ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ (1881-1949)
Στά 1881 γεννήθηκε στήν σκλαβωμένη Κομοτηνή. Ἡ ζωή του πέρασε μέσα ἀπό συμπληγάδες, μά θά μείνει βαθειά στήν μνήμη τῆς ἱστορία τό βῆμα του, γιατί ὁ ἱεράρχης τῶν Ποντίων, ὁ Μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, στήθηκε στητός καί εἶπε ΟΧΙ, ὅταν ὅλοι λέγανε ΝΑΙ ἀπ’ ἄκρου σ’ ἄκρου στήν Εὐρώπη.
Τιμημένος ὅσο κανένας, ὡς Μητροπολίτης Τραπεζούντας, στά δύσκολα χρόνια (1913-1923), στάθηκε στόν Ἑλληνισμό τοῦ Εὐξείνου Πόντου καί στίς πατρογονικές ἑστίες ἀλλά καί μετά στήν προσφυγιά. Πρωταγωνίστησε γιά τή σωτηρία τοῦ Ἑλληνισμοῦ στή Μακεδονία. Ἀποκρισάριος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα, ὑπεύθυνος σέ πολλές ἀποστολές ἐθνικῆς σημασίας στήν Τιφλίδα, τήν Ἀλβανία, τό Βελιγράδι, τή Συρία καί ἀλλοῦ. Λόγιος καί γλωσσομαθής, ἀφιέρωσε τό ταλέντο του σέ μελέτες γιά τήν ἐκκλησία τῆς Τραπεζούντας (1933). Tό 1937 ἀναγορεύτηκε ἐπίτιμος διδάκτωρ τοῦ Πανεπιστημίου τῶν Ἀθηνῶν καί τό 1940 ὀνομάστηκε Ἀκαδημαϊκός. Ἀπό τό 1938 – 1941 ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ ’40.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 40
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρύσανθος σ’ αὐτόν τόν πόλεμο πολέμησε μαζί μέ τό μαχόμενο ἔθνος ἀπό τήν πρώτη στιγμή καί κατά τοῦ Ἰταλοῦ ἀλλά καί κατά τοῦ Γερμανοῦ εἰσβολέα. Δέν ὑπῆρξε ἐνέργεια πού ἔπρεπε νά κάνει Ὀρθόδοξος Ἱεράρχης πού νά μή τήν ἔκανε, δίπλα στόν μαχητή ἀλλά καί δίπλα στόν τραυματία. Παρηγορητής τῆς χήρας καί ἐμψυχωτής τοῦ πολεμιστῆ, ἀκούραστα στήριξε τόν ἄνισα μαχόμενο Ἑλληνισμό, καί ὅταν πλησίαζαν τά δύσκολα, πιό πεισματικά πύκνωνε τίς γραμμές, μή καί περάσει ὁ ἐχθρός.
Ἄς δοῦμε τί γράφει στό ἡμερολόγιό του ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρύσανθος:
ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ
29/4/1941: «Πληροφοροῦμαι ὅτι ὁ στρατηγός Τσολάκογλου ἀφοῦ σύνηψε τήν ἐπονείδιστον συμφωνία μέ τούς Γερμανούς ἐπάνω στό μέτωπο, κατελθῶν εἰς Ἀθήνας πρόκειται ἐντολή τῶν Γερμανῶν νά σχηματίσει Κυβέρνησιν. Τοῦτο μέ στεναχωρεῖ πολύ διότι θά περιπέσωμεν εἰς δεινά….. Προτιμότερον μόνοι οἱ Γερμανοί νά ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς διοικήσεως ὁπότε θά εἶναι προσεκτικότεροι».
Πράγματι λοιπόν, οἱ Γερμανοί, εὐθύς μόλις μπῆκαν στήν Ἀθήνα καί ἐνῶ ἀκόμα ἡ Ἑλλάδα πολεμοῦσε στήν Κρήτη, πραγματοποίησαν συναντήσεις μέ πρόθυμους παράγοντες γιά νά φανεῖ ἡ κατοχή μία ὁμαλή συνέχεια, ὅλα νά ξεχαστοῦν. Σά νά μή χύθηκε ποτέ αἷμα στά ὀχυρά, μήτε ἡ Ἑλλάδα εἶπε ΟΧΙ, μία παρένθεση πού πρέπει νά πάρουμε μία γόμα καί νά τήν σβήσουμε. Δέν ἔγινε τίποτα, ὅλοι πρόθυμοι, στρατιωτικοί, κάθε εἴδους παράγοντες, θά κάνουμε μία μασκαράτα καί θά ξυπνήσουμε μέ τόν μηχανισμό ὅπως ἦταν, μέ μία κυβέρνηση πού διέθετε Ἑλληνικά πιστοποιητικά γέννησης, καί ὅλα θά εἶναι καλά, ἀγγελικά πλασμένα. Κάποιοι Ἰταλοί καί Γερμανοί θά παρακολουθοῦσαν καί θά ἔλεγχαν τά πάντα, κάποιες μικρές ἀλλαγές στά σύνορα ὑπέρ τῶν Βουλγάρων κά τῶν Ἰταλῶν (πάει ἡ Θράκη, ἡ Μακεδονία, τά Ἑπτάνησα, ἡ Ἤπειρος καί οἱ Κυκλάδες), καί πιά σύμμαχοι εἴμαστε βοηθῆστε καί ἐσεῖς τώρα μέ τό αἷμα σας τήν ἐπιβολή τῆς νέας τάξης τοῦ Χίτλερ….
