σε ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ
Δέσποινας Δαμιανίδου
δασκάλας
Εἰσαγωγικά
Ὁ Ἰωάννης Καπποδίστριας καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανῆ οἰκογένεια ποὺ εἶχε μετοικήσει στὴν Κέρκυρα ἀπὸ τὴν Ἴστρια τῆς Δαλματίας τὸ 1375. Ἡ οἰκογένεια ἀντικατέστησε τὸ ἐπώνυμο τῆς Victorio Victori, μὲ τὴν ὀνομασία τῆς δαλματικῆς πόλης ἀπὸ τὴν ὁποία καταγόταν, Capo d’ Istria.
Ἂν καὶ ἔνιωθε ἔμφυτη κλίση πρὸς τὶς πολιτικὲς καὶ οἰκονομικὲς ἐπιστῆμες καὶ τὴ φιλοσοφία, ὡστόσο ἐπέλεξε ν᾿ ἀφιερωθεῖ στὴν Ἰατρική. Ὅπως ἔλεγε: «ἐπιθυμοῦσε διακαῶς ν᾿ ἀφιερώσει τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ἐπιστήμη του στὴν ἀνακούφιση τοῦ ἀνθρώπινου πόνου».
Μιὰ «τρικυμία» στὶς πολιτικὲς ἐξελίξεις στὰ Ἰόνια νησιὰ θὰ ἀλλάξει τὴ ρότα στὰ σχέδια καρδιᾶς τοῦ Ἰωάννη Καπποδίστρια καὶ θὰ ὁδηγήσει τὸ γερὸ νεανικὸ σκαρί του σ᾿ ἕνα ἀπρόσμενο καὶ θελκτικὸ λιμάνι. Ἦταν ἡ ἀρχὴ τῆς δικῆς του Ὀδύσσειας ποὺ θὰ σημάδευε γιὰ πάντα τὴ ζωή του καὶ θὰ τοῦ ἔδινε τὴν εὐκαιρία νὰ λιώσει στὸ καθῆκον του· νὰ βοηθήσει τὸν λαὸ τῆς Ἑπτανήσου νὰ ξεπεράσει τὰ δεινὰ στὰ ὁποῖα τὸν καταδίκασαν οἱ διαδοχικοὶ ξένοι δυνάστες.
21 Μαρτίου 1800. Ἀναγνωρίζεται ἡ Ἀνεξαρτησία τῆς Ἑπτανησιακῆς Δημοκρατίας ὑπὸ τὴν προστασία τῆς Ρωσίας καὶ τῆς Τουρκίας. Τὸ 1803 τοῦ ἀνατέθηκε νὰ ἀναλάβει τὰ καθήκοντα τοῦ Γενικοῦ Γραμματέα τῆς Ἐπικράτειας καὶ ἀργότερα τὴν Κυβέρνηση τοῦ Ἰονίου κράτους. Ἦταν μόλις 27 ἐτῶν.
Διοίκησε τὰ Ἑπτάνησα μὲ εὐφυῆ τρόπο, χωρὶς νὰ προκαλέσει κοινωνικὲς ἀναταραχὲς καὶ δημιούργησε τὶς προϋποθέσεις, ὥστε νὰ συμμετέχουν στὰ κοινὰ ὄχι μόνο οἱ εὐγενεῖς, ὅπως ὑπῆρχε συνήθεια, ἀλλὰ καὶ οἱ μὴ εὐγενεῖς.
Τὸ 1807 τὰ Ἑπτάνησα παραχωρήθηκαν ἀπὸ τὴ Ρωσία, στὴ Γαλλία.
Ὁ Καπποδίστριας ἀποχώρησε ἀπὸ τὴ θέση ποὺ κατεῖχε μ᾿ ἕνα σημαντικὸ κεφάλαιο πολιτικῶν ἐμπειριῶν καὶ δὲν ἀποδέχθηκε τὶς δημόσιες θέσεις ποὺ τοῦ πρόσφεραν οἱ Γάλλοι.
Ἡ διπλωματικὴ καὶ πολιτική του ἰδιοφυΐα ποὺ ἀποκαλύφθηκε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πολιτικῆς του σταδιοδρομίας θὰ προκαλέσει τὸν θαυμασμὸ τοῦ πληρεξούσιου τοῦ Τσάρου Ζακύνθιου κόμη Γ. Μοτσενίγου καὶ θὰ τοῦ ἀνοίξει τὸν δρόμο γιὰ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴ Δόξα.
Κέρκυρα Ἰούλιος 1808. Ὁ ταχυδρόμος κομίζει στὸν Καπποδίστρια ἕνα ἐπίσημο γράμμα. Ἀποστολέας ὁ Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας κόμης Ρομαντζόφ. Στὸ ἔγγραφό του ἀναγγέλλει, ὅτι ἡ Α.Μ. ὁ αὐτοκράτωρ Ἀλέξανδρος, τὸν ὀνόμασε Ἱππότη τοῦ παρασήμου τῆς Ἁγίας Ἄννης Β΄ Τάξεως καὶ ὅτι τὸν διατάσσει, ν᾿ ἀναχωρήσει στὴ Ρωσία καὶ νὰ διοριστεῖ στὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας.
Ὁ κόμης Ἰωάννης Καπποδίστριας, ὅπως οἱ περισσότεροι Ἕλληνες, ἐκείνη τὴν ὥρα εἶχε στραμμένα τὰ μάτια του στὴν ὁμόδοξη Ρωσία, σὰν νὰ ἦταν ἡ σωτήρια ὑπερδύναμη ποὺ θὰ τοὺς βοηθοῦσε στὸν ἱερό, ἀπελευθερωτικό τους ἀγῶνα. Ἔτσι ἀποδέχθηκε τούτη τὴν πρόταση, λέγοντας τὸ μεγάλο του «ΝΑΙ» στὸ ἀναπάντεχο προσκλητήριο.
Τοῦτο τὸ «ΝΑΙ» θὰ καθορίσει τὴν πορεία τῆς ζωῆς του, τῆς Πατρίδας του καὶ τῆς Εὐρώπης.
Ἡ πολιτική του σταδιοδρομία στὴ Ρωσία
Ὅταν ἔφτασε στὴν Πετρούπολη μιὰ ἐπιθυμία τὸν διακατεῖχε. Νὰ τοῦ δοθεῖ μία θέση κατάλληλη γιὰ νὰ ὑπηρετήσει ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο τὰ συμφέροντα τῶν Ἑλλήνων καὶ τῆς Ἑλλάδας. Γι᾿ αὐτὸ περίμενε ὑπομονετικὰ καὶ ἀντιστεκόταν «στὶς πιὸ μεγάλες καὶ γοητευτικὲς προτάσεις».
Τὸ 1813 ἀφοῦ ἐξετέλεσε τὴν ἀποστολὴ ποὺ τοῦ ἀνετέθει ἀπὸ τὸν Τσάρο σχετικὰ μὲ τὸ περίπλοκο πρόβλημα τῆς Ἑλβετίας κλήθηκε σὰν ἔξοχο μέλος τῆς ρωσικῆς διπλωματίας νὰ συμμετάσχει στὸ Συνέδριο τῆς Βιέννης ποὺ ἔγινε τὸ 1814.
Στὰ διαλείμματα τῶν συνεδριάσεων ἢ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν δεξιώσεων φρόντιζε ν᾿ ἀνοίγει συζητήσεις γιὰ τὴν τραγικὴ κατάσταση τῆς Πατρίδας του. Ἀκόμα φρόντισε νὰ ἱδρυθεῖ ἡ φιλόμουσος Ἑταιρεία ποὺ κύριο στόχο της εἶχε νὰ διεθνοποιήσει τὴν ἑλληνικὴ ὑπόθεση καὶ νὰ διατηρεῖ στὸ εὐρωπαϊκὸ προσκήνιο τὸ θέμα τῆς ὑπόδουλης Ἑλλάδας.
Τέλος ἡ εὐνοϊκὴ γιὰ τὴ Ρωσία ἀντιμετώπιση τοῦ ζητήματος τῆς Γαλλίας ὤθησε τὸν Τσάρο νὰ τὸν ὀνομάσει συνυπουργὸ τῶν Ἐξωτερικῶν μὲ ἁρμοδιότητα στὰ θέματα τῆς Ἀνατολῆς. Ὁ Καπποδίστριας δίστασε ν᾿ ἀποδεχθεῖ τὸν διορισμό του. Φοβόταν πὼς αὐτὴ ἡ τόσο ἐπίζηλη θέση σήμαινε γιὰ τὸν Αὐτοκράτορα παράβαση τοῦ χρέους ποὺ ἀνέλαβε ὁ Ἰωάννης ἔναντι ὅλων τῶν Ἑλλήνων. Ἀπὸ τὴν ἄλλη καταλάβαινε πὼς ἡ θέση αὐτὴ εἶναι ἡ πλέον κατάλληλη γιὰ νὰ ἐπιτύχει τὸ ἀκριβὸ ὄνειρό του.
Καπποδίστριας – Metternich
Ἡ ἐποχὴ τοῦ Καπποδίστρια συμπίπτει μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ναπολέοντα καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς «ἔνοπλης ἐπέμβασης». Ἀδιάκοποι πόλεμοι ἀποδεκάτιζαν καὶ κούραζαν τοὺς Εὐρωπαϊκοὺς λαούς. Μεγάλες κοινωνικοπολιτικὲς ἀλλαγές, ὁδηγοῦσαν τὴν τρίτη καὶ πολυπληθῆ τάξη, τὸν λαό, σὲ ἐπαναστατικὲς ἐκρήξεις, καθὼς ζητοῦσε ἐλευθερία καὶ δικαιοσύνη.
