Λιγνίτες [B’ μέρος]

-χρησιμοποίηση και αξιοποίηση του Λιγνίτη σύμφωνα με την μελέτη του Δ. Μπάτση

-τι έγραψε ο Σωτ. Σοφιανόπουλος για τους Λιγνίτες

Στο προηγούμενο άρθρο μας σχετικά με τους Λιγνίτες της πατρίδας μας (βλέπε εδώ) επιχειρήσαμε μια προσέγγιση του Λιγνιτικού ζητήματος (όπως αναφερόταν τότε στην αρθρογραφία) βάσει του πονήματος του Δ. Μπάτση ‘’Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα’’ (1η έκδοση 1947)[1]. Προσπαθήσαμε να κάνουμε μια ιστορική αναδρομή σχετικά με το Λιγνιτικό και να εστιάσουμε στην ανεπαρκή αξιοποίηση του (εν λόγω) ορυκτού προπολεμικά. Αναφερθήκαμε επίσης στην Σύμβαση Cooper, μια σύμβαση παραχώρησης ορυκτού πλούτου και υδάτινων πόρων σε Αμερικανικό Consortium εταιρειών.

Με το παρόν άρθρο μας συνεχίζουμε την μελέτη μας πάνω στο Λιγνιτικό ζήτημα εστιάζοντας στην χρησιμοποίηση και αξιοποίηση του Λιγνίτη, όπως αυτή την προσέγγισε ο Δ. Μπάτσης στο ανωτέρο πόνημά του.

Θα ήταν ίσως δόκιμο να αναφερθούμε αμέσως στο σήμερα σχετικά με τους Λιγνίτες. Ωστόσο σκοπός των άρθρων μας είναι να παρουσιάσουμε όχι απλά μια εικόνα για το τι συμβαίνει σήμερα αλλά κάποιες πτυχές της οικονομικής ιστορίας,  ώστε ο αναγνώστης να μορφώσει άποψη σχετικά με: το αν οι κυβερνώντες και ο λαός μας γνώριζαν –ακόμη και πριν από τον πόλεμο του 1940- για τον ορυκτό μας πλούτο, ποια ήταν η τοποθέτηση του ελληνικού κράτους, τι εμπόδισε την αξιοποίηση του κλπ.

Ίσως η παρουσίαση αυτών των πτυχών βοηθήσει να κατανοήσουμε –εν μέρει βέβαια- την οικονομική πορεία της χώρας μας όπως: την (ανεξήγητη;) αποβιομηχάνιση της πατρίδος μας μετά την εικοσαετία 1950-1970, την ξενοκρατία στην Ελλάδα –τουλάχιστον από τον μεσοπόλεμο έως τις ημέρες μας- και την οικτρή οικονομική κατάσταση που επέφεραν οι κυβερνώντες των τελευταίων 40 ετών στην χώρα μας. Επιπλέον ίσως –εν μέρει πάλι- κατανοήσουμε τι θα μπορούσε να έχει γίνει με την αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου από τότε (δεκαετία 1930) έως σήμερα και γιατί δεν έγινε δεδομένου ότι υπήρχαν επαρκή επιστημονικά στοιχεία (για την ύπαρξή του) από τότε.   

Ο Δημ. Μπάτσης για τους Λιγνίτες

Ο Δ. Μπάτσης στο πόνημα του ‘’Η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα’’ προσεγγίζει το Λιγνιτικό ζήτημα με τις εξής ενότητες: 1. Αποθέματα. Εξόρυξη. Παραγωγή Λιγνίτη. 2. Χρησιμοποίηση και αξιοποίηση του Λιγνίτη και 3. Οι βάσεις για μια σωστή αντιμετώπιση του Λιγνιτικού. Θα εστιάσουμε παρακάτω σε κάποια σημεία της ενότητας: 2. Χρησιμοποίηση και αξιοποίηση του Λιγνίτη.

Επισημαίνει, λοιπόν, μεταξύ άλλων ο Δ. Μπάτσης (οι υπογραμμίσεις δικές μας) :

Ο μέσος όρος της ποιότητας του ελληνικού λιγνίτη δεν φαίνεται να υστερεί από τους ξένους λιγνίτες της Βαλκανικής, της Κεντρικής Ευρώπης και της Δυτικής Γερμανίας. Από τις αναλύσεις προκύπτει πως τόσο η σύσταση όσο και η θερμαντική του δύναμη μπορούν να στηρίξουν το παραπάνω συμπέρασμα. 

