Mια από τις μεγαλύτερες επιστημονικές μελέτες παγκοσμίως για τις μάσκες λογοκρίνεται επειδή το συμπέρασμα θεωρείται «αμφιλεγόμενο»!

Μετάφραση: Ενωμένη Ρωμηοσύνη

Μια εκτεταμένη δανέζικη μελέτη σχετικά με τις μάσκες απορρίφθηκε από τρία κορυφαία περιοδικά

Οι ερευνητές, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για μια μεγάλη και μοναδική δανέζικη μελέτη σχετικά με το αποτέλεσμα της χρήσης μιας μάσκας, αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες προκειμένου να εκδώσουν τα αποτελέσματα των ερευνών τους. Ένας από τους καθηγητές που συμμετέχει σε αυτήν την μελέτη ομολογεί πως το απόρρητο μέχρι στιγμής αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να θεωρηθεί αμφιλεγόμενο.

Για εβδομάδες, τα ΜΜΕ και οι ερευνητές σε όλον τον κόσμο αναμένουν την έκδοση μιας μεγάλης δανέζικης μελέτης που αφορά την επίδραση- ή τη μη επίδραση – της χρήσης των μασκών σε δημόσιο χώρο κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κοροναϊού.

Τώρα, ένας από τους ερευνητές οι οποίοι ασχολούνται με αυτή τη μελέτη δηλώνει ότι το ολοκληρωμένο αποτέλεσμα της έρευνας απορρίφθηκε από τουλάχιστον τρεια κορυφαία ιατρικά περιοδικά παγκοσμίως.

Αυτά τα περιοδικά είναι: ‘The Lancet’, ‘The New England Journal of Medicine’ και το ‘Τhe American Medical Association’s journal JAMA.

«Όλοι είπαν όχι», λέει ο καθηγητής, ιατρός και γενικός διευθυντής ιατρικής, του τμήματος ερευνών του Νοσοκομείου του Βορείου Σίλαντ, Christian Torp-Pedersen.

Ωστόσο, ο καθηγητής δεν επιθυμεί να εκθέσει την δοθείσα από τα περιοδικά δικαιολογία.

«Δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε να συζητάμε τον λόγο για τον οποίο τα περιοδικά είναι δυσαρεστημένα, διότι αν το κάναμε αυτό, θα έπρεπε ακόμη να εξηγήσουμε τι ακριβώς έδειξε η έρευνα και εμείς δεν θέλουμε να το συζητήσουμε αυτό μέχρι να δημοσιευθεί η έρευνα», εξηγεί ο Christian Torp-Pedersen.

Εξαιρετική έρευνα

Η μελέτη παρουσιάστηκε στα τέλη Απριλίου και ακολούθησε μια επιχορήγηση 5 εκ. κορόνων Δανίας από την εταιρία Salling. Περιελάμβανε περίπου 6.000 Δανούς, οι μισοί από τους οποίους φορούσαν μάσκες σε δημόσιους χώρους για ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Το υπόλοιπο μισό επιλέχθηκε ως μια υπό έλεγχο ομάδα.

Ένα μεγάλο ποσοστό των συμμετεχόντων στη δοκιμή ήταν υπάλληλοι του ομίλου σούπερ-μάρκετ Salling: Bilka, Føtex και Netto.

Η μελέτη και το μέγεθός της είναι μοναδικά στον κόσμο, και ο σκοπός της ήταν να προσπαθήσει οριστικά να αποσαφηνίσει το εύρος στο οποίο η χρήση της μάσκας σε δημόσιους χώρους παρέχει προστασία ενάντια στην μόλυνση από τον κοροναϊό.

Για τον ίδιο λόγο, οι ερευνητές οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη μελέτη, τακτικά δέχονται ερωτήματα και από δανέζικα αλλά και από διεθνή ΜΜΕ προκειμένου να τους δοθούν πληροφορίες σχετικά με το πότε τα αποτελέσματα θα είναι διαθέσιμα. Στον κόσμο των ερευνών, είναι καλή τακτική να μην γίνεται κάποιο σχόλιο που να αφορά το αποτέλεσμα της μελέτης μέχρι αυτή να δημοσιευθεί για μια ομότιμη αξιολόγηση, όπως ονομάζεται, σε ένα αναγνωρισμένο περιοδικό.

