Ιούλιος 16, 2024. Ελλάδα.
Στις 26 Νοεμβρίου 2016 η τουρκική ιστοσελίδα www.foreignpolicy.org.tr ανήρτησε θύμησες του Δρος Νιχάτ Ερίμ, που είχαν δοθεί στο «Foreign Policy» σε μια ειδική συνέντευξη.
Ο Δρ Ερίμ το 1956 με δύο εκθέσεις του σχεδίασε την τουρκική πολιτική επανάκτησης της Κύπρου από την Τουρκία, που ακολουθείται κατά γράμμα μέχρι σήμερα. Διά στόματος Δρος Νιχάτ Ερίμ, για όσους σε Ελλάδα και Κύπρο συνεργούν με τα τουρκικά συμφέροντα εις βάρος της αλήθειας και των δικών μας συμφερόντων.
(Βλέπε: https://foreignpolicy.org.tr/reminiscenses-on-cyprus-nihat-erim/).
Επανα-επιβεβαιώνονται: H συνεργασία Λονδίνου/Άγκυρας προωθώντας από το 1956 τη δικοινοτικότητα και το 1957 τη διζωνική ομοσπονδία.
Γιατί πιστεύουμε ότι η ΔΔΟ είναι τουρκο-βρετανική από το 1956.
Η μόνη χαμένη ευκαιρία για μας ήταν η καταδικαστέα, ιστορικώς, μονομερής ενυπόγραφη μεταστροφή Μακαρίου προς την Ανεξαρτησία το 1958 και η αποδοχή των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου.
Εξιστορεί ο Δρ Ερίμ
Η πρώτη του ανάμειξη με την Κύπρο ήταν το 1956, όταν ο Τούρκος Πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές τού ζήτησε, ως καθηγητής Νομικής, να ετοιμάσει μια νομική βάση πώς να επανακτήσουν την Κύπρο. Ο Δρ Ερίμ αποφάνθηκε ότι, αν η Βρετανία ήθελε να εγκαταλείψει την Κύπρο, έπρεπε να την επιστρέψει στην Τουρκία…
Στην έκθεσή του έγραψε: «Σήμερα στη Κύπρο υπάρχουν δύο ξεχωριστοί λαοί. Ομολογουμένως οι Έλληνες είναι η πλειοψηφία, όμως υπάρχει και ο τουρκικός λαός με ξεχωριστή θρησκεία, γλώσσα, παρελθόν, μέλλον, ελπίδες και φιλοδοξίες, που δεν συμπίπτουν με αυτές του ελληνικού λαού. Καθώς αυτοκυβέρνηση θέλει τον ελληνικό λαό να ικανοποιείται, οι φιλοδοξίες των Τούρκων πρέπει επίσης να ικανοποιούνται».
(Σημ. Φ.Α.: Ο Δρ Ερίμ στην έκθεσή του εξήγησε πώς θα αυξανόταν ο αριθμός των Τ/κ με Τούρκους εποίκους – η Τουρκία ξεκίνησε μαζικό εποικισμό μετά τις δύο βάρβαρες εισβολές, αρχές του 1975).
Η τουρκική κυβέρνηση τού ανέθεσε να την παρουσιάσει στην αντιπροσωπία τους στον ΟΗΕ και περιλήφθηκε στην παρουσίασή τους στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1957, επιπλέον των θέσεών τους για τη Συνθήκη της Λωζάννης, έτσι ψήφισμα της ΓΣ τότε αναφέρθηκε σε «λύση αποδεκτή απ’ όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη».
Σημείωση Φ.Α.: Η πρώτη έκθεση Νιχάτ Ερίμ δόθηκε στον Α. Μεντερές τον Νοέμβριο του 1956. Ο Βρετανός Υπ. Αποικιών, σε μυστική συνάντηση με τον Μεντερές στην Κωνσταντινούπολη, δέχθηκε ό,τι του ζήτησε ο τελευταίος και στις 19 Δεκεμβρίου 1956, από το βήμα της Βουλής των Κοινοτήτων, έβαλε τα πρώτα θεμέλια της ρατσιστικής δικοινοτικότητας, αναβαθμίζοντας το 18% της τουρκικής μειονότητας σε 50%, υποσχόμενος σε τελική λύση, ξεχωριστή αυτοδιάθεση και για τους Τούρκους της Κύπρου!
