶς συνέβη κάτι ἐντελῶς ξαφνικό καί ἀνεξήγητο. Καί σήμερα ἀκόμη ἀποροῦμε. Προσωπικά ὅμως ἀναρωτιέμαι, ἄν δέν γινόταν ὅλα αὐτά, πῶς θά γνώριζα τήν Ὀρθοδοξία. Τό σχέδιο ὅμως τοῦ Θεοῦ προχωροῦσε καί μᾶς ἔδειχνε τόν δρόμο πού ἔπρεπε ν᾿ ἀκολουθήσουμε.
Ἐκεῖνο τόν καιρό ἡ παρουσία τῆς Παναγίας ἄρχισε νά γίνεται πιό αἰσθητή στό σπίτι μας μέ τό ἑξῆς περιστατικό: Ὁ Θεός πῆρε τή γιαγιά τῆς συζύγου μου καί στό σπίτι μας ἦλθε ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας. Τήν εἰκόνα ὁ παππούς της τή βρῆκε μέ θαῦμα, θαμμένη στή γῆ. Ἡ σύζυγος μεγάλωσε μέ τήν παρουσία αὐτῆς τῆς εἰκόνας καί ἔζησε κάποια θαύματά της καί ἐν συνεχείᾳ αἰσθανθήκαμε καί οἰκογενειακῶς τή χάρη Της. Ἡ Παναγία Ὁδηγήτρια μέ τή χάρη Της καί τήν πρεσβεία Της μέ βοήθησε νά βάλω τέλος στήν ἀναζήτησή μου, ἄν δηλαδή θά παραμείνω καθολικός ἤ θά μεταστραφῶ στήν Ὀρθοδοξία. Πῶς ἔγινε αὐτό, θά τό δοῦμε πιό κάτω.
Οἱ κόρες μου φοιτοῦσαν στά μέσα τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου. Γιά ἐκκλησιασμό τίς πήγαινα, ὅσο ἦταν δυνατόν, στήν καθολική ἐκκλησία στή Θεσσαλονίκη. Γιά δέ τήν ἐξομολόγηση ἐρχόταν καθολικός ἱερέας γιά τούς καθολικούς τῆς γύρω περιοχῆς καί ἡ ἐξομολόγηση γινόταν στό ἰατρεῖο.
Ἐπειδή μέ τή σύζυγο ἀπό παιδιά παρακολουθήσαμε κατηχητικό σχολεῖο, ἀποφασίσαμε νά στείλουμε καί τίς κόρες μας. Δέχτηκα νά πᾶνε στά Μουδανιά, ἐάν τίς δέχονταν ὡς καθολικές πού ἦταν. Δέν εἶχε ὅμως τότε γιά παιδιά. Μία κυρία ὅμως εἶπε στή σύζυγο: «Ἄν θέλετε νά ἀκούσετε λόγο Θεοῦ, κάθε Σάββατο στό Μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου στή Μεταμόρφωση Χαλκιδικῆς ὁμιλεῖ ὁ Γέροντας π. Γρηγόριος.
Ἦταν καλοκαίρι καί πήγαμε οἰκογενειακῶς. Ὅλα πρωτόγνωρα γιά μᾶς. Πολύς κόσμος στό προαύλιο, ὅπου θά γινόταν ἡ ὁμιλία, Μέ πολλή προσοχή, ἴσως καί μέ περιέργεια παρακολουθήσαμε τήν ὁμιλία. Πιστεύουμε ὅτι ὅσα ἀκούσαμε ἐκείνη τήν ἡμέρα δέν ἦταν τυχαῖα, ἀλλά θέλημα Θεοῦ. Πιστέψαμε ὅτι αὐτή ἡ ὁμιλία ἔγινε εἰδικά γιά μᾶς. Ὁ Θεός μᾶς καθοδήγησε σ᾿ αὐτή τήν ὁμιλία γιά νά προβληματιστῶ καί ν᾿ ἀρχίσω τήν ἀναζήτηση καί μάλιστα μέ ἔντονο ἐνδιαφέρον.