Ωστόσο, η ερώτηση του τύπου σχετικά με τον χρόνο έκδοσης της μελέτης, προσεγγίστηκε την Κυριακή, από έναν άλλον ερευνητή ο οποίος συμμετέχει στην μελέτη αυτή, ο καθηγητής του τμήματος μεταδοτικών νοσημάτων του Νοσοκομείου του Hvidovre, Thomas Lars Benfield. Η ερώτηση αυτή ειπώθηκε με ένα email το οποίο κοινοποίησε μέσω Twitter ένας τέως δημοσιογράφος της New York Times, Alex Berenson Ακολουθεί η απάντηση του καθηγητή:

‘‘Θα εκδοθεί μόλις ένα περιοδικό είναι αρκετά γενναίο ώστε να μπορέσει να αποδεχθεί την μελέτη.’’

Ο Thomas Lars Benfield δεν επιθυμεί να επεξηγήσει λεπτομερώς τι εννοεί λέγοντας ότι ένα περιοδικό πρέπει να είναι ‘‘γενναίο’’ προκειμένου να εκδώσει την έρευνα. Ωστόσο, γράφει σ’ ένα email στο περιοδικό Berlingske:

‘‘Οι φράσεις που αναφέρονται στη μελέτη είναι λίγο εκτός του γενικού πλαισίου. Το άρθρο θα αξιολογηθεί από ένα αξιοσέβαστο περιοδικό. Έχουμε αποφασίσει να μην δημοσιεύσουμε δεδομένα μέχρι το άρθρο να γίνει αποδεκτό.’’

Ωστόσο, ο Christian Torp-Pedersen, συνεργάτης του Thomas Lars Benfield στην μελέτη, υποστηρίζει πως ‘‘κι ο ίδιος ίσως να είχε απαντήσει στην ερώτηση με τον ίδιο τρόπο που απάντησε ο Benfield.’’

Άραγε αυτό σημαίνει πως τα αποτελέσματα της έρευνάς σας μπορεί να θεωρηθούν αμφιλεγόμενα από κάποιους ανθρώπους;

‘‘Κι εγώ έτσι θα το εκλάμβανα.’’

Μπορεί το αποτέλεσμα μιας αμφιλεγόμενης έρευνας να γίνει αντιληπτό καθώς δεν παρουσιάζεται στην έρευνά σας κάποια σημαντική επίδραση της χρήσης της μάσκας;

‘‘Θεωρώ πως η ερώτηση που θέτετε είναι πολύ συναφής.’’

Η σκοπιμότητα της χρήσης μιας μάσκας

Θα πρέπει να επιτρέπεται στους αναγνώστες αυτούς καθαυτούς να κρίνουν τι πρέπει να συμπεριληφθεί σε αυτές τις απαντήσεις.

Ωστόσο, αν το αποτέλεσμα της δανέζικης έρευνας είναι πραγματικά ‘‘αμφιλεγόμενο’’ και αν θεωρηθεί πως κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν μπορεί να βρεθεί σχετικά με τη μείζονα αποτελεσματικότητα της χρήσης της μάσκας σε δημόσιους χώρους, τότε η έρευνα θα είναι εξαιρετικά θεαματική.

Σε αυτήν την περίπτωση, ένα βασικό ερώτημα αφορά την σκοπιμότητα του γεγονότος ότι επί του παρόντος, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού παγκοσμίως κυκλοφορεί με μια μάσκα στην τσέπη τους ή στο πρόσωπό τους.

Αλλά φυσικά δεν μπορεί να αποκληθεί ότι οι τρεις ιατρικές εφημερίδες έχουν την άποψη πως η βάση δεδομένων στην δανική έρευνα είναι προβληματική- ότι στην έρευνα, για παράδειγμα, είναι πολύ λίγοι οι άνθρωποι που είναι μολυσμένοι από τον κοροναϊό ώστε να μπορέσουν να διεξάγουν ξεκάθαρα συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματική προστασία των μασκών από την μόλυνση με τον νέο ιό.

Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η έρευνα διεξάχθηκε κυρίως τον Μάιο, όταν η απειλή της μόλυνσης στο σπίτι (στη Δανία) μειωνόταν σημαντικά.

