Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρός Κοσμάς:
Ταγμένος στη διακονία του συνανθρώπου
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Κληρικού Ι. Μ. Αιτωλίας κ΄ Ακαρνανίας
(Δρ. Θεολογίας-Μ. Α Φιλοσοφίας)
Διδάσκοντος στο ΕΚΠΑ/Θεολογική Σχολή-Τμ. Θεολογίας
Συμπληρώθηκαν έξι μήνες (3 Ιουλίου) από την κοίμηση του μακαριστού Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρού Κοσμά (1945-2022). Όσα και να αναφέρουμε για τον ίδιο και το πολυδιάστατο ποιμαντικό και κοινωνικό του έργο δεν θα είναι αρκετά. Αγάπησε τον Χριστό και την Εκκλησία Του, ενώθηκε μαζί Του, παραμένοντας πιστός σ΄ Εκείνον μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του. Η επίγεια ζωή του μακαριστού Επισκόπου και πνευματικού πατέρα μας δεν διέφερε σε τίποτα από τη ζωή των αγίων της πίστεώς μας. Πέρασε μέσα από το καμίνι του πόνου, των πειρασμών, των θλίψεων, της ασθένειας, της συκοφαντίας, της αδικίας και όμως παρέμεινε πιστός και ακλόνητος στην αγάπη του για το Χριστό και τον πλησίον.
Χαριτωμένος με όλα τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος διακόνησε την Εκκλησία ως φλογερός Ιεροκήρυκας, αλλά και ως αγωνιστής Μητροπολίτης, γνωρίζοντας πως το αξίωμα του Επισκόπου είναι σταυρός και όχι δόξα κοσμική. Ποτέ δεν θεώρησε την Αρχιερωσύνη του ως ευκαιρία για ανάπαυση και καλοπέραση, αλλά ως στάδιο διαρκούς αγώνα υπέρ της Εκκλησίας. Η αταλάντευτη και ανόθευτη πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς και η ορθοπραξία του, είχαν έντονη απήχηση στο ορθόδοξο πλήρωμα, το οποίο δεχόταν τους λόγους του με βαθύτατη συγκίνηση και τον περιέβαλλε με σεβασμό απεριόριστο, με εκτίμηση και ειλικρινή αγάπη.
Βρέθηκαν βέβαια ορισμένοι, οι οποίοι τον κατηγορούσαν ως φανατικό, ανυπάκουο, ακραίο, αρνητή της επιστήμης (παρότι ο ίδιος ήταν επιστήμονας, ως πτυχιούχος δύο πανεπιστημιακών πτυχίων). Πράος και ανεξίκακος προσευχόταν με αγάπη για τους κατηγόρους του, ακολουθώντας τους λόγους του Αρχιποίμενος Χριστού, «εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν»[1] και «καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς»[2].
Ο μακαριστός κυρός Κοσμάς, ως Μητροπολίτης και πνευματικός πατέρας αναρίθμητων πνευματικών τέκνων, κληρικών και λαϊκών, είχε όλα τα πνευματικά εφόδια, που είναι απαραίτητα στον πνευματικό αγώνα. Είχε ολοκληρωτική αγάπη στο Θεό[3] και στον συνάνθρωπο.[4] Χρησιμοποιούσε πάντα το λόγο της Αγίας Γραφής στην ποιμαντική του διακονία[5] και προσευχόταν με θέρμη και ζήλο για όλους.[6] Ήταν άνθρωπος υπομονής,[7] είχε διάκριση,[8] ήταν υπερβολικά αφιλάργυρος και βεβαίως γευόταν συνεχώς τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.[9] Όλα τα λόγια και οι πράξεις του είχαν αναφορά στη δόξα του Θεού και ποτέ στη δική του προβολή.[10] Παρόλες τις αντιξοότητες της ζωής του, πάντοτε το πρόσωπό του έλαμπε από μια ανεξήγητη χαρά,[11] ήταν ειρηνικό[12] και εξέπεμπε μια βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν θα τον ξεχάσει ποτέ.[13]Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι τρεις κορυφαίοι άγιοι των ημερών μας (Πορφύριος, Παΐσιος, Ιάκωβος) ομιλούσαν με τα θερμότερα λόγια για το πρόσωπο του μακαριστού Μητροπολίτου και μάλιστα του είχαν προειπεί την ανύψωσή του στον βαθμό της Αρχιερωσύνης, αρκετά χρόνια πριν αυτή συμβεί.