«Ακόμα (συνέχισε ο Δρ Ερίμ) η βρετανική κυβέρνηση ετοίμασε προσχέδιο συντάγματος (Λόρδου Ράντκλιφ) βασισμένο στην ύπαρξη δύο ξεχωριστών κοινοτήτων στην Κύπρο, που θα ήταν συνέταιροι με δύο κυβερνήσεις και δύο κεφαλές… Επισκέφθηκα την Κύπρο, συζήτησα με τον Βρετανό κυβερνήτη Σερ Χιου Φουτ και τους ηγέτες της τουρκικής κοινότητας και παρουσίασα τις αντιπροτάσεις μου στον Ράντκλιφ. Αλλά, λόγω των ελπίδων που είχαν οι Έλληνες για καλύτερους όρους από τον ΟΗΕ, δεν υπήρξε πρόοδος για το σχέδιο Ράντκλιφ. Το 1958 ο Χάρολντ Μακμίλαν έβαλε μπροστά ακόμα ένα σχέδιο, που απορρίφθηκε από την ελληνική Κυβέρνηση και τον Αρχ. Μακάριο. Όμως, οι συνταγματικές προτάσεις Ράντκλιφ αποτέλεσαν τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου και ετοιμάστηκε το σύνταγμα του 1960.»
Δεν αναμείχθηκα στην προετοιμασία των Συμφωνιών (Ζυρίχης-Λονδίνου), όμως ήμουν στην προετοιμασία του Συντάγματος της Κύπρου, όπως μου ζήτησε ο Πρωθυπουργός Μεντερές, και ηγήθηκα της τουρκικής αντιπροσωπίας στη μεικτή επιτροπή για την προετοιμασία του. Ξεκινήσαμε δουλειά στη Κύπρο και δουλέψαμε για λίγο στη Λωζάννη επειδή ο ουδέτερος σύμβουλος, Καθηγητής Bridel, δεν μπορούσε φύγει από το πανεπιστήμιο της Λωζάννης. Οι συνταγματικές ετοιμασίες διήρκεσαν από το 1959 μέχρι τον Μάρτιο του 1960 και σε ένα χρόνο περάσαμε 183 μέρες στην Κύπρο. Το κρίσιμο, δύσκολο σημείο ήταν τα δικαιώματα του εκτελεστικού οργάνου. Ο Αρχ. Μακάριος δεν μπορούσε να δεχθεί ότι έπρεπε να μοιραστεί τις προεδρικές εξουσίες με έναν Τούρκο Αντιπρόεδρο. Ο Μακάριος παραμέρισε τον Ελληνοκύπριο διαπραγματευτή Κληρίδη και ήθελε να διαπραγματευτεί απευθείας ο ίδιος. Μετά από λίγο έφερε τις συζητήσεις σε ρήξη και έφυγα από την Κύπρο. Τελικά η Αθήνα και η Άγκυρα συμφώνησαν στην ανάγκη το άρθρο της συμφωνίας της Ζυρίχης για τις εξουσίες να περιληφθεί και ο Μακάριος δέχθηκε. Ο στόχος του Αρχιεπισκόπου ήταν να διαφθείρει τη Συμφωνία Ζυρίχης με πρόνοιες που συνέφεραν στον ίδιο, και εμείς δεν θα το επιτρέπαμε. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς εξηγεί τις περαιτέρω ενέργειες του Αρχιεπισκόπου. Μετά την ανεξαρτησία του κράτους όλες του οι προσπάθειες ήταν βασισμένες στην άρνησή του να δεχθεί τον Τούρκο Αντιπρόεδρο συνέταιρό του…Το 1963 επισκέφθηκε την Άγκυρα και στις συζητήσεις του με τον Πρωθυπουργό Ινονού δεν δεχόταν την ύπαρξη ξεχωριστών δημαρχείων, το δικαίωμα των Τούρκων να θέτουν βέτο στον προϋπολογισμό… Η τουρκική κυβέρνηση απάντησε ότι αυτά τα σημεία ήταν αυτά που είχαν συμφωνηθεί στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο και αποτέλεσαν μέρος του κυπριακού συντάγματος, επομένως έπρεπε να το πάρει απόφαση και να μοιράζεται το κράτος με τους Τούρκους…».
Στη συνέχεια, ο Ερίμ κατηγορεί τον Μακάριο ότι αποπειράθηκε ν’ αλλάξει το ισοζύγιο με μονομερή δράση το 1963… εκμεταλλευόμενος τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας, όμως η Τουρκία και η ηρωική αντίδραση των Τούρκων δεν το επέτρεψαν (Φ.Α. Τουρκικό πραξικόπημα για διάλυση της ΚΔ και αντικατάστασής της με δύο ομόσπονδα κράτη). «Το επανέλαβε το 1967», προσθέτει, «και ο Πρωθυπουργός Σ. Ντεμιρέλ αντιστάθηκε δυναμικά» (Φ.Α. Απαίτηση Τουρκίας για απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας). «Μετά το 1967 τα ΗΕ αύξησαν το ενδιαφέρον τους και ξεκίνησαν ενδοκοινοτικές συνομιλίες, που διήρκεσαν μέχρι το 1974…».
