ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΟΙ ΟΡΘΡΟΙ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΜΗΤΕΡΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
Κείμενο ̶ Μετάφραση ̶ Σχόλια
Ἡ λειτουργικὴ ζωὴ ἀποτελεῖ βασικώτατο στοιχεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ πιστός, ποὺ ἀγωνίζεται νὰ ζῇ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας, μετέχει σ’ αὐτὴν καὶ χρησιμοποιεῖ τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ πρόσφατα ἁγιοκαταταγεὶς π. Πορφύριος ἔδινε μεγάλη σημασία στὴ μελέτη τῶν λειτουργικῶν κειμένων. Τὰ θεωροῦσε ἰσάξια, ἂν ὄχι ἀνώτερα ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα πατερικὰ κείμενα.
Στὰ λειτουργικὰ κείμενα τὸ μεγαλύτερο μέρος τὸ καλύπτουν τὰ τροπάρια-ὕμνοι. Τοὺς ὕμνους αὐτοὺς τοὺς συνέθεσαν πρὶν ἀπὸ 15 περίπου αἰῶνες ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι, προικισμένοι μὲ τὸ ἰδιαίτερο τάλαντο τοῦ ποιητικοῦ λόγου καὶ ὁδηγούμενοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πέρασαν μέσα στὴν ποιητικὴ-ὑμνολογική τους δημιουργία τὴ βαθειὰ θρησκευτική τους συγκίνηση καὶ τὴν ἀνεκτίμητη πνευματική τους ἐμπειρία. Ἡ ὑμνολογικὴ αὐτὴ δημιουργία ἑρμηνεύει καὶ ὑπομνηματίζει τὶς θεόπνευστες ἀφηγήσεις τῶν γεγονότων κάθε γιορτῆς καὶ μᾶς βοηθᾶ νὰ τὰ ξαναζήσουμε. Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ὕμνοι αὐτοὶ ἔχουν συντεθῆ πρὶν ἀπὸ ἀρκετοὺς αἰῶνες στὴ γλῶσσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, δηλαδὴ στὴν ἀρχαία ἑλληνική, καθιστᾶ δύσκολη τὴν κατανόησή τους, ἰδίως ἀπὸ τοὺς νέους, οἱ ὁποῖοι ἐλάχιστα ἔχουν διδαχθῆ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα. Τὴ λύση στὸ πρόβλημα τῆς κατανοήσεως τοὺς προσφέρει τὸ βιβλίο αὐτό.
Πρόκειται γιὰ ἕνα λειτουργικὸ βιβλίο ποὺ εἶναι συγχρόνως καὶ ἕνα εὔχρηστο ἐκκλησιαστικὸ ἐγχειρίδιο, γιατί ἔχει δομηθῆ κατὰ τέτοιον τρόπο, ὥστε νὰ μπορῇ νὰ χρησιμοποιηθῇ ἀπὸ τὸν πιστὸ στὴν ἐκκλησία, γιὰ τὴν παρακολούθηση τῶν ὄρθρων τῶν μεγάλων αὐτῶν ἑορτῶν. Στὸ ἀριστερὸ μέρος κάθε σελίδας ὑπάρχουν τὰ τροπάρια στὴν ἀρχαία γλῶσσα, ἐνῷ ἡ μετάφραση, ποὺ ὑπάρχει δίπλα σὲ κάθε τροπάριο, βοηθᾶ στὴν καλύτερη κατανόηση τοῦ περιεχομένου του. Παράλληλα τὰ σχόλια στὸ τέλος κάθε σελίδας, ποὺ περιλαμβάνουν χωρία ἀπὸ τὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς πατέρες, φωτίζουν τὰ γεγονότα ποὺ περιγράφονται στὰ τροπάρια καὶ συντελοῦν στὴν πληρέστερη κατανόηση τῶν ὑψηλῶν θεολογικῶν νοημάτων ποὺ περικλείουν αὐτά· ἀκόμη τονίζουν τὶς προτυπώσεις ὅλων τῶν γεγονότων τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ στὴν Π. Διαθήκη.
