Οι υποστηρικτές του εγκλεισμού με αποκαλούσαν δολοφόνο! Τώρα πρέπει να αηδιάζουν με τον εαυτό τους!

Γράφει ο KAROL SIKORA, Καθηγητής Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο του Buckingham

Τα εισερχόμενα μηνύματά μου κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού ήταν γεμάτα από απελπισμένους καρκινοπαθείς, των οποίων η θεραπεία είχε αναβληθεί επ’ αόριστον.

Η αντίθεση στις πολλές αμείλικτες πολιτικές εγκλεισμού ήταν μία μοναχική, και κάποιες φορές εξαιρετικά δυσάρεστη, εμπειρία. Όσοι από εμάς εκφράσαμε ανησυχίες για το κατ’ ουσίαν κλείσιμο μιας χώρας, χαρακτηριστήκαμε ως ακροδεξιοί εξτρεμιστές, που χαίρονταν να βλέπουν εκατομμύρια ανθρώπους να χάνονται από τη νόσο. Ήταν μια ατίμωση, που νομιμοποιήθηκε από χαμηλόβαθμους πολιτικούς, όπως ο Matt Hancock, οι οποίοι παραέδειχναν ενδιαφέρον στο να προωθήσουν τη δική τους δημόσια εικόνα. Χιλιάδες υποκύψανε στα καταστρεπτικά, και συχνά ανώφελα, μέτρα εγκλεισμού που προωθούσαν σε κάθε ευκαιρία.

 Δεν θα υπάρξει καμία συγγνώμη από τη συμμορία  του εγκλεισμού που «γάβγιζε» – η ζημιά έχει γίνει, η δημόσια συζήτηση έχει ως επί το πλείστον τελειώσει και η έρευνα μπορεί κάλλιστα να συγκαλύψει τα λάθη. Τα Lockdown files τηςTelegraph έχουν εξυπηρετήσει εξαιρετικά στη μερική αναχαίτιση αυτής της πορείας.

Θυμάμαι τις σκοτεινές ημέρες του εγκλεισμού. Οι συνήθεις φωνές που χρησιμοποιούσαν τους τρομακτικούς καθημερινούς αριθμούς θανάτων για να επιτεθούν και να εξυβρίσουν τους σκεπτικιστές του lockdown, που κατηγορούσαν εμάς για κάθε δύστυχη ψυχή που συμπεριλαμβανόταν σε αυτούς τους αριθμούς και που λάμβαναν απέραντη χαρά από την σταδιακή αύξηση του υβρεολογίου για να συγκεντρώσουν περισσότερα likes στο Twitter.

Πολλές από αυτές τις φωνές μένουν τώρα εντελώς σιωπηλές μπροστά στην μη οφειλόμενη στον κορωνοϊό υπερβάλλουσα θνησιμότητα που σχετίζεται με τις καθυστερήσεις και τις συσσωρευμένες εκκρεμότητες εξαιτίας του εγκλεισμού. Δεν μετανιώνω για την αντίθεσή μου σε ποικίλες πολιτικές εγκλεισμού και για τη γλώσσα που χρησιμοποίησα καθ’όλη τη διάρκεια της πανδημίας – αναρωτιέμαι αν μπορούν κι αυτοί να πουν το ίδιο;

Είμαστε σίγουροι ότι κάποιες από τις αποφάσεις που λήφθηκαν βασιζόταν στις δημόσιες σχέσεις και στην πολιτική, παρά στην επιστήμη και στην λογική. Όταν ο Γραμματέας Υγείας μιλάει για το “να τους τρομοκρατήσουμε όλους” με μια νέα μετάλλαξη, όσοι από εμάς εκφράσαμε τον σκεπτικισμό μας την εποχή εκείνη για τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε, μπορούμε να αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Οι άνθρωποι χρειάζονταν γεγονότα, ειλικρίνεια και λίγη ελπίδα για να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις στο αποδεκτό για εκείνους επίπεδο κινδύνου. Αυτό που έλαβαν ήταν ψέματα και περιστροφές, υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη στη δημόσια υγεία για πολλά χρόνια. Ο Hancock δεν άφησε φήμη για να είναι περήφανος, αλλά ήταν απλά ένα μέλος της ταξιαρχίας υπέρ του εγκλεισμού, η συντριπτική πλειοψηφία της οποίας δε θα έχει την προσωπική της αλληλογραφία να έχει κατακλίσει μια εθνικής εμβέλειας εφημερίδα. Ωστόσο, ακόμα και με αυτές τις διαρροές – ένα πολύ μικρό ποσοστό της πραγματικής αλήθειας – το χτισμένο από τραπουλόχαρτα σπίτι του εγκλεισμού έχει αρχίσει να καταρρέει. Δε μπορεί και δε θα αντέξει άλλη πίεση.

