ΔΥΣΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ

Ἱερὸν Κελλίον Μπουραζέρη Ἁγ. Νικολάου

Εἶναι ἕνας χαρακτηρισμὸς ποὺ καὶ παλιὰ ἔδιναν οἱ ἄνθρωποι στὴν ἐποχή τους ἀναπολώντας τὰ περασμένα. Δὲν εἶναι ὅμως ἀρκετός, πιστεύουμε, γιὰ νὰ ἐκφράση τὴν σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα. Τὰ γεγονόντα αὐτὰ καθεαυτά, ἡ μεταξύ τους σχέση, ἡ σύγκλιση, ἡ ἔκταση καὶ ἡ ταχύτητα μὲ τὴν ὁποία ἐξελίσσονται ἀναγκάζουν πολλοὺς νὰ τὴν δοῦν ὡς ἀποκαλυπτική. Ἡ προχωρημένη καὶ γενικευμένη κρίση ποὺ ἐπικρατεῖ σὲ ὅλα τὰ πεδία -εἶναι περιττὸ νὰ τὰ ἀπαριθμήσουμε- δὲν ἔχει αἴτια οἰκονομικά, πολιτικά, ἀλλὰ πνευματικὰ καὶ φανερώνει ὅτι πίσω ἀπὸ τοὺς ὁρατοὺς κρύβεται ὁ ἀόρατος ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀνθρωπότητος.
Αὐτὸς ὅμως δὲν εἶναι παρὰ ἕνα ἀπὸ τὰ κτίσματα, ἱκανότερο βέβαια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο νὰ κάνη τὸ κακό, ὡς πνεῦμα πονηρό, ἀδύναμο ὅμως ἐμπρὸς στὸν Δημιουργὸ καὶ Κτίστη τῶν ἁπάντων. Γι’ αὐτό, καὶ ἂν τὸν συναντήση μὲς στὸν ἄνθρωπο, φεύγει μακριὰ καὶ τὰ σχεδιά του ματαιώνονται. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ χρησιμοποιεῖ ὅλα τὰ μέσα γιὰ νὰ ἁλώσει ἰδιαίτερα τὶς ὀρθόδοξες χῶρες, ὥστε, καὶ ἂν αὐτὲς εἶναι μικρὲς καὶ ἀδύναμες σὰν τὴν Ἑλλάδα μας. Τὸν φοβίζουν ὅσο τίποτε ἄλλο οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ λαοὶ ποὺ ἔχουν μέσα τους Χριστό, γι’ αὐτό, στὴν ὕστατη προσπάθειά του νὰ ἀπομακρύνει τὴ Χάρη ποὺ ἔλαβαν μὲ τὸ Βάπτισμα  καὶ τὸ Χρίσμα, ἔχει ἐπιστρατεύσει ὅλη του τὴν πονηρὶα καὶ τοὺς πιὸ ἔμπιστους συνεργάτες του.
Μὴν παρασυρθοῦμε ὡστόσο ἀπὸ τὰ κατορθώματα ποὺ ἔχει νὰ ἐπιδείξη στὴν ἐποχή μας καὶ τὸν θεωρήσουμε κυρίαρχο τῶν πάντων. Ὁ μόνος Δυνατὸς, ὁ Παντοκράτωρ εἶναι μαζί μας, μέσα μας, ὅταν βέβαια τὸν ἀκολουθοῦμε ἀπαρνούμενοι τὸν ἑαυτό μας καὶ γινόμαστε μέλη ζωντανὰ τοῦ Σώματός του, τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα, ἂν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς καὶ τὸ παράδειγμά Του νὰ γινόμαστε μέτοχοι τῆς  Χάριτος τοῦ Ἁγίου Του Πνεύματος ἡ ὁποία ἀνασταίνει  τὶς ψυχὲς ἀπὸ τώρα καὶ θὰ δοξάση τὰ ἀναστημένα σώματα στὴν Δευτέρα Παρουσία Του. Ἐμεῖς ἀδικήσαμε τὸν ἑαυτό μας, λησμονώντας τὴν ὕψιστη αὐτὴ τιμὴ ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνη ἄνθρωπος, ὥστε νὰ μᾶς δώση τὴν δυνατότητα νὰ γίνουμε ἐμεῖς θεοὶ κατὰ Χάριν.