Τὸ 1815 ἱδρύθηκε ἡ Ἱερὰ Συμμαχία μὲ πρωτοβουλία τοῦ Τσάρου Ἀλεξάνδρου Α΄, ἡ ὁποία ἀπέβλεπε στὴ συνεργασία τῶν ἡγεμόνων γιὰ τὴν καταπολέμηση κάθε φιλελεύθερου κινήματος. Γιὰ ν᾿ ἀποφύγουν νέες ἐπαναστάσεις οἱ σύμμαχοι θέσπισαν τὴν «ἀρχὴ τῆς ἔνοπλης ἐπέμβασης». Δηλαδή, ἂν σὲ κάποια χώρα ἐκδηλωνόταν κάποια ἀνταρσία καὶ ὁ Βασιλιᾶς της ζητοῦσε τὴ βοήθειά τους, οἱ σύμμαχοι θὰ ἔστελναν στρατὸ γιὰ νὰ τὴν καταπνίξουν. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας ἡ σκλαβιὰ κάτω ἀπὸ ξένο δυνάστη – στὴν περίπτωση τῶν Ἑλλήνων τὸ Σουλτᾶνο – ἦταν εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεὸ κι ὁ ἀγῶνας γιὰ τὴν Ἐλευθερία ἔργο τοῦ σατανᾶ.
Ἡ πολιτικὴ αὐτὴ ποὺ ὀνομάστηκε «ἀντίδραση» ἐξελίχτηκε σὲ αὐστριακὴ πολιτικὴ μὲ θιασιώτη τῆς τὸν αὐστριακὸ Καγκελλάριο Metternich. Ὁ Μέττερνιχ διατύπωνε μὲ ὠμότητα τὴ δική του φιλοσοφία: «Μόνο οἱ μονάρχες ἔχουν δικαίωμα νὰ καθορίζουν τὶς τύχες τῶν λαῶν, οἱ ἡγεμόνες εὐθύνονται γιὰ τὶς πράξεις τους μόνο ἀπέναντι στὸν Θεό».
Ὁ Καπποδίστριας ἀντίθετος σ᾿ αὐτὴ τὴν ἰδεολογία ὕψωνε θαρραλέα τὴ φωνή του στὶς αἴθουσες τῶν Συνεδρίων ὑπερασπιζόμενος τὰ δικαιώματα τῶν μικρῶν λαῶν.
Ἦταν μεγάλη ἀτυχία γιὰ τὸν Metternich, γιατί μὲ ὁμοτράπεζο τὸν Καπποδίστρια στὰ Συνέδρια δὲ θὰ μποροῦσε νὰ μονοπωλεῖ τὴ δόξα καὶ ν᾿ ἀποχωρεῖ στὶς διπλωματικὲς ἀναμετρήσεις πάντα νικητὴς καὶ δαφνοφόρος.
Οἱ δύο ἄνδρες ἀντιπροσώπευαν δυὸ ἀντίθετα ἰδεολογικὰ κόσμους. Ὁ κόσμος τοῦ αὐταρχισμοῦ καὶ τοῦ δεσποτισμοῦ τοῦ Metternich καὶ ὁ δημοκρατικὸς καὶ φιλελεύθερος τοῦ Καπποδίστρια.
Συνέδριο Troppau – Laibach (820-1821)
Τὸ 1820 στὸ Troppau καὶ στὸ Laibach συνεδρίασαν οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἡγετῶν τῆς Εὐρώπης μὲ θέμα τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀπελευθερωτικῶν καὶ ριζοσπαστικῶν κινημάτων στὴν Εὐρώπη.
Στὸ πολύμηνο αὐτὸ Συνέδριο ἔδωσαν τὴν πιὸ σφοδρὴ μονομαχία καὶ συγκρούστηκαν ὅσο ποτὲ οἱ δυὸ αὐτοὶ ἀντίθετοι ἰδεολογικοὶ κόσμοι.
Ὁ Καπποδίστριας διαφωνοῦσε ριζικὰ ὡς πρὸς τοὺς τρόπους καὶ τὰ μέσα τῆς ἐπεμβάσεως τῶν μεγάλων κρατῶν στὰ ἐπαναστατικὰ κινήματα τῶν καταπιεζομένων λαῶν.
Ὁ Metternich ὑποστήριζε μὲ πάθος τὴν καταστολὴ τῶν ἐπαναστάσεων αὐτῶν ποὺ τάρασσαν τὴν ἡσυχία τῆς Εὐρώπης μὲ αὐστηρὰ καὶ βίαια μέσα.
Ὁ αὐστριακὸς διπλωμάτης ἐπειδὴ δὲ μποροῦσε νὰ τοῦ ἀλλάξει γνώμη, προσπάθησε μὲ μηχανορραφίες ν᾿ αὐξήσει τὴν ἐπιρροή του στὸν Τσάρο, ὁ ὁποῖος ἦταν εὐμετάβολος χαρακτῆρας καὶ τελικὰ κατάφερε νὰ τὸν ἐπηρεάσει.
Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Συνεδρίου ξέσπασε ἡ Ἐπανάσταση στὶς παραδουνάβιες Ἡγεμονίες καὶ ξεκίνησε ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.
Οἱ ἀγῶνες του γιὰ θετικὴ βοήθεια τῶν Εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων στὸν Ἑλληνικὸ ἀγῶνα δὲν καρποφόρησαν. Οἱ Ἕλληνες ἄλλωστε δὲν εἶχαν ποτὲ φίλους τὰ εὐρωπαϊκὰ κράτη. Τὰ ἀνακτοβούλιά τους καὶ ἰδιαίτερα τῆς Αὐστρίας καὶ Ἀγγλίας φοβόταν μήπως ἡ Ρωσία βγεῖ ἡ κερδισμένη ἀπὸ τὴν ὑπόθεση τῆς Ἀνατολίας. Αὐτὸ τοὺς ἔκανε ν᾿ ἀκολουθοῦν φιλοτουρκικὴ πολιτική. Δὲν τοὺς ἐνδιέφεραν οἱ βαρβαρότητες τῶν Τούρκων, οὔτε ὅτι τόσοι χριστιανικοὶ λαοὶ στεροῦνταν τὰ πιὸ ἁπλὰ ἀγαθὰ καὶ μάλιστα τῆς Ἐλευθερίας. Τὴν πολιτικὴ τους τὴν καθόριζαν τὰ συμφέροντά τους.
Οἱ εὔστοχοι διπλωματικοὶ χειρισμοὶ ὅμως τοῦ μεγάλου μας εὐπατρίδη τότε, ἔσωσαν τὴν ἐπανάσταση ἀπὸ τὴν ἔνοπλη ἐπέμβασή τους. Στὸ ὑπόμνημα ποὺ κατέθεσε στὸ Συνέδριο ἔκανε σαφῆ τὸν διαχωρισμὸ τῶν κινημάτων τῆς Ἰταλίας καὶ Ἱσπανίας ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση. Τὰ Ἑλληνικὰ Κινήματα ἦταν ἐθνικοαπελευθερωτικὰ, ἐνῷ τὰ ἄλλα ἀντικαθεστωτικά.
Ἔτσι ὁ Καπποδίστριας πέτυχε νὰ μὴν ἐπέμβουν οἱ εὐρωπαϊκὲς στρατιὲς στὸ Ἑλληνικὸ κίνημα, ἐνῷ παράλληλα τὰ αὐστριακὰ στρατεύματα πῆραν τὴν ἄδεια νὰ καταπνίξουν τὶς κοινωνικὲς ἐξεγέρσεις στὴν Ἰταλία.
Οἱ ἀγῶνες ἐνὸς μεγάλου γιὰ τοὺς μικρούς
Ὁ Καπποδίστριας ὑποστήριζε μὲ σθένος τὸ δικαίωμα τῶν μικρῶν κρατῶν νὰ συμμετέχουν ἰσότιμα στὰ Συνέδρια μὲ τὰ μεγάλα κράτη γιὰ νὰ συζητοῦν τὰ προβλήματά τους καὶ νὰ ὑποστηρίζουν τὰ ἐθνικά τους συμφέροντα. Ἀκόμα πρότεινε νὰ παραχωρηθοῦν Συντάγματα καὶ συνταγματικὲς ἐλευθερίες σὲ ὅλους τοὺς λαούς.
Ἔτσι μὲ τοὺς εὐφυεῖς διπλωματικοὺς χειρισμούς του ἔσωσε τὴ Γερμανία ἀπὸ τὴν ὑποταγή της στὴν Αὐστρία καὶ Πρωσία.
Ὀργάνωσε τὸ κράτος τῆς Βεσσαραβίας καὶ κατάφερε νὰ παραχωρηθεῖ Σύνταγμα καὶ διοικητικὴ αὐτονομία στὴν πολυδιαμελισμένη Πολωνία.
Μεγάλη ἦταν ἡ προσφορά του καὶ στὴ Γαλλία, γιατί ὅταν ἡττήθηκε ὁ Βοναπάρτης στὸ Waterloo οἱ νικήτριες δυνάμεις – Ἀγγλία, Αὐστρία, Πρωσία – ἐπεδίωκαν τὸν διαμελισμὸ τῆς Γαλλίας καὶ τὴν οἰκονομική της κατάρρευση. Ὁ Καπποδίστριας ὅμως ὑποστήριζε ὅτι ἔπρεπε νὰ παραμείνει ἰσχυρὴ εὐρωπαϊκὴ δύναμη καὶ τελικὰ τὰ κατάφερε.
Μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸ ὁ Τσάρος τοῦ ἀνέθεσε μ᾿ ἐμπιστοσύνη τὴ διευθέτηση τοῦ θέματος τῆς Ἑλβετίας κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Ἡ διπλωματική του ἐπιτυχία ἦταν ἐξαιρετικὰ μεγάλη, διότι κατόρθωσε νὰ θεμελιώσει τὸ ὁμοσπονδιακὸ σύστημα τῆς χώρας καὶ νὰ κατοχυρώσει τὴν οὐδετερότητά της.