– Απαιτείται να πάρουμε σαν δείκτη σύγκρισης ένα μέσο όρο ποιότητας (των λιγνιτών της χώρας μας) διαφορετικά θα πρέπει για την κάθε περιοχή της πατρίδας μας να λάβουμε υπόψη τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της χημικής του σύνθεσης και τον διαφορετικό τρόπο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί. 

– Τα μειονεκτήματα του ελληνικού λιγνίτη (εύθρυπτος, περιεκτικότητα μεγάλη σε τέφρα, ασβεστόλιθο, θειάφι, υγρασία κ.α.) συναντούμε και στους ξένους λιγνίτες. Τα μειονεκτήματα αυτά μπορούν να εξουδετερωθούν και με κατάλληλη κατεργασία μπορεί να παραχθούν από το λιγνίτη καύσιμα ανώτερης θερμαντικής ικανότητας. 

– Ο ελληνικός λιγνίτης αυτούσιος ή με κατάλληλη επεξεργασία (πλινθοποίηση και εξευγενισμό) μπορεί να χρησιμοποιηθεί (σημ. δική μας:  θυμίζουμε ότι η μελέτη του Δ. Μπάτση γράφτηκε το 1947, επομένως κάποιες από τις χρήσεις του λιγνίτη είναι παρωχημένες, ενώ νεότερες δεν αναφέρονται) :

1.σε πλίνθους (μπρικέτες) για σιδηροδρομική έλξη (ταχείς συρμούς) με θερμαντική ικανότητα 7.000 θερμίδες 2.για ξυλοκάρβουνο εξαιρετικής ποιότητας 3.σε μπρικέτες για κίνηση πλοίων (ατμόπλοια) 4.αυτούσιος για φωταέριο 5.σε μπρικέτες ή αυτούσιος για θερμική κίνηση βιομηχανικών εργοστασίων (τσιμέντου κ.α.) 6.σε μπρικέτες ή αυτούσιος για εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής (θερμ.ικανότητα 6.000 θερμίδες). Μπορεί να παραχθεί με κονιοποίηση 7.αυτούσιος ή σε μπρικέτες για αστικές χρήσεις

Σημειώνουμε ιδιαίτερα ότι ο ελληνικός λιγνίτης συγκεντρώνει όλα τα προσόντα που χρειάζεται για να παραχθεί κοκ κατάλληλο σε μεταλλουργικές χρήσεις. 

Κατά τον Κέγκελ [2] είναι δυνατή η παραγωγή μπρικετών μεταλλουργικού κόκ (1) από λιγνίτη με θερμαντική δύναμη 6.000-8.000 θερμίδων. Ο λιγνίτης που εξορύσσεται σε ορισμένες περιφέρειες της πατρίδας μας προσφέρεται, κατά τον ίδιο τον Κέγκελ, ιδιαίτερα για μια τέτοια διεργασία. 

Η σημασία της κατασκευής ντόπιου μεταλλουργικού κοκ θα παίξει σοβαρότατο ρόλο για την ανάπτυξη της μεταλλουργίας. (2)

Εξόρυξη λιγνίτη με καδοφόρο εκσκαφέα στην Ελλάδα

Είναι δυνατόν η παραγωγή από τους ελληνικούς λιγνίτες συνθετικών, χημικών προϊόντων σύμφωνα με τις πιο τελευταίες επιστημονικές μεθόδους με πλουσιότατα αποτελέσματα στις εφαρμογές. Κατά πολλούς επιστήμονες είναι οικονομικά συμφέρουσα και η παραγωγή υγρών καυσίμων (βενζίνα, πετρέλαιο κ.α.)

Η αξία, και η σημασία, για τη σύγχρονη τεχνική των χημικών αυτών προϊόντων και καυσίμων, είναι τόσο μεγάλη, που εξηγεί την υπερβολή του ισχυρισμού πολλών που υποστηρίζουν, ότι ο λιγνίτης θα έπρεπε αποκλειστικά να διατεθεί για την παρασκευή τέτοιων προϊόντων. 

Η αξιοποίηση του λιγνίτη με πλινθοποίηση, εμπλουτισμό και εξευγενισμό και ο τεχνικός συγχρονισμός των ορυχείων και των μεθόδων εξόρυξης και μεταφοράς του θα ρίξει τόσο το κόστος της παραγωγής αυτούσιου λιγνίτη όσο και το κόστος των προϊόντων για τις διάφορες χρήσεις, σε σύγκριση με τις τιμές που πλήρωνε ή που θα πρέπει να πληρώνει η οικονομία μας για την προμήθεια των ίδιων προϊόντων (καυσίμων και χημικών) από το εξωτερικό. 