Τὸ βιβλίο προλογίζει ὁ ποιητὴς πολλῶν ἀσματικῶν ἀκολουθιῶν καὶ παρακλητικῶν κανόνων Ἁγίων σεβασμιώτατος μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας κ. Ἰωήλ. Μετὰ ἀκολουθεῖ μιὰ κατατοπιστικὴ εἰσαγωγή, ὅπου ὁ ἀναγνώστης πληροφορεῖται γιὰ τὴ γένεση καὶ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς χριστιανικῆς ὑμνολογίας καθὼς καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν λέξεων ποῦ χαρακτηρίζουν τὰ τροπάρια-ὕμνους, ὅπως κανών, ᾠδή, κοντάκιον κ.λπ.
Μετὰ τὴν εἰσαγωγὴ ἀρχίζει ἡ μετάφραση τῶν ὄρθρων, μὲ πρῶτο τὸν ὄρθρο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ποὺ εἶναι τὸ κεφάλαιο, ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ὄρθρου εἶναι συνθεμένο σὲ μορφὴ διαλόγου ἀνάμεσα στὴ Θεοτόκο καὶ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ. Ὁ πρόκριτος ὅλων ὑμνογράφων, ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ποὺ ἐμελούργησε τὸν κανόνα τῆς γιορτῆς, μᾶς παρακινεῖ ὅλους νὰ χαίρουμε καὶ νὰ ἀγαλλώμεθα τὴν ἡμέρα αὐτὴ ποὺ γίνεται ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας μας.
Στὴ συνέχεια, σύμφωνα μὲ τοὺς θείους πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν ὄχι τὴ φυσικὴ τάξη τῶν ἑορτῶν, ἀλλὰ τὴ σειρά τους μέσα στὸν κύκλο τοῦ χρόνου, ἔχουμε τὸν ὄρθρο τῆς Κυριακῆς τῶν Βαϊων. Σ’ αὐτὸν ὁ ὑμνογράφος Ἱεράρχης Κοσμᾶς μᾶς βοηθᾶ νὰ ὑμνήσουμε μαζὶ μὲ τὰ ἄκακα παιδιὰ τὸν βασιλιὰ μᾶς Θεό, ποὺ μπαίνει στὴν Ἱερουσαλὴμ μὲ θρίαμβο καὶ δόξα.
Κατόπιν, ἀφοῦ παραλείπονται οἱ ὄρθροι τῆς Σταυρώσεως καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, γιατί αὐτοί, ἤδη ἀπὸ τὸ 1967, ἔχουν μεταφραστῆ ἀπὸ τὸν μακαριστὸ π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο καὶ κυκλοφοροῦν σὲ ἀνεξάρτητο ἐγκόλπιο βιβλίο, ἀκολουθεῖ ὁ ὄρθρος τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου. Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελειώνει ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ καὶ μὲ τὴν Ἀνάληψή του θεώνεται τὸ σῶμά μας, ποὺ ἔχει προσλάβει ὁ Κύριος μὲ τὴν ἐνσάρκωσή Του. Οἱ ὑμνογράφοι τῆς γιορτῆς αὐτῆς, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ Ἰωσὴφ μᾶς εὐφραίνουν μὲ τὰ θεῖα νοήματα τῶν κανόνων τους καὶ μᾶς παρακινοῦν νὰ γιορτάσουμε τὴν πανένδοξη καὶ κοσμοσωτήρια αὐτὴ ἑορτή.
Μετὰ ἀκολουθεῖ ὁ ὄρθρος τῆς Πεντηκοστῆς, τῆς γιορτῆς αὐτῆς κατὰ τὴν ὁποία, σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ἡ γῆ γιὰ χάρη μας ἔγινε οὐρανὸς καὶ ἐπεφοίτησε ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πολλὰ εἶναι τὰ θεῖα καὶ πνευματικὰ νοήματα τῶν τροπαρίων, γι’ αὐτὸ καὶ πάρα πολλὰ εἶναι τὰ σχόλια ποὺ βοηθοῦν στὴν κατανόηση αὐτῶν.