‘‘Αυτή είναι η μεγαλύτερη έρευνα παγκοσμίως στο είδος της και αναμένεται να γίνει ένας σημαντικός παράγοντας στη βάση της οποίας στηρίζονται οι αποφάσεις για τα ρυθμιστικά μέτρα σχετικά με τη χρήση της μάσκας’’

Ο εκπρόσωπος και ο βασικός συγγραφέας της μελέτης είναι ο καθηγητής Καρδιολογίας και προϊστάμενος της ιατρικής στο Rigshospitalet (δηλαδή στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Κοπεγχάγης), Henning Bundgaard. Αυτός ο καθηγητής τονίζει έντονα πως επιθυμεί να είναι υπεύθυνος μιας ‘υψηλής ποιότητας’ έρευνας.

Αλλά ο καθηγητής δεν μπορεί να εμπλακεί σε μια συζήτηση σχετικά με το τι μπορεί να δείξει η έρευνα ή πως μπορεί να συσχετισθεί με τις πληροφορίες που έχει λάβει το περιοδικό Berlingske από άλλους συγγραφείς ερευνών.

Ωστόσο, εξηγεί πως ‘λυπάται’ για το γεγονός ότι η μελέτη δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί για μια ομότιμη αξιολόγηση. Αυτό συμβαίνει σε ένα περιοδικό όπου τα ερευνητικά αποτελέσματα αξιολογούνται από ανεξάρτητους συναδέλφους του πεδίου αυτού.

‘‘Αυτή είναι η μεγαλύτερη έρευνα παγκοσμίως στο είδος της και αναμένεται να γίνει ένας σημαντικός παράγοντας στη βάση της οποίας στηρίζονται οι αποφάσεις για τα ρυθμιστικά μέτρα σχετικά με τη χρήση της μάσκας –όχι μόνο στην Δανία- αλλά παντού. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που η έκδοση κρίνεται επιτακτική και κάνουμε ό,τι μπορούμε από την πλευρά μας,’’ είπε ο καθηγητής, συνεχίζοντας:

‘‘Αν ήθελα να δημοσιεύσω πράγματα εκτός περιοδικού, θα το είχα ήδη κάνει πολύ καιρό πριν. Αλλά υπάρχει μια πληθώρα επιστημονικών λόγων για τους οποίους δεν το δημοσιεύω. Η έρευνα που επιθυμώ να διεξάγω πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας, και αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, πως άλλοι ερευνητές πρέπει να μπορούν να δουν τα δεδομένα της έρευνάς μου πριν τη δημοσίευση και να έχουν πρόσβαση σε υπολογισμούς και στατιστικές προκειμένου να εκτιμήσουν αν καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα με τα δικά μας. Αυτό είναι ένα στοιχειώδες κριτήριο ποιότητας για καλή έρευνα.’’

Ο καθηγητής Henning Bundgaard εξηγεί ακόμα ότι η έρευνα διευκρινίζει μόνο το εύρος στο οποίο οι μάσκες προστατεύουν από μια λοίμωξη όσους τις φορούν. Με άλλα λόγια, δεν επεξηγεί την αντίθετη πλευρά των λοιμώξεων- αν δηλαδή οι άνθρωποι οι οποίοι περπατούν χωρίς μάσκα κοντά σε κάποιον που φοράει μάσκα και έχει μολυνθεί, έχουν μειωμένες πιθανότητες να μολυνθούν από τον κοροναϊό.

‘‘Αλλά δεν νομίζω πως μια παρόμοια έρευνα μπορεί να διεξαχθεί’’, λέει ο καθηγητής, προσθέτοντας:

‘‘ Σε αυτήν την περίπτωση, πρέπει να πάρεις κάποιον που έχει καταγραφεί ότι είναι μολυσμένος και μεταφέρει τον ιό, και μετά από αυτό, πρέπει να επιτρέψεις στους μισούς να φοράνε μάσκα και το άλλο μισό να είναι χωρίς μάσκα. Έπειτα, στο περιβάλλον τους, κάποιος πρέπει να μετρήσει πόσοι αρρώστησαν και πόσοι δεν αρρώστησαν. Για παράδειγμα, θα περιλαμβάνει συναδέλφους και οικογένειες και όλους αυτούς που βρίσκονται σε λεωφορεία και σε μαγαζιά. Αυτό θα είναι απαράδεκτα αντιεπαγγελματικό- και από ότι μπορώ να καταλάβω- δεν θα εφαρμοστεί ποτέ .’’

Νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κοροναϊού, ήταν φανερό πως σε μερικές περιπτώσεις η μόλυνση μπορούσε να εμφανισθεί σε ανθρώπους χωρίς να έχουν προκύψει σαφή συμπτώματα. Επιπλέον, μολυσμένοι άνθρωποι οι οποίοι δεν εμφάνισαν ποτέ συμπτώματα μπορούν σε μερικές περιπτώσεις να μολύνουν άλλους ανθρώπους με τον νέο κοροναϊό.