Τζόνσον και Άτσεσον 1964
Ο Ερίμ διηγείται ότι το 1964 συνόδευσε τον Πρωθυπουργό Ινονού στην Ουάσιγκτον ως σύμβουλός του. Αρχές του 1964 ο Πρόεδρος Τζόνσον (είπε) είχε εμποδίσει τουρκική απόβαση στην Κύπρο μέσω μιας παράξενης, δριμείας και απειλητικής επιστολής, που δεν άρεσε καθόλου στην Τουρκία.
Για να διορθώσει την επίδρασή της κάλεσε τους Πρωθυπουργούς Τουρκίας και Ελλάδας στην Ουάσιγκτον και διόρισε τον κ. Ντιν Άτσεσον γι’ αυτό, και ο Ινονού διόρισε τον Δρα Ερίμ να κάνει τη διαπραγμάτευση με τον Άτσεσον.
Ο Γ. Παπανδρέου έφθασε δύο μέρες αργότερα και δέχθηκε την αρχή τριμερών συζητήσεων. Όμως ήθελε ως βάση τη Γενεύη και όχι το Camp David κάτω από την ομπρέλα του ΟΗΕ.
Ο Τζόνσον δέχθηκε. Ο Δρ Ερίμ συνάντησε τον Άτσεσον σε ένα γιοτ στον ποταμό Πόταμακ και ετοιμάστηκε μια δήλωση… Καθώς ήταν στη Νέα Υόρκη έμαθαν ότι ο Στρατηγός Γρίβας έφθασε στο νησί, αλλά τους καθησύχασαν οι Αμερικανοί ότι είχε πάει να πολεμήσει τους κομμουνιστές…
(Φ.Α. Ο Άτσεσον είχε ενημερωθεί από τουρκικές πηγές ότι ο τουρκικός στόλος δεν ήταν έτοιμος για εισβολή και ενημέρωσε και το Λονδίνο).
Και συνεχίζει ο Δρ Ερίμ: «Φθάσαμε στη Γενεύη. Η ελληνική Κυβέρνηση είπε όχι σε τριμερή συνεδρία, θα διαπραγματεύονταν ξεχωριστά με τον Άτσεσον και το ίδιο θα κάναμε κι εμείς. Έβαλε μπροστά ο Άτσεσον την πρότασή του, που θεωρήθηκε το ‘‘πρώτο (του) σχέδιο’’. Το σχέδιο προέβλεπε μια γραμμή από την Ακανθού, ανατολικά της Κερύνειας, μέχρι ανατολικά της Αμμοχώστου -αυτό το κομμάτι της νήσου- και ανατολικά και βόρεια της γραμμής αυτής να μείνει στην Τουρκία. Η Τουρκία θα έχει το δικαίωμα να διατηρεί σ’ αυτήν τη ζώνη στρατιωτική δύναμη divisional strength… και καθώς (τουρκικοί) οικισμοί ήταν σκορπισμένοι παντού όπως Πάφο, Λεμεσό, Λάρνακα, Κερύνεια, Μόρφου, Αμμόχωστο και Λευκωσία και άλλες περιοχές, προτάθηκε η δημιουργία περίπου 8 τουρκικών καντονίων στο σχέδιο… Δεχθήκαμε την αρχή του γεωγραφικού διαχωρισμού, όμως είχαμε κάποιους προβληματισμούς για την τοποθέτηση στρατιωτικής δύναμης… Σε τόσο μικρή περιοχή, δίχως χώρο για αεροπορική βάση. Μπορούσαν να συζητηθούν όμως έτσι και οι Έλληνες δεχόντουσαν την αρχή.
»Ο Άτσεσον, μας είπε ο Παπανδρέου, είχε δεχθεί το σχέδιο, αλλά έπρεπε να γίνει δεκτό και από τον Αρχ. Μακάριο. Τον κάλεσε στην Αθήνα. Αμέσως έχασα κάθε ελπίδα… Πράγματι ο Αρχιεπίσκοπος είπε στους δημοσιογράφους ότι το σχέδιο ήταν ουσιαστικά διχοτομικό, παρόλο που δεν ονομαζόταν έτσι. Το απέρριψε κατηγορηματικά. Ονόμασε τον Άτσεσον ‘‘αυτο-προσκαλεσμένο μεσολαβητή’’ και ότι η λύση μόνο από τον ΟΗΕ μπορούσε να έλθει.