Καί οἱ νεκροί στό Ἕλλη; Καί τά παιδιά μέ τά κομμένα πόδια; Καί οἱ χῆρες καί τά ὀρφανά της βομβαρδισμένης Πάτρας;
ΤΟ ΟΧΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
27/4/1941: Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἦρθε πρωί στήν Ἀρχιεπισκοπή. «Δέν θά λειτουργήσω σήμερα γιά νά εἶμαι ἕτοιμος γιά ὅ,τι προκύψει», καί ἔστειλε τόν Ἀρχιδιάκονο Νικόδημο (μετέπειτα Μητροπολίτη Πατρών) νά τελέσει τή Λειτουργία, λέγοντάς του: «Πρόσεχε παιδί μου, ἔχε τό νοῦ σου, μή καί σέ εἰδοποιήσω». Κυριακή τοῦ Θωμά λοιπόν κήρυξε ἀπ’ ἄμβωνος ὁ Ἀρχιδιάκονος καί κάποια στιγμή εἶδε μαντατοφόρο νά τοῦ κάνει νόημα: γρήγορα στόν Ἀρχιεπίσκοπο. Τελείωσε τή Λειτουργία καί πῆγε στό γραφεῖο του, τόν βρῆκε νά κλαίει βλέποντας τή σημαία τῶν Ναζί νά κυματίζει στόν Παρθενώνα.
Σύντομα, κάθε εἴδους μαντατοφόροι ἄρχισαν νά φτάνουν στό γραφεῖο τοῦ Χρύσανθου, μέ κάθε εἴδους προτάσεις, ἀπειλές, ἐκβιασμούς, γλυκόλογα. Καί ὁ Χρύσανθος ἐκεῖνες τίς ἡμέρες θυμήθηκε τόν Μητροπολίτη Τραπεζούντας καί μέ Ποντιακό πεῖσμα εἶπε τέσσερα βασικά ΟΧΙ.
ΠΡΩΤΟ ΟΧΙ:
Ἦρθε μία ἐπιτροπή καί πρότεινε γιά τό καλό τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καί γιά νά καλοπιάσουμε τόν κατακτητή, νά πᾶμε μέ μπροστάρη τήν θρησκευτική μας ἡγεσία νά παραδώσουμε τήν πόλη τῶν Ἀθηνῶν στούς Γερμανούς, καί ὁ Χρύσανθος ἀπάντησε:
«Οἱ Ἕλληνες Ἱεράρχες δέν παραδίδουν πόλεις στόν ἐχθρό, καθῆκον ἔχουν νά ἐργαστοῦν διά τήν ἀπελευθέρωση».
ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΧΙ:
Ἦρθαν κάποιοι καί εἶπαν, ἄς κάνουμε κάτι νά μᾶς πάρουν ἀπό καλό μάτι οἱ κατακτητές, μή τούς πᾶμε πιά κόντρα, τελείωσε ὁ πόλεμος. Καί τί νά κάνουμε βρέ παιδιά; Δέν κάνουμε μία δοξολογία στήν Μητρόπολη! Καί ἀγρίεψε τό μάτι τοῦ Μητροπολίτη Τραπεζούντας:
«ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ! Δοξολογία δέν ἔχει θέσιν ἐπί τή ὑποδουλώσει τῆς Πατρίδος μας, ἡ ὥρα τῆς δοξολογίας θά εἶναι ἄλλη».