Ἂν ἀναλογιστοῦμε αὐτὲς τὶς ἀλήθειες θὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι αἴτιοι τοῦ κακοῦ καὶ εἰδικά τῆς  σημερινῆς κατάστασης εἴμαστε ἐμεῖς ἐφ’ ὅσον μποροῦμε νὰ τὰ ἀποτρέψουμε μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ δὲν τὸ κάνουμε. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ βασικὴ εὐθύνη δὲν ἀνήκει τόσο στὸν εἰσηγητὴ τῆς κακίας ὅσο σὲ ἐμᾶς ποὺ ἔχουμε τὴν δύναμη καὶ δὲν τὴν ἐνεργοποιοῦμε.
Ἀκοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην (ἀρετή) αὐτοῦ καὶ ταῦτα πάντα (τὰ γήινα) προστεθήσεται ὑμίν» καὶ ὡς χριστιανοὶ τὸ δεχόμαστε, ἀλλὰ μόνο στὴν θεωρία. Στὴν καθημερινὴ ζωὴ τὸ πρωταρχικὸ ἐνδιαφέρον μας ἔχει μεταφερθῆ ἀπὸ τὸν οὐρανό, «ὅπου ὑπάρχει τὸ πολίτευμά μας» ἡ ἀληθινὴ πατρίδα μας, σὲ τούτη ἐδῶ τὴν γῆ στὴν ὁποία μᾶς ἔφερε ὁ Θεὸς μὲ ἀποκλειστικὸ σκοπὸ νὰ προετοιμασθοῦμε γιὰ τὴν αἰωνιότητα.
«Οὐδεὶς ἀναβέβηκε εἰς τὸν οὐρανὸν μετὰ ἀνέσεως» μᾶς λέει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὸ στόμα τοῦ ἀββᾶ Ἰσαὰκ καὶ ὅλων τῶν ἁγίων της. Ἐμεῖς θεωροῦμε τὴν ἄνεση ὡς αὐτονόητο δικαίωμα καὶ τὴν ἐπιδιώκουμε μὲ κάθε τρόπο καὶ χωρὶς καμμία συστολή. Ἔτσι ὅμως καλλιεργοῦμε ἀντὶ νὰ καταπολεμήσουμε τὴν φιλαυτία μας καὶ προετοιμάζουμε τὴν ψυχή μας νὰ ἀναζητήση καὶ νὰ δεχθῆ τὴν ἁμαρτία. Αὐτὴ εἶναι ποὺ ἀπομακρύνει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ νεκρώνει ἔτσι τὴν ψυχή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μᾶς βρίσκουν ὅλα τὰ κακά, ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικὰ καὶ στὴν ζωὴ αὐτὴ καὶ στὴν αἰώνια. Δὲν ἁμαρτάνει βέβαια ὅποιος χρησιμοποιεῖ εὐχαριστιακὰ καὶ ἀπολαμβάνει ἔννομα τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ ἴδιος μᾶς τὰ ἔδωσε  γιὰ νὰ ἀναγώμεθα σ’αὐτόν. Ἁμαρτωλὰ δὲν εἶναι κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ τὰ γήινα ἀγαθά, ἀλλὰ ἡ ἐμπαθὴς προσκόλληση σὲ αὐτά. Αὐτὴ εἶναι ἀκριβῶς ἡ μεγάλη πτώση μας γι’αὐτὸ καὶ τώρα ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ τὰ πάρουν στὰ χέρια τους καὶ νὰ μᾶς τὰ στεροῦν οἱ ἐχθροί του, μήπως συνέλθουμε ἀπὸ τὴν ἀχαριστία μας καὶ καταλάβουμε ὅτι αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ. Ἀλλὰ αὐτὴ δὲν θὰ εἶναι καὶ ἡ ἔσχατη πτώση; Τὸ ὅτι θὰ προτιμήσουν οἱ πολλοὶ ἐκεῖνον ποὺ θὰ τοὺς ὑποσχεθῆ ὅτι θὰ τοὺς ἐξασφαλίση τὰ γήινα ἀγαθὰ ἀδιαφορώντας γιὰ τὰ οὐράνια καὶ πνευματικὰ καὶ κωφεύοντας στὴν ὁλοκάθαρη καὶ πατρικὴ φωνὴ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία τους βεβαιώνει μέσα ἀπὸ τὶς Ἅγιες Γραφὲς ὅτι στὴν μέλλουσα ζωὴ θὰ πᾶνε μαζὶ μ’ αὐτὸν ποὺ ἀκολούθησαν στὴν παρούσα.