Ζητώ απεγνωσμένα να αποφευχθεί η συγκάλυψη της έρευνας για τον κορωνοϊό για έναν απλό λόγο: δε γίνεται να επιτραπεί να ξανασυμβεί αυτό. Αν δε θέσουμε τουλάχιστον τα ερωτήματα, όταν θα έρθει μια άλλη πανδημία ή η απειλή μιας νέας, ο εγκλεισμός δε μπορεί να είναι η προτιμότερη επιλογή. Οι σύμβουλοι που έθεσαν τις προηγούμενες προτάσεις δε γίνεται να χρησιμοποιηθούν ποτέ ξανά.

Η κατηγορηματική άρνηση πολλών ακόμα και να αναγνωρίσουν τις τεράστιες επιπτώσεις που είχε ο εγκλεισμός δεν με γεμίζει με σιγουριά. Το να βλέπεις, υποτίθεται καλά καταρτισμένους ανθρώπους, να διενεργούν αξιοσημείωτους συλλογισμούς προκειμένου να αποφύγουν την κατάληξη στο προφανές συμπέρασμα είναι εξευτελιστικό θέαμα. Η τακτική υγειονομική περίθαλψη σε μη-Covid συνθήκες ουσιαστικά διακόπηκε για εκατομμύρια ανθρώπους επί μήνες και τώρα έχουμε την μη οφειλόμενη στον Covid υπερβάλλουσα θνησιμότητα. Ειλικρινά, τί πίστευαν ότι θα συνέβαινε;

Τα εισερχόμενα μηνύματά μου κατά τη διάρκεια του lockdown ήταν γεμάτα από απελπισμένους καρκινοπαθείς των οποίων η θεραπεία είχε αναβληθεί επ’ αόριστον. Θυμάμαι την περίπτωση μιας μητέρας, της οποίας ακυρώθηκε η χημειοθεραπεία, που οδήγησε στον τραγικό της θάνατο, αφήνοντας πίσω τρία μικρά παιδιά και τον αγαπημένο της σύζυγο. Και δεν είναι μόνο ο καρκίνος: καρδιακά προβλήματα αθεράπευτα, αρτηριακή πίεση εκτός ελέγχου, εγκεφαλικά επεισόδια χωρίς την απαραίτητη φροντίδα, άλλα προληπτικά μέτρα που ξεχάστηκαν και φυσικά η αυξανόμενη παχυσαρκία. Η μετά τον εγκλεισμό κρίση αφορά όλες τις πτυχές της υγειονομικής περίθαλψης, σωματικής και ψυχικής. Αυτό είναι για τους αρκετά τυχερούς που έλαβαν οποιαδήποτε ιατρική υποστήριξη ή διάγνωση. Σε άλλους είπαν να παραμείνουν στο σπίτι και αυτό ακριβώς έκαναν – πεθαίνοντας εκεί χωρίς τη φροντίδα που χρειάζονταν και άξιζαν.

Σε όλους εσάς που με γενναιότητα πήρατε θέση, μιλώντας ανοιχτά κατά των διαφόρων περιορισμών και στρατηγικών – από εμένα, ένα ειλικρινές ευχαριστώ. Μπορεί συνολικά να χάσαμε τη μάχη στο δικαστήριο της κοινής γνώμης, αλλά ελπίζουμε ότι υπήρξε μία μικρή διαφορά. Πιστεύω πως η εθνική διάθεση ίσως έχει αλλάξει σημαντικά την τελευταία εβδομάδα. Το φως του ήλιου είναι στην τελική το καλύτερο απολυμαντικό και η άνοιξη είναι καθ’ οδόν.

πηγή