ΤΡΙΤΟ ΟΧΙ:
Μιᾶς καί οἱ ραγιάδες δέν μποροῦσαν νά τόν πείσουν νά σκύψει, εἶπαν νά τόν θαμπώσουν, τοῦ ζήτησαν νά πάει νά δεῖ τόν στρατηγό Στοῦμμε καί τότε «ὑποχώρησε» ὁ Χρύσανθος εἶπε: «Θά τόν ἀναμένω». Ὁ στρατηγός πῆρε τά πόδια του καί πῆγε στό Ἀρχιεπισκοπικό γραφεῖο. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή κατάλαβε ὁ Γερμανός στρατηγός ὅτι δέν εἶχε νά κάνει μέ προσκυνημένο ἀνθρωπάκι ἀλλά μέ ἡγέτη πού ὑπερασπιζόταν Θερμοπύλες καί τό ξεκίνησε μαλακά, νά δεῖ πού θά τοῦ βγεῖ. «Ὄμορφη ἡ πατρίδα σας», «Οἱ Γερμανοί λατρεύουν τόν Ὅμηρο». Καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος εὐγενικά, σεμνά, ἐκπροσωπώντας τούς Ἕλληνες:
«Ἐλπίζω νά σεβαστεῖτε τήν Χώρα. Στρατηγέ, μή θίξετε τήν φιλοτιμία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ».
ΤΕΤΑΡΤΟ ΟΧΙ:
Τέλος, ὁ στρατηγός Στοῦμμε, τήν ἑπομένη, τσούπ ξανά στό Ἀρχιεπισκοπικό γραφεῖο καί τί τοῦ ζήτησε λές; Νά ὁρκίσει τήν κυβέρνηση Τσολάκογλου!!! Τήν ἀπάντηση δέν χρειάστηκε νά τήν μεταφράσει διερμηνέας, τήν εἶπε στά Γερμανικά ὁ πρώην Τραπεζούντας καί νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν:
«Δέν μπορῶ νά ὁρκίσω Κυβέρνηση προβληθεῖσα ἀπό τόν ἐχθρό. Ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι τίς Κυβερνήσεις τίς ὁρίζει ὁ λαός ἤ ὁ Βασιλεύς. Ἐδῶ τώρα οὔτε ὁ λαός ἐψήφισε τήν Κυβέρνηση, οὔτε ὁ Βασιλεύς τήν ὅρισε. Πῶς ζητᾶτε νά ὁρκίσω Κυβέρνηση ὑποδειχθεῖσα ὑπό τοῦ ἐχθροῦ; Δία νά εἶναι ὄργανό των;»
Ἀναψοκοκκίνησε ὁ στρατηγός ἀπό τό χαστούκι πού δέχτηκε, χαιρέτησε, ἔκανε μεταβολή καί βγαίνοντας ἀπό τήν πόρτα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς σίγουρα κατάλαβε ὅτι ὁ πόλεμος δέν εἶχε τελειώσει.
Τώρα ἦταν ἡ σειρά τῶν σκουλήκων, οἱ ὁποῖοι, γιά τό ‘καλό’ της Πατρίδας καί τοῦ λαοῦ καί τό δικό του, τόν ἐκλιπαροῦσαν νά μήν ἀρνηθεῖ τήν πρόταση πού τοῦ ἔκανε ὁ Στοῦμμε. Ὁ Ἱεράρχης ἀπάντησε:
«Ἐν γνώσει τῶν συνεπειῶν πού μέ ἀναμένουν, δέν δέχομαι τήν προτεινομένη πρόταση. Ἐμμένω εἰς τάς ἀρχάς μου».
Καί ὅταν τόν παραπίεσαν:
«Ὁ πρωθυπουργός πού ὅρκισα βρίσκεται καί ἀγωνίζεται στήν Κρήτη», εἶπε καί σίγασε πιά κάθε ἄλλη κουβέντα.
Ἀπ’ ὅ,τι καταλαβαίνεις αὐτή ἡ πράξη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρύσανθου ἦταν ἡ πρώτη πράξη ἐθνικῆς ἀντίστασης στήν κατεχόμενη Εὐρώπη.
Ὁ Τσολάκογλου πῶς ὁρκίστηκε;
Στίς 29/4/1941, 11π.μ., ὁρκίστηκε ἡ πρώτη κατοχική κυβέρνηση ἀπό τόν διάκονο τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Καρύτση …. Φυσικά, οὔτε ὁ Θεσσαλός Τσολάκογλου, οὔτε οἱ Γερμανοί λησμόνησαν αὐτή τή συμπεριφορά τοῦ Χρύσανθου. Στίς 2/6/1941 ἐπαύθη μέ Συντακτική Πράξη τῆς ψευδοκυβέρνησης Τσολάκογλου, γιά νά τοποθετηθεῖ κάποιο πιό βολικό ἄτομο στή θέση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου.
Ὁ Χρύσανθος πέθανε τό 1949, πάμφτωχος, χωρίς ἀκίνητη περιουσία καί μέ ἐλάχιστα κινητά ὑπάρχοντα.