–  Το κόστος εγκαταστάσεων στα ορυχεία και εργοστάσια εξευγενισμού του λιγνίτη δεν παρουσιάζεται υπερβολικό, ιδίως αν λάβουμε υπόψη ότι μπορεί να κατασκευαστούν τμηματικά, σε αναλογία με τις οικονομικές δυνατότητες που θα έχουμε και τις ανάγκες που θα πρέπει να καλύπτουμε.

Τι έγραφε ο Σωτ. Σοφιανόπουλος σχετικά με τους Λιγνίτες

Ο χημικός και πρώην ιδιοκτήτης και διευθύνων σύμβουλος της/των  ΧΡΩ.ΠΕΙ. (Χρωματουργία Πειραιά) Σωτήρης Σοφιανόπουλος (βλέπε σημείωση 1 εδώ) στο πόνημα του: ‘’Οι ‘’Άγνωστες’’ πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδος και η πολιτική τους σημασία’’[3] ασχολήθηκε –μεταξύ άλλων σπουδαίων θεμάτων για την πατρίδα μας- και με τους Λιγνίτες. Παρακάτω παραθέτουμε ένα απόσπασμα απ’ όσα έγραψε σχετικά (οι υπογραμμίσεις δικές μας) :

‘’Στις εκπομπές[4] που έκανα στο ραδιοφωνικό σταθμό ‘’Ηρόδοτος’’ με τον διακεκριμένο δημοσιογράφο και παρουσιαστή κ. Κων/νο Χούντα αναφέρθηκα τουλάχιστον 20 φορές στο βιβλίο του Δημητρίου Μπάτση και διάβασα και πολλά αποσπάσματα του π.χ. σε κάποιο σημείο , το Ανώτατο Ενεργειακό Συμβούλιο της Ελλάδος ανεβίβαζε τους ελληνικούς λιγνίτες σε 27 εκατομμύρια τόνους, το πιθανό λιγνιτοφόρο κοίτασμα σε 55 εκατομμύρια τόνους και το συνολικό πιθανό λιγνιτοφόρο κοίτασμα σε 125 εκατομμύρια τόνους. Αν υπολογίσουμε ότι σήμερα η πατρίδα μας παράγει 65 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη ετησίως, θα είχαμε σήμερα λιγνίτη για 2 χρόνια. Ποιος όμως δίνει δισεκατομμύρια να κάνει όλες αυτές τις εγκαταστάσεις στην Πτολεμαΐδα και την Μεγαλόπολη και το Αλιβέρι για 2 χρόνια; Παρακάτω ο Δ. Μπάτσης γράφει ότι ο μεγαλύτερος λιγνιτολόγος τότε, ένας Γερμανός καθηγητής ονόματι F. Kegel στην πραγματεία του «Το ελληνικόν λιγνιτικόν πρόβλημα» (διότι πράγματι είναι πρόβλημα τι θα κάνεις τόσο πολλούς λιγνίτες) ανέβαζε τους ελληνικούς λιγνίτες σε 7 δις τόνους. Και γράφει ο Μπάτσης: ‘’Πώς είναι δυνατό το ελληνικό Ενεργειακό Συμβούλιο να ανεβάζει τους ελληνικούς λιγνίτες σε 125 εκατομμύρια τόνους και ο μεγαλύτερος λιγνιτολόγος της εποχής σε 7 δις;’’

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον η πατρίδα μας ετουφέκισε στα 5 μέτρα τον Δημήτριο Μπάτση[5] το 1952 και εξαφάνισε το βιβλίο του «Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα», που έγραψε το 1947. Εάν ο Μπάτσης ήταν κομμουνιστής, που δεν ήταν, γιατί το ΚΚΕ δεν εξέδωσε το βιβλίο του, αλλά το εξέδωσε η κόρη του για πρώτη φορά το 1977, γράφοντας, για να μάθουν τα παιδιά μου ποιος ήταν ο παππούς τους…’’

Δεξιά ο ιδιοκτήτης της ΛΙ.ΠΤΟΛ. (Λιγνιτωρυχεία Πτολεμαΐδας) Πρόδρομος Μποδοσάκης, αριστερά ο τότε Υπ.Συντονισμού Παπαληγούρας [6] 

 

Παράρτημα (με σημειώσεις)