Ἐκεῖνο ποὺ ζητᾶ ἡ ψυχὴ μας  εἶναι ἀδύνατον νὰ μᾶς τὸ χαρίση ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ Αὐτὸν ὁ ὁποῖος μᾶς ἔπλασε ἀλλὰ καὶ μᾶς ἀνέπλασε μὲ τὴν Σταύρωση  καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Δικαιοῦται ὡστόσο νὰ εἶναι, καθὼς λέει ὁ ἴδιος, Θεὸς ζηλότυπος καὶ θέλει νὰ Τὸν ἀγαποῦμε ὅπως μᾶς Ἀγαπᾶ Αὐτός, μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά. «Υἱέ μου, δός μοι σὴν καρδίαν» μᾶς παραγγέλλει στὴν Π.Διαθήκη καὶ «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς  καρδίας  σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς  ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς  δυνάμεώς σου» στὴν Παλαιὰ καὶ στὴν Καινὴ ὡς πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή.
Ἂς ἐπιστρέψουμε λοιπὸν μὲ τὴν μετάνοια στὴν ἀγκαλιά Του παρακαλώντας Τον νὰ μᾶς δώση τὴν διάθεση νὰ Τὸν ἀναζητήσουμε, νὰ θέλουμε νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε καὶ αὐτὸ νὰ γίνει τὸ πρῶτο μέλημα τῆς ζωῆς μας. Ἂς φροντίσουμε νὰ ἀναγνωρίσουμε τὸ πλῆθος καὶ τὸ μέγεθος τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ μὴ δικαιολογοῦμε συνεχῶς  τὸν ἑαυτό μας. Ὅπως δὲν ὠφέλησε τοὺς πρωτοπλὰστους ἡ δικαιολογία καὶ ἡ μετάθεση τῆς εὐθύνης, ἔτσι καί μᾶς. Δὲν θὰ εἶχε ὁ νοητὸς ὄφις οὔτε οἱ συνανθρωποί μας τὴν δυνατότητα νὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν Θεό, ἂν ἐμεῖς εἴχαμε μείνει πιστοὶ στὴν Πατρική Του ἀγάπη καὶ εἴχαμε ἐκτιμήσει τὰ δῶρα του.
Ὡς Πατέρας φιλόστοργος δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ μᾶς ἀγαπᾶ, ἀλλὰ περιμένει μὲ μακροθυμία τὴν μετανοιά μας.Ὅλα αὐτὰ ποὺ σήμερα συμβαίνουν στὸ προσωπικὸ ἐπίπεδο, στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ στὸ παγκόσμιο προσκήνιο μᾶς κρούουν τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου. «Ὥρα ἡμᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι» κατὰ τὸν Ἀπόστολο. Ἂν τώρα δὲν ξυπνήσουμε, σὲ λίγο θὰ εἶναι πολὺ ἀργά. Ὁ ὕπνος θὰ γίνη λήθαργος καὶ νάρκη. Ἡ κακομοιριὰ στὴν ὁποία καταδικάσαμε τὸν ἑαυτό μας δὲν ἁρμόζει στὶς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καὶ μάλιστα σὲ Ὀρθόδοξους Ἕλληνες. Δὲν μᾶς χάρισε ὁ Ὕψιστος Θεὸς τὴν ὕπαρξη σὰν μία παρένθεση μέσα στὴν ἀνυπαρξία, ὥστε νὰ κυλιώμαστε στὰ γήινα, μάταια ἢ ἁμαρτωλά.