Ηρακλής Ρεράκης
Καθηγητής Παιδαγωγικής –Χριστιανικής Παιδαγωγικής
της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Ένα Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) στα Θρησκευτικά, που αφορά στους μαθητές της χώρας οφείλει να έχει άμεση συνάφεια με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, η οποία και αποτελεί την κυριαρχούσα στην Ελλάδα θρησκευτική πίστη, λόγω του συντριπτικού ποσοστού θρησκευτικής ομοιογένειας του ελληνικού λαού. Τα παιδιά, ωστόσο, με τα νέα ΠΣ διδάσκονται ύλη, που αποτελείται από μείγμα θρησκειών και κοσμοθεωριών και, φυσικά, δεν εκφράζει, αλλά αλλοιώνει σε υπερβολικό βαθμό τη δομή και το περιεχόμενο της ορθόδοξης πίστης και διδασκαλίας, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί στη λατρεία, τη ζωή, την παιδεία και τον πολιτισμό των Ελλήνων. Το όλο εγχείρημα του νέου ΠΣ, ούτε από πλευράς θεολογικής ούτε από πλευράς ψυχοπαιδαγωγικής σχετίζεται με τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Επιπλέον, όμως, τραυματίζει και σχεδόν μηδενίζει την ανάπτυξη της θρησκευτικής τους συνείδησης μέσα από την απέραντη σύγχυση που δημιουργεί, λόγω της αλλόκοτης πολυθρησκειακής του δομής και διδασκαλίας, που δεν ανταποκρίνεται και δεν αντιστοιχεί ούτε στο αναπτυξιακό πνευματικό τους επίπεδο ούτε στις πολιτισμικές και θρησκευτικές τους προϋποθέσεις και εμπειρίες.
Πολλές φορές έχουμε τονίσει πως οτιδήποτε προσφέρεται στον Έλληνα μαθητή είναι ανάγκη να συνάδει με το πολιτισμικό πλαίσιο του τόπου του, που το πιο μεγάλο και πιο σημαντικό κομμάτι του αποτελεί η ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Το ελληνικό κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον, εκτός των άλλων, είναι ζυμωμένο και διαποτισμένο, δια μέσου των αιώνων, όχι μόνον πολιτισμικά και θρησκευτικά αλλά και ιστορικά, με τον τρόπο ζωής, την πίστη, το πνεύμα, το ήθος και τα πρότυπα της Ορθοδοξίας. Τα ελληνόπουλα, από μικρά παιδιά, δέχονται και βιώνουν τις ορθόδοξες πνευματικές εμπειρίες, τις αρετές και τα πρότυπα που εγκαθίστανται, με γονιδιακό τρόπο, μέσα στις ψυχές τους και αυτή η ισχυρή επίδραση αποτελεί καθοριστικό και προσδιοριστικό παράγοντα της πνευματικής, κοινωνικής και πολιτισμικής τους εξέλιξης. Είναι γνωστό στην Παιδαγωγική ότι με βάση τη λειτουργία της προσαρμοστικότητας, το παιδί, αφενός εξοικειώνεται σε δοκιμασμένους τρόπους και στάσεις συμπεριφοράς, που εξάγονται από το κοινωνικοπνευματικό, θρησκευτικό και πολιτισμικό πλαίσιο ανατροφής και αποτελούν αφετηριακό παράγοντα για τη μεταγενέστερη ανάπτυξη της ταυτότητάς του. Υπάρχουν δηλαδή για κάθε παιδί ενεργά πρότυπα, τα οποία, σύμφωνα με τη θεωρία του δεσμού, αποτελούν τα νοητικά και κοινωνικά σχήματα, που ήδη, από την περίοδο της νηπιακής ηλικίας, επηρεάζουν καθοριστικά τη μετέπειτα ζωή του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οφείλει το σχολείο να αναπτύσσει περαιτέρω την προσωπικότητα του παιδιού και να το προετοιμάζει για τη ζωή.
