Ἀρετῆς Τσιώλη,
Δασκάλας
Τὸ ὄνομά μου εἶναι Ἀρετὴ καὶ εἶμαι ἀπὸ τὰ Τρίκαλα.
Μέχρι τὴν ἡλικία τῶν 10 χρόνων δὲν ἤξερα ὅτι γιορτάζω καὶ συνέχεια παραπονιόμουν στοὺς γονεῖς μου γιατί δὲ μοῦ δώσανε ὄνομα ποὺ νὰ γιορτάζει.
Ἀκόμη καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι κάθε χρόνο γιόρταζα τὰ γενέθλιά μου δὲν μὲ ἱκανοποιοῦσε, γιατί ἤθελα νὰ γιορτάζω στὴν ὀνομαστική μου ἑορτή.
Ἦταν 3 Δεκεμβρίου ὅταν εἶδα στὸ ὄνειρό μου πότε γιορτάζω. Ὀνειρεύτηκα ὅτι βρισκόμουν ψηλά, ἀνάμεσα στὰ σύννεφα καὶ καθισμένη στὰ γόνατα ἔκλαιγα γιατί δὲν εἶχα γιορτή.
Ξαφνικὰ καὶ ἐνῷ ἔκλαιγα, εἶδα νὰ ἔρχεται πρὸς τὸ μέρος μου μία μαυροφορεμένη γυναίκα καὶ στὰ χέρια της νὰ κρατάει δῶρα. Τότε ἐγὼ τὴ ρώτησα:
«Σὲ ποιὸν τὰ πηγαίνεις αὐτὰ τὰ δῶρα;»
«Τὰ φέρνω σὲ σένα γιατί γιορτάζεις» μοῦ ἀπάντησε.
«Μὰ ἐγὼ δὲν ἔχω γιορτὴ» τῆς εἶπα.
«Γιορτάζεις. Καὶ γιορτάζεις τὴν 1 Δεκεμβρίου» μοῦ ἀποκρίθηκε καὶ χάθηκε.
Ὕστερα ἐγὼ ξύπνησα καὶ μὲ μεγάλη λαχτάρα ἔτρεξα στὴ μητέρα μου καὶ τῆς διηγήθηκα τὸ ὄνειρο ποὺ εἶχα δεῖ. Τότε ἡ μητέρα μου πῆρε ἀμέσως τὸ ἡμερολόγιο καὶ εἶδε ὅτι τὴν 1η τοῦ Δεκέμβρη γιορτάζουμε τὸν ἅγιο Φιλάρετο τὸν ἐλεήμονα, ὁ ὁποῖος, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ τὸ ὄνομα του, ὑπῆρξε μέγας ἐραστὴς τῆς ἀρετῆς.
Τὴν ἴδια ἡμέρα ἑορτάζουν καὶ ἡ Φιλαρέτη καὶ ἡ Ἀρετή. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, κάθε χρόνο τὴν 1η Δεκεμβρίου γιορτάζω καὶ σηκώνω Ὓψωμα πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου Φιλαρέτου.-