Ὁ βουλευτὴς τῆς Γενεύης καὶ στενὸς φίλος καὶ συνεργάτης τοῦ Καπποδίστρια, ὁ Charles Pictet de Rochemont θὰ γράψει: «ὅσες φορὲς θὰ ἐπισκέπτεται τὴ χώρα μας ὁ μεγάλος Ἕλληνας καὶ Εὐρωπαῖος διπλωμάτης, ὁ κόμης Ἰωάννης Καπποδίστριας, πρέπει νὰ κρούονται ὅλες οἱ καμπάνες τῶν Ἐκκλησιῶν μας καὶ νὰ ἠχοῦν ὅλα τὰ κανόνια μας σὲ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης στὸν μεγάλο εὐεργέτη τῆς πατρίδας μας… Ἀπὸ ὅλους ὅσοι ἐνδιαφέρθηκαν γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς ἑνοποιήσεως τῆς χώρας μας, οὐδεὶς τὸ ἔπραξε μὲ περισσότερη συνέπεια, εὔνοια, εὐφυΐα καὶ ἀποτελεσματικότητα ἀπὸ τὸν κόμητα Καπποδίστρια».
Ἡ τεράστια διπλωματικὴ ἐπιτυχία στὸ θέμα τῆς Ἑλβετίας τὸν καθιέρωσε στὸν εὐρωπαϊκὸ πολιτικὸ χῶρο ὡς ἐξαιρετικὰ ἱκανὸ διπλωμάτη καὶ τὸν ἀνέβασε στὸν ἐπίζηλο ὑπουργικὸ θῶκο τῆς ἰσχυρῆς Ρωσίας.
«Ὁ Καπποδίστριας εἶναι ὁ πρῶτος Εὐρωπαῖος διπλωμάτης ποὺ συνέλαβε σὲ βάθος καὶ διακήρυξε μὲ ὅλους τοὺς τρόπους τὴν ἀνάγκη γιὰ «συσπείρωση ὅλων τῶν κρατῶν γύρω ἀπὸ μιὰ κοινὴ πατρίδα, τὴν Εὐρώπη», ὁ πρῶτος ποὺ σκόρπισε τὸ μήνυμα τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης».
Ἕνα ἄλλο θέμα γιὰ τὸ ὁποῖο ἀγωνίστηκε πολλὰ χρόνια ὁ Καπποδίστριας ἦταν καὶ τὸ θέμα τοῦ δουλεμπορίου τῶν μαύρων τῆς Ἀφρικῆς.
Ἂν καὶ οἱ προσπάθειές του γιὰ μιὰ «νέα τάξη πραγμάτων» στὴν Εὐρώπη φαινόταν νὰ πέφτουν στὸ κενό, τὰ ὁράματά του ἐνστερνίστηκαν οἱ ἑπόμενες γενιὲς καὶ οἱ περισσότερες ἀπὸ τὶς θέσεις του ἔχουν σήμερα δικαιωθεῖ.
Γενικὰ ὅμως ἔχτιζε ὄχι μόνο γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ὅπως γράφει ἕνας Γερμανὸς ἱστορικός, «ὁ Καπποδίστριας εἶναι ὁ ἀρχιτέκτονας τῆς εἰρήνης στὴν Εὐρώπη τῶν 99 ἐτῶν 1815-1914».
Ἡ κατάσταση στὴν Ἑλλάδα στὰ χρόνια τῆς Ἐπανάστασης
«Δὲν εἶναι τόσον δύσκολο ν᾿ ἀποκτήσει κανεὶς τὴν ἐλευθερίαν, ὅσο νὰ τὴν διαφυλάξει» θὰ ὁμολογήσουν οἱ ἀγωνιστὲς στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἀπευθύνουν στὸν Καπποδίστρια καὶ μὲ τὴν ὁποία ἐπειγόντως τὸν προσκαλοῦν νὰ ἀναλάβει τὴ διακυβέρνηση τοῦ χάους.
Ὅπως μᾶς πληροφοροῦν οἱ ἱστορικοὶ καὶ πολιτικοί τῆς ἐποχῆς, ἡ κατάσταση τῆς Ἑλλάδας ἦταν δραματική. Ἐξαντλημένη καὶ ἀποδεκατισμένη ἡ χώρα ἀπὸ τὴν ἑπταετῆ Ἐπανάσταση ἔφτασε σὲ ὁριακὴ κατάσταση. Οἱ τρομακτικὲς ἀνθρώπινες ἀπώλειες, οἱ ἀνυπολόγιστες ὑλικὲς καταστροφές, τὸ ἐμφύλιο μῖσος, τὰ «κονταροχτυπήματα» στρατιωτικῶν καὶ πολιτικῶν ὁδηγοῦσαν τὴν Ἑλλάδα στὴν ὁριστική της ἐξολόθρευση.
Ἡ κοινωνικὴ λοιπὸν δομὴ ἦταν ἄδικη. Τὸν λαὸ ἀποτελοῦσαν οἱ ἀκτήμονες καὶ οἱ πρόκριτοι, «οἱ ἀριστοκράτες», δηλαδὴ ἡ τάξη τῶν οἰκονομικὰ ἰσχυρῶν. Ἦταν ἡ τάξη ποὺ εἶχε τὴν ἀπόλυτη ἐκπροσώπηση στὴν πολιτειακὴ ζωή. Τὴν ἀποτελοῦσαν οἱ πλοιοκτῆτες τῶν νησιῶν καὶ ἰδιαίτερα τῆς Ὕδρας καὶ οἱ γαιοκτήμονες τῆς Πελοποννήσου. Αὐτὲς οἱ δυὸ κυριαρχικὲς ὁμάδες ὑπερασπιζόμενες τὰ κεκτημένα προνόμια ποὺ ἀπέκτησαν ἐπὶ Τουρκοκρατίας δημιούργησαν ὀξύτατο πρόβλημα. Οἱ φιλοδοξίες τους θὰ ὁδηγήσουν σὲ ἐμφύλιο σπαραγμὸ καὶ θὰ προκαλέσουν μεγάλες συμφορὲς στὸν Ἀγῶνα.
Αὐτὸς ὁ ἡρωϊκὸς Μιαούλης, ποὺ τόσο ἐκτιμοῦσε ὁ Καπποδίστριας, σὲ στιγμὲς ἔξαρσης τοῦ ἀντικυβερνητικοῦ του πάθους, ἔκαψε τὸν ἐθνικὸ στόλο τῆς Ἑλλάδας. Δυὸ ἀπ᾿ τὰ πολύτιμα καράβια τοῦ Ἔθνους πυρπολήθηκαν στὸ βωμὸ τοῦ προσωπικοῦ συμφέροντος. Μ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐκδικοῦνταν τὸν ἀφιλοχρήματο Κυβερνήτη, γιατί δὲν ὑποχωροῦσε στὶς ἀπαιτήσεις τους.
Ἡ πολιτικὴ κατάσταση ἦταν φατριαστική. Ὑπῆρχαν σχηματισμένα κόμματα: τὸ ἀγγλικό, τὸ γαλλικό, τὸ ρωσσικό. Οἱ τρεῖς Μ. Δυνάμεις ἔπαιξαν ἀρνητικὸ ρόλο στὴν δημιουργία ἐλεύθερου Ἑλληνικοῦ κράτους καὶ αὐτὴ ἡ δουλικὴ ἐξάρτησή μας ἀπὸ ξένους παράγοντες ἔφερε πολλὰ δεινὰ στὴν Ἑλλάδα. Ἡ στρατιωτικὴ κατάσταση ἦταν ζοφερή. Ὁ Κιουταχὴς κατεῖχε ὁλόκληρη σχεδὸν τὴ Στερεὰ Ἑλλάδα. Ὁ Ἰμπραὴμ τὰ φρούρια τῶν δυτικῶν ἀκτῶν τῆς Πελοποννήσου καὶ γενικὰ εἶχε ὑπὸ τὸν ἔλεγχό του τὸ μεγαλύτερο τμῆμα της.
Ἑλλάδα σήμαινε: Αἴγινα, Πόρος, Ὕδρα, Σπέτσες, Σαλαμῖνα, Ἐλευσῖνα, Μέγαρα καὶ σκόρπια ἄλλες μικρὲς περιοχές.
Ἡ δημόσια καὶ ἰδιωτικὴ γῆ ἐρειπωμένη. Παντοῦ συντρίμμια καὶ ἀπέραντα χέρσα χωράφια.
Οἱ προσωρινὲς Κυβερνήσεις εἶχαν ἐπισυνάψει δύο ὑψηλὰ δάνεια (ληστρικὰ δάνεια) μὲ ἀπαράδεκτους ὅρους. Τὸ φοβερότερο ἦταν ὅτι εἶχαν ὑποθηκεύσει στὴν Ἀγγλία Ἐθνικὴ Γῆ.
Στὸ Δημόσιο Ταμεῖο δὲν ὑπῆρχαν χρήματα. Ἡ ἐκπαίδευση ὑποτυπώδης, ἂν καὶ ὑπῆρχε τελευταῖα μιὰ ἔξαρση ὡς ἀναφορὰ τὴ μόρφωση τῶν παιδιῶν. Δὲν ὑπῆρχε ὅμως ὑλικοτεχνικὴ ὑποδομή, οὔτε χρήματα γιὰ βιβλία, γιὰ ἐποπτικὰ μέσα καὶ γιὰ τοὺς μισθοὺς τῶν δασκάλων.
