Αίρεση, ο μεγάλος κίνδυνος

AIRESEIS

Αντώνιος Ουρεϊλίδης

Σκοπός (μοναδικός) της ζωής μας, είναι η απόκτηση της «βασιλείας των ουρανών». «Ζητείτε πρώτα την βασιλεία του Θεού…», λέγει ο Χριστός στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιό Του. Ο θείος Παύλος μάς παρακινεί: «μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε» [Φιλιπ. β΄12]. Επίσης, είπε ο Θεός: «Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί» [Α’ Πέτρ. α΄ 16]. Με το νου μας προς τον Θεό, πορευόμαστε στην Οδό [Ιω. ιδ΄6], για να αξιωθούμε, με την χάρη του αγίου Πνεύματος να τερματίσουμε στον Παράδεισο. Ανασχετήρας στην πορεία αυτή καθίσταται η αίρεση, η οποία αποκόπτει την σωτήρια πορεία μας. Γι’ αυτό είναι επικίνδυνη και γι’ αυτό αντιμετωπίστηκε από τον Ιησού και όλους τους αγίους με την ανάλογη αυστηρότητα, που φυσικά προκύπτει από την απόλυτη αγάπη, τον Θεό.

Αίρεση, κατά την Αγία Γραφή, είναι διδασκαλία δαιμονίων και εμπνέεται από τα πονηρά πνεύματα [Α΄Τιμ. δ΄1]. Κατά την Ασκητική Γραμματεία γενικώς, ο ίδιος ο διάβολος έφερε στον κόσμο κάθε κακοδοξία και αίρεση, ενώ, κατά τον στύλο της Ορθοδοξίας Μ. Αθανάσιο, η αίρεση «ουκ εστί των αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου και μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η των ημιόνων». Με το ίδιο πνεύμα αυτού του χωρίου οι πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων χαρακτηρίζουν τους αιρετικούς ως φρενοβλαβείς (πνευματικώς). […] Η αίρεση συνδέεται άρρηκτα με την πλάνη στην διττή εκδοχή της, την εκτροπή δηλαδή από την αλήθεια καθεαυτήν και την εκτροπή από το πλήρωμα της ζωής. […] Και όποιος πλανάται, ούτε στον τελικό σκοπό φθάνει, αφού είναι εκτός οδού, ούτε την ασφάλεια της οδού γεύεται, πορευόμενος με τρόπους ζωής αλλοτρίους και αλλοτριωτικούς της όντως και υγιούς ζωής1 .

Ο ίδιος ο Κύριός μας, άλλωστε, έδωσε έμφαση στο μεγάλο αυτό ζήτημα, προειδοποιώντας: «προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δε εισί λύκοι άρπαγες» [Ματθ. ζ΄ 15]. Προειδοποίησε επίσης, το πλήρωμα της Εκκλησίας Του, ότι: «πολλοί ψευδοπροφήται εγερθήσονται και πλανήσουσι πολλούς» [Ματθ. κδ΄11]. Έδωσε μάλιστα, εντολή στους αποστόλους, να πορευθούν, να κάνουν μαθητές «πάντα τα έθνη» και να τους διδάξουν να τηρούν όλα όσα είπε [Ματθ. κη΄ 19-20].

Ο απόστολος Παύλος λέγει εις διπλούν: «Δεν υπάρχει όμως άλλο ευαγγέλιο. Υπάρχουν μόνο μερικοί που σας αναστατώνουν και θέλουν να διαστρεβλώσουν το ευαγγέλιο του Χριστού. Αλλά κι αν εμείς ή ακόμη κι ένας άγγελος από τον ουρανό σάς κηρύξει ευαγγέλιο διαφορετικό από το ευαγγέλιο που σας κηρύξαμε, να είναι ανάθεμα!» [Γαλ. α΄7-8]. Ο απόστολος Πέτρος προειδοποιεί: «…ανάμεσά σας θα υπάρξουν ψευδοδιδάσκαλοι, που θα διασπείρουν αιρετικές διδασκαλίες που οδηγούν στην απώλεια» [Β΄Πέτρ. β΄1], και μάλιστα τους ονομάζει «κατάρας τέκνα» [Β΄Πέτρ. β΄14]. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει σχετικά: «πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού Θεόν ουκ έχει· ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον πατέρα και τον υιόν έχει. ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει, μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» [Β΄Ιω. 9-11]. Συνεχίζοντας με τους μεγάλους πατέρες της Εκκλησίας, παρατηρούμε ότι και αυτοί χρησιμοποιούν βαρείς χαρακτηρισμούς για την αίρεση και τους αιρετικούς. Ο Μ. Αθανάσιος χαρακτηρίζει τους αιρετικούς ως εχθρούς και αρνητές της αλήθειας, ενέργημα του διαβόλου και προδρόμους του Αντιχρίστου2. Ο Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει την αίρεση ως «ξετσίπωτη και μισάνθρωπη»3, «βδελυρά σοφίσματα»4, «μεγάλη ύπουλη ασέβεια»5. Ο Μ. Αντώνιος, μπαίνοντας στην Αλεξάνδρεια, για να ενισχύσει τους πιστούς έναντι των Αρειανών, τους παρήγγειλε, ούτε «κοινωνίαν έχειν τινά προς τους Αρειανούς», ούτε «την κακοπιστίαν αυτών έχειν», θεωρώντας την «φιλία» και «ομιλία» μαζί τους ως «βλάβη» και «απώλεια ψυχής» 6.

Είμαστε αυστηροί προς την αίρεση, αγαπάμε όμως τους συνανθρώπους μας που πλανήθηκαν, και παρακαλούμε τον Θεό να τους φωτίσει ώστε να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία και να γίνει πανήγυρις στον ουρανό και στην γη. Όσο αφορά δε στη διαφορά αμαρτίας και αίρεσης, αξιολογικώς η αίρεση βρίσκεται πάνω από κάθε ηθική αμαρτία του ανθρώπου. Και ο λόγος είναι απλός. Η αίρεση χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό. Στο Γεροντικό αναφέρεται, ότι ο άγιος Αγάθων, ενώ δεν δυσανασχέτησε, όταν κατηγορήθηκε άδικα για ηθικά παραπτώματα, δεν

αποδέχτηκε την εις βάρος του κατηγορία επί αιρέσει. Και επεξηγώντας την στάση του, παρατήρησε: «το δε αιρετικός, χωρισμός εστι από του Θεού». Τον χωρισμό των πιστών από τον Θεό πιστοποιεί και θεσμικώς η Εκκλησία στις Οικουμενικές Συνόδους με τους αφορισμούς και τα αναθέματα σ’όσους δεν αποδέχονται την εν αγίω Πνεύματι δογματική απόφανσή της7.

Η Πίστις είναι το θεμέλιο στη ζωή του Χριστιανού. Ορθή Πίστη και Ορθή Πράξη οδηγούν με τη Χάρη του Θεού στη σωτηρία. Γι’ αυτό ο Χριστιανός πρέπει να γνωρίζει, για να βρίσκεται σε εγρήγορση και να αποφεύγει τις κακοτοπιές. Πρέπει όμως να γνωρίσει την Αλήθεια και ο συνάνθρωπός μας που βρίσκεται στην πλάνη της αιρέσεως. Ο γέρων Παΐσιος ο αγιορείτης, ο προσφάτως ανακηρυχθείς άγιος, είπε, με τον δικό του τρόπο: Άλλοι πάλι… από «καλωσύνη» λένε: «Στους αιρετικούς μη λέτε ότι είναι στην πλάνη, για να δείξουμε αγάπη». Και έτσι τα ισοπεδώνουν όλα. Αν ζούσαν αυτοί τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού, δεν θα είχαμε ούτε έναν Άγιο. Έλεγαν τότε στους Χριστιανούς: «Ρίξε μόνο λιβάνι στην φωτιά και μην αρνήσαι τον Χριστό». Δεν το δέχονταν. «Κάνε μόνον πως ρίχνεις». Δεν το δέχονταν. «Μη μιλάς για τον Χριστό και πήγαινε ελεύθερος σε άλλο μέρος», και δεν το δέχονταν. Σήμερα βλέπεις έναν νερόβραστο κόσμο»8.

Είναι δύσκολο να ομολογείς την αλήθεια· κάποιες φορές είναι σκληρή. Ευκολότερο είναι να «χαϊδεύεις αυτιά». Ευκολότερο, αλλά όχι συμφερότερο. Καθώς λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «Ούτε το φως θα γίνει ποτέ σκοτάδι, όσον εξακολουθεί να είναι φως, ούτε η αλήθεια των δογμάτων της Πίστεώς μας μπορεί να αμφισβητηθή, γιατί είναι αλήθεια και δέν υπάρ-χει τίποτε ισχυρότερον από την αλήθεια»9. Η αλήθεια αυτή είναι πρόσωπο, είναι ο Χριστός, που περιμένει με αγάπη και υπομονή την επιστροφή όλων των αιρετικών στο σώμα της Εκκλησίας Του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ:

1,2. Δημ. Ι. Τσελεγγίδη, Ορθόδοξη Θεολογία και ζωή, Θεσσαλονίκη 2005.

3,4,5. Μ. Βασιλείου, Επιστολές και άλλα κείμενα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1980.

6,7. Δημ. Ι. Τσελεγγίδη, Ορθόδοξη Θεολογία και ζωή, Θεσσαλονίκη 2005.

8. Γέροντος Παϊσίου Αγιορειτου, Λόγοι Β΄ Πνευματική Αφύπνιση, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1999.

9. Π. Μ. Σωτήρχος, http://agathan.wordpress.com