αρχιμ. Ιακώβου Κανάκη
Είναι επίκαιρο παρά ποτέ το ζήτημα της μετανάστευσης γιατί δεν είναι πλέον μια είδηση που αφορά σε κάποιο μακρυνό κράτος, αλλά σ᾽εμάς τους ίδιους, αφού έφθασε και στην πόρτα μας ή καλύτερα «κατοικεί» στο σπίτι μας. Όμως φαίνεται ότι δεν είχαμε προετοιμαστεί ούτε καν στον νου μας για το θέμα αυτό, το οποίο ζητά εδώ και τώρα μια αντιμετώπιση, μια στάση ζωής από όλους μας.
Με συντομία θα δούμε το σήμερα αφού ανατρέξουμε στο χθες όπου πιθανόν θα βρούμε χρήσιμες πληροφορίες.
Καταρχήν ως προς την ετυμολογία της η λέξη μετανάστευση δηλώνει το πρόσωπο που εγκαταλείπει την πατρίδα του για να εγκατασταθεί κάπου αλλού. Σημειώνουμε ότι ο όρος εμπεριέχει την θέληση του προσώπου αυτού να επιστρέψει στην πατρογονική του εστία. Οι λόγοι που οδηγουν στην μετανάστευση ποικίλουν. Λόγοι οικονομικοί, γεωπολιτικοί, λιμοί-ασθένειες, οικογενειακοί είναι μερικοί από αυτούς. Επίσης διακρίνουμε την έννοια σε εσωτερική και εξωτερική.
Για να εξετάσουμε το θέμα της μετανάστευσης χρειάζεται να πάμε πολύ παλιά, στα χρόνια των πρώτων ανθρώπων, των πρωτοπλάστων. Όντως, αν το σκεφθούμε, οι πρωτόπλαστοι είναι οι πρώτοι που αναχωρούν από τον χώρο τους για να βρεθούν σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, ξένο και άγνωστο σε αυτούς. Αργότερα θα δούμε το ίδιο να συμβαίνει με τον γιό τους τον Κάιν για τον οποίο διαβάζουμε ότι «ἔφυγε ἀπό τό πρόσωπο τοῦ θεοῦ καί ὤκησεν ἐν γῆ Ναίδ κατέναντι τῆς Ἐδέμ» (Γεν. 4,16). Ο κατεξοχήν μετανάστης όμως είναι ο Αβραάμ, ο οποίος έφυγε από την Ουρ της Χαλδαίας μαζί με τον πατέρα του και όλη την οικογένειά τους για να κατοικήσει στην Χαρράν (Γεν. 11,32). Ο λόγος που έγινε αυτή η μετανάστευση ήταν θρησκευτικός. Στην πόλη Ουρ υπήρχε έντονη ειδωλολατρία και διαφθορά που ανάγκασε τον Θάρρα, τον πατέρα του Αβραάμ, να αναζητήσει άλλο τόπο για να διασωθεί ακέραιη η πίστη τους. Εκτός αυτού του παραδείγματος μέσα στην Βιβλική ιστορία έχουμε πολλές περιπτώσεις μεταναστεύσεως λαών για διάφορους λόγους.
Όμως και στα χρόνια της Καινής Διαθήκης έχουμε παραδείγματα μετανάστευσης και πρώτα-πρώτα αυτό συμβαίνει στο πρόσωπο του Χριστού. Είναι ο Ίδιος που από την γέννησή Του ακόμα διώκεται και φεύγει στην Αίγυπτο (Μτ. 2,14). Ο Ίδιος θα ομολογήσει αργότερα: «οὐκ ἔχει πού τήν κεφαλή κλίνῃ» (Μτ. 8,20). Ο Παύλος θέτει παράλληλα το θέμα, μιλώντας για ουράνιο πολίτευμα, που αποτελεί κοινή αναφορά όλων ( Φιλ. 3,20).
Το ζήτημα της μετανάστευσης απαντά στους μαθητές του Χριστού, όπως και σε όσους άλλους θέλησαν να διαδώσουν το μήνυμα της Αναστάσεώς Του. Κοινή η διαπίστωση: «οὐδείς ἔγινε δεκτός στή πατρίδα του» (Λκ. 4,24). Εκτός των βιβλικών περικοπών, στην παγκόσμια ιστορία έχουν καταγραφεί αναρίθμητες περιπτώσεις μεταναστεύσεων.
Ας φθάσουμε όμως στο σήμερα και πιο ειδικά στην κατάσταση της πατρίδας μας στις μέρες μας. Είναι γεγονός ότι ακούγονται διάφορες φωνές για την αντιμετώπιση του ζητήματος των μεταναστών που βρίσκονται στην χώρα. Όπως πάντα οι γνώμες διίστανται και μάλιστα βρίσκονται εντελώς αντίθετες. Το θέμα δεν είναι απλό και έτσι δεν είναι καθόλου απλή η λύση του. Υπάρχουν δύο ζητήματα που απασχολούν την πλειονότητα των Ελλήνων. Το πρώτο είναι η αυθόρμητη, θυσιαστική, συγκινητική προσφορά και βοήθεια στους ανθρώπους αυτούς, όπως επιβάλλει η ελληνική παράδοση και η χριστιανική Πίστη μας και το δεύτερο είναι η αγωνία μήπως η βοήθεια αυτή στραφεί εναντίον μας προϊόντος του χρόνου. Ενώ σε όλους όμως υπάρχει κάποιος φόβος πρέπει να υπερισχύσει το πρώτο. Εκτός από την στάση της πολιτείας που πρέπει να είναι συνετή και προς το συμφέρον της πατρίδας μας υπάρχει η συνείδησή μας, η ανθρωπιά μας που δεν μπορούν να σιωπήσουν όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, έστω και αν υπάρχει δόλιο σχέδιο. Ο Θεός δεν είναι αυτός που λέει πάντα την τελευταία λέξη; Αυτός δεν κατευθύνει την ανθρώπινη ιστορία έστω και μέσα από τις λανθασμένες επιλογές μας; Το ίδιο θα γίνει και τώρα, φθάνει να το πιστεύουμε. Ας ανησυχούμε περισσότερο για εμάς και όχι τόσο για τους ξένους του τόπου μας. Η αγωνία μας ας είναι αν πράγματι πιστεύουμε ορθά, αν ζούμε την Πίστη μας ή αν την έχουμε μόνο ως ιδεολόγημα στην ζωή μας, που δεν αφορά στον καθημερινό μας βίο. Η πίστη μπορεί να λιώσει και το σίδερο, αν την ζούμε στην καρδιά μας και τα πρόσωπά μας την ακτινοβολούν. Είναι όμως αρκούντως φωτεινά αυτά για να ελκύουν τους αλλόδοξους στην Αλήθεια του Χριστού; Μήπως αντ᾽ αυτού αδιαφορούμε ή και εκμεταλλευόμαστε τον ανθρώπινο πόνο; Το ζήτημα της μετανάστευσης θα φανερώσει πολλά κενά και παθογένειες της εμπαθούς κοινωνίας μας. Θα δοκιμαστούμε σε πολλά, θα δοκιμαστούν και οι αντοχές μας. Όμως δεν μπορούμε παρά να δώσουμε την καλή μαρτυρία μας και τα υπόλοιπα είναι στα χέρια του Θεοῦ.