Ἕνα ἄλλο μεγάλο πρόβλημα ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπιστεῖ ἦταν τὸ θέμα τῶν προσφύγων, τῶν αἰχμαλώτων καὶ τῶν ὀρφανῶν παιδιῶν στὸ ἐξωτερικὸ καὶ στὸ ἐσωτερικό.
Ἀκόμα τὸ ἐμπόριο δὲ μποροῦσε νὰ εὐδοκιμήσει καὶ ἐπικρατοῦσε ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος, καθὼς πειρατικὰ καράβια λυμαίνονταν τὸ Αἰγαῖο, ἐνῷ στὴ στεριὰ ὑπῆρχαν πολλοὶ ληστές. Ἐπιπλέον ἄκμαζε τὸ λαθρεμπόριο καὶ ἡ κιβδηλεία. Ἦταν ἐπείγουσα ἀνάγκη νὰ βρεθεῖ πολιτικὴ λύση.
27 Μαρτίου 1827, Τροιζήνα, Γ΄ Ἐθνική Συνέλευση
Τὸ 1827 ἔπειτα ἀπὸ μακρὲς καὶ ἀλλεπάλληλες συσκέψεις, μὲ πρόταση τοῦ ἀξιοσέβαστου καὶ ἁγνοῦ πατριώτη Θεοδώρου Κολοκοτρώνη ψηφίστηκε ὁμόφωνα γιὰ 7 χρόνια ὁ Ἰωάννης Καπποδίστριας ὡς Κυβερνήτης τοῦ οὐσιαστικὰ ἀνύπαρκτου ἀκόμα ἑλληνικοῦ κράτους.
Ὁ Καπποδίστριας ἦταν ἀναμφισβήτητα πολιτικὸς διεθνοῦς ἀκτινοβολίας, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο ποὺ ἐκλέχτηκε ὡς Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας.
Οἱ Ἕλληνες ἀγωνιστὲς ἤδη εἶχαν συναντηθεῖ μαζί του στὴν Κέρκυρα καὶ θαύμασαν τὴ γενναιότητα, τὸν πατριωτισμὸ καὶ τὶς ἀρετές του. Ἐπιπλέον ἡ πανθομολογούμενη γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἀγάπη του καὶ ἡ λαμπρὴ φήμη του διέσχιζαν βουνὰ καὶ θάλασσες. Ἔφταναν στὴν πιὸ μικρὴ καλύβα καὶ ἀνάδευαν τὶς ἐλπίδες τοῦ Γένους.
«Ἡμεῖς ἄλλον Ἕλληνα ἀξιώτερον δὲν ἔχομεν, μόνον νὰ ἐκλέξωμεν τὸν Καπποδίστριαν», θὰ πεῖ στὸν Ἄγγλο πλοίαρχο Hamilton ὁ φλογερὸς πατριώτης Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Ἡ ἐκλογή τοῦ Κυβερνήτη
«Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἀνήκω στὴν Πατρίδα μου, στὴν Ἑλλάδα» – Ἰωάννης Καπποδίστριας.
Ὁ Καπποδίστριας βέβαια δὲν ἔτρεφε αὐταπάτες. Παρακολουθοῦσε κι ἂς ἦταν τόσο μακριά, τὰ γεγονότα ποὺ συνέβαιναν στὴν ἀγαπημένη του Πατρίδα. Ἤξερε λοιπὸν ὅτι τὸν περιμένει βαρὺς σταυρός, ὅπως θὰ ἐκμυστηρευτεῖ στὸν ἐκλεκτό του φίλο καὶ μεγάλο εὐεργέτη τῆς Ἑλλάδας Ἑλβετὸ Eynard: «Ἀγωνιῶ νὰ προγνωρίσω τί θέλω ἀπογίνει καὶ ἂν μοὶ εἶναι προωρισμένον νὰ ἄρω τὸν οὐρανόθεν ἐπικαταβαίνοντά μοι σταυρὸν ψήφῳ τῆς ἐν Τροιζήνι Συνελεύσεως».
Σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ ποτὲ δὲν ἀπέκρυπτε σὲ κανένα τὴ μεγάλη του ἀγάπη. Ὅλοι οἱ σύγχρονοι γνώριζαν πὼς ὁ Ἰωάννης Καπποδίστριας ἦταν πάνω ἀπ᾿ ὅλα πρῶτα Ἕλληνας.
Ζήτησε λοιπὸν ἀπὸ τὸν νέο Τσάρο Νικόλαο (ὁ Ἀλέξανδρος εἶχε πεθάνει), νὰ δεχτεῖ τὴν παραίτησή του ποὺ δὲν τοῦ τὴν ἔδιδε ὁ προκάτοχός του.
Ὁ Νικόλαος τὸν ὑποδέχτηκε μὲ ἐγκαρδιότητα καὶ ἐκτιμῶντας τὸν ἄνδρα τὸν παρακάλεσε νὰ παραμείνει στὴ θέση του ὡς Ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν καὶ νὰ μὴ δεχθεῖ τὴν ἐκλογή του. Μεταχειρίστηκε ἀκόμα καὶ τὴν αὐτοκράτειρα μητέρα του γιὰ ν᾿ ἀσκήσει ἐπάνω του ὅλη τὴ στοργικὴ καὶ μητρικὴ ἐπιρροή της.
Ὁ Καπποδίστριας ἦταν ἀνένδοτος. «Ἐὰν δὲν δεχθῶ τὴν ἐκλογή μου, τῆς εἶπε, καὶ ἡ Ἑλλὰς γονατίσει ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη καὶ τὶς τουρκικὲς βιαιότητες, τί θὰ εἰποῦν δικαίως γιὰ μένα; Νὰ ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ θὰ ἠμποροῦσε νὰ τὴ βοηθήσει νὰ σωθεῖ, καὶ ὅμως προτίμησε μιὰ λαμπρὴ θέση στὴ Ρωσία ἀπὸ τὴ σωτηρία τῆς Πατρίδος του καὶ τὴν ἄφησε νὰ χαθεῖ. Μεγαλειοτάτη, ἀφιέρωσα μέρος τῆς νεότητός μου στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀειμνήστου μεγαλοψύχου υἱοῦ σας, κατὰ κύριο λόγο. Ἔτσι ἠμπορῶ νὰ προσφέρω στὴν Πατρίδα μου, τὴν Ἑλλάδα, τὴν θυσία τῶν γηρατειῶν μου!…».
Στὴν ἐπιμονὴ τοῦ αὐτοκράτορα Νικολάου νὰ τὸν ἀποτρέψει ἀπὸ τὴν διακυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος, προετοιμάζοντάς τον γιὰ τὶς δυσκολίες ποὺ τὸν περίμεναν εἶπε: «Ἡ ἀπόφασή μου εἶναι ὁριστικὴ καὶ ἀμετάκλητη. Ἐπάνω ἀπὸ ὅλες τὶς δελεαστικὲς προτάσεις καὶ λαμπρὲς θέσεις εἶμαι Ἕλληνας καὶ ἀνήκω στὴν Πατρίδα μου. Δὲν ἔχω ψευδαισθήσεις, μὲ τὸ νὰ πιστεύω ὅτι ἐγὼ μονάχος ἠμπορῶ νὰ τὴ σώσω ἀπὸ τὴν τραγικὴ θέση στὴν ὁποία τὴν κατήντησε ἡ τουρκικὴ μακραίωνη δουλεία καὶ ὁ ἑπτάχρονος πόλεμος… Πιστεύετε, Μεγαλειότατε, ὅτι θὰ ἐγκατέλειπα μιὰ τόσο λαμπρὴ θέση, μιὰ τόσο ἔνδοξη διπλωματικὴ ὑπηρεσία καὶ μιὰ τέλεια ἐξασφάλιση στὴ Ρωσία, ἂν δὲν ἔνιωθα ὅτι μὲ προστάζει τὸ καθῆκον καὶ ἡ τραγικὴ ἀνάγκη τῆς καταστάσεως τῆς Πατρίδας μου καὶ ἡ ἔλλειψη τῶν ἀνθρώπων;».
Ὁ Τσάρος συγκινημένος συμφώνησε πὼς ἔπρεπε νὰ κάνει τὸ χρέος του. Καὶ ὁ ὑπερήφανος καὶ ἀληθινὸς πατριώτης συνέχισε μὲ θαρραλέα εἰλικρίνεια: «Μεγαλειότατε! Μὴν πιστέψετε ποτὲ καὶ μὴν ἐλπίζετε ὅτι πηγαίνω στὴν Ἑλλάδα, προκειμένου νὰ τὴ βοηθήσω στὴν ἀνασυγκρότησή της, μὲ τὴ ρωσικὴ λιβρέα στοὺς ὤμους μου. Δὲν εἶμαι ἐγὼ ἐκεῖνος ποὺ θὰ σᾶς βοηθοῦσε νὰ στήσετε ἐκεῖ στὸ ματωμένο ἔδαφός της, τὶς δικές σας σημαῖες…».
Ὁ Νικόλαος γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει γιὰ τὴν ἀφοσίωσή του στὸν ἀδελφό του τοῦ πρόσφερε μιὰ ἐξοχικὴ ἔπαυλη καὶ μιὰ ἰσόβια σύνταξη ἀπὸ 60.000 φράγκα, μὰ ὁ Καπποδίστριας ἀρνήθηκε εὐγενικά. Ἂν καὶ θὰ τοῦ ἦταν πολύτιμο γιὰ τὰ φτωχὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδας δὲν τὸ δέχθηκε, διότι θὰ ἔδινε ἀφορμὴ στοὺς ἀντιπάλους του νὰ τὸν κατηγοροῦν πὼς ἐξαρτᾶται οἰκονομικὰ ἀπὸ τὴ Ρωσία.
Τούτη τὴ φορὰ δὲν ἀρνήθηκε τὸ προσκλητήριο. Ἔνιωσε πὼς εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμὴ νὰ δεχθεῖ τούτη τὴ θυσία.