»Στις 8 Αυγούστου 1964, οι δυνάμεις του Μακαρίου επιτέθηκαν των τουρκικών οικισμών στην περιοχή Erenkoy-Mansoura και επιτεθήκαμε με την αεροπορία μας (Φ.Α. βλέπε βομβαρδισμοί – ολοκαύτωμα Τηλλυρίας). Φοβήθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις και σταμάτησαν την επιχείρηση. Ο ΟΗΕ κάλεσε την Τουρκία να σταματήσει.
»Επιστρέψαμε στην ουδέτερη Γενεύη και ο Άτσεσον μού έδειξε μια πρόταση όχι δική του αλλά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και Τζόνσον και διάβαζε από ένα τέλεξ. Η πρόταση άλλαξε εντελώς το αρχικό σχέδιο του Άτσεσον. Δεν υπήρχε πια ξεχωριστή γεωγραφική περιοχή για τους Τούρκους, απλώς μια μικρή στρατιωτική βάση με ενοικιαγορά (lease) στην Τουρκία, βόρεια της Βρετανικής Βάσης Δεκέλειας. Ούτε κυριαρχία και η βάση ενοικιαγοράς από την Κυπριακή Δημοκρατία. Είχα μαζί μου τον Στρατηγό Τ. Σουνάλπ. Απορρίψαμε και τερματίστηκαν οι συνομιλίες. Απορρίφθηκε και από Αθήνα και Άγκυρα.
»Κατάλαβα ότι υπήρχαν δύο σχολές σκέψης στην Ουάσιγκτον. Η μία του Άτσεσον, για μια δυνατή Τουρκία, στην οποία να βασίζονται οι ΗΠΑ, και η άλλη του Ντιν Ρασκ (Υπ. Εξωτερικών ΗΠΑ), που ήθελε να κρατήσει την Tουρκία και την Ελλάδα ισότιμα (same footing), δίχως να ενοχλεί τα αισθήματα αμφοτέρων. Επίσης, πιστεύω ότι και η πολιτική του κ. Κίσινγκερ υπήρξε παρόμοια και ακόμα πιο έντονη από εκείνην του κ. Άτσεσον…».
Όταν ήταν Πρωθυπουργός το 1971, είπε, βρήκε ευνοϊκή ανταπόκριση από τον κ. Παπαδόπουλο (χουντικό Πρωθυπουργό) στη θέση του ότι «…οι σχέσεις μεταξύ κρατών δεν μπορούν να είναι με τη λογική του Αρχ. Μακαρίου… Έχουμε μια εξαίρετη ευκαιρία. Στην Κύπρο δυο κοινότητες ζουν πλάι-πλάι σε μια ντε φάκτο ομοσπονδία. Πόσο ωραία θα ήταν να την κάνουμε λειτουργική…». Ο Παπαδόπουλος όμως ήθελε, είπε, πρώτα να καλυτερεύσουν τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις. «Απάντησα αυτό ήταν αδύνατο… Θα θυμάστε τότε υπήρξαν διαφωνίες μεταξύ Μακαρίου και Παπαδόπουλου, δεν γνωρίζω την πραγματική αιτία, αλλά έχω την εντύπωση ότι σχετίζονταν με τις δικές μας ανταλλαγές», πρόσθεσε ο Ερίμ.
Και ολοκληρώνει ο Δρ Ερίμ συνοπτικά ότι, ενόσω ο Μακάριος θεωρούσε τους Τούρκους ως μειονότητα και δεν δεχόταν την αρχή ότι το κράτος της Κύπρου βασίζεται σε έναν τουρκο-ελληνικό συνεταιρισμό… καμία τουρκική κυβέρνηση δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά…
Πηγές:
Α) Σχετικά στο βιβλίο Φ.Α. «Διζωνική vs Δημοκρατία», 2019, Λεμεσός. Β)
Οι δύο εκθέσεις του Δρος Ν. Ερίμ στα Ελληνικά στο βιβλίο του κ. Κώστα Ν. Χατζηκωστή «Επτά Προεδρικά Πορτραίτα» και Γ) στα Ελληνικά και Αγγλικά επίσης εδώ: https://i-epikaira.blogspot.com/2023/02/blog-post_32.html.
Φανούλα Αργυρού – Ερευνήτρια/δημοσιογράφος