Ἑπόμενος εἶναι ὁ ὄρθρος τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος. Οἱ δύο ὑμνογράφοι Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ ὁ Ἱεράρχης Κοσμᾶς, βάζοντας ὡς σκάλες τοὺς δύο ἀσματικούς τους κανόνες, μᾶς βοηθοῦν νὰ ἀνεβοῦμε στὸ Θαβώριο ὄρος, γιὰ νὰ δοῦμε νοερὰ τὴν ἔλλαμψη καὶ δόξα τοῦ προσώπου τοῦ μεταμορφωμένου Σωτῆρα μᾶς Χριστοῦ.
Μὲ τὸν ὄρθρο τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀκολουθεῖ, κλείνει τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔτος. Στὸν ὄρθρο τῆς ἡμέρας αὐτῆς οἱ δύο γνωστοί μας μελωδοί, Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ Ἱεράρχης Κοσμᾶς, μᾶς παρακινοῦν ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ πανηγυρίσουμε τὴν πάνδημη αὐτὴ ἑορτὴ καὶ νὰ ψάλλουμε μαζί τους ἱερὰ ἄσματα, καθὼς ὅλες οἱ νοερὲς Δυνάμεις τῶν Ἀρχαγγέλων καὶ Ἀγγέλων περικυκλώνουν τὸ ἱερὸ κρεββάτι τῆς Παναγίας καὶ μαζὶ μὲ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἱεράρχες, ποὺ συγκεντρώθηκαν ἀπὸ τὰ πέρατα τοῦ κόσμου, νὰ προπέμψουμε τὸ σῶμα τῆς Θεοτόκου στὴ Γεσθημανὴ γιὰ ἐνταφιασμό.
Τὸ νέο ἐκκλησιαστικὸ ἔτος ἀνοίγει μὲ τὴν ἑορτὴ τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου. Ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπίμονης προσευχῆς τῶν εὐγενῶν καὶ σωφρόνων γεννητόρων της. Καὶ καθὼς αὐτοὶ χαίρονται, γιατί ἔφυγε ἀπὸ πάνω τους τὸ ὄνειδος τῆς ἀτεκνίας, ἔτσι καὶ ἐμᾶς ὁ ὑμνογράφος μᾶς παρακινεῖ νὰ χαροῦμε, γιατί γεννήθηκε ἡ πρόξενος τῆς σωτηρίας μας. Σὲ πολλὰ τροπάρια τοῦ κανόνος τῆς γιορτῆς ὁ μελωδὸς χρησιμοποιεῖ τὶς λέξεις ποῦ προτύπωναν τὴ Θεοτόκο στὴν Π. Διαθήκη.
Τὸν πρῶτο μήνα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ἁγιάζει ἡ πανήγυρις τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ κανόνας τῆς γιορτῆς περιέχει πολλὲς ἱστορίες τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, γι’ αὐτὸ ὑπάρχουν καὶ πολλὰ σχόλια ποῦ μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε τὰ γεγονότα αὐτὰ ποῦ δείχνουν τὴ σωτήρια δύναμη τοῦ Σταυροῦ.
Στὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου γιορτάζουμε τὴν τελευταία θεομητορικὴ ἑορτή, τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Στὸν ὄρθρο τῆς γιορτῆς αὐτῆς ὁ μελωδὸς βάζει τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους νὰ κάνουν νοητὰ αὐτὸ ποὺ ἔκαναν οἱ νεάνιδες μὲ τὴν εὐγενικὴ καταγωγή, ὅταν ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ἐκπληρώνοντας τὴν ὑπόσχεσή τους στὸν Θεό, ὁδηγοῦσαν τὴν τρίχρονη κόρη τους στὸν ναό. Οἱ νέες κοπέλλες, κρατῶντας λαμπάδες σχημάτιζαν μιὰ ἐπίσημη πομπὴ μπροστὰ καὶ πίσω ἀπὸ τὴ Θεοτόκο καὶ τὴν προέπεμπαν στὸ ἐσωτερικό του ναοῦ. Καὶ στὰ τροπάρια τοῦ ὄρθρου αὐτοῦ, ὅπως καὶ στὸν ὄρθρο τοῦ Γενεσίου, ἔχουμε πολλὲς προτυπώσεις τῆς Θεοτόκου στὴν Π. Διαθήκη.