Ὁ σεβαστός Γέροντας ἀναφέρθηκε στό Ἅγιον Ὄρος καί στήν ἱστορία του. Ἦταν συγκλονιστικό γιά μένα καί τή σύζυγό μου. Οἱ κόρες δέν πολυκαταλάβαιναν λόγῳ τῆς ἡλικίας τους. Τό συγκλονιστικό ἦταν ἡ περιγραφή τῆς εἰσβολῆς τῶν Λατίνων Καθολικῶν στό Ἅγιον Ὄρος ἐπί Βέκκου (Πατριάρχου) καί τῆς ἄσχημης συμπεριφορᾶς τους ἀπέναντι στά Μοναστήρια καί τούς μοναχούς οἱ ὁποῖοι δέν δέχονταν νά συνλειτουργήσουν μαζί τους. Μέ κατέπληξε ὁ Γέροντας, γιατί μιλοῦσε μέ ἠρεμία καί μέ πόνο ψυχῆς. Ἐπίσης ἀναφέρθηκε καί σέ κάποιες διαφορές μας πού δέν ἐπιτρέπουν τή συλλειτουργία καί τήν συμπροσευχή, διαφορές πού ἐπῆλθαν μετά τό Σχίσμα, ἀφοῦ οἱ Καθολικοί κατήργησαν ἤ ἀλλοίωσαν κάποιες παραδόσεις τῆς Χριστιανικῆς πίστεως. Ἐδῶ κάνω μία ἐπισήμανση σχετικά μέ τήν καθολικισμό. Ὅταν ἤμουν μικρό παιδί καί ἐμεῖς οἱ καθολικοί νηστεύαμε. Ἀλλά κάποια στιγμή, δέν ἐνθυμοῦμαι χρονολογία, μέ τήν εὐλογία τοῦ Πάπα ἡ νηστεία καταργήθηκε. Ἐπίσης, ὅταν θέλαμε νά κοινωνήσουμε, πηγαίναμε στή Θεία Λειτουργία νηστικοί. Ἀλλά καί αὐτό καταργήθηκε. Ἐπανέρχομαι ὅμως στήν ὁμιλία. Ἡ σύζυγός μου, ὅπως μοῦ ἐξήγησε μετά, τά ἀντιμετώπισε ὅλα ὡς ἑξῆς: Ὅταν ἄκουσε τά τῶν καθολικῶν σκέφτηκε ἐμένα καί μέ κοίταξε γιά νά δεῖ τήν ἀντίδρασή μου . Μέ εἶδε νά ἀκούω μέ ἐνδιαφέρον. Ἔκανε ὅμως τόν λογισμό ὅτι δέν θά τούς πήγαινα ξανά ἐκεῖ. Μόλις μπήκαμε στό αὐτοκίνητο γιά τήν ἐπιστροφή περίμενε νά ἀκούσει τήν ἀντίδρασή μου. Ἐγώ ὅμως τῆς εἶπα πώς ὅτι ἔχουμε τόσες διαφορές. Πρέπει νά συζητήσω μέ κάποιον εἰδικό καί νά μοῦ πεῖ ἀκόμη τί πρέπει νά διαβάσω γιά νά πληροφορηθῶ τά πάντα. Καί αὐτό ἔπραξα. Συζήτησα μέ Γέροντες καί προμηθεύτηκα τά σχετικά βιβλία. Γιά τόν λόγο αὐτό ἐπισκεφτήκαμε ὀρθόδοξα μοναστήρια.
Ὅταν μάθαινα κάποια ἀλήθεια σχετική μέ τίς διαφορές μας, ἡ ὁποία δέν ἄφηνε περιθώριο ἀμφισβήτησης ,αἰσθανόμουν λύπη, ἀλλά καί ἱκανοποίηση. Ἡ χριστιανική πίστη ξανοιγόταν μπροστά μου, ὅπως ὁ Χριστός μᾶς τή δίδαξε καί ὅπως οἱ Πατέρες μᾶς τήν παρέδωσαν.