Ὅσο καὶ ἂν τοῦ στοίχιζε, ναί, θὰ δεχόταν καρτερικὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Χρέους.
«Μετὰ χαρᾶς ἀποδέχομαι τὸν οὐρανόθέν μοι ἐπικαταβαίνοντά μοι Σταυρόν, ψήφῳ τῆς Τρίτης τῶν Ἑλλήνων Ἐθνικῆς Συνελεύσεως… Εἶμαι ἕτοιμος νὰ προσφέρω καὶ τὴν τελευταία ρανίδα τοῦ αἵματός μου, ἀρκεῖ αὐτὴ νὰ συντελέσει εἰς τὴν πραγμάτωσιν τῶν δύο μεγάλων σκοπῶν τῆς ζωῆς μου: τὴν μόρφωσιν τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς Ἑλλάδος…». Ἦταν γι᾿ αὐτὸν ἡ ἀρχὴ τοῦ τέλους. Ἦταν γιὰ τὴν Ἑλλάδα φίλημα ζωῆς.
Ἔφτασε ὁ Κυβερνήτης
Θεοφάνεια τοῦ 1828. Τὸ Warspite, ἡ ἀγγλικὴ πολεμικὴ φρεγάδα, προσορμίζεται στὸ λιμάνι τοῦ Ναυπλίου. Ἔρχεται ν᾿ ἀποβιβάσει στὴν αἱματοβαμμένη ἑλληνικὴ γῆ τὸν πρῶτο της Κυβερνήτη, τὸν Ἰωάννη Καπποδίστρια».
Καὶ νά, ἔφτασε ἡ μέρα ποὺ, 375 χρόνια μετὰ ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὁ Ἕλληνας χαιρετίζει θερμὰ τὸν πρῶτο του Πρόεδρο. Τὸν ὑποδέχεται μὲ 15 κανονιοβολισμοὺς ποὺ ἠχοῦν ἀπὸ τὸ φρούριο τοῦ Ναυπλίου, μὲ μυρσίνες, μὲ δάφνες καὶ μὲ ὑψωμένες τὶς γαλανόλευκες. Μέσα σὲ ἐπευφημίες τοῦ προσφέρει στεφάνι ἐλιᾶς. Ἀπέριττο τὸ καλωσόρισμα, μὰ ζεστὸ καὶ εἰλικρινές. Τέτοια ὑποδοχὴ ἱκανοποιεῖ τὸν Κυβερνήτη. Κάθε ἄλλη, δαπανηρὴ καὶ πολυέξοδη, θὰ τὸν στενοχωροῦσε. «Πομπὴ ποὺ θέλει χρήματα, εἶναι ἀσυμβίβαστη πρὸς τὴ δύσκολη κατάσταση τῆς Πατρίδος. Ἂν μποροῦμε», τόνιζε, «νὰ διαθέσωμε λίγα χρήματα, ἔχομε πληγὲς νὰ ἐπουλώσωμε».
Ἕνα ἔργο σχεδόν μυθικό
«Γιὰ τὴν Ἑλλάδα εἶμαι ἕτοιμος ὅλα νὰ τὰ δώσω, κόπους, κατάσταση, ζωὴ», Ἰω. Καπποδίστριας
Ὁ ἐπιφανὴς ἀκαδημαϊκός μας Κων/νος Τσάτσος εἶπε χαρακτηριστικὰ:
«Θεωρῶντας ἀπὸ μιὰν ὑψηλότερη σκοπιὰ τὰ πράγματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ χωρὶς καθόλου νὰ ὑποτιμοῦμε τὴ συμβολὴ ὅλων τῶν ἀγωνιστῶν, τῶν στρατιωτικῶν καὶ τῶν πολιτικῶν, νομίζω ὅτι μποροῦμε νὰ ὑποστηρίξουμε μὴ ἀδικώντας κανένα, πὼς χωρὶς τὴν παρουσία καὶ τὴ δράση τοῦ Καπποδίστρια δὲν θὰ κατορθωνόταν ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Πατρίδας μας».
Ἀκόμα χρωστοῦμε στὴ διπλωματική του εὐελιξία τὴν ἐπέκταση τῶν συνόρων τοῦ πρώτου ἑλληνικοῦ κράτους. Διότι οἱ Μ. Δυνάμεις ἀνησυχοῦσαν γιὰ τὸν ἀνυποχώρητο ἀντίπαλό τους, ποὺ ἐπέμενε νὰ δημιουργηθεῖ αὐτόνομο ἑλληνικὸ κράτος, οὐδέτερο, χωρὶς τὴν κηδεμονία καμμιᾶς ξένης δύναμης καὶ μὲ συγκεκριμένα σύνορα ποὺ τὰ ἔθετε αὐτός. Οἱ Μ. Δυνάμεις ἐπείγονταν νὰ ὑπονομεύσουν τὴν ἐθνικὴ πολιτικὴ τοῦ Κυβενήτη καὶ τοῦ παρεῖχαν πολλὰ προβλήματα γιὰ νὰ ματαιώσουν τὰ σχέδιά του.
Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὁ Καπποδίστριας ὄχι μόνο ὑπερδιπλασίασε τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ τὸ κυριότερο τὴν ἀνέδειξε ἀνεξάρτητο ἑλληνικὸ κράτος (3 Φεβρουαρίου 1830).
Τὰ προβλήματα, ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικά, ἦταν πολλὲς φορὲς τόσο ἀκανθώδη καὶ δισεπίλυτα ποὺ κάποιες στιγμὲς γονάτισε κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ σταυροῦ του. Σὲ μιὰ ἐπιστολὴ στὸν ἀδελφό του Βιάρο στὴν Κέρκυρα ἔγραφε: «… καὶ ἂν ἔχῃς διάθεσιν νὰ ἀλλάξῃς τὴν εἰρηναίαν ζωήν σου μὲ τὸν ἄδην καὶ θέλῃς νὰ τὸν δοκιμάσῃς ὀλίγας τινὰς ἡμέρας, ἠμπορεῖς μετὰ τοῦ πλοιάρχου Γιαννίτση νὰ κάμῃς καὶ μίαν ἔξοδον μέχρι τῆς Ἑλλάδος».
Μέσα σὲ 3 χρόνια καὶ 8 μῆνες ποὺ κυβέρνησε ὁ Καπποδίστριας ἔχει νὰ ἐπιδείξει τόσα ἔργα, ποὺ κανένας μετέπειτα πολιτικὸς δὲν ἔχει νὰ παρουσιάσει.
-
Ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα μέτρα τοῦ Κυβερνήτη ἦταν ἡ ἀνασυγκρότηση τοῦ στρατοῦ καὶ τοῦ στόλου. Ὀργάνωσε τακτικὸ στρατὸ καὶ αὔξησε τὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις στὴ Στερεά, τὴν ἀνακατέλαβε καὶ σταθεροποίησε τὰ βόρεια σύνορά της.
-
Ἄλλος πρωταρχικός του στόχος ἦταν ἡ ριζικὴ ἀναδιάρθρωση τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας. Ἡ δημιουργία μεσαίας τάξης. Ἡ ἀπόκτηση ἔστω μικρῆς ἰδιοκτησίας θὰ ἔδινε κίνητρα στὸν λαὸ γιὰ ἐργασία καὶ ἀναβάθμιση τῆς ζωῆς του. Θὰ τὸν ἔβγαζε ἀπὸ τὴν ἐξαθλίωση καὶ τὸν ραγιαδισμό. Θὰ τοῦ ἔδινε πολιτικὰ δικαιώματα. Δὲ θὰ ἴσχυε ὅπως τότε τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου. Γι᾿ αὐτὸ ἕνας ἀπὸ τοὺς στόχους του ἦταν ἡ διανομὴ γῆς σὲ ἀκτήμονες. Ἔτσι μὲ τὴν αὔξηση τῆς δύναμης τοῦ λαοῦ θὰ μειωνόταν ἡ δύναμη τῶν ἀριστοκρατῶν τῆς γῆς καὶ τοῦ χρήματος, ποὺ ἦταν ἡ ἰσχυρὴ ἀντιπολιτευτικὴ τροχοπέδη στὶς βαθειὲς μεταρρυθμιστικὲς τομές.
-
Ἰδιαίτερα τίμησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γεωργοῦ, τοῦ γεωπόνου, τοῦ ἀγρονόμου. Πίστευε πὼς ἡ γεωργία θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει τὴ σπονδυλικὴ στήλη τῆς ἐθνικῆς οἰκονομίας, ὥστε νὰ στηρίζεται ἡ χώρα στοὺς δικούς της πόρους. Ἔλεγε: «ἡ εὐημερία τῆς Ἑλλάδας δὲν βρίσκεται στὸ σπαθί, ἀλλὰ στὸ ἀλέτρι».
-
Γιὰ τὴν ἐκμάθηση νέων μεθόδων καλλιεργειῶν ἵδρυσε πρότυπη Γεωργικὴ Σχολὴ στὴν Τίρυνθα καὶ ἀγροκήπιο μὲ δωρεὰ τοῦ Eynard. Ἔφερε στὴν Ἑλλάδα τὸ γεώμηλο (τὴν πατάτα) καὶ μὲ εὐφυέστατο τρόπο κατόρθωσε νὰ πείσει τοὺς ἐπιφυλακτικοὺς Ἕλληνες νὰ τὴ δοκιμάσουν, νὰ τὴν καλλιεργήσουν, γιὰ νὰ καλυτερεύσει ὁ σιτισμός τους.
-
Ἐφάρμοσε φορολογικὲς καὶ οἰκονομικὲς διευκολύνσεις στοὺς γεωργούς.