Στὸ τέλος τοῦ Δεκεμβρίου ἔχουμε τὰ Χριστούγεννα, τὴ μητρόπολη τῶν ἑορτῶν. Στὸν ὑμνολογικὸ πλοῦτο τῆς ἡμέρας ἔχουν βάλει πάλι τὴ σφραγῖδα τους οἱ δύο γνωστοί μας, ἀπὸ τὶς προηγούμενες γιορτές, ὑμνογράφοι, ὁ Ἱεράρχης Κοσμᾶς καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἐνῷ τὸ θαυμάσιο κοντάκιο τῆς ἑορτῆς («Ἡ Παρθένος σήμερον») τὸ συνέθεσε ὁ Πίνδαρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως Ρωμανὸς ὁ Μελωδός. Ἡ μουσικότητα καὶ ἡ συμπυκνωμένη φράση τοῦ τροπαρίου αὐτοῦ μας βοηθοῦν νὰ ζήσουμε ὅλο τὸ γεγονὸς μὲ τὸν εὐαίσθητο καὶ ἁγνὸ συναισθηματισμὸ τῆς μητέρας, τῆς Θεοτόκου, ἐνῷ ἡ συγκίνησή μας αὐξάνει καθὼς πληροφορούμαστε ἀπὸ τὰ σχόλια τὴν ἱστορία τῆς συνθέσεώς του.
Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, ἀφοῦ ἀφήσαμε τὴ Βηθλεέμ, πηγαίνουμε στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε τὸ μυστήριο τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ μαζὶ μὲ τοὺς δύο γνωστούς μας ὑμνογράφους νὰ ὑμνήσουμε γιορταστικὰ τὸν βαπτιζόμενο Κύριο. Μεγάλο εἶναι τὸ μυστήριο τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ πολλὰ εἶναι τὰ σχόλια ποὺ μᾶς πληροφοροῦν γιὰ τὰ θεολογικὰ καὶ δογματικὰ θέματα ποῦ σχετίζονται μὲ τὸ μυστήριο αὐτό.
Στὴν ἀρχὴ τοῦ ἑπομένου μῆνα, ἀφοῦ λουσθήκαμε νοερὰ στὸν Ἰορδάνη καὶ καθαρισθήκαμε ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐρχόμαστε στὸν ναὸ γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν πρεσβύτη Συμεὼν τὸ βρέφος Χριστὸ καὶ νὰ τὸν ὑμνήσουμε, ἔχοντας χοροστάτη καὶ ἀρχηγὸ τῆς πανηγύρεως αὐτῆς τὸν ὑμνογράφο Κοσμᾶ.
Ἐδῶ κλείνει ὁ κύκλος τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν.
Ἡ μεταφραστικὴ αὐτὴ ἐργασία ἀφ’ ἑνὸς ἀποδεικνύει ὡς σχετικούς τους προβαλλόμενους ἰσχυρισμοὺς γιὰ τὴν ἀντικατάσταση τῶν πρωτοτύπων ψαλμάτων καὶ ἀναγνωσμάτων ἀπὸ τὶς μεταφράσεις τῶν καὶ ἐνισχύει ὡς εὐλογημένη τὴν ἐμμονὴ καὶ συνέχεια στὴν κανονικὴ καὶ λατρευτικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀφ’ ἑτέρου καλλιεργεῖ τὴν ἀγάπη πρὸς τὰ λειτουργικὰ κείμενα καὶ βοηθᾶ τὸν πιστὸ νὰ συμμετάσχῃ πιὸ συνειδητὰ καὶ προσεκτικὰ στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαιτέρως κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν μεγάλων Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν, τῶν ὁποίων ἡ ὑμνογραφία περικλείει ἕναν ὁλόκληρο ποιητικὸ καὶ θεολογικὸ θησαυρό. Ἔτσι συμβάλλει στὴ λειτουργικὴ καὶ λατρευτικὴ ἀγωγὴ τῶν πιστῶν.