της Μαρίας Κορνάρου
«Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. Ὅς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.» (Ματθ. ε΄18-19)
Η βαρύτητα του Νόμου του Θεού είναι τέτοια, ώστε ο Χριστός διαβεβαιώνει τους μαθητές Του πώς θα ξεπεράσει η μακροβιότητα του Νόμου ακόμη και τον παρόντα κόσμο. Στον μέλλοντα αιώνα, όλα θα είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, άρα θα πληρώνεται συνεχώς και τέλεια ο νόμος από τους αγίους στη Βασιλεία των Ουρανών. Ενώ ο παρόντας κόσμος, που είναι μία σκιά απατηλή, θα έχει καταργηθεί ολοκληρωτικά. Αφού λοιπόν είναι τόσο σημαντικός ο Νόμος, ενωμένος με την πνευματική ζωή, ο Χριστός προειδοποιεί τους μαθητές και για την πιστή του τήρηση. Καμία εντολή του νόμου, όσο μικρή και ελάχιστη αν φαίνεται, δε μπορεί να καταργηθεί από τη ζωή και τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Αυτός που θα καταφρονήσει τις εντολές, γίνεται και εκείνος ελάχιστος στη βασιλεία των ουρανών, όπως θεώρησε ελάχιστε τις εντολές. Αυτός δε που κατάλαβε το μεγαλείο των εντολών, στο σύνολό τους, θα γίνει και εκείνος όπως θεώρησε τις εντολές, δηλαδή μέγας στη βασιλεία των ουρανών.
Σήμερα φαίνεται ότι κλήρος και πιστοί έχουμε γαλουχηθεί στο «κατ’ οικονομίαν» και έχουμε λησμονήσει το «κατά γράμμα» στην τήρηση των εντολών. Αυτό προέρχεται πιθανόν από την εσφαλμένη εντύπωση που έχει καλλιεργηθεί για το «άκαμπτο» των ιερών κανόνων, το «τυπικό» του θείου Νόμου, την αποστροφή κάθε αυθεντίας ή αισθήσεως του «υποχρεωτικού». Η νοοτροπία αυτή δεν προέρχεται από το χώρο της Εκκλησίας, αλλά μάλλον έχει ανθίσει και κατακυριεύσει την πολιτική και κοινωνική ζωή της Δύσεως και ως εκ τούτου έχει επηρεάσει την Εκκλησία. Όταν το ποίμνιο διδάσκεται από τις κοσμικές αυθεντίες να μην υπακούει σε κανέναν και να «αυτοπροσδιορίζεται», είναι δύσκολο για την Εκκλησία να τον πείσει στην υπακοή και στην εκτίμηση του κανόνα. Προτιμάται λοιπόν να υποτιμηθεί λίγο η πλευρά της Ορθοδόξου πίστεως που δίνει βάση στο λόγο του Θεού και την τήρηση των εντολών, και να υπερτιμηθεί η πλευρά της Ορθοδόξου πίστεως που ανέχεται και μακροθυμεί, συγχωρεί και δίνει χώρο στην ελευθερία. Οι πλευρές αυτές ανήκουν στην Ορθόδοξη παράδοση, είναι όμως παραπληρωματικές. Είναι τα δύο πόδια της Εκκλησίας μας: χρειάζεται και τα δύο για να σταθεί, ενώ αν το ένα ατροφεί θα χάσει την ισορροπία της.
Το πρόβλημα με την καλλιέργεια της περιφρονήσεως των «μικρών» και «τυπικών» εντολών είναι ότι διαβρώνει την πνευματική ζωή, και εν τέλει την καταστρέφει. Δεν θέλουμε να κρατήσουμε σταθερές της παραδόσεως, επειδή μας δυσκολεύουν. Μα το όλο νόημα της υπακοής, του «μαρτυρίου της συνειδήσεως», δεν είναι να δυσκολευτούμε; Εάν αντί να παιδευόμαστε με την εγκοπή του ιδίου θελήματος, αποφασίσουμε να καταπιαστούμε με την «εγκοπή» του θείου θελήματος, πού είναι το Χριστιανικό πνεύμα μας; Οι συνέπειες της απωλείας του ασκητικού φρονήματος, για την άσκηση της ψυχής, είναι να μένουμε κλειδωμένοι έξω από τη Βασιλεία του Θεού. Όχι μόνο μεταθανάτια, αλλά ήδη από αυτή τη ζωή. Δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε την Χριστιανική ζωή ως νέα ζωή, ως ευκαιρία για
γνωριμία με το Θεό, επικοινωνία με τους Αγίους του και ίαση της ψυχής μας. Χάνουμε τον ανακαινισμό του πνεύματος. Όλη η προσπάθειά μας περιβάλλεται από γογγυσμό και μεμψιμοιρία για την Χριστιανική μας ιδιότητα. Όταν δεν μπορούμε να πάρουμε την απόφαση να μιλήσουμε όπως θέλει ο Χριστός, να βοηθήσουμε αυτούς που θέλει ο Χριστός, να ντυθούμε όπως θέλει ο Χριστός, να έλθουμε κάθε Κυριακή να Τον συναντήσουμε στο ναό Του, τότε έχουμε ξεχάσει τον καινό άνθρωπο. Κραδαίνουμε τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας, να μη μας φύγει. Φεύγει έτσι ο καινός άνθρωπος της χάριτος, φεύγει μαζί η χάρις από τη ζωή μας και παραμένει ο πόνος του χωρισμού από το Θεό. Ο πόνος, και το πείσμα.
Βλέποντας την Εκκλησία μας να τραβά δρόμους πρωτόγνωρους, τα φαινόμενα της παθογένειας πληθαίνουν. Όσα θεωρούμε μικρά επεκτείνονται, ίσως φτάσουν να καλύψουν το Νόμο του Θεού και να τον υποβιβάσουν σε ψιλά γράμματα. Η λήθη είναι μπροστά στα μάτια μας, στους ναούς που αδειάζουν, στους νέους που φεύγουν, στον διωγμό που μας κλονίζει, στην ειδωλοποίηση της υγιεινής, στην Αγία Λαβίδα που έγινε κουτάλι μίας χρήσεως. Ο καιρός γαρ εγγύς.