Ὅποιος δὲν φοβᾶται τὸν Κτίστη τῶν ἁπάντων φοβᾶται καὶ ὑποδουλώνεται στὰ κτὶσματά Του, ἀλλὰ καὶ ἀντιστρόφως. Μή μᾶς κυριεύση λοιπὸν ἡ ἡττοπάθεια, ὡς πρόσωπα καὶ ὡς ἔθνος καὶ ὑποκύπτουμε στὶς ἐπιβουλὲς τῶν ὁρατῶν καὶ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν. Μᾶς ἔφεραν πρὸ ἀλλεπάλληλων τετελεσμένων γεγονότων ποὺ κανένας μας δὲν θέλει καὶ ὅμως τὰ ἀποδεχόμαστε μοιρολατρικὰ καὶ σχεδὸν ἀδιαμαρτύρητα. Ἐδῶ ποὺ φθάσαμε εἶναι πλέον ἀδύνατον, ἀνθρωπίνως, νὰ ἐπανέλθουμε στὴν ὁμαλότητα, τὴν λογική, τὴν χαρά, τὴν ἑνότητα, τὴν ἀγάπη, τὴν  ἐλευθερία. Ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς βγάλη ἀπὸ τὸ ἀδιέξοδο καὶ νὰ μᾶς   χαρίση  ὅλα τὰ καλὰ εἶναι ὁ Χριστός μας, τὸν ὁποῖο παραγκωνίσαμε καὶ βάλαμε στὴν θέση του, στὸ κέντρο τῆς ζωῆς τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἑαυτό μας. Καὶ θὰ τὸ κάνη ἂν μετανοήσουμε ἔμπρακτα καὶ τοῦ ἀναθέσουμε «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν» ἀπὸ τὶς σωστικὲς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας Του Μητρὸς καὶ Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ τοῦ γένους τῶν Ὀρθοδόξων. Δὲν θέλει μὲ κανένα τρόπο νὰ προσβάλη τὸ πλάσμα ποὺ τίμησε μὲ τὸ κατ’εἰκόνα Του γι’ αὐτό, σεβόμενος τὸ αὐτεξούσιο ποὺ ἄλλοι πασχίζουν τώρα νὰ μᾶς στερήσουν, θέλει τὴν συγκατάθεσή μας. Ἂν παρ’ ὅλα ταῦτα ἐμεῖς δὲν ταπεινωθοῦμε, ἀλλὰ προτιμήσουμε νὰ αὐτονομηθοῦμε ὁριστικὰ ἀπὸ τὸν φιλάνθρωπο καὶ  Παντοδύναμο  τὸν Κυριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τότε κι αὐτὸς ἀναγκαστικὰ θὰ μᾶς ἐγκαταλείψη καὶ οὐσιαστικὰ θὰ χάσουμε τὴν ἐπίγεια πατρίδα μας. Ὅποιος ὅμως  ξεχωρίσει ἀπὸ τὴν μᾶζα καὶ Τὸν ἀκολουθήσει, θὰ ἔχη τὴν δυνατότητα νὰ κερδίσει τὴν οὐράνια πατρίδα τὴν ὁποία ἐπόθησε καὶ προσδοκᾶ. Καὶ ἂν ὁ Κύριός μας δῆ νὰ ἀλλάζουμε ὁμαδικὰ πορεὶα νὰ μετανοοῦμε σὰν τοὺς Νινευΐτες, μπορεῖ μὲ ἕνα νεῦμα νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν Του, νὰ εὐλογήσει καὶ πάλι τὴν Ἑλλάδα μας καὶ τὶς ψυχὲς νὰ σώσει.
Ἂς ἀγωνιστοῦμε λοιπὸν νὰ ἑλκύσουμε τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ἑνώνει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὸν Θεὸ καὶ μεταξὺ τους, ὥστε νὰ ἐπικρατήσει ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὁμόνοια, ὅπως στὸν οὐρανὸ ἔτσι στὴν Ἑλλάδα μας, στοὺς Ὀρθοδόξους λαοὺς -καὶ ποιὸς δὲν τὸ εὔχεται- σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΄΄ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ΄΄