Ιδιαίτερη μνεία είναι απαραίτητο να γίνει στην παροιμιώδη ταπείνωση και στην προσευχή του μακαριστού κυρού Κοσμά. Η προσευχή είναι το πιο απλό, αλλά συνάμα και το πιο αποτελεσματικό μέσο, για να βοηθήσει ποιμαντικά κάποιος τον εαυτό του και στη συνέχεια να βοηθήσει και τον πλησίον του. Ο μακαριστός, σαν άλλος απόστολος Παύλος, προσευχόταν νύχτα και ημέρα, καθημερινά, για τη Μητρόπολή του, την πατρίδα, τα πνευματικά του παιδιά, για τον κόσμο όλο.[14] Ο προσευχόμενος άνθρωπος είναι ένας ταπεινός άνθρωπος. Ο μακαριστός ήταν ταπεινός διότι ταπεινός είναι και ο Κύριος που λάτρευε.[15]
Ο ίδιος ο Χριστός μας διαβεβαίωσε ότι ο κάθε άνθρωπος κρίνεται από τα έργα του, όπως κάθε δέντρο φαίνεται από τον καρπό του.[16] Θέτοντας το απλό ερώτημα: «Ο μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Κοσμάς έβλαψε ή ωφέλησε την Εκκλησία;», μετά βεβαιότητος θα απαντήσουμε με στεντόρεια φωνή: «Ο μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Κοσμάς ωφέλησε την Εκκλησία του Χριστού και θα είναι ευχής έργον να μιμηθούμε όλοι, κληρικοί και λαϊκοί, το ήθος, την πίστη, την ταπείνωση και την αγάπη του για το Χριστό και τον πλησίον».
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα και πνευματικέ μας πατέρα
Να προσεύχεστε για όλους μας
[1] Ιωαν. 15,20.
[2] Ματθ. 5,44.
[3] ό.π.,. 22,37 «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου».
[4] ό.π., 22,39 «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».
[5] Εβρ. 4,12 «Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον…».
[6] Εφεσ. 6,18 «διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι, καὶ εἰς αὐτὸ τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καὶ δεήσει περὶ πάντων τῶν ἁγίων…».
[7] Ιάκ. 1,4 «ἡ δὲ ὑπομονὴ ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι καὶ ὁλόκληροι, ἐν μηδενὶ λειπόμενοι».
[8] Εβρ. 5, 14 «τελείων δέ ἐστιν ἡ στερεὰ τροφή, τῶν διὰ τὴν ἕξιν τὰ αἰσθητήρια γεγυμνασμένα ἐχόντων πρὸς διάκρισιν καλοῦ τε καὶ κακοῦ».
[9] Γαλ. 5, 22-23 «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος».
[10] Κολ. 3,17 «καὶ πᾶν ὅ τι ἐὰν ποιῆτε ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργῳ, πάντα ἐν ὀνόματι κυρίου ᾽Ιησοῦ, εὐχαριστοῦντες τῷ θεῷ πατρὶ δι᾽ αὐτοῦ».
[11] Α΄Θεσ. 5,16 «Πάντοτε χαίρετε…».
[12] Α΄Κορ. 14, 33 «οὐ γάρ ἐστιν ἀκαταστασίας ὁ Θεὸς, ἀλλὰ εἰρήνης».
[13] Ησ. 49, 15-16 «μὴ ἐπιλήσεται γυνὴ τοῦ παιδίου αὐτῆς τοῦ μὴ ἐλεῆσαι τὰ ἔκγονα τῆς κοιλίας αὐτῆς; εἰ δὲ καὶ ταῦτα ἐπιλάθοιτο γυνή, ἀλλ᾿ ἐγὼ οὐκ ἐπιλήσομαί σου, εἶπε Κύριος. ἰδοὺ ἐπὶ τῶν χειρῶν μου ἐζωγράφηκά σου τὰ τείχη, καὶ ἐνώπιόν μου εἶ διαπαντός».
[14] Κολ. 1,9 «οὐ παυόμεθα ὑπὲρ ὑμῶν προσευχόμενοι καὶ αἰτούμενοι, ἵνα πληρωθῆτε τὴν ἐπίγνωσιν τοῦ θελήματος αὐτοῦ ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ συνέσει πνευματικῇ»
[15] Ματθ. 11, 29-30 «μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν»
[16] Λκ. 6,44 «ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται».