ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Οι τέσσερις Ευαγγελιστές απολαμβάνουν ιδιαιτέρας τιμής στην Εκκλησία, διότι, μαζί με τους υπόλοιπους συγγραφείς των βιβλίων της Αγίας Γραφής, αποτέλεσαν τα όργανα του Αγίου Πνεύματος, για την καταγραφή της θείας αποκάλυψης, για τη σωτηρία του κόσμου. Ένας από αυτούς είναι ο άγιος ευαγγελιστής και απόστολος Ματθαίος.
Ήταν εβραίος στην καταγωγή και γιός του Αλφαίου (όχι του πατέρα του Ιακώβου). Το όνομά του σημαίνει «δώρο Θεού», δηλαδή Θεοδώρητος. Όμως στους Ευαγγελιστές Μάρκο (12,14) και Λουκά (5,27) αναφέρεται με το όνομα Λευί ή Λεβυΐς, καθότι οι Εβραίοι συνήθιζαν να έχουν περισσότερα του ενός ονόματα. Το ότι χρησιμοποιεί το όνομα Ματθαίος στο δικό του Ευαγγέλιο, σημαίνει, σύμφωνα με κάποιους μελετητές, το πρώτο του όνομα ήταν Λευί, αλλά όταν συνάντησε το Χριστό και Τον ακολούθησε, άλλαξε ο ίδιος το όνομά του σε Ματθαίος (= δώρο Θεού), ως δείγμα ευγνωμοσύνης στο Θεό και έκτοτε διατήρησε σε όλη του τη ζωή αυτό το όνομα.
Ασκούσε το επικερδές επάγγελμα του τελώνη, δηλαδή του φοροεισπράκτορα. Κατοικούσε στην Καπερναούμ, η οποία ανήκε διοικητικά στον Ηρώδη και τους φόρους τους εισέπραττε ο εκείνος και όχι οι Ρωμαίοι. Αυτό σημαίνει ότι ήταν πιθανόν υπάλληλος του Ηρώδη και δεν είχε δική του φοροεισπρακτική εταιρεία. Γνώριζε πολύ καλά την αραμαϊκή και την ελληνική γλώσσα, διότι στην περιοχή μιλούσαν την ελληνική. Γενικά οι τελώνες θεωρούνταν μισητά πρόσωπα από το λαό, για τις κλοπές, τους εκβιασμούς, και την τοκογλυφία που ασκούσαν. Επειδή θεωρούνταν άνθρωποι αμαρτωλοί, απέφευγαν τη συναναστροφή μαζί τους και ως εκ τούτου οι τελώνες συναναστρέφονταν μόνο μεταξύ τους.
Φαίνεται πως ο Ματθαίος δεν είχε φθαρεί εντελώς από το αμαρτωλό επάγγελμα που ασκούσε και ήταν ευσεβής άνθρωπος και περίμενε με πάθος τον Μεσσία. Πιθανόν να είχε ακούσει γι’ Αυτόν και τα θαύματά του και γι’ αυτό Τον ακολούθησε με προθυμία. Όπως μας διηγείται ο ίδιος ο Ματθαίος στο Ευαγγέλιό του, ο Κύριος σε μια από τις περιοδείες του στην Καπερναούμ, ενώ βάδιζε στην οδό, «είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον» (Ματθ.9,9). Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Ματθαίος. Και συνεχίζει: «και λέγει αυτώ, ακολούθει μοι. Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ» (Ματθ.9,9). Ο πλούσιος τελώνης Ματθαίος υπάκουσε στην κλήση του Κυρίου, παράτησε την επικερδή εργασία του και Τον ακολούθησε, γενόμενος ένας από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές Του.
Για να δείξει στο Χριστό την ευγνωμοσύνη του για την τιμή που του έκανε, να τον χρίσει μαθητή του, ετοίμασε πλούσιο γεύμα και Τον κάλεσε στο σπίτι του. Ο δε Χριστός εκφράζοντας την ευαρέσκειά Του στον Ματθαίο αποδέχτηκε και κατέλυσε στην οικία του. Ο Ματθαίος κάλεσε επίσης στο τραπέζι και πολλούς φίλους του τελώνες και αμαρτωλούς. Ίσως τους κάλεσε να γνωρίσουν τον Διδάσκαλο και να μετανοήσουν όπως αυτός. Αλλά το γεγονός αυτό σκανδάλισε τους υποκριτές Φαρισαίους, οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία, προσπαθώντας να Τον μειώσουν στα μάτια των μαθητών Του, λέγοντες, «διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκαλος υμών;», για να πάρουν την αποστομωτική και γεμάτη σημασία απάντηση από τον Κύριο, «ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες … ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ.9,11-13). Σε αυτόν τον μικρό διάλογο ο Χριστός αποκάλυψε τον σκοπό της ενανθρωπήσεώς Του, ο οποίος είναι η θεραπεία των αμαρτωλών από την πνευματική νόσο της αμαρτίας.
Ακολούθησε λοιπόν πιστά τον Κύριο και έζησε κοντά Του με ταπείνωση και αφάνεια, αφού δεν φαίνεται πουθενά αλλού το όνομά του στην Καινή Διαθήκη. Έζησε όλα τα σωτήρια γεγονότα από κοντά και ιδίως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη του Κυρίου. Μαζί με τους άλλους αποστόλους φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και έλαβε μέρος στην Αποστολική Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ. Χ.).
Ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για την κατοπινή του ζωή. Αρχαιότατη παράδοση αναφέρει ότι διακρίνονταν από τους άλλους αποστόλους στον ασκητικό του βίο. Σύμφωνα με μαρτυρία του Κλήμεντα Αλεξανδρέα, έτρωγε καρπούς και λάχανα και ουδέποτε κρέας. Στάλθηκε από τους άλλους αποστόλους να διδάξει το Ευαγγέλιο κατά προτίμηση στους Εβραίους, τους ομόφυλους του σε όλη την Παλαιστίνη. Να τους πείσει ότι στο Πρόσωπο του Ιησού, που απέρριψαν και θανάτωσαν, πραγματοποιήθηκαν όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Μάλιστα για το σκοπό αυτόν έγραψε και το ομώνυμο Ευαγγέλιό του.
Όμως κήρυξε το Ευαγγέλιο με πάθος και ζήλο και στους Εθνικούς. Κήρυξε στη Μακεδονία, στην Αιθιοπία, στην Περσία, Μηδία και Παρθία. Στην Αιθιοπία κατέστησε πρώτο επίσκοπο τον ακόλουθό του Πλάτωνα και βάπτισε το γιο του πρίγκιπα της χώρας και γι’ αυτό συνελήφθη και υπέστη μαρτυρικό θάνατο. Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, του Νικηφόρου Καλλίστου, κήρυξε σε μια άγνωστη φυλή απολίτιστων ανθρωποφάγων, όπου συνελήφθη από τον βασιλιά τους, Φουλβιανό και υπέστη μαρτυρικό θάνατο. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει την πληροφορία ότι «ετελειώθη διά του πυρός υπό των απίστων» στην Ιεράπολη της Συρίας. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Νοεμβρίου.
Ο Ματθαίος, όπως προαναφέραμε, συνέγραψε το ομώνυμό του Ευαγγέλιο, αρχικά στην εβραϊκή γλώσσα, για τον ευαγγελισμό και χρήση των εξ’ Εβραίων Χριστιανών. Αργότερα το μετέφρασε ο ίδιος στην ελληνική, για τους εξ εθνών Χριστιανούς. Ενώ όμως το Ευαγγέλιο στην εβραϊκή χάθηκε ενωρίς, αντίθετα το Ευαγγέλιο στην ελληνική διατηρήθηκε και αποτέλεσε μέρος του «κανόνα της Καινής Διαθήκης» και είναι το πρώτο βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Διακρίνεται για την σαφήνειά του και τη χάρη του. Παραθέτει πλήθος προφητικών χωρίων της Παλαιάς Διαθήκης, τα οποία βρήκαν την εκπλήρωσή τους στον Ιησού Χριστό. Κύριο μέλημά του ήταν να αποδείξει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.