-
Ἔδωσε κίνητρα γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐμπορικῆς ναυτιλίας. Κατόρθωσε μὲ δραστικὰ μέτρα νὰ πατάξει σύντομα τὴν πειρατεία καὶ τὴ ληστεία.
-
Καθαρίστηκαν οἱ δρόμοι ἀρκετῶν πόλεων ἀπὸ τὰ συντρίμμια ποὺ ἄφησε ὁ πόλεμος. Δημιουργήθηκαν καινούργιοι δρόμοι καὶ βελτιώθηκε ἡ συγκοινωνία.
-
Στὸν Πόρο ἵδρυσε Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ γιὰ τὴ μόρφωση τοῦ κλήρου.
-
Ἔχτισε φυλακές. Ἵδρυσε τὰ πρῶτα δικαστήρια καὶ ὀργάνωσε τὴ Δικαιοσύνη. Θέσπισε καινούργιους δικαιότερους νόμους.
-
Ἵδρυσε τὴν Ἐθνικὴ Χρηματιστικὴ Τράπεζα στὴν Αἴγινα.
-
Λειτούργησε Ἐθνικὸ Τυπογραφεῖο.
-
Ἵδρυσε Νομισματοκοπεῖο καὶ τὸ 1828 κόπηκε τὸ πρῶτο Ἑλληνικὸ νόμισμα, ὁ φοίνικας.
-
Ἵδρυσε τὸ πρῶτο Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο στὴν Αἴγινα καὶ πρότεινε τὴν ψήφιση εἰδικῆς αὐστηρῆς νομοθεσίας γιὰ τὴ διαφύλαξη τῶν ἀρχαιοτήτων.
-
Ὀργάνωσε νοσοκομεῖα πολιτικὰ καὶ στρατιωτικὰ καὶ ὑγειονομεῖα σὲ ὅλα τὰ λιμάνια.
-
Ἀξιοποίησε τὸν ὀρυκτὸ πλοῦτο καὶ ἄλλες πλουτοπαραγωγικὲς πηγὲς τῆς χώρας.
-
Πῆρε μέτρα γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς βιοτεχνίας.
Μὲ δωρεὰ τοῦ φιλέλληνα Eynard ἵδρυσε τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο, καὶ τὸ Πρότυπο Σχολεῖο στὴν Αἴγινα.
Ὀργάνωσε τὰ Ἀλληλοδιδακτικὰ Σχολεῖα μὲ παροχὴ ἴσων εὐκαιριῶν μόρφωσης, σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς πολίτες, ἐνῶ ἡ στοιχειώδης ἐκπαίδευση ἦταν ὑποχρεωτική. Ἡ Αἴγινα εἶχε γίνει «σχολειούπολη».
Ἵδρυσε τὸ ὀρφανοτροφεῖο τῆς Αἴγινας, ποὺ πρόσφερε στὰ ὀρφανὰ παιδιὰ μόρφωση καὶ ἐφόδια γιὰ ἐπαγγελματικὴ ἀποκατάσταση.
Κι ὅλα αὐτὰ πρὶν ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο του, μέσα σὲ 45 μῆνες, μὲ ἔλλειψη οἰκονομικῶν πόρων καὶ σοβαρῶν ἀντικυβερνητικῶν ἐνεργειῶν ἐκ μέρους τῆς ἀντιπολίτευσης καὶ ἀντιπερισπασμῶν καὶ μηχανορραφιῶν τῶν Τριῶν «Προστάτιδων Δυνάμεων».
Ὅσο γιὰ μᾶς ἁπλὰ ἐπαναλαμβάνουμε σὰν κατακλεῖδα στὸ μνημειῶδες ἔργο του τὰ προφητικά του λόγια: «Δὲ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος, ζεῖ τὸ ἔργο του».
«Τὸ ροδόχρουν ὄνειρον τῆς Ἑλλάδος»
«Παρηγοροῦν τὶς πικρίες καὶ τοὺς πόνους τοῦ βίου μου τὰ παιδιά μας… Τὸ ροδόχρουν τοῦτο ὄνειρον τῆς Πατρίδας μας, τῆς Ἑλλάδος… Ἡ μόνη μου ἀνακούφιση καὶ χαρὰ εἶναι τὸ ν᾿ ἀπασχολοῦμαι μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ Σχολεῖα τους γιὰ τὴ μόρφωσή τους!», Ἰωάννης Καπποδίστριας.
Τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδας ἦταν σὲ ὅλη του τὴ ζωή, ἡ μεγάλη του ἔννοια, ἡ ἀσίγαστη ἀγωνία, ὅπως ἦταν καὶ ἡ ἀπελευθέρωσή της.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ θέμα «Παιδεία» τὸν ἀπασχολεῖ δραστήρια ἀπὸ τότε ποὺ πρωτοξεκίνησε τὴν πολιτικὴ του σταδιοδρομία στὸ νησί του.
Τὸ ἀνεξάντλητο ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ παιδιὰ πήγαζε ἀπὸ τὴν ἀγάπη του στὸ Ἔθνος. «Σῶστε τὸ Ἔθνος!» φώναζε, καλῶντας τοὺς Ἕλληνες τῆς διασπορᾶς νὰ σώσουν τὰ ἑλληνόπουλα τῆς προσφυγιᾶς ποὺ κινδύνευαν ν᾿ ἀφομοιωθοῦν στὶς ξένες πατρίδες. Προσπάθησε λοιπὸν νὰ εὐαισθητοποιήσει καὶ νὰ κινητοποιήσει τοὺς πλούσιους Ἕλληνες μετανάστες, ὥστε νὰ ἐνισχύσουν οἰκονομικὰ τὸν ἀγῶνα. Μὲ τὰ χρήματα ποὺ συγκέντρωνε ἵδρυε Ἑλληνικὰ Σχολεῖα κι ἔχτιζε Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἤθελε νὰ φυλάξει τοὺς Ἑλληνόπαιδες ἀπὸ τοὺς βοριάδες τῆς ξενιτιᾶς, τῆς ἀνέχειας, τῆς ἐκμετάλλευσης, τῆς διαφθορᾶς, τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας. Πίστευε ἀκράδαντα ὅτι αὐτὰ εἶναι τὸ μέλλον τοῦ Ἔθνους.
Γι᾿ αὐτὸ ἐπεδίωξε νὰ ἔχουν τὰ Ἑλληνόπουλα Ἕλληνες δασκάλους, ποὺ παράλληλα μὲ τὴ μόρφωση θὰ ἔπρεπε νὰ προσφέρουν Ἑλληνικὴ Παιδεία καὶ νὰ τὰ ἐμπνέουν τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Πατρίδα. «Χωρὶς πίστιν εἰς τὸν Θεόν, ἀγάπη πρὸς τὴν Πατρίδα των καὶ διατήρησιν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης χάνονται ἐν τῇ ξένῃ οἱ Ἑλληνόπαιδες» ἔλεγε.
Γιατί ποιοὶ θὰ κατοικοῦσαν, ποιοὶ θὰ διοικοῦσαν, ποιοὶ θὰ ἐκπροσωποῦσαν διπλωματικὰ τὸ κράτος ποὺ θὰ ὀνομαζόταν σὲ λίγο Ἑλλάδα, ὅταν ὁ ἀνθὸς της ὁ ἀκριβὸς χανόταν γιὰ πάντα;
Φρόντισε ἀκόμα τὰ παιδιὰ τῶν Ἀγωνιστῶν νὰ σπουδάσουν σὲ Σχολεῖα τῆς Εὐρώπης, σὰν ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης γι᾿ αὐτοὺς ποὺ τὰ ᾿δωσαν ὅλα γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδας.
Ὁ ἴδιος σπούδασε πολλὰ ὀρφανὰ μὲ τὰ δικά του χρήματα καὶ παρακολουθοῦσε προσωπικὰ τὴν πρόοδό τους, ὅπως τὸ γυιὸ τοῦ ἐνδόξου ἀγωνιστῆ Μάρκου Μπότσαρη, Δημήτρη.
Ὁ Ἰωάννης Καπποδίστριας ἐπειδὴ γνώριζε ὅτι ἀσφαλίζοντας τὰ παιδιά, ἐξασφάλιζε τὴν ἱστορικὴ συνέχεια τοῦ Ἔθνους, ἔκανε ὅ,τι μποροῦσε πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση.
Ἡ λιτότης καὶ φιλανθρωπία τοῦ Κυβερνήτη
Ὁμόφωνα οἱ σύγχρονοί του, οἱ συνεργάτες καὶ οἱ φίλοι του, μιλοῦν γιὰ τὴν ἔξαρση τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ πνεύματός του, γιὰ τὴν ἁπλότητα, γιὰ τὴν ἀκεραιότητα καὶ τὴν ἀφιλοκέρδειά του, ποὺ ἔφτανε ὡς τὴν ἀδιαφορία γιὰ τὸν ἑαυτό του, καθὼς καὶ γιὰ τὴ γοητεία τοῦ προσώπου του, τῶν τρόπων καὶ τοῦ τόνου τῆς φωνῆς του.
Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ποὺ διέθετε τόσα θαυμάσια καὶ ἀξιοζήλευτα χαρίσματα, ποὺ μεγάλωσε μέσα σὲ πλούσιο καὶ ἀριστοκρατικὸ περιβάλλον καὶ πῆρε τὴν καλύτερη μόρφωση τῆς ἐποχῆς του, ποὺ κατεῖχε μιὰ λαμπρὴ θέση καὶ παρασημοφορήθηκε πολλὲς φορές, ἔμενε πάντοτε ἁπλὸς καὶ ταπεινός.