Σημείωση (1) : Κώκ καλείται το κατά την ξηράν απόσταξη των λιθανθράκων (παρασκευή του φωταερίου) απομένον υπόλειμμα, ο αλλιώς λεγόμενος οπτάνθραξ. Χρησιμοποιείται ως καύσιμος ύλη για διαφόρους σκοπούς. Το κώκ (αγγλικά: cokes ή coaks, γερμανικά coks) είναι στερεά καύσιμος ύλη, παραγόμενη τεχνητώς εξ ανθράκων, δια θερμάνσεως αυτών απουσία οξυγόνου. Κατά την θέρμανση απέρχονται τα πτητικά συστατικά του άνθρακος, εν είδη καυσίμων αερίων και ατμών, τα οποία συμπυκνούνται σε πίσσα. Προς αποφυγή υπάρξεως θείου εις το κωκ, γίνεται ενίοτε χρήση μεθόδου κατά την οποία με την προσθήκη ύδατος, σχηματίζονται θειούχοι ενώσεις. Εν τούτοις το κωκ περιέχει πάντοτε ποσοστό θείου, ανάλογο της εκατοστιαίας αναλογίας, εις θείο του άνθρακα από το οποίο και παράχθηκε.

Οι φυσικές ιδιότητες του κωκ, ψαθυρότης, μοριακή υφή κλπ εξαρτώνται εκ των ιδιοτήτων (π.χ. υγρασίας) από τον άνθρακα εκ του οποίου παράχθηκε. Η πρώτη εξαγωγή κωκ εξ ανθράκων επιτεύχθηκε υπό του Άγγλου Darby το 1713 ο οποίος χρησιμοποίησε το παραχθέν κωκ εις λειτουργία υψικαμίνου[7]

Σημείωση (2): από την υποσημείωση 18 στην αντίστοιχη ενότητα του βιβλίου του Δ. Μπάτση: Ειδικότερα για τη σιδηρομεταλλουργία με ηλεκτροκαμίνους, όπου το κοκ χρησιμεύει για την αναγωγή του οξειδίου σε μεταλλικό σίδερο και όχι για τη θέρμανση της καμίνου που γίνεται με ηλεκτρικό ρεύμα, χρειάζεται και λιγότερη ποσότητα κοκ, αλλά είναι δυνατή και η χρησιμοποίηση κατώτερης ποιότητας κοκ, όπως από τύρφη. Συνεπώς μπορούμε να θεωρούμε εξασφαλισμένες τις προϋποθέσεις προμήθειας μεταλλουργικού κοκ για τη μεταλλουργία μας.

 

Για την Ενωμένη Ρωμηοσύνη,

Αντώνης Καλόγηρος

Εκπαιδευτικός-οικονομολόγος

 

 

[1] ‘’Η Βαρειά Βιομηχανία στην Ελλάδα’’ Δημήτρη Μπάτση (με πρόλογο του καθηγητή Ν. Κιτσίκη), εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1977

[2] Ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες της εποχής σε ζητήματα εκμετάλλευσης και αξιοποίησης λιγνιτών. Ήταν καθηγητής της Bergakademie της πόλης Freiberg του Saar και συγχρόνως Διευθυντής του Ινστιτούτου Λιγνίτη Braunkohlen – Forschungs – Institut, το οποίο λειτουργούσε στην ίδια πόλη. Για περισσότερα βλέπε: Σημείωση 1 στο Παράρτημα της ανάρτησης εδώ

[3] ‘’Οι ‘’Άγνωστες’’ πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδος και η πολιτική τους σημασία’’, Σωτήρης Αρ. Σοφιανόπουλος, Αθήνα 2003

[4] Ο Σωτήρης Σοφιανόπουλος –μετά την εσκεμμένη καταστροφή της ιστορικής βιομηχανίας ΧΡΩ.ΠΕΙ. από το κράτος, την Εθνική τράπεζα και λοιπές τράπεζες- βάσει  του Νόμου 1083/30.10.1980 και της απόφασης 289 της Νομισματικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδας επίσης της 30ης.10.1980 αγωνίστηκε δημόσια (αρθρογραφία, μελέτες, εκπομπές ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές) για να ενημερώσει τον Ελληνικό λαό τόσο για την υπονόμευση και τους καταστρεπτικούς νόμους και λοιπά νομοθετήματα που επέβαλλαν οι κυβερνώντες όσο και για τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες της πατρίδας μας, που οι ίδιοι μας απέκρυψαν.

[5] Για περισσότερα βλέπε εδώ και την σημείωση 2

[6] Σχετικές φωτογραφίες –όπως και η ανωτέρω- μπορείτε να δείτε στο αρχείο του Γ. Καζαντζή στον σύνδεσμο εδώ

[7] Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια ‘’Πυρσός’’, Αθήνα 1931