Αποτελεί λάθος του σχολείου, όταν δεν λαμβάνει υπόψη, στη διαδικασία της αγωγής, το ρόλο του πλαισίου, διότι το πλαίσιο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη γνώση και τα εσωτερικά βιώματα του ανθρώπου. Σε όλες τις χώρες του κόσμου, όταν ασχολούνται με Προγράμματα Σπουδών, λαμβάνουν υπόψη το πλαίσιο μέσα στο οποίο μεγαλώνουν και ανατρέφονται τα παιδιά. Έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, θα ήθελα να συστήσω στον νυν Υπουργό Παιδείας να αποσύρει άμεσα τα ακατάλληλα και επικίνδυνα Προγράμματα για τα Θρησκευτικά, αφού λάβει υπόψη επιτέλους το ρόλο του ορθόδοξου χριστιανικού πλαισίου, που αφορά στα ορθόδοξα παιδιά. Θα πρέπει να αντιληφθεί ο κ. Υπουργός ότι τα Προγράμματα Θρησκευτικών που θέλει να επιβάλει βρίσκονται αντιμέτωπα στην πράξη με το καταγεγραμμένο στις ψυχές των παιδιών πολιτισμικό πλαίσιο, που εκτός των άλλων περιέχει και τα στοιχεία της θείας χάριτος και της πίστεως που έλαβαν με το Άγιο Βάπτισμα και το Άγιο Χρίσμα. Αν θέλει να μάθει ο κ. Υπουργός τι σημαίνει η δύναμη της πίστεως, την οποία, στην ουσία, πολεμά με τα νέα Θρησκευτικά, ας μελετήσει τα ισχνά αποτελέσματα, που βλέπουμε όλοι σήμερα ότι είχε η επί 70 συνεχόμενα χρόνια αθεϊστική προπαγάνδα και διδασκαλία στα σχολεία των κρατών που ακολούθησαν τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Θα πρέπει να ξανασκεφτεί, μήπως κάνει μεγάλο λάθος, όταν πιστεύει ότι σε ένα κράτος δημοκρατικό θα πετύχει το σχέδιό του για επιβολή του άθρησκου σχολείου, μέσω διοικητικών ελέγχων, και διώξεων των Θεολόγων που αρνούνται, λόγω συνειδήσεως, να συμμορφωθούν στα παράνομα Προγράμματα που σχεδίασε, έχοντας στο πλευρό του κάποιους ελάχιστους θεολόγους που τον ακολουθούν ή χρησιμοποιώντας ως μέσο το μέτωπο εχθρότητας και αντιπαλότητας που ο ίδιος άνοιξε ανάμεσα στην πολιτεία και στην Εκκλησία;
Μήπως κάνει επίσης λάθος, αν νομίζει ότι με τη μετατροπή του ρόλου των Συμβούλων σε ρόλο επιθεωρητών, θα εκφοβίσει και θα λυγίσει τους Θεολόγους να αρνηθούν την ορθόδοξη πίστη τους και να μετατραπούν σε διδασκάλους μιας αντιχριστιανικής αγωγής, όπως αυτήν που επιχειρεί να επιβάλλει στα σχολεία; Θα πρέπει να καταλάβει ότι οι θεολόγοι αρνούνται, λόγω συνειδήσεως και δεν μπορούν να διδάξουν παράνομα, αντιχριστιανικά και αντιπαιδαγωγικά Προγράμματα, που δεν τους εκφράζουν και ότι αυτή η νέα σχέση απειλών και εκβιασμών, που ανοίγει με εκπαιδευτικούς που υπηρετούν την παιδεία της ελληνικής συνταγματικής πολιτείας, επιβουλεύεται την ελευθερία και τη δημοκρατία και μας θυμίζει την εποχή της δικτατορίας του Προλεταριάτου. Καλό είναι ο νυν υπουργός παιδείας να μην διασπά την κοινωνική συνοχή των Ελλήνων σε