Το ταξίδι της μάσκας

Εντός έδρας, ο Οργανισμός της Δανέζικης Υγείας και Φαρμάκων είχε υποτιμήσει για μεγάλη διάρκεια τη χρήση της μάσκας στους δημόσιους χώρους- παρά το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός χωρών νότια από τα σύνορα ήδη από την άνοιξη έκανε υποχρεωτική τη χρήση της μάσκας σε μαγαζιά και στις δημόσιες συγκοινωνίες.

Για παράδειγμα, ο Søren Brostrøm, διευθυντής του Οργανισμού της Δανέζικης Υγείας και Φαρμάκων, είπε πρόσφατα στις 29 Ιουλίου, σύμφωνα με τους ιατρούς:

‘‘Οι μάσκες δεν έχουν κανένα νόημα στην παρούσα κατάσταση όπου στην Δανία η μόλυνση είναι πολύ χαμηλή.’’

Αλλά στις 15 Αυγούστου, όταν ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός Mette Frederiksen έδωσε εντολή να χρησιμοποιείται η μάσκα στις δημόσιες συγκοινωνίες σε όλη την επικράτεια, ο τόνος ήταν διαφορετικός προς τον διευθυντή.

‘‘Το έχουμε μάθει αυτό από μόνοι μας’’, είπε, προσθέτοντας ότι οι μάσκες ‘‘έχουν αποτέλεσμα στους ευπαθείς.’’

Στην αρχή της πανδημίας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εξέφρασε επίσης ορισμένες αμφιβολίες, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, πως δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ότι έχει νόημα για τους υγιείς ανθρώπους να φορούν τη μάσκα.

Ωστόσο, στις 6 Ιουνίου ο ΠΟΥ άλλαξε τη θέση του, συμπεριλαμβάνοντας την ακόλουθη ανακοίνωση από τον Γενικό Διευθυντή, Tedros Adhanom Ghebreyesus:

‘‘Υπό το φως μιας νέας έρευνας, ο ΠΟΥ συστήνει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ενθαρρύνουν το κοινό να φοράει μάσκες σε μέρη με πολύ κόσμο και όπου οι κοινωνικές αποστάσεις είναι δύσκολο να παρακολουθούνται.’’

Η έρευνα στην οποία αναφερόταν ο γενικός διευθυντής ήταν, πιο συγκεκριμένα, μια έρευνα επιδοτούμενη από τον ΠΟΥ, επονομαζόμενη στο περιοδικό The Lancet, ως μετέπειτα έρευνα, στην οποία οι ερευνητές κατέληξαν πως οι μάσκες φαίνεται να είναι προστατευτικές για ‘‘ανθρώπους σε δημόσιους χώρους οι οποίοι εκτίθενται σε μόλυνση’’.

[Σημείωση: Η μετέπειτα έρευνα του ΠΟΥ έδειξε πως ήταν σοβαρά ελαττωματική.]

Το περιοδικό Berlingske είχε πάρει προηγουμένως συνέντευξη από έναν από κορυφαίους ειδικούς παγκοσμίως στην αποτελεσματικότητα της χρήσης μάσκας, τον καθηγητή και επικεφαλής του τμήματος επιδημιολογίας και βιοστατιστικής του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, Benjamin Cowling. Η τελική αξιολόγηση των μελετών του ακολουθεί παρακάτω:

‘‘Βασισμένος σε όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, πιστεύω ότι η ευρεία και σωστή χρήση της μάσκας μέσα στην κοινωνία μειώνει την μόλυνση μεταξύ 10 και 20%. ’’

Με άλλα λόγια, τα πλήρως αδιάσειστα και ξεκάθαρα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα προστατευτικά αποτελέσματα της χρήσης της μάσκας σε δημόσιους χώρους είναι ακόμη ελλιπή. Αλλά το μεγάλο ερώτημα τώρα είναι αν οι δανέζικοι ερευνητές είναι ικανοί να παραδώσουν τη μελέτη.

Δεν γίνεται ακόμα λόγος για το πότε ένα περιοδικό θα αποδεχθεί και θα εκδώσει τα αποτελέσματα της Δανέζικης μελέτης- μετά από την έκδοση, το κοινό θα μπορεί να αποκτήσει περισσότερη γνώση…

ΠΗΓΗ