Ο διωγμός Του Χριστού και της Εκκλησίας Του αυτήν την περίοδο είναι ίσως πέρα από κάθε προηγούμενο. Όπως ήταν φυσικό και επόμενο δεν θα μπορούσαν από τον διωγμό αυτό να μην στοχοποιηθούν Η Θεία Κοινωνία, ο ίδιος Ο Χριστός δηλαδή και η Ιερωσύνη. Οι Ιερείς Του, οι διάκονοί Του, οι οποίοι έχουν το Ιερό καθήκον να μεταλαμβάνουν Το Σώμα και Το Αίμα Του, στους οποίους ασκούνται πιέσεις τρομοκρατικού τύπου και απειλές επιβολής ποινών! Έχουμε δύο παραδείγματα Ιερέων, οι οποίοι ήδη διώχθηκαν, γιατί έπραξαν το αυτονόητο, έπραξαν με βάση αυτό που έλεγε η καρδιά τους και με βάση αυτό, το οποίο επιτάσσει η θέση και το λειτούργημά τους, να Μεταδώσουν Χριστό, Την Ίδια Την Ζωή δηλαδή.
Και μιας και το ζήτημα πήρε τον δρόμο της δικαιοσύνης, της κοσμικής δικαιοσύνης, ας δούμε και κάτι σχετικό :
Η Ιερωσύνη είναι το μυστήριο της εκκλησίας, το οποίο παρέχει την “χαρισματική εξουσία που κατευθύνει ή συντονίζει όλες τις υπόλοιπες χαρισματικές εκδηλώσεις” της Εκκλησίας και θέτοντας “σε λειτουργική έκφραση όλα τα άλλα μυστήρια”, “συντρίβει τις αλλοτριωτικές δυνάμεις της φθοράς και ανακαινίζει τον άνθρωπο”. Αυτή η χαρισματική εξουσία μεταβιβάζεται μέσω της αδιάκοπης Αποστολικής διαδοχής και καθιστά τους επισκόπους ή τους πρεσβυτέρους τα “απαραίτητα όργανα” διά των οποίων “ο μέγας αρχιερεύς Ιησούς Χριστός επιτελεί” τα Ιερά Μυστήρια. Έτσι, η ισχύ της και η δύναμή της πηγάζει από την Ιερωσύνη του Ιησού Χριστού και λειτουργεί ως εγκέφαλος ή συντονιστικό κέντρο όλων των άλλων λειτουργιών του εκκλησιαστικού σώματος, αφού στην εκκλησία δε νοείται καμία ενδιάμεση μεσιτική δύναμη ανάμεσα στο σώμα και το δημιουργό. Ουσιαστικά αποτελεί το χάρισμα της κυβέρνησης που δίνει ο Χριστός στα μέλη της εκκλησίας. Η ιεροσύνη τελικά είναι το χάρισμα που δίνει ο Κύριος μέσω της ζωοποιητικής του θυσίας και ανάστασης σε όλα τα μέλη της εκκλησίας, ενώ ως καρπός του σώματος προκύπτουν μέλη τα οποία μέσω ειδικού πλέον χαρίσματος οδηγούνται στη λεγόμενη ειδική ιεροσύνη.
Η νέα διάταξη του άρθρου 33 του ΠΚ με τίτλο αδυναμία αποφυγής του αδίκου, προβλέπει ότι:
“η πράξη δεν καταλογίζεται σε εκείνον που την τέλεσε, αν κατά την τέλεσή της αδυνατούσε να συμμορφωθεί προς το δίκαιο λόγω ανυπέρβλητου για τον ίδιο διλήμματος εξαιτίας σύγκρουσης καθηκόντων και η προσβολή που προκλήθηκε από την πράξη είναι κατά το είδος και τη σπουδαιότητα ανάλογη με την προσβολή που απειλήθηκε.
(Σύμφωνα με την αιτιολ. Έκθεση του νέου ΠΚ: Ως τρίτος λόγος άρσης του καταλογισμού περιγράφεται στο άρθρο 33 η αδυναμία αποφυγής του αδίκου. Ο λόγος αυτός άρσης του καταλογισμού, ο οποίος γίνεται δεκτός από όλους τους θεωρητικούς του ποινικού δικαίου, διαμορφώθηκε εκτός του γραπτού δικαίου και συναντάται στα συγγράμματα του ποινικού δικαίου με διάφορες ονομασίες: άλλοτε ως «τραγικό δίλημμα», άλλοτε ως «υπέρβαση του ανθρωπίνως φευκτού της υπαιτιότητας» και άλλοτε ως «σύγκρουση καθηκόντων». Η νομολογία, ωστόσο, μόνο κατ’ εξαίρεση τον λαμβάνει υπόψη. Αυτό επέβαλε να περιγραφεί πλέον ο συγκεκριμένος λόγος άρσης του καταλογισμού στον Ποινικό Κώδικα, καθώς ο περιορισμός της ελευθερίας επιλογής του αδίκου στις περιπτώσεις αυτές είναι αντίστοιχης έντασης με την κατάσταση ανάγκης του άρθρου 32 ΠΚ. Με το δεδομένο αυτό, στο άρθρο 33 του Σχεδίου προβλέπεται ότι η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν κατά την τέλεσή της βρισκόταν σε αδυναμία επιλογής μεταξύ δικαίου και αδίκου λόγω ανυπέρβλητου διλήμματος εξαιτίας σύγκρουσης καθηκόντων και η προσβολή που προκλήθηκε από την πράξη είναι κατά το είδος και τη σπουδαιότητα ανάλογη με την προσβολή που απειλήθηκε.).
Σύγκρουση καθηκόντων που αίρει τον καταλογισμό έχουμε και όταν στη σύγκρουση δύο νομικών καθηκόντων ο δράστης θυσιάζει το σημαντικότερο νομικό καθήκον έναντι του λιγότερου σημαντικού.
Παράδειγμα: ο γιατρός που στην εφημερία έχει να αντιμετωπίσει δύο περιστατικά επείγοντα και επιλέγει να περιθάλψει πρώτο εκείνο που αφορούσε την αδερφή του έναντι του άλλου που ο ασθενής ήταν άγνωστος. Θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, ακόμα και αν κριθεί πως ήταν πιο επείγον το περιστατικό με τον άγνωστο (χωρίς φυσικά να προκληθεί ανεπανόρθωτη βλάβη στον εν λόγω ασθενή) και ο γιατρός επέλεξε να περιθάλψει την αδερφή του, θα κριθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 33 (τραγικό ηθικό δίλημμα).
Ακριβώς στην ίδια περίπτωση εντάσσονται και οι δύο Ιερείς, ο Σεβαστός Μητροπολίτης Κερκύρας Νεκτάριος και ο πατήρ Γεώργιος Σχοινάς, οι οποίοι με καθαρή καρδιά και συνείδηση έπραξαν παλληκαρίσια αυτό, το οποίο όριζε Το Ιερό Λειτούργημά τους, η Ιερωσύνη τους! Έκαναν τον καθήκον τους και επέλεξαν να “θυσιάσουν” τον κοσμικό νόμο, χωρίς μάλιστα να θέτουν σε κίνδυνο την ζωή κανενός τρίτου προσώπου και να προστατεύσουν Τον Θείο Νόμο, τον οποίο έχουν ταχθεί να Υπηρετούν και να Τιμούν, όπως Ο Ίδιος Ο Χριστός ως Μέγας Αρχιερεύς ορίζει.
Αθήνα, 16-04-2020