Ἀλλά ὁ Θεός μοῦ ἔδωσε καί μία τελευταία εὐκαιρία νά βιώσω κι ἄλλες καταστάσεις σχετικές μέ τό θέμα γιά νά βγάλω καί μόνος μου συμπεράσματα, ἀλλά καί νά ἀντιδράσω δικαιολογημένα.
Ἡ ἑπόμενη κίνησή μας ἦταν ἡ ἑξῆς: Ἐγκατασταθήκαμε στή Γαλλία μετά ἀπό τά τέσσερα χρόνια πού ἤμασταν στά Μουδανιά. Θά ἐκφραστῶ κάπως ἐπιγραμματικά, διότι πολλές καταστάσεις εἶναι προσωπικές.
Στή Γαλλία παραμονές μεγάλης ἑορτῆς πῆγα μέ τίς κόρες γιά ἐξομολόγηση στήν καθολική ἐκκλησία. Ἀντικρίσαμε ἀρκετά ἄτομα στό κέντρο τῆς Ἐκκλησίας καί τόν ἱερέα μπροστά τους. Τόν πλησίασα καί τοῦ εἶπα ὅτι θέλουμε νά ἐξομολογηθοῦμε. Μᾶς ὑπέδειξε νά καθήσουμε κοντά στούς ἄλλους. Μά τοῦ εἶπα, ἐάν ὅλοι αὐτοί εἶναι γιά ἐξομολόγηση θά ἀργήσουμε πολύ. Ὄχι μοῦ λέει. Θά τελειώσουμε ἀμέσως καί μᾶς ἐξήγησε. Θά καθήσετε καί ὅλοι σας θά λέτε τίς ἁμαρτίες σας ἀπό μέσα σας κι ἐγώ θά διαβάσω τήν συγχωρητική εὐχή. Ἔμεινα ἄφωνος. Ἐγώ στήν Ἑλλάδα ἤξερα ἄλλα. Κάθε ἕνας μόνος του μέ τόν ἱερέα. Δηλαδή ἀναρωτήθηκα σέ κάθε χώρα ἔχουν τό δικαίωμα νά κάνουν ὅποιες ἀλλαγές θέλουν; Μετά ρώτησα ἀπό περιέργεια καί μοῦ εἶπαν ὅτι σέ ἄλλη ἐκκλησία διαφορετικά γίνεται.
Γιά τή Θεία Κοινωνία πήγαμε στήν Ἑλβετία, στήν πόλη πού κατοικούσαμε κάποτε. Ἦταν πολύ κοντά στά σύνορα μέ τή Γαλλία καί μέ τήν εὐκαιρία θά βλέπαμε καί γνωστούς. Εἶχε ἀρκετό κόσμο, διότι ἦταν μεγάλη ἑορτή. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο κατά τή στιγμή τῆς Θείας Κοινωνίας σχηματίστηκαν τρεῖς σειρές. Γρήγορα ὅμως ἔνιωσα μεγάλη ἀπογοήτευση. Ὁ ἱερέας κοινωνοῦσε στή μεσαία σειρά, στήν ἀριστερή σειρά τούς πιστούς κοινωνοῦσε ἕνας λαϊκός, καί στή δεξιά σειρά κοινωνοῦσε τούς πιστούς μία λαϊκή. Ἐπιδίωξα νά κοινωνήσουμε ἀπό τόν ἱερέα, ἀλλά ἡ ψυχολογική μου κατάσταση δέν ἦταν ἐντάξει. Συγχρόνως διαπίστωσα ὅτι ὁ λαϊκός πού κοινωνοῦσε τούς πιστούς ἦταν συνάδελφος ἰατρός ἀπό παλιά. Γνωριζόμασταν καί οἰκογενειακῶς. Ἐάν ἤμουνα στή δική του σειρά, θά μέ κοινωνοῦσε ὁ συνάδελφος καί φίλος μου.
Μεγάλη ἀπογοήτευση καί μεγάλος προβληματισμός, ἀλλά ἕως ἐκείνην τή στιγμή δέν εἶχα λάβει κάποια ἀπόφαση. Τήν ἀπογοήτευση αὐτή ἀκολούθησε ἡ ἀπογοήτευση ἀπό τήν ἐργασία. Προέκυψε μεγάλη οἰκονομική καταστροφή. Ἔφτασα σέ σημεῖο νά βλέπω ὡς μόνη λύση νά πουλήσω τό σπίτι στήν Ἑλλάδα καί νά μείνω πλέον δίχως δική μου στέγη. Ἡ ἐλπίδα νά ἀποφύγω αὐτή τήν ὀδυνηρή λύση ἦταν ἕνα κτῆμα πού εἶχα, ἀλλά δυστυχῶς δέν γινόταν τίποτε ἐφόσον καί οἱ κτηματομεσίτες τό ἀπέκλεισαν ὅτι θά γίνει κάτι, ἐφόσον δέν ὑπῆρχε ζήτηση. Κάθε ἡμέρα πού περνοῦσε ἦταν εἰς βάρος μας.
Ἀλλά εὐτυχῶς καί τόν Θεό δέν τόν ξέχασα. Ζήτησα τή βοήθειά Του μέ μεσίτρια τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Προσευχήθηκα ἐκ μέσης καρδίας μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας καί συγχρόνως ἔκανα ἕνα τάμα. Τό θαῦμα ἔγινε καί τό τάμα ἐκπληρώθηκε, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω.
Τό πρόβλημά μας τό γνώριζε ἕνας φίλος μας στήν Ἑλλάδα, στήν περιοχή Ν. Μουδανιῶν. Τόν εἶχα παρακαλέσει ἐάν ἐνδιαφερθεῖ κάποιος γιά τό κτῆμα νά μᾶς τηλεφωνήσει.
Εἶχαν περάσει μόλις λίγες ἡμέρες ἀπό τό τάμα πού ἔκανα, χτύπησε τό τηλέφωνο τό ὁποῖο σήκωσε ἡ σύζυγος· ἦταν ὁ φίλος μας πού ἀνέφερα πιό πάνω. Μετά τόν χαιρετισμό κατ᾿ εὐθεῖαν τῆς εἶπε: Ἄκουσε, ἔγινε ἕνα θαῦμα καί τῆς ἐξήγησε ἀμέσως. Ἐνῶ εἶμαι πολύ συνεπής στό ὡράριο τῆς ἐργασίας μου, δέν ξέρω πῶς μοῦ ἦλθε προχθές καί ἐγκατέλειψα τήν ἐργασία σχεδόν μισή ὥρα πιό νωρίς. Κάποιος ὅμως μέ ἀναζήτησε τήν τελευταία στιγμή καί, ἐπειδή ἦταν σχετικά ἐπεῖγον, μέ ἀναζήτησε καί στό σπίτι. Ἐνῷ συζητούσαμε τήν ὑπόθεσή του, αὐτός κάθε τόσο ἔλεγε: Τί ὡραία πού εἶστε ἐδῶ στήν ἐξοχή καί ἡ γυναίκα μου ἐπιθυμεῖ ἕνα σπίτι στήν ἐξοχή. Τότε τοῦ εἶπα γιά τό κτῆμα σας. Ἔδειξε ἐνθουσιασμό καί ἐπιθυμία νά τό δεῖ ἐκείνη τή στιγμή. Τόν πῆγα, τό εἶδε, τοῦ ἄρεσε καί μετά ἀπό συγκατάθεση τῆς γυναίκας του εἶπε ἐντάξει. Ὅλα ἐξελίχθηκαν καί ὅλα τακτοποιήθηκαν ταχύτατα. Τελικά σ᾿ αὐτό τό κτῆμα εἴκοσι χρόνια ἕως τώρα δέν χτίστηκε κανένα σπίτι!
Ὅταν ἐπιστρέψαμε γιά δεύτερη φορά στήν πατρίδα οἱ φίλοι μας καί οἱ πελάτες μου μᾶς δέχτηκαν μέ χαρά καί ὅλα πῆγαν πολύ καλά.
Μέ τήν πρώτη εὐκαιρία ἐπισκεφτήκαμε τό μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου· ἤμουνα μόνος μέ τή σύζυγο. Στήν ἐπιστροφή, ἐνῷ ὁδηγοῦσα, τῆς εἶπα ὅτι ἀποφάσισα νά βαπτιστῶ Ὀρθόδοξος. Τῆς ἐξήγησα ὅτι ἔταξα στήν Παναγία ὅτι μόλις ὅλα τακτοποιηθοῦν θά βαπτιστῶ. Οἱ κόρες μου δέχτηκαν ἐπίσης νά βαπτιστοῦν. Ἦταν ἤδη ἔφηβες καί εἶχαν ἐμπεδώσει πολλά γιά τήν Ὀρθοδοξία παρακολουθώντας τούς προβληματισμούς μου ἀλλά καί τίς διαπιστώσεις μου.
Γιά λίγους μῆνες κατηχηθήκαμε καί μετά ἔγινε ἡ βάπτισή μας στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Ἀρσενίου στό Βατοπέδι Χαλκιδικῆς. Ἡ βάπτισή μας ἔγινε ἀπό τούς σεβαστούς Πατέρες π. Γρηγόριο καί π. Θεόκλητο, πού τόσο μᾶς βοήθησαν καί μᾶς βοηθοῦνε στήν πορεία μας. Ἀνάδοχος, γνωστή καί φίλη τῆς οἰκογενείας ἀπό τήν ὁποία καί τόν σύζυγό της ἀκούγαμε συχνά λόγια ὠφέλιμα γιά τήν περίπτωσή μας.
Κατά τή διάρκεια τοῦ μυστηρίου ζήσαμε καί οἱ τρεῖς μας ἀξέχαστες στιγμές καί συναισθήματα. Δέν εἶναι εὔκολο νά εἰπωθοῦν δημοσίως. Ἐκεῖνο πού μπορῶ νά πῶ μόνο εἶναι, ὅτι ὅλα μαρτυροῦσαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ.
Δοξάζω τόν Θεό πού ἀκόμη μοῦ ὑπέδειξε τόν δρόμο τῆς ἱερωσύνης, ἀφοῦ, μέ τήν βάπτισή μου, ὁ φιλεύσπλαχνος Θεός μέ ἀπάλλαξε ἀπό τίς πολλές ἁμαρτίες τοῦ παρελθόντος. Βέβαια εἶχε προηγηθεῖ τῆς βαπτίσεως καί ἡ ἐξομολόγηση. Ὅταν πληροφορήθηκα ὅτι μπορῶ νά γίνω ἱερέας καί μοῦ ἔγινε ἡ πρόταση, εἶπα τό ναί μέ χαρά, ἀλλά καί μέ φόβο κατά πόσο θά φανῶ ἀντάξιος στήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἤμουν νέος, εἶπα τό ὄχι στήν ἴδια πρόταση τῶν καθολικῶν. Δέν θά πάψω νά εὐχαριστῶ τόν Θεό πού μέ φώτισε τότε ν᾿ ἀρνηθῶ, ἀλλά δέν θά πάψω κυρίως νά τόν εὐχαριστῶ πού μοῦ ἀποκάλυψε ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια.
Μέ ἀγάπη Χριστοῦ κι εὐχαριστίες πρός ὅλους
π. Κωνσταντῖνος
*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Γ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΟΥΛ.-ΣΕΠΤ. 2010