καιρούς χαλεπούς για τη χώρα ούτε να επαναλαμβάνει τα λάθη των ηγετικών στελεχών του αποτυχημένου υπαρκτού σοσιαλισμού κατά την περίοδο 1917-1987. Τότε, ήλπιζαν οι φανατισμένοι ιδεολόγοι της δικτατορικής βίας, ότι με τα απίστευτα για την αγριότητά τους μέσα, τις διώξεις, τις φυλακίσεις, τις εξορίες, τις προπαγάνδες, τα μαρτύρια που ασκήθηκαν εναντίον πιστών κληρικών, λαϊκών και εκπαιδευτικών της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα μπορούσαν να αλλάξουν την πίστη των λαών και να επιβάλουν την αθεΐα. Τώρα ο νυν Υπουργός παραγγέλλει στους Συμβούλους να του καταγγείλουν όσους Θεολόγους αρνούνται να εφαρμόσουν την βλαπτική για τις ψυχές των παιδιών πολυθρησκειακή διδασκαλία των Προγραμμάτων που τους επιβάλλει. Τότε, με τη δικτατορία του προλεταριάτου επιβλήθηκε ένα άθεο κράτος και ένα άθεο σχολείο, τώρα ο νυν Υπουργός με τα πρωτοπαλίκαρά του, τους καιροσκόπους θεολογούντες που τον στηρίζουν θέλουν να πετύχουν, μέσω της επιβολής της πολυθρησκειακής κατηχήσεως, το ουδετερόθρησκο κράτος και το ουδετερόθρησκο σχολείο.
Και, βέβαια, δεν εκπλήσσεται κανείς από τα έργα και τις ημέρες του νυν Υπουργού. Το λυπηρό είναι να βλέπει κανείς κάποιους «θεολόγους» να σπεύδουν, με υπερβάλλοντα ζήλο και να ακολουθούν τέτοιες μεθόδους και τέτοιους σχεδιασμούς σε βάρος του χριστιανικού μαθήματος των Θρησκευτικών, υποστηρίζοντας, μάλιστα, αφενός ότι αυτό που σχεδιάζουν με τον κ. Υπουργό (που καθημερινά ισχυρίζεται ότι σχεδιάζει το ουδετερόθρησκο σχολείο) είναι -άκουσον άκουσον- ορθόδοξο μάθημα και αφετέρου ότι αυτό το κάνουν για την αναβάθμισή του. Αναβάθμιση, βέβαια, εννοούν στην ουσία, όπως πολλάκις με ατράνταχτα στοιχεία υποστηρίχτηκε, την αποορθοδοξοποίηση του μαθήματος, προκειμένου να έχει τέτοιο πολλαπλό και πολυθρησκειακό χαρακτήρα και περιεχόμενο, που να μπορεί να υπηρετεί τόσο τη θρησκευτική, ομοιομορφία και ομογενοποίηση της καταρρέουσας παγκοσμιοποίησης όσο και τη νεομαρξιστική αθεΐα και ουδετερότητα κάποιων νοσταλγών του Μαρξισμού. Λυπάται κανείς, διότι ορισμένοι από αυτούς τους «θεολόγους» είναι και διδάκτορες Θεολογίας που, όταν πήραν το διδακτορικό τους από τη Θεολογική Σχολή, υποσχέθηκαν με το χέρι στο Ευαγγέλιο, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω: «Τα δόγματα της Ορθοδόξου ημών Ανατολικής Εκκλησίας εσαεί τηρήσειν ακέραια και ακίβδηλα, ταις θείαις Γραφαίς αυτώ τε τω Ιερώ Ευαγγελίω και ταις των Αποστόλων διδασκαλίαις και τοις των επτά Οικουμενικών Συνόδων θεσπίσμασιν απαρατρέπτως επόμενος και μηδέν τούτοις αντίδοξον, μηδ’ απηχές, μηδ΄ αλλότριον, μηθ’ετέρους μητ’αυτός αποδέξασθαι». Μάλλον θα πρέπει να θυμηθούν ότι ο Χριστός καλεί όλους μας σε μετάνοια!