Στὸν πιστὸ φίλο του Δημήτριο Ἀρλιώτη, στὸν τελευταῖο τους περίπατο στὴν Κέρκυρα θὰ ἐκμυστηρευόταν πὼς τὸ ταπεινὸ ἀγριολούλουδο τῆς Πατρίδας του εἶχε γι᾿ αὐτὸν «ἀνώτερη ἀξία ἀπὸ ὅλα τὰ μεγαλοπρεπῆ παράσημα καὶ τὶς ὑψηλὲς τιμητικὲς διακρίσεις, ποὺ τοῦ εἶχαν προσφέρει οἱ εὐρωπαϊκὲς χῶρες. Ἡ ἁπλότητα, ἡ ἁγνότητα τῆς ζωῆς, ἡ καλωσύνη εἶναι γιὰ μένα, ἔλεγε, οἱ καλύτερες παρασημοφορίες καὶ οἱ μόνες ἀληθινὲς τιμὲς γιὰ τὴ ζωή μου…».
Ἦταν γενναιόδωρος πρὸς τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ πολὺ λιτὸς στὶς προσωπικές του ἀνάγκες.
Ἔτσι μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὴ θέση του ὡς Ὑπουργοῦ τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας (1822) ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Πετρούπολη κι ἐγκαταστάθηκε στὴ Γενεύη. Ἐκεῖ κατοικοῦσε σ᾿ ἕνα μέτριο σπίτι, στὴν ὁδὸ Δημαρχείου 10, κοντὰ στὴν πλατεία Taconnerie, ὅπου νοίκιασε δυὸ φτωχικὰ δωμάτια μὲ 30 φράγκα τὸ μῆνα. Κανόνισε νὰ μὴν ξοδεύει περισσότερα ἀπὸ 180 φράγκα τὸ μῆνα, ὅταν τὰ ἐτήσια εἰσοδήματά του ἔφταναν τὶς 32.000 χρυσὰ φράγκα.
Μὲ τὸ ποσὸ ποὺ περίσσευε ἐξυπηρετοῦσε τὴν «ἱερὴ ἑλληνικὴ ὑπόθεση», ὅπως ὀνόμαζε τὸν ἀγῶνα τῆς Πατρίδας του. Ὅλα τὰ ἔσοδά του μετατρέπονταν σὲ τρόφιμα, πολεμοφόδια γιὰ τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἐλευθερίας καὶ τροφεῖα γιὰ τὴν ἐκπαίδευση «τῶν Ἑλληνοπαίδων» του.
Ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα τῆς Πετρούπολης βρέθηκε σ᾿ ἕνα φτωχικὸ δωμάτιο, ποὺ τοῦ παραχώρησε ἡ φτωχή του Πατρίδα.
Ὁ μόνος στολισμὸς τοῦ Κυβερνητικοῦ μεγάρου ἦταν ὁ λαμπρός τῆς Ἑλλάδας ἥλιος καὶ ἡ λατρεία τῶν Ἑλλήνων», θὰ ὁμολογήσει ὁ ἀντικαπποδιστριακὸς Γερμανὸς ἱστορικὸς Κ. Μendelssohn-Βartholdy.
Ὅταν ἦρθε στὴν Ἑλλάδα καὶ ἀντίκρυσε τὸν ρακένδυτο λαό, τὰ σκελετωμένα κορμιὰ τῶν παιδιῶν, τὰ δακρυσμένα τους μάτια, ἔνοιωσε ἕνα βαθὺ σπαραγμό. Εἶχε πάρει ἀμέσως τὴν ἀπόφασή του: ποτὲ πιὰ δὲ θὰ φοροῦσε τὶς ὄμορφες ἐπίσημες στολές του.
Ὁ Καπποδίστριας εἶχε φέρει μαζί του τεράστιες ποσότητες τροφίμων καὶ ὀργάνωσε συσσίτια γιὰ νὰ θρέψει ὅσους πέθαιναν ἀπὸ τὴν πεῖνα.
Δούλευε σκληρὰ κι ἔτρωγε λίγο. «Ὁ Κυβερνήτης ἔτρωγε 4 ἡμέρες μία κότα», θὰ γράψει ὁ Μακρυγιάννης, ἐνῶ σὲ ἐπιστολὴ στὸ φίλο του Ν. Στούρτζα διαβάζουμε πὼς οὔτε καιρό, οὔτε δυνάμεις εἶχε νὰ τοῦ γράψει καθὼς μονώτατος καὶ κατάκοπος πάλευε ἀπὸ τὶς 5 τὸ πρωΐ ὡς τὶς 10 τὸ βράδυ στὸ πολιτικό του γραφεῖο στὸ Ναύπλιο.
Στὸν γιατρό του ποὺ τὸν συμβούλευε νὰ βελτιώσει τὴν τροφὴ του ἔλεγε: «Τότε μόνο θὰ βελτιώσω τὴν τροφή μου, ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα Ἑλληνόπουλο ποὺ νὰ πεινάει…».
Δύο φορὲς τοῦ ἐπρότεινε ἡ Συνέλευση νὰ τοῦ δίδει μισθό, ἀλλὰ ἀρνήθηκε νὰ δεχθεῖ μισθὸ ἀπὸ τὸ Δημόσιο Ταμεῖο. Καὶ ἦταν τόσο δελεαστικὸ τὸ ποσό! 12.000 δίστηλα ἢ 50.000 φοίνικες ἐτησίως καὶ τὴν δεύτερη φορὰ τοῦ τὸ αὔξησαν σὲ 180.000 φοίνικες… Ἀντίθετα ὁ ἴδιος πρόσφερε στὸ Δημόσιο Ταμεῖο. Ὑποθήκευσε μάλιστα ὅλη τὴ μεγάλη ἀκίνητη περιουσία του στὸ Ν. Λάζαρο Κουντουριώτη, ἀντὶ 10.000 ταλίρων, γιὰ νὰ φέρει τρόφιμα ἀπὸ τὴν Ἰταλία καὶ νὰ σώσει τὸν λαὸ τοῦ Ναυπλίου ἀπὸ τὴν πείνα.
Πῶς νὰ μὴν κατακτήσει τὶς καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων!
Μέσα στὴν ἁπλότητα καὶ τὴ μεγαλοπρέπεια, στὴν ἀρχοντιά, στὴν εὐλάβειά του, στὴν ἀγαθότητα ποὺ ἀντιφέγγιζε στὸ καθάριο του βλέμμα, ὁ πονεμένος λαὸς ἔνοιωσε σιγουριὰ κι ἀσφάλεια. Ἦταν «ὁ πατέρας, ὁ φύλακας ἄγγελος, ὁ προστάτης, ὁ σωτήρας τους», ἔγραφαν. Ἦταν ἀληθινὰ ἕνα θεόσταλτο δῶρο γιὰ τὴν Ἑλλάδα στὸ γλυκοχάραμα τῆς λευτεριᾶς της.
Ἀνάμεσα σὲ δὺο πυρά
Ὁ Καπποδίστριας ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες κατάλαβε ὅτι προκαλοῦσε τὴ μελαγχολία «μερικῶν προκρίτων ἀριστοκρατῶν». Ἦταν ὅμως ἀποφασισμένος νὰ βάλει ἰσχυρὰ θεμέλια στὸ ἔργο ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε, ὅσο κι ἂν θὰ τοῦ στοίχιζε αὐτὴ ἡ ἀπόφαση.
Οἱ πρῶτοι ποὺ προκάλεσαν τὰ προβλήματα ἦταν οἱ πλοιοκτῆτες τῆς Ὕδρας μὲ ὑποκινητὲς τὸν Ἀνδρέα Μιαούλη καὶ τὸν ἀγγλόφιλο πολιτικὸ Ἀλέξανδρο Μαυροκορδᾶτο.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ γαιοκτήμονες τῆς Πελοποννήσου μὲ ὑποκινητὲς τοὺς Μαυρομιχάληδες.
Ὁ Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ἔνδοξος καὶ γενναῖος ἥρωας, ἀρχικὰ συμπαθοῦσε τὸν Καπποδίστρια. Δυσαρεστήθηκε ὅμως κι αὐτὸς ὅπως καὶ οἱ μεγαλοκαραβοκύρηδες, γιὰ τὰ οἰκονομικὰ μέτρα τοῦ Κυβερνήτη. Ἔτσι ὁ Καπποδίστριας βρέθηκε ἀνάμεσα σὲ δυὸ πυρά.
Αὐτὸ ποὺ ἄναψε τὴ θρυαλλίδα καὶ προκάλεσε τὴν ἔκρηξη, ἦταν ἡ ἀπόφαση τοῦ Κυβερνήτη νὰ μειώσει τὰ κεκτημένα τους δικαιώματα. Ὄχι μόνο δὲν ἤθελαν νὰ συμμετέχουν στὴ φορολογία, ἀλλὰ ἀρνοῦνταν νὰ δίνουν φόρους. Ἤθελαν μάλιστα νὰ νέμονται τοὺς φόρους ἀπὸ τὸν λαό, σὰν νὰ ἦταν «κράτος ἐν κράτει».
Εἶναι δὲ πολὺ χαρακτηριστικὴ ἡ ἰταμότητα μὲ τὴν ὁποία ἀπαιτοῦσαν οἱ μεγαλοεφοπλιστὲς Ὑδραῖοι πολεμικὴ ἀποζημίωση, ὅταν τὸ κράτος «δὲν εἶχε κἄν ταμεῖο».
Παρὰ τὴ μεγάλη οἰκονομικὴ πενία τοῦ κράτους κι ἐνῷ εἶχε ἐπείγουσες προτεραιότητες, ὁ Κυβερνήτης τοὺς ὑποσχέθηκε πὼς θὰ τοὺς δώσει ὅ,τι ζητοῦν, ἀρκεῖ νὰ ἔπαιρνε τὸ δάνειο ποὺ ζητοῦσε ἐπίμονα καὶ ἀπὸ τὶς τρεῖς Ἐγγυήτριες Δυνάμεις.
Παράλληλα ἡ Ἀγγλία κι ἡ Γαλλία σὲ συνεργασία μὲ τοὺς δυσαρεστημένους Ἕλληνες καὶ δρῶντας παρασκηνιακὰ στὸ ἐσωτερικό, ἀλλὰ καὶ στὸ ἐξωτερικό, προετοίμαζαν τὴν πτώση τοῦ Καπποδίστρια. Ἐφαρμόζοντας τὴ στρατηγικὴ «διαίρει καὶ βασίλευε» πλησίασαν τοὺς δυσαρεστημένους καὶ ὅπλισαν ἀδελφικὰ χέρια γιὰ νὰ ἐξοντώσουν τὸν ἀντίπαλό τους μιὰ γιὰ πάντα.
Τὸ τέλος
Ἡ φυλάκιση τοῦ Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ἦταν τὸ λάδι στὴ φωτιὰ καὶ ἦταν μανιάτικο.
Ὁ Κυβερνήτης ἔφτασε νὰ εἶναι πολὺ μόνος. Ὁ λαὸς ποὺ τὸν ὑπεραγαποῦσε ἔνιωθε τὴν τραγωδία τοῦ Κυβερνήτη, μὰ δὲν εἶχε πολιτικὴ ἀντιπροσώπιση. Ἔτσι στάθηκε δίπλα του βουβὸς μάρτυρας ὡς τὸ τέλος του. Σ᾿ αὐτὲς τὶς δύσκολες στιγμὲς τὸν συμπαραστάθηκαν τὸ διαμάντι τῆς Πελοποννήσου, ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ὁ ἀφιλοκερδὴς καὶ γενναῖος Νικηταρᾶς καὶ ὁ ἔνδοξος πυρπολητὴς Κων/νος Κανάρης.
Οἱ ἐχθροί του τὸν συκοφαντοῦσαν γιὰ αὐθαιρεσία, ὅταν αὐτοὶ μὲ τὶς αὐθαιρεσίες τους ἐπέφεραν τὸ πολιτικὸ καὶ οἰκονομικὸ χάος. Τὸν κατηγοροῦσαν πὼς ἀναθέτει στὰ ἀδέλφια του Βιάρο καὶ Αὐγουστῖνο σημαντικὲς θέσεις, ὅταν αὐτοὶ τὸν πρόδιδαν καὶ ἀρνιόταν νὰ τοῦ προσφέρουν τὴν παραμικρὴ βοήθεια.
Ὁ Κυβερνήτης ἀντιλαμβάνεται πὼς δὲ θὰ ζήσει γιὰ πολύ, γι᾿ αὐτὸ βιάζεται νὰ πετύχει τοὺς στόχους του. Ἔχει ταυτίσει τὴν ὕπαρξή του μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν λαό της καὶ δὲν καταδέχεται νὰ ἐγκαταλείψει τὸν ἀγῶνα.
Φῆμες κυκλοφοροῦσαν στὸ Ναύπλιο γιὰ τὴν ἐπικείμενη δολοφονία του. Τοῦ φανέρωσαν καὶ τὰ ὀνόματα: Γεώργιος Μαυρομιχάλης (γυιὸς τοῦ Πετρόμπεη), Κων/νος Μαυρομιχάλης (ἀδελφός τοῦ Πετρόμπεη).
Τὸν συμβούλευαν νὰ παίρνει προφυλάξεις, νὰ χρησιμοποιεῖ σωματοφύλακες. Ὁ Καπποδίστριας ἀρνεῖται: «Οἱ Ἕλληνες δὲ θὰ φθάσουν ποτὲ μέχρι τοῦ σημείου νὰ μὲ δολοφονήσουν, θὰ σεβαστοῦν τὴ λευκὴ κεφαλή μου», ἀπαντοῦσε.
Περασμένα μεσάνυχτα. Μιὰ Ἑλληνίδα τρέχει ἐναγώνια στὸ Κυβερνεῖο. Συναντᾶ τὸν Κυβερνήτη ξάγρυπνο, σκυμμένο πάνω σὲ κάποια ἔγγραφα. Ταραγμένη τοῦ μεταφέρει μιὰ τρομερὴ εἴδηση, ποὺ τὴν ἄκουσε ἀπὸ ἕναν Γάλλο ἀξιωματικό. «Δὲν θὰ τολμήσουν νὰ τὸ κάνουν αὐτὸ τὸ ἔγκλημα οἱ Μαυρομιχάλες…», τῆς τονίζει ἀποφασιστικὰ καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴ γαληνεύσει.
Χάραμα τῆς μοιραίας ἐκείνης Κυριακῆς. 27η Σεπτεμβρίου 1831.
Φεύγει ὁ Καπποδίστριας ἀπὸ τὸ «ταπεινὸν Κυβερνεῖον ὄρθρου βαθέος», στὶς 6.00 τὸ πρωΐ, καὶ κατευθύνεται στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος στὸ Ναύπλιο, γιὰ νὰ παρακολουθήσει τὴ Θεία Λειτουργία. Ἀπὸ τότε ποὺ ἀνέλαβε τὸ τιμόνι τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους, ἐκτελεῖ πάντα τὴν ἴδια εὐλογημένη συνήθεια. Δὲν προλαβαίνει ὅμως νὰ μπεῖ στὴν ἐκκλησία κι οἱ σφαῖρες καὶ τὸ μαχαίρι τοῦ Γεωργίου καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη τὸν ρίχνουν κάτω νεκρό.
«Θρηνεῖ ἡ Ἑλλάς, διότι βλέπει ἑαυτὴν χήραν, τὰ τέκνα ὀρφανά… θρηνεῖ διότι ἔχασε τὸ πᾶν».
«Τὰ τελευταῖα βλέμματα τῆς ζωῆς του δὲν ἔσβησαν εἰρηνικὰ ἐπάνω στὶς πράσινες φυλλωσιὲς τῆς Πατρίδας του τῆς Κέρκυρας. Ἔσβησαν ματωμένα ἐπάνω στὴ σπασμένη παραστάδα τῆς πύλης τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, στὸ Ναύπλιο…», σημειώνει γλαφυρὰ ἡ ἱστορικὸς Ἑλένη Κούκκου.
Ὁ Κολοκοτρώνης ὅταν ἔμαθε τὴν ἀπίστευτη εἴδηση βρισκόταν στὴν Τριπολιτσὰ καὶ διηγεῖται: «τὴν αὐγὴν ὅπου τὸ ἔμαθαν οἱ πολίτες τῆς Τριπολιτσᾶς, ἔμειναν νεκροί. Ἄφησαν τὰ ἐργαστήριά τους, τὶς δουλειές τους καὶ ἐπερπατοῦσαν στοὺς δρόμους σὰν τρελοί…».
Σύσσωμος ὁ λαὸς θρηνεῖ γοερὰ τὸν στυλοβάτη καὶ ἀναμορφωτὴ τῆς νέας Ἑλλάδας, τὸν πατέρα καὶ προστάτη τῶν ὀρφανῶν καὶ κατατρεγμένων.
Δακρύβρεχτα τὰ πολυπληθῆ γράμματα, ποὺ καταφθάνουν ἀπὸ πόλεις καὶ χωριὰ στὴ Διοικητικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς Ἑλλάδας. Ὅλα ἀντανακλοῦν τὸν σπαραγμὸ ψυχῆς τοῦ λαοῦ γιὰ τὴν ἀναπάντεχη ὀρφάνια του. Ἐκεῖνα ὅμως ποὺ πιότερο ματώνουν τὴν καρδιὰ καὶ τὴ συγκλονίζουν εἶναι τὰ γράμματα τόσων παιδιῶν, μαθητῶν, ποὺ ζεστάθηκαν ἀπὸ τὸ χάδι καὶ τὴ στοργὴ τοῦ Κυβερνήτη. Νὰ, πῶς ἐκφράζονταν αὐτὰ τὰ χαριτωμένα πλάσματα: «Ἀγαπημένε μας, τρυφερὲ Πατέρα! Μὲ τὸν θάνατό σου σκοτείνιασαν ὅλα γύρω μας. Τὰ λουλούδια μαράθηκαν. Τὰ πουλιὰ σώπασαν. Ὅλα βουβάθηκαν ἀπὸ τὶς δικές μας παιδικὲς καὶ νεανικὲς κραυγές, ποὺ τὶς στέλνουμε στὸν οὐρανὸ μαζὶ μὲ τοὺς λυγμούς μας… Ἐκεῖνοι ποὺ σὲ σκότωσαν θὰ εἶναι γιὰ πάντα καταραμένοι. Γιατί σκότωσαν τὴν ἐλπίδα μας. Σκότωσαν τὴν παρηγοριά μας. Τὴ δύναμη. Τὸ φῶς γιὰ ἕνα καλύτερο αὔριο. Γιατί σκότωσαν ἐσένα, ἀγαπημένε μας Κυβερνήτη – Πατέρα».
Ὁ μεγάλος εὐεργέτης καὶ πιστός του φίλος καὶ μετὰ τὸ θάνατό του Eynard ἔλεγε: «οἱ Ἕλληνες ἀργότερα θὰ καταλάβουν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ἱκανὸς ν᾿ ἀναπληρώσῃ τὴν ἔλλειψιν τοῦ Κόμητος Καπποδίστρια. Ὁ θάνατος τοῦ Κυβερνήτου εἶναι συμφορὰ διὰ τὴν Ἑλλάδα. Εἶναι δυστύχημα Εὐρωπαϊκὸν. Ὁ κακοῦργος ποὺ δολοφόνησε τὸν Καπποδίστριαν, δολοφόνησε